Το φαινόμενο της οπαδικής βίας και του οργανωμένου χουλιγκανισμού εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1980. Τότε άρχισαν να “πέφτουν” και οι πρώτοι νεκροί.
Τον Σεπτέμβριο του 1983, ο 18χρονος Αριστείδης Δημητριάδης δέχτηκε δολοφονική επίθεση κοντά στο γήπεδο Χαριλάου στη Θεσσαλονίκη, μετά τον αγώνα Παναθηναϊκού – Άρη. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο αλλά ήταν ήδη κλινικά νεκρός. Μετά από 107 ώρες υπέκυψε στα τραύματά του.
Σύμφωνα με την νεκροψία, ο 18χρονος είχε αιμορραγία σε όλες τις κοιλίες του εγκεφάλου, ενδοεγκεφαλικές μικρές αιμορραγίες και διάχυτη υπαραχνοειδής αιμορραγία. Όπως αποκαλύφθηκε, οι δράστες επιτέθηκαν στον Δημητριάδη και τους δύο φίλους του, όταν άκουσαν τους νεαρούς να σχολιάζουν γελώντας το αποτέλεσμα του ποδοσφαιρικού αγώνα.
Τέσσερα χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 1986, λίγο πριν αρχίσει το ματς Λάρισας – ΠΑΟΚ στο γήπεδο “Αλκαζάρ”, ο 29χρονος φίλαθλος και καθηγητής, Χαράλαμπος Μπλιώνας, άφησε την τελευταία του πνοή στις κερκίδες.
Όλα ξεκίνησαν όταν οι συγκεντρωμένοι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ, αφού φώναξαν συνθήματα, εκτόξευσαν μία ρουκέτα-φωτοβολίδα, η οποία καρφώθηκε στην κοιλιακή χώρα του άτυχου καθηγητή και εξερράγη. Ο 29χρονος φίλαθλος ξεψύχησε από ακατάσχετη αιμορραγία.
Σταδιακά, το φαινόμενο της οπαδικής βίας άλλαξε χαρακτηριστικά.
H βία των θερμοκέφαλων οπαδών έδωσε τη θέση της στα στημένα ραντεβού και το οργανωμένο ξύλο. Ήταν η περίοδος που το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα έγινε από ερασιτεχνικό, επαγγελματικό και οι ομάδες έγιναν ΠΑΕ, δηλαδή Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες.
Ο καθηγητής εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Πανούσης, εξήγησε στη Μηχανή του Χρόνου:
“Στην πρώτη φάση του χουλιγκανισμού πρωταγωνιστούσαν τα φτωχόπαιδα της γειτονιάς που συγκρούονταν με την άλλη γειτονιά ή μία πόλη με την άλλη. Υπερβολική χρήση βίας είχαμε μόνο όταν γινόταν κάποιο λάθος από τον διαιτητή ή όταν μάλωναν οι παίκτες. Τότε, η εξέδρα απλώς ακολουθούσε. Ό,τι καταστροφές γίνονταν ήταν στο όνομα της αδικίας.
Δεν υπήρχε το οργανωμένο στοιχείο. Στο γήπεδο δεν πήγαινες με μαχαίρι. Αν θύμωνες, γιατί σου έλεγε ο άλλος ότι δεν ήταν πέναλτι ενώ ήταν πέναλτι, τον χτυπούσες με τη γροθιά και μάλωνες. Ήταν η βία των νέων ανθρώπων που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα και νόμιζαν ότι ομάδα είναι ο Θεός.
Την κυριακάτικη ισότητα, όπως είχα γράψει κάποτε. Όπου, την Κυριακή γίνομαι άλλος και τη Δευτέρα ξαναγίνομαι κάτι τις.
Μετά περάσαμε σε άλλη φάση. Στον χουλιγκανισμό των προέδρων. Στον χουλιγκανισμό ως μέσο πίεσης στο κράτος για προμήθειες. Στον χουλιγκανισμό με ακροδεξιά χαρακτηριστικά και μπόλικη τρομοκρατία.
Τώρα, μεταφέρονται χούλιγκαν από άλλες χώρες οργανωμένα, δίνουν ραντεβού για μαχαιρώματα, θυμώνουν ξαφνικά και δεν βλέπουν καν το ματς.”
Η δολοφονία Φιλόπουλου
Η δολοφονία που συγκλόνισε περισσότερο την ελληνική κοινή γνώμη ήταν εκείνη του Μιχάλη Φιλόπουλου.
Στις 29 Μαρτίου του 2007, ο 22χρονος οπαδός του Παναθηναϊκού μαχαιρώθηκε στην Παιανία, κατά τη διάρκεια ενός προκαθορισμένου ραντεβού συμπλοκής με αντίπαλους οπαδούς του Ολυμπιακού. Όπως έδειξε η αστυνομική έρευνα μαχαιρώθηκε από δύο διαφορετικούς ανθρώπους και άλλοι τέσσερις τον χτύπησαν με κλομπ στο κεφάλι.
Η σκηνή γυρίστηκε με κάμερα κινητού τηλεφώνου, η οποία διανεμήθηκε σε συνδέσμους οπαδών και δημοσιεύθηκε ακόμη και στο YouTube. Αρκετά μέσα ενημέρωσης πρόβαλλαν το βίντεο και συνέχισαν να το δείχνουν για μέρες, ακόμη και σε ζώνη υψηλής τηλεθέασης.
Ο θάνατός του προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στην Ελλάδα και πυροδότησε μια μεγάλη αστυνομική έρευνα για τον ρόλο των οργανωμένων οπαδών των ομάδων. Κατά τη διάρκεια της έρευνας σε πολλούς από τους συνδέσμους των οργανωμένων οπαδών και των δύο ομάδων κατασχέθηκαν μεγάλες ποσότητες όπλων και ναρκωτικών, μαχαίρια, ρόπαλα του μπέιζμπολ, σφεντόνες, μεταλλικές αλυσίδες και πυροβόλα όπλα.
Τα “βαρβάτα άτομα”
Ο δημοσιογράφος Γιάννης Αλεξίου παρακολούθησε την εξέλιξη του χουλιγκανισμού στην Ελλάδα. Περιέγραψε στη Μηχανή του Χρόνου:
“Οι χούλιγκαν τότε είχαν το παρατσούκλι “βαρβάτα άτομα”. Ήταν οι πρωτεργάτες των χούλιγκαν της κάθε ομάδας, οι καθοδηγητές για την υπόλοιπη εξέδρα, αυτοί που αποτελούσαν το μεγαλύτερο φόβητρο.
Είχαν και διαφορά παρατσούκλια, τα οποία ήταν ενδεικτικά της παρεΐστικης ατμόσφαιρας που επικρατούσε μεταξύ τους. Υπήρχε, για παράδειγμα, το “Ούφο”, ο “Ακροβάτης”, ο “πεινάω-πεινάω” ή ο “Φτου Φτου”, που όταν μιλούσε πέταγε σάλια. Ο “Ακροβάτης” ήταν ένα θρυλικό όνομα του Ολυμπιακού, που ανέβαινε στα κάγκελα και είχε πάρει το όνομα του, επειδή είχε ανέβει πάνω στο ηλεκτρονικό πίνακα του Σταδίου του Καραϊσκάκη, σαν πραγματικός ακροβάτης”.
Μαύρο μπουφάν, μπότες και τρύπια κασκόλ
“Οι χούλιγκαν είχαν συγκεκριμένη ενδυματολογική αμφίεση. Φορούσαν μαύρα μπουφάν με διάφορα σίδερα πάνω, μπότες, στενά παντελόνια τζιν και είχαν μακριά μαλλιά. Επίσης φορούσαν κατά βάση κουρελιασμένα ή με σκισμένα τα γρόσια τους κασκόλ. Αυτό υποδήλωνε ότι ήταν μάχιμοι, γιατί μετά από έναν ξυλοδαρμό έπαιρναν ως λάβαρο το κασκόλ του αντιπάλου. Το έσκιζαν, έπαιρναν ένα μικρό κομματάκι και το έδεναν στο δικό τους κασκόλ.
Όμως δεν ήταν αυτοί οι μαχαιροβγάλτες που ίσως έχουν μείνει στην ιστορία. Αυτοί είχαν και μία κουλτούρα, κυρίως μουσική.
Τότε, είχε μεγάλη επιρροή η ροκ μουσική στους χούλιγκαν, ιδίως συγκεκριμένα συγκροτήματα, όπως ήταν οι Iron Maden, οι Motorhead, οι Black Sabbath, o Οzzy. Aυτοί ήταν οι πρώτοι που λάνσαραν και τις κονκάρδες, τις μπλούζες συγκροτημάτων. Τα μουσικά γούστα καθόριζαν ακόμα και τα σημεία που κατανέμονταν οι οπαδοί στις εξέδρες. Άλλο σημείο καταλάμβαναν τα φρικιά και άλλο οι “φλώροι”, όπως έλεγαν τότε αυτούς που άκουγαν New Wave ή ντίσκο”.
Το προφίλ των χούλιγκαν
Ο καθηγητής εγκληματολογίας και ποινικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Νέστωρ Κουράκης, ήταν επικεφαλής της έρευνας που διεξήχθη στα τέλη της δεκαετίας του ’80, για τη σκιαγράφηση των προφίλ των «χούλιγκαν». Σύμφωνα με την έρευνα, σε συντριπτικό ποσοστό ήταν νέοι άντρες, που προέρχονταν από εργατικές οικογένειες. Η πλειοψηφία, είχε μεγαλώσει σε μονογονεϊκές οικογένειες και είχε κακή επίδοση στο σχολείο.
Όπως ο ίδιος περιέγραψε:
“Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι τα παιδιά αυτά έβλεπαν στην ομάδα έναν χώρο, όπου μπορούσαν να βρουν μία λύτρωση, μία ανακούφιση από τα δεινά και την πίεση της καθημερινότητας. Να βρουν ανθρώπους που τους καταλαβαίνουν, δηλαδή τα παιδιά που ήταν επίσης οπαδοί της ίδιας ομάδας. Έψαχναν να βρουν μια αρνητική ταυτότητα, όπως την ονόμασαν οι ψυχολόγοι.
Ακριβώς επειδή δεν μπορούσαν μέσα από το σχολείο να έχουν καλούς βαθμούς, να προοδεύσουν και να προχωρήσουν κάπως στη ζωή, σκέφτηκαν ή έστω παρορμητικά επέλεξαν αυτού του είδους τη δραστηριότητα, ώστε να διακριθούν στις αρνητικές επιδόσεις. Στις συμπλοκές, στο να σπάνε τζάμια, σε όλα αυτά”.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr