Ο βρικόλακας ή βαμπίρ είναι μια δαιμονική οντότητα της νύχτας που τρέφεται από το αίμα, τον φόβο και την ενέργεια των ανθρώπων. Ο βρικόλακας δεν είναι ούτε ζωντανός ούτε νεκρός, αλλά ακροβατεί σε μια λανθάνουσα μορφή ύπαρξης, ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο.
Σύμφωνα με τη λαϊκή δεισιδαιμονία, οι βρικόλακες είναι αμαρτωλοί ή καταραμένοι άνθρωποι που συνήθως έχουν βρει βίαιο θάνατο, αλλά χάρη σε κάποια δαιμονική δύναμη σηκώνονται τις νύχτες από τους τάφους τους διψώντας για ανθρώπινο αίμα.
Ο μύθος των βρικολάκων χάνεται στα βάθη των χρόνων, εκεί όπου η ιστορική πραγματικότητα συσκοτίζεται από θρύλους και δοξασίες. Είναι πάντως σίγουρο ότι στους λαούς όλου του κόσμου και σε όλες τις εποχές, παρατηρούμε έναν παράξενο φόβο για τους νεκρούς προγόνους, τον φόβο ότι αυτοί μπορούσαν να βλάψουν τους ζωντανούς. Οι αρχαίοι Έλληνες σε πολλές περιπτώσεις έδεναν τα σώματα των νεκρών πολεμιστών και λύγιζαν τις αιχμές των όπλων τους υπό τον φόβο μιας πιθανής νεκρανάστασης.
Ο Μεσαίωνας υπήρξε η «χρυσή εποχή» των βρικολάκων, κυρίως λόγω της εμφάνισης αιμοσταγών φεουδαρχών όπως ο Βλάντ Τσέπες, ο γνωστός «Δράκουλας». Στην εξάπλωση του πανάρχαιου αυτού μύθου φαίνεται πως συμμετείχε, έστω ακούσια, η χριστιανική θρησκεία. Μέχρι το Σχίσμα του 1054 η Εκκλησία δεν είχε καταλήξει σε μια συγκεκριμένη στάση για το ζήτημα αυτό. Τελικά και τα δύο δόγματα υποστήριξαν ότι ο βρικόλακας αποτελεί όργανο του Σατανά και μπορεί να καταπολεμηθεί με τα σύμβολα της Πίστης, τον Αγιασμό, το Αντίδωρο και τον Εσταυρωμένο.
Με αυτό τον τρόπο όμως, η Εκκλησία παραδεχόταν την ύπαρξη βρικολάκων και αντί να εκριζώσει αυτή την ειδωλολατρική δεισιδαιμονία, τη διέσπειρε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Εκατοντάδες κληρικοί αναπαρήγαγαν τον μύθο με μελέτες και συγγράμματα για την καταπολέμηση των βρικολάκων προκαλώντας μαζική υστερία, κυρίως κατά το διάστημα 1600-1800, με μαζικές εκταφές, πυρπολήσεις και «παλουκώματα» πτωμάτων.
Οι ελληνικοί θρύλοι και τα όπλα κατά των βρικολάκων
Μοιραία ο πανάρχαιος μύθος του βρικόλακα αναζωπυρώθηκε και στην Ελλάδα, κυρίως στα νησιά του Αιγαίου που γνώρισαν τη φραγκική κυριαρχία. Ένα πραγματικό κυνηγητό των σατανικών αυτών πλασμάτων άρχισε τότε στα ελληνικά νησιά, ιδιαίτερα στη Σαντορίνη, όπου η θειούχος σύσταση του εδάφους καθυστερούσε ή και απέτρεπε την αποσύνθεση των νεκρών. Τα νεκροταφεία ανασκάπτονταν στην κυριολεξία, οι καρδιές των δύστυχων νεκρών αφαιρούνταν και βράζονταν σε ξίδι, ενώ τα λείψανα καίγονταν και οι στάχτες πετάγονταν στη θάλασσα.
Το ελληνικό δαιμόνιο ωστόσο, δεν μπορούσε να αφήσει τον βρικόλακα παντοδύναμο δυνάστη των ανθρώπων. Γι’ αυτό του «έθεσε» κάποιους σοβαρούς περιορισμούς και εφηύρε αποτελεσματικά μέτρα προστασίας. Έτσι, οι βρικόλακες εμφανίζονται κάθε νύχτα, αλλά στη Σαντορίνη δεν εμφανίζονται ποτέ το Σάββατο, στην Πρέβεζα ποτέ την Κυριακή, στην Τήνο την Παρασκευή, κλπ. Στη Μακεδονία μάλιστα, εμφανίζονται μόνο τις νύχτες με πανσέληνο. Το λάλημα του μαύρου κόκορα τους τρέπει σε φυγή και ως συνέπεια αυτού του χρώματος οι κόκορες δεν καταλήγουν ποτέ στο τραπέζι της οικογένειας ως έδεσμα (στη Χίο οι τυχεροί κόκορες είναι λευκού χρώματος)! Στη Σκιάθο πιστεύουν ότι ο βρικόλακας κυνηγά μόνο τους συγγενείς του. Στην Κρήτη, αν περπατά κανείς μόνος του τη νύχτα και ακούσει μια φωνή, απλώς δεν πρέπει να απαντήσει, γιατί πιθανότατα πρόκειται για κάποιον βρικόλακα ο οποίος θα τον πάρει μαζί του. Σε πολλά νησιά οι βρικόλακες περισσότερο προκαλούν ζημιές και τρομάζουν τους ανθρώπους παρά τους πίνουν το αίμα. Για παράδειγμα, πετροβολούν τους ιερείς, καταστρέφουν τα έπιπλα των σπιτιών και αρπάζουν τα τρόφιμα από τα κελάρια.
Στη Σκιάθο, οι κάτοικοι, αν δουν βρικόλακα ή φάντασμα γενικότερα, αρκεί να τον πετροβολήσουν με το αριστερό χέρι. Ακόμη, τοποθετούν πίσω από τις πόρτες των σπιτιών έναν σταυρό από καλάμια ή ένα αλιευτικό δίκτυ δεμένο με κόκκινη κλωστή. Στην Κρήτη ζωγραφίζουν στις πόρτες τους μια ανοικτή παλάμη. Προφανώς ο βρικόλακας δεν αντέχει την ελληνοπρεπέστατη αυτή αγενή χειρονομία! Στη Σαντορίνη σφραγίζουν τις κλειδαρότρυπες με αντίδωρο. Στη Νίσυρο όσοι κυκλοφορούν νύχτα φέρουν πάντα μαζί τους ένα μαχαίρι βρεγμένο με αγιασμό. Στη Μυτιλήνη τοποθετούν έναν μικρό σταυρό στο στόμα του νεκρού μόλις ξεψυχήσει και ραντίζουν τον τάφο του με αγιασμό και λάδι, ενώ στο Καστελόριζο αφήνουν δίπλα στο καντήλι του σπιτιού του νεκρού ένα ποτήρι νερό για 40 ημέρες, ώστε να πίνει η ψυχή του νεκρού, να ξεδιψά και να μην αποζητά αίμα. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο βρυκόλακας σε όλα τα νησιά, είναι ότι φοβάται ιδιαίτερα το αλμυρό νερό, γι’ αυτό δεν πλησιάζει ποτέ στη θάλασσα. Σίγουρα λοιπόν το τελευταίο που θα επιθυμούσε θα ήταν ένα «μπουγέλωμα» με θαλασσινό νερό!
Ασβέστης, αλμυρό νερό, βραστό λάδι, ξύδι, σκόρδα, κρεμμύδια, κερί εκκλησίας, μαυρομάνικα μαχαίρια, σπαθιά, ξύλο ελιάς και συκιάς, καρφιά από φέρετρο ή ακόμη και κοινά, λοστός από φτυάρι νεκροθάφτη, βραστό νερό, πέτρες με ζωγραφισμένους σταυρούς, λευκά κεριά, αγιασμός, αντίδωρο, θείες εικόνες, σταυρός, λάδι από καντήλι, θειάφι, φωτιά, καρδιά ή γλώσσα από γουρούνι, στάχτη από τζάκι ιερέα, καινούργια αλιευτικά δίκτυα, πυρωμένα σίδερα, όλα αυτά αποτελούν το πλούσιο «οπλοστάσιο» του πολυμήχανου Έλληνα για τη μάχη του απέναντι στον βρικόλακα.
Το σίγουρο είναι πως ο κόμης Δράκουλας δεν θα είχε πολλές ελπίδες επιβίωσης στην ηλιόλουστη χώρα μας.
Νίκος Γιαννόπουλος
Ιστορικός
Διαβάστε επίσης στη “ΜτΧ”: Αυτά ήταν τα «φυτά του διαβόλου» που χρησιμοποιούσαν στον μεσαίωνα οι μάγισσες για τα ξόρκια τους. Κάποια τα χρησιμοποιούμε σήμερα στη μαγειρική…
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr