Βάσος Μαυροβουνιώτης. Πρωταγωνίστησε στη δολοφονία του γιου του Κολοκοτρώνη και στον Αγώνα. Η συγκίνηση της Αμαλίας

Βάσος Μαυροβουνιώτης. Πρωταγωνίστησε στη δολοφονία του γιου του Κολοκοτρώνη και στον Αγώνα. Η συγκίνηση της Αμαλίας

Ο Βάσος Μαυροβουνιώτης υπήρξε σπουδαία μορφή της ελληνικής επανάστασης. Έδρασε κατά βάση στις περιοχές της Εύβοιας και της Αττικής, όπου πολέμησε γενναία κατά του οθωμανικού στρατού και συνδέθηκε στενά με άλλες ισχυρές προσωπικότητες του Αγώνα.

Ωστόσο, την περίοδο των εμφύλιων συρράξεων μεταξύ Στερεοελλαδιτών και Πελοποννησίων, τον Νοέμβριο του 1824, ο Μαυροβουνιώτης έγραψε τη μελανότερη σελίδα της ιστορίας του, καθώς συμμετείχε σε ενέδρα έξω από την Τριπολιτσά, στην οποία σκοτώθηκε ο γιος του Γέρου του Μοριά, Πάνος Κολοκοτρώνης.

Από το Μαυροβούνιο στη Σμύρνη

Ο Βάσος Μπράγιοβιτς, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1797 στην επαρ­χία Μπιε­λο­παβλίτσι στο Μαυ­ροβούνιο. Το 1817, σε ηλικία 20 ετών, εγκατέλειψε την πατρίδα του και βρέθηκε με μερικά μέλη της οικογένειάς του στη Σμύρνη. Ο λιμός που μάστιζε το Μαυροβούνιο εκείνη την περίοδο καθώς και οι αναταραχές μεταξύ των διάφορων φυλών της περιοχής, είχαν οδηγήσει στην ξενιτιά πολλούς Μαυροβουνιώτες.

Στη Σμύρνη γνώρισε τον οπλαρχηγό Νικόλαο Κριεζιώτη, ο οποίος εργαζόταν ως αρχιεπιστάτης στα κοπάδια του Τούρκου µπέη Καραοσµάνογλου και μεσολάβησε να προσληφθεί και ο Μαυροβουνιώτης ως βοσκός. Εκτός, όμως, από βοσκός, ο Βάσος λέγεται ότι ανέπτυξε και ληστρική δράση κατά την παραμονή του στη Μικρά Ασία, καθώς όταν βρέθηκε στην Αθήνα, φυ­λακίστηκε, μετά από μήνυση ενός μου­σουλμάνου της Σμύρνης, για κλοπή που διέπραξε εκεί.

Ο Βάσος Μαυροβουνιώτης, πορτραίτο του Νικηφόρου Λύτρα (Πηγή: Wikipedia)

Το 1820 και ενώ ήταν φυλακισμένος, η Υψηλή Πύλη κήρυξε την πολιορκία στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων και ξεκίνησε να οργανώνει την αποστολή ένοπλων στρατευμάτων στην Ήπειρο. Ο Μαυροβουνιώτης αποφάσισε να ανταλλάξει τον υπόλοιπο χρόνο φυλάκισής του με την ένταξή του στο στράτευμα του διοικητή των Αθηνών, Πεχλιβάν Πασά και στάλθηκε μαζί με 120 άνδρες στα Ιωάννινα.

Στην επανάσταση

Δεν είναι γνωστό αν πράγματι έφτασε να πολεμήσει τις δυνάμεις του Αλή Πασά καθώς οι πληροφορίες για τη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του είναι εξαιρετικά ελλιπείς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το καλοκαίρι το 1821 βρέθηκε στο πλευρό των επαναστατημένων Ελλήνων στην Εύβοια, γεγονός που σημαίνει ότι εγκατέλειψε το στράτευμα του Πεχλιβάν Πασά, το οποίο την ίδια στιγμή πολεμούσε κατά του Τεπελενλή.

Ο Βάσος Μαυροβουνιώτης ανέλαβε επικεφαλής ένοπλης ομάδας, στην οποία συμμετείχαν συγγενείς του, φιλέλληνες Μαυροβούνιοι και Σέρβοι ενώ ο επίσκοπος Ταλαντίου, Νεόφυτος Μεταξάς, του ανέθεσε τη διοίκηση των όπλων στην επαρχία Καρυστία στην Εύβοια. Αυτό ήταν και το πρώτο πεδίο δράσης του. Συμμετείχε σε δεκάδες μάχες, με κορυφαία την Μάχη των Στύρων, στις 12 Ιανουαρίου του 1822, στην οποία ηττήθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις και  σκοτώθηκε ο πρωτότοκος γιος του Πετρόμπεη, Ηλίας Μαυρομιχάλης.

Η δράση του στον Εμφύλιο

Τον πρώτο χρόνο της Επανάστασης ξέσπασαν έντονες διαμάχες στο εσωτερικό των αγωνιστών. Από τη μία πλευρά βρέθηκαν οι σημαντικότεροι στρατιωτικοί της Πελοποννήσου με επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη, οι “Αντικυβερνητικοί”, όπως ονομάστηκαν, και από την άλλη πλευρά οι σημαντικότεροι πολιτικοί του Μοριά μαζί με τους Νησιώτες, οι οποίοι αποτέλεσαν το στρατόπεδο των “Κυβερνητικών”.

Ο Βάσος συμπαρατάχθηκε με τους “Κυβερνητικούς”. Κλήθηκε μάλιστα να παρουσιαστεί στο Ναύπλιο, στην έδρα, δηλαδή, της κυβέρνησης, προκειμένου να συμμετάσχει στην καταστολή της “ανταρσίας” των Πελοποννησίων προκρίτων και της στρατιωτικής φατρίας του Κολοκοτρώνη.

Ο Μαυροβουνιώτης δόθηκε ολοκληρωτικά στον αγώνα των κυβερνητικών. “Υπήρξε ένας από τους σιδηρούς βραχίονες του Εκτελεστικού Σώματος, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην τελική επικράτηση των κυβερνητικών“, όπως έγραψε ο Ομότιμος Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, Στέφανος Παπαγεωργίου, στον συλλογικό τόμο “Η Ελλάδα της Νεωτερικότητας”.

Η δολοφονία του Πάνου Κολοκοτρώνη

Στις 13 Νοεμβρίου του 1824, ο Πάνος Κολοκοτρώνης κι οι σύντροφοί του κατευθύνονταν προς το χωριό Θάνα της Τρίπολης, για να συναντήσουν τον Γέρο του Μοριά, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Ωστόσο, οι αντίπαλες δυνάμεις, ο Βάσος Μαυροβουνιώτης μαζί με 25 Βούλγαρους, που είχαν συμπαραταχθεί με το στρατόπεδο των “Κυβερνητικών”, τον είχαν εντοπίσει και του έστησαν ενέδρα.

Πριν προλάβει να φτάσει στον πατέρα του, μια σφαίρα διαπέρασε το κρανίο του και τον σκότωσε ακαριαία.

Όπως αναφέρουν στα απομνημονεύματά τους, ο Κανέλλος Δεληγιάννης και ο Θεόδωρος Ρηγόπουλος, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας, οι Βούλγαροι λαφυραγώγησαν τη σορό του Πάνου Κολοκοτρώνη και την εγκατέλειψαν. Του αφαίρεσαν ακόμη και τα εσώρουχά του και άφησαν το νεκρό σώμα του γυμνό. Θάφτηκε την επόμενη ημέρα στο γειτονικό χωριό Συλίμνα, οπού βρισκόταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Αργότερα το κρανίο του μεταφέρθηκε στο Εθνολογικό Μουσείο.

Η τρύπα στο κρανίο του Πάνου Κολοκοτρώνη.

Η τρύπα στο κρανίο του Πάνου Κολοκοτρώνη.

Μετά το τέλος του Εμφυλίου, ο Μαυροβουνιώτης με τον οπλαρχηγό της Εύβοιας, Νικόλαο Κριεζιώτη, τον Θεσσαλό πολιτικό Δρόσο Μανσόλα και τον πρόκριτο των Θηβών, Αδάμ Δούκα, συγκρότησαν μία στρατιωτικοπολιτική ομάδα στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, η οποία συνεργάστηκε με το Γαλλικό Κόμμα και τον Ιωάννη Κωλέττη.

Για την συνεισφορά του στο κυβερνητικό στρατόπεδο προήχθη από χιλίαρχος σε στρατηγό, με απόφαση του Γεώργιου Κουντουριώτη.

Τα επόμενα χρόνια, ο Μαυροβουνιώτης συγκρούστηκε με τις δυνάμεις του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο, συμμετείχε στη μάχη του Κρεμμυδίου στη Μεσσηνία ενώ το 1826 έλαβε μέρος σε καταδρομική επιχείρηση στο Λίβανο, με σκοπό την ενίσχυση του τοπικού εμίρη Μπεσίρ, ο οποίος σύμφωνα με πληροφορίες επρόκειτο να εξεγερθεί εναντίον του Σουλτάνου.

Μετά την επιστροφή του από το Λίβανο, “μπάρκαρε” στη Σύρο αλλά σύντομα κλήθηκε σε νέα αποστολή, που αφορούσε τη διάσωση εγκλωβισμένων άμαχων στην παραλία Λυκόρεμμα στη νότια Εύβοια από τα στρατεύματα του Ομέρ πασά. Τον Ιούλιο του 1826 υπηρέτησε στην ομάδα του Γεώργιου Καραΐσκάκη, ο οποίος του ανέθεσε την άμυνα της περιοχής. Εκείνη την περίοδο, συμμετείχε σε δεκάδες μάχες εντός Αττικής, όπως στη μάχη του Χαϊδαρίου και στην μάχη του Καματερού εναντίον του Κιουταχή.

Η απαγωγή της αγαπημένης του

Στο ταξίδι του προς το Λίβανο, ο Μαυροβουνιώτης και οι σύντροφοί του στάθμευσαν στην Κέα. Εκεί γνώρισε την 16χρονη Ελένη ή Ελέγκω, όπως την αποκαλούσαν, η οποία ήταν ήδη παντρεμένη και έγκυος, με τον πρόκριτο της περιοχής, Μιχαήλ Τζωρτζή Πάγκαλο. Ο Μαυροβουνιώτης την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά για την απαράμμιλη ομορφιά και το ατίθασο πνεύμα της.

Έτσι, μίλησε στους γονείς της αλλά εκείνοι αντέδρασαν έντονα, γιατί η Ελέγκω ήταν ήδη παντρεμένη και κυοφορούσε το παιδί του Πάγκαλου. Οι δυο τους αποφάσισαν να κλεφτούν. Ο Μαυροβουνιώτης την απήγαγε και την εγκατέστησε στον πύργο του φίλου του, Γιαννούλη Δημητρίου, αρχηγού των αλβανοφώνων της Άνδρου, στο ομώνυμο νησί. Μετά την επιστροφή του από το Λίβανο παντρεύτηκαν στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής του νησιού.

Απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Τον στρατηγό Αλέξανδρο Βάσσο, τον διοικητή του εκστρατευτικού σώματος στην Κρήτη το 1897, Τιμολέοντα Βάσσο, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος πέθανε σε νηπιακή ηλικία και τον Γεώργιο, που πέθανε και αυτός μικρός. Παράλληλα, είχαν αναλάβει την κηδεμονία και της κόρης της Ελέγκως, της Ροδόεσσας.

Το 1839 οι ισχυρές προσωπικότητες του Βάσου και της Ελέγκως ήρθαν σε ολοκληρωτική ρήξη, με αποτέλεσμα να χωρίσουν. Η Ελέγκω ήταν μια εγγράμματη γυναίκα με φιλελεύθερες κοινωνικοπολιτικές αντιλήψεις και ασφυκτιούσε στον ρόλο της  νοσοκόμας και παιδαγωγού. Από την άλλη ο Μαυροβουνιώτης απουσίαζε τον περισσότερο καιρό, λόγω των πολιτικών καθηκόντων του, με αποτέλεσμα το ζευγάρι να απομακρυνθεί.

Το 1842 ο Μαυροβουνιώτης ξαναπαντρεύτηκε, την κόρη ενός Υδραίου εμπόρου, την Μπίλιω Οικονόμου, με την οποία απέκτησαν μία κόρη, την Πέτρα.

Στις 9 Ιουνίου 1847, άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 50 ετών από οξεία πνευμονία. Η βασίλισσα Αμαλία συντετριμμένη έγραφε στον πατέρα της:

«Ο καημένος ο Βάσσος πέθανε. Πραγματικά μεγάλη απώλεια για μας. Πιστός, γενναίος, αφοσιωμένος. Το έμβλημά του ήταν “Ο Θεός και ο Βασιλιάς.” […] Δεν έχω ξαναδεί τέτοια κηδεία, χιλιάδες τον ακολούθησαν.

Οι παλαιοί στρατιωτικοί ήταν όλοι βαθιά συγκινημένοι. Ο Κωλέττης έκλαψε, λένε, σαν παιδί».

Αντλήθηκαν πληροφορίες από: “Ένας σλάβος οπλαρχηγός στην υπηρεσία της Υψηλής Πύλης, της Ελληνικής Επανάστασης και του Βασιλείου της Ελλάδας”, Στέφανος Παπαγεωργίου, Ομότιμος Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Σαν Σήμερα 

Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr