Τα Μπλουζ για πολλά χρόνια δεν ήταν παρά μνήμες, στίχοι και ιστορίες, που διατηρήθηκαν ως προφορική παράδοση και διαδόθηκαν, από στόμα σε στόμα.
Τα μπλουζ γεννήθηκαν Νότια, στο Δέλτα του Μισισιπή, λίγο μετά τον αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Με ρίζες στην Αφρική, τα τραγούδια «της φυτείας» (FieldHollers), δηλαδή μπαλάντες, εκκλησιαστικοί ύμνοι, ρυθμικά χορευτικά και τελικά τα μπλουζ, εξελίχθηκαν σε έναν προσωπικό διάλογο του τραγουδιστή με την κιθάρα του. Ένα παράπονο που εκφραζόταν με στίχο και λαχταρούσε μια απάντηση.
Από τα σταυροδρόμια των αυτοκινητοδρόμων 61 και 69 και την πλατφόρμα του σιδηροδρομικού σταθμού “Clarksdale”, τα μπλουζ ταξίδεψαν Βόρεια προς το Μέμφις. Tα δωδεκάμετρα μπλουζ είναι ο ύμνος μια φυλής, δεμένος με φωνές του πόνου και των θυσιών της δουλείας.
Η κακή τύχη και τα προβλήματα δίνουν πάντα το παρόν στα μπλουζ, ως συνέπεια της καταπίεσης επάνω σε ψυχές άτυχες που μιλούν για την απελευθέρωσή τους. Αυστηροί ρυθμοί επαναλαμβάνονται σαν κραυγές λύπης, ξεπηδώντας από το μπλε του φωτός στα στάχυα και το βαμμένο από ίντιγκο (λουλάκι) βαμβάκι των φυτειών. Εκεί, στα πονεμένα χωράφια του Νότου, φυτεύτηκαν και άνθησαν τα Μπλουζ.
Πώς βγήκε η ονομασία
Ο όρος, ασχέτως με το αν πηγάζει από τον τίτλο του μονόπρακτου “Blue Devis” (George Colman1798) και την ετυμολογία να τον προσδιορίζει σε συναισθήματα λύπης και μελαγχολίας, παραπέμπει στην καθημερινή προδοσία και την απογοήτευση.
Χάνεις την δουλειά σου, έχεις τα μπλουζ. Παύουν να σε αγαπούν, έχεις τα Μπλουζ. Όμως ακόμα και αν οι στίχοι συχνά εξιστορούν προσωπικές δυσκολίες, η μουσική πηγαίνει ένα βήμα πιο μακριά από την απλή λύπηση του εαυτού σου.
Τα μπλουζ σύντομα γίνονται γλώσσα για τη νίκη ενάντια στην κακή τύχη.
Από την απόλυτη μελαγχολία στην υπέρμετρη χαρά, λίγα είδη μουσικής εκφράζουν τόσο αυθεντικά τα ανθρώπινα πάθη. Στα νότια χωράφια του 19ουαιώνα, οι δημιουργοί των μπλουζ, δηλαδή οι σκλάβοι, οι πρώην σκλάβοι και οι απόγονοι τους, που είναι φτωχοί μικροκαλλιεργητές, τραγουδούν σχεδόν στενάζοντας ανάμεσα σε βαμβάκι και λαχανικά.
Στο Δέλτα του μεγάλου ποταμού, λίγο δίπλα από τη Νέα Ορλεάνη η τζαζ και τα μπλουζ παντρεύονται μέσα στον χρόνο.
Υπαίθριες συναυλίες «σκηνών» και επιδείξεις «γιατρικών», περιπλανώμενες κομπανίες και βαριετέ θεάματα, σύντομα θα ανακάτευαν τα μπλουζ με το ραγκταϊμ, τις μπαλάντες, τα γκοσπελ και τη φολκ – ως μουσική υπόκρουση.
Με την άφιξη των θιάσων στις μεγάλες πόλεις, τα θέατρα άνοιγαν για μουσικές παραστάσεις των μαύρων και οι λευκοί αφεντάδες, για πρώτη φορά –συχνά έκπληκτοι ως θεατές- γίνονταν μάρτυρες μιας νέας, μουσικής «ιδιοκτησίας».
Όταν πια τα μπλουζ του Δέλτα βρίσκουν το δρόμο τους, παρασυρμένα από τα νερά του Μισισιπή στις αστικές περιοχές, η μουσική έχει εξελιχθεί στα ηλεκτρικά μπλουζ του Σικάγο και άλλα τοπικά στυλ, με αμέτρητα τζαζ-μπλουζ υβρίδια.
Μια δεκαετία μετά τα μπλουζ θα γεννήσουν το “ρυδμ εντ μπλουζ”, τη σπίθα στη φωτιά που θα ονομαστεί ροκ εντ ρολ.
Ο εφευρέτης δεν ήταν ένας. Ούτε ο «βάρδος» W.C. Hardy (“Memphis Blues” 1912 και “St. Louis Blues” 1914) που πεισματικά ισχυριζόταν πως τα μπλουζ του «αποκαλύφθηκαν» το 1903 από κάποιον τυχοδιώκτη μουσικό (Henry Sloan) σε σιδηρόδρομο του Μισισιπή, ούτε οι δεκάδες άλλοι που η ιστορία έστω αναφορικά θυμάται.
Οι ιστορίες πολλές. Για την ανδρεία και τον ηρωισμό. Σαν τον φολκλορικό θρύλο του John Henry, του εργάτη με το σφυρί που αψήφησε τη δύναμη της μηχανής και στο σπάσιμο της πέτρας, νίκησε όχι μόνο ένα σιδερένιο εχθρό αλλά την απειλή της βιομηχανικής προόδου.
Από τα μέσα μέχρι τα τέλη των 1800, ο «Βαθύς Νότος» ήταν σπίτι αμέτρητων, νεοφώτιστων μπλουζμεν, πρωτεργατών στο σουλούπωμα του νέου ήχου.
Αυτοί οι αυθεντικοί μουσικοί του δρόμου, παρέα με φυσαρμόνικες και κιθάρες, θα ταξίδευαν από το ένα μέρος του Νότου στο άλλο, πηδώντας στα ανοιχτά βαγόνια τρένων, ελπίζοντας για κάποια καλλιτεχνική ευκαιρία στα μπαρ και τις γωνίες των πόλεων.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των τραγουδιών, άγραφο- θα χαθεί μαζί με τους δημιουργούς του.
Η κληρονομιά όμως αυτών των πρωτοπόρων του είδους, θα εντοπιστεί στις ηχογραφήσεις του ’20 και ’30 σε Μισισίπι, Λουϊζιάνα, Τέξας, Τζόρτζια και άλλες Νότιες πολιτείες.
Οι μουσικοί του ’20, θα εξελίξουν την μονοτονία μιας σόλο ερμηνείας, συνεργαζόμενοι σε αυτοσχέδιες μπάντες.
Έτσι ψυχαγωγούσαν τους στερημένους εργαζόμενους στις φυτείες τους μεθυσμένους τζογαδόρους σε πρόχειρα μπαρ (juke joints) και τους πελάτες στους οίκους ανοχής. (Πρόκειται για τους μουσικούς: Son House, Blind Lemon Jefferson, Leadbelly, Charlie Patton και Robert Johnson )
Με τη μετάβαση των μπλουζ από τις αγροτικές περιοχές στις πόλεις, οι παίκτες του Σικάγο (John Lee Hooker και Muddy Waters) αφουγκράζονται την ανάγκη για κάτι διαφορετικό, μακριά από την μοιρολατρική μανιέρα της σκλαβιάς, και αρχικά κάνουν τον ήχο ηλεκτρικό και πιο εύπεπτο ενώ προσθέτουν προς το τέλος της δεκαετίας ’40 ντραμς και πιάνο.
Στον Βορρά (Σικάγο, Ντιτρόιτ) του ’40 και ‘50, οι Muddy Waters, Willie Dixon, John Lee Hooker, Howlin’ Wolf, και Elmore James ανάμεσα σε άλλους, καμουφλάρουν τα Μπλουζ του Δέλτα, σκαρφαλώνοντας με συνεχείς επιτυχίες στις πρώτες θέσεις των τσαρτ, της αναπτυσσόμενης μουσικής βιομηχανίας, ενώ οι T-Bone Walker στο Χιούστον και B.B. King στο Μέμφις διαμορφώνουν ένα νέο τρόπο παιξίματος (lead guitar), διασταυρώνοντας την τεχνική της Τζαζ με την τονικότητα και ρεπερτόριο των μπλουζ.
Κάπου εκεί ακούει ο νεαρός Elvis Presley, τους Arthur “Big Boy” Crudup, τον Wynonie Harris, και την Big Mama Thorton που γράφουν και ερμηνεύουν τα τραγούδια, τα οποία σύντομα θα κάνουν τον νεαρό, παγκόσμια γνωστό.
Η γραμμή της μετάβασης από τον Sloan στον Son House και τον Robert Johnson, μέσα από τα Μπλουζ του Σικάγο και από την αναγέννηση του ήχου στα 60s στην σύγχρονη ροκ, είναι τόσο ευθεία όσο οι σιδηρόδρομοι που ένωναν τις αχανείς εκτάσεις της Αμερικής.
Ίσως ο σκιώδης Sloan να ήταν αυτός που ο W.C. Handy άκουσε εκείνη τη μέρα του 1917 καθώς ανέβαινε στο τρένο για το Σικάγο.
Τα μέτρα που ξεπατίκωσε, θα γίνονταν -χωρίς να το γνωρίζει- μέρος της πολιτιστικής «απελευθέρωσης» των μαύρων, αυτής που με όχημα μια μουσική (ρυδμ εντ μπλουζ) θα διαμόρφωνε ένα μεγάλο μέρος της ποπ κουλτούρας του σήμερα.
Το κείμενο είναι του αναγνώστη μας
Τάσου Παπαναγιώτου
Όσοι επιθυμείτε μπορείτε να στέλνετε κείμενα σας στη διεύθυνση info@mixanitouxronou.gr
Εφόσον δεν είναι αντιγραφές και ταιριάζουν με το περιεχόμενο και το ύφος της σελίδας,
θα δημοσιεύονται με το όνομα του αποστολέα.
O επιμελητής κειμένων κάνει στοιχειώδεις διορθώσεις, αλλά η mixanitouxronou.gr δεν παρεμβαίνει ουσιαστικά στα κείμενα και δεν ευθύνεται για τυχόν ανακρίβειες στα κείμενα των αναγνωστών.
Διαβάστε επίσης στη “ΜτΧ”: Σλιμ Γκέιλαρντ. Η νέγρικη φωνή της τζαζ, που τραγούδησε το μικρασιάτικο «Τι σε μέλει εσένανε». Το έμαθε όταν ανήλικος ακόμη, τον ξέχασε στην Κρήτη ο πατέρας του. Ακούστε την εκπληκτική διασκευή (βίντεο)…
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr