Τη δεκαετία του 1960, στη «χρυσή εποχή» του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου, μία κατηγορία ταινιών που γυρίζονταν τότε και είχαν μεγάλη επιτυχία ήταν τα λεγόμενα «γουέστερν α λα ελληνικά». Όμως, η πρώτη ταινία αυτού του είδους είχε γυριστεί πολύ νωρίτερα, το 1928-1929. Ένας από τους συντελεστές της ήταν ο 20χρονος φοιτητής της Νομικής, Φιλοποίμην Φίνος, στην πρώτη του κινηματογραφική δουλειά. Δυστυχώς, μία αβλεψία είχε ως αποτέλεσμα να καεί η μία και μοναδική κόπια, πριν προβληθεί στους κινηματογράφους.
Του συνεργάτη ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού
«Σπαγγέτι γουέστερν» και «γουέστερν φασολάδα»
Το παρατσούκλι των ελληνικών γουέστερν της δεκαετίας του 1960 ήταν «γουέστερν φασολάδα». Πρόκειται για αντιγραφή του «γουέστερν σπαγγέτι», όπως έλεγαν τις παραγωγές που γυρίζονταν στην Ιταλία. Αντίθετα με τα ιταλικά γουέστερν που υποτίθεται ότι αναπαριστούσαν τις συνθήκες στην Άγρια Δύση της Αμερικής, το ιστορικό πλαίσιο των δικών μας γουέστερν ήταν η Ελλάδα. Κάποια είχαν ως επίκεντρο τη Θεσσαλία στα τέλη του 19ου αιώνα και τις διενέξεις μεταξύ τσιφλικάδων και κολίγων. Σε άλλες ταινίες υπάρχουν πλούσιοι γαιοκτήμονες, φτωχοί ακτήμονες, και συμμορίες ληστών, χωρίς να γίνεται κάποιος γεωγραφικός ή ιστορικός προσδιορισμός.
Κάποια από τα «ελληνικά γουέστερν» συγκαταλέγονται στις καλύτερες ταινίες του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου. Ακόμη και σήμερα έχουν καλλιτεχνικό και εμπορικό ενδιαφέρον.
Αξιόλογες ταινίες
Οι πιο γνωστές από τις ταινίες αυτές είναι «Η κατάρα της μάνας» του 1961, με σκηνοθέτη τον Βασίλη Γεωργιάδη, σε σενάριο του Νίκου Φώσκολου (με ψευδώνυμο). Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Γιώργος Φούντας. «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» του 1966, με την ίδια σύνθεση σκηνοθέτη και σεναριογράφου.
Στους βασικούς ρόλους της ταινίας οι Νίκος Κούρκουλος, Μαίρη Χρονοπούλου, Γιάννης Βόγλης και Μάνος Κατράκης. Είναι η πιο πετυχημένη ταινία «γουέστερν α λα ελληνικά». Πρόκειται για μία από τις ταινίες που επιλέχθηκαν στην τελική πεντάδα που ήταν υποψήφιες για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης ταινίας.
Το 1967 ο Νίκος Φώσκολος πέρασε από τη συγγραφή σεναρίων γουέστερν, στη σκηνοθεσία τους με την ταινία «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω», που ήταν η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε. Στους βασικούς ρόλους οι Κώστας Καζάκος, Άγγελος Αντωνόπουλος και Μέμα Σταθοπούλου.
Την επόμενη χρονιά, το 1968, κυκλοφόρησε και η δεύτερη παρόμοια ταινία του Φώσκολου, «Αγάπη και Αίμα» με πρωταγωνιστές τους Καρέζη και Καζάκο. Τέλος, ο «Αστραπόγιαννος» του 1970 σε σκηνοθεσία του Νίκου Τζίμα και πρωταγωνιστές τους Νίκο Κούρκουλο και Νίκη Τριανταφυλλίδη. Ο Κούρκουλος κέρδισε το Βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1970 για την ερμηνεία του στον «Αστραπόγιαννο», που αναπαριστά με απόλυτη ιστορική ακρίβεια την εποχή των τσιφλικάδων και των κολίγων.
«Τρεις Έλληνες απ’ την Αμερική»
Αν και τα γουέστερν «αλα ελληνικά» ήταν μία μόδα της δεκαετίας του 1960, η πρώτη ταινία αυτού του είδους γυρίστηκε το 1928-1929. Είχε τον τίτλο «Τρεις Έλληνες απ’ την Αμερική».
Οι ταινίες γουέστερν ήταν δημοφιλείς από το ξεκίνημα του κινηματογράφου στην Αμερική και σε πολλές άλλες χώρες. Έτσι η πρόταση να γυριστεί μία τέτοια ταινία στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1920 δεν ήταν αδόκιμη.
Σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρωταγωνιστής της ταινίας ήταν ο Ιωάννης Τριανταφύλλης. Βοηθός σκηνοθέτη ήταν ο Τώνης Παπαδαντωνάκης, πατέρας της γνωστής τραγουδίστριας Φλέρης Νταντωνάκη. Εκτός από τον Τριανταφύλλη, στην ταινία έπαιζαν μια Ρουμάνα και μερικοί ερασιτέχνες ηθοποιοί. Παραγωγοί της ταινίας ήταν ο Καραλής και ο Κ. Χλοΐδης, οι οποίοι έπαιξαν στην ταινία. Οπερατέρ ήταν ο Δημήτρης Μεραβίδης με βοηθό τον 20χρονο Φιλοποίμην Φίνο. Ο Φίνος τότε ήταν ακόμη φοιτητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στην Πάρνηθα
Τα γυρίσματα του πρώτου ελληνικού γουέστερν ξεκίνησαν στα τέλη του 1928 στους πρόποδες της Πάρνηθας.
Διήρκεσαν δέκα μήνες. Πρόκειται για μεγάλο χρονικό διάστημα για το γύρισμα μιας ταινίας, ακόμη και για εκείνη την εποχή. Είναι προφανές ότι δεν γίνονταν συνέχεια γυρίσματα, αλλά υπήρξαν μεγάλα κενά, μάλλον εξαιτίας του καιρού.
Στη ταινία είχε συνδρομή το Υπουργείο Στρατιωτικών με τη χορήγηση 11 ιππέων του στρατού με τα άλογά τους, για 15 συνεχείς Κυριακές. Αξίζει να σημειωθεί ότι λίγα χρόνια αργότερα, το 1935, το Υπουργείο Αεροπορίας συνέδραμε στα γυρίσματα της πρώτης ξένης ταινίας στην Ελλάδα με τον τίτλο «Ο Κοζάκος και το αηδόνι» με την παραχώρηση ενός στρατιωτικού υδροπλάνου.
Μία φωτογραφία που είναι γνωστή από τα γυρίσματα δείχνει κάποιους από τους ιππείς που συμμετέχουν, να φορούν κανονικά ρούχα «καουμπόηδων». Απ’ αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ταινία ή μέρος της υποτίθεται ότι αναπαριστούσε την Άγρια Δύση, εν αντιθέσει με τα ελληνικά γουέστερν τέσσερις δεκαετίες αργότερα που όλα είχαν ως επίκεντρο την Ελλάδα.
Η συνάντηση με τους χωροφύλακες
Παρά το γεγονός ότι η ταινία γυριζόταν σχεδόν για ένα χρόνο, γνωρίζουμε ελάχιστες λεπτομέρειες για τα γυρίσματά της. Ένα ευτράπελο που έχει διασωθεί είναι μία τυχαία συνάντηση που είχαν οι ηθοποιοί και οι έφιπποι στρατιώτες που έκαναν τους κομπάρσους της ταινίας μ’ ένα απόσπασμα της χωροφυλακής.
Η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου τότε είχε αποφασίσει να πατάξει τις τελευταίες συμμορίες ληστών που υπήρχαν στα ελληνικά βουνά. Έτσι οι χωροφύλακες πέρασαν τους Έλληνες «καουμπόηδες» για ληστές! Τους ανάγκασαν να παραδοθούν και χρειάστηκε αρκετή ώρα να πειστούν ότι γύριζαν ταινία και έτσι να τους αφήσουν ελεύθερους!
Η «μοιραία» γόπα
Στα τέλη του 1929 τελείωσαν τα γυρίσματα για τους «Τρεις Έλληνες απ’ την Αμερική» και τα φιλμ πήγαν στο μοντάζ προκειμένου να ετοιμαστεί η ταινία. Η δουλειά προχωρούσε κανονικά και σύντομα θα ξεκινούσε η προβολή στους κινηματογράφους. Τότε συνέβη κάτι απρόοπτο. Μέσα στο εργαστήριο του μοντάζ είχε ξεχαστεί μια μισοσβησμένη γόπα. Το φιλμ εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα εύφλεκτο. Η γόπα άναψε φωτιά κι έτσι κάηκε η μοναδική κόπια του πρώτου ελληνικού γουέστερν. Ούτε ένα καρέ δεν σώθηκε.
Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα μαζί με την κόπια χάθηκε ο κόπος δεκάδων ανθρώπων του πρώιμου ελληνικού κινηματογράφου και τα πολλά χρήματα που είχαν βάλει οι παραγωγοί Καραλής και Χλοΐδης. Μεγάλη θα ήταν σίγουρα και η απογοήτευση των στρατιωτικών που χρησιμοποιήθηκαν ως κομπάρσοι «καουμπόηδες» για τις ανάγκες της ταινίας αφού δεν είδαν τελικά τον ευατό τους στη μεγάλη οθόνη να περιφέρονται έφιπποι στους πρόποδες της Πάρνηθας.
Θα περνούσαν πάνω από τριάντα χρόνια για να γυριστεί και πάλι ««γουέστερν α λα ελληνικά». Πρόκειται για την «Κατάρα της μάνας» σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη που κυκλοφόρησε το 1961.
Στοιχεία αντλήθηκαν από: Ελευθέριο Γ. Σκιαδά, “Τι απέγινε το πρώτο ελληνικό καουμπόικο έργο που γυρίστηκε στην Αττική” στην ιστοσελίδα www.taathinaika.gr
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr