Το 1722 ολλανδικά πλοία προσέγγισαν τις ακτές των νησιών Σαμόα. Οι ναύτες παρατήρησαν ότι οι ιθαγενείς φορούσαν κολλητά παντελόνια, διακοσμημένα με περίπλοκα σχέδια.
Όταν αποβιβάστηκαν και τους είδαν από κοντά, συνειδητοποίησαν ότι αυτά που εξ αποστάσεως θεωρούσαν ως παντελόνια ήταν στην πραγματικότητα το ίδιο τους το δέρμα, που ήταν καλυμμένο απ’ άκρη σε άκρη με τατουάζ.
Οι κάτοικοι των νησιών τα αποκαλούσαν “tatau”, που σημαίνει “για να σηματοδοτήσει κάτι”.
Τον Ιούλιο του 1769, ο Βρετανός θαλασσοπόρος Τζέιμς Κουκ κατέγραψε για πρώτη φορά τη λέξη στο ημερολόγιο του πλοίου: ”Και τα δύο φύλα βάφουν τα σώματά τους με τα “Tattow”, όπως τα λένε στη γλώσσα τους.
Το καταφέρνουν, βάζοντας μαύρο χρώμα κάτω απ’ το δέρμα τους. Είναι τόσο επίπονο, ειδικά η περιοχή των γλουτών, που το κάνουν μόνο μια φορά στη ζωή τους”.
Στη Σαμόα, την Ταϊτή, αλλά και στη Νέα Ζηλανδία, τα τατουάζ ήταν ιερή παράδοση.
Σηματοδοτούσαν την κοινωνική θέση, το πνεύμα, αλλά και τη δύναμη του κάθε ανθρώπου.
Κάθε νεαρός άνδρας έπρεπε να κάνει τατουάζ σε όλο του το σώμα, όταν ενηλικιωνόταν.
Αν σταματούσε τη διαδικασία, επειδή δεν άντεχε τον πόνο, θα τον ακολουθούσε για μια ζωή το στίγμα της δειλίας.
Το ίδιο ίσχυε και για τις γυναίκες.
Πολλοί άνδρες του πληρώματος του Κουκ, επέστρεψαν στην Αγγλία με τατουάζ και τα επιδείκνυαν με περηφάνια.
Μέσα σε λίγες δεκαετίες, τα τατουάζ έγιναν σήμα κατατεθέν των ναυτικών.
Μάλιστα στις ΗΠΑ, οι ναύτες χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ ως στοιχεία ταυτότητας.
Αμέσως μετά την αμερικανική επανάσταση, πολλοί Αμερικανοί ναυτικοί στρατολογούνταν από το βρετανικό ναυτικό.
Για να το αποφύγουν, έβγαζαν ειδικά χαρτιά, τα οποία τους απάλλασσαν από την υπηρεσία, αποδεικνύοντας ότι ήταν Αμερικάνοι υπήκοοι.
Στα χαρτιά περιγραφόταν και η εμφάνισή τους, για να γνωρίζει το βρετανικό ναυτικό σε ποιο ναύτη αναφέρονταν.
Όμως οι περιγραφές ήταν υπερβολικά γενικές και οι Βρετανοί τις αγνοούσαν επιδεικτικά, ισχυριζόμενοι ότι τα χαρτιά ήταν πλαστά ή είχαν κλαπεί από κάποιον άλλοι ναύτη.
Έτσι οι Αμερικάνοι έκαναν τατουάζ, τα οποία περιέγραφαν λεπτομερώς στα προσωπικά τους έγγραφα, για να ταυτοποιηθούν και να είναι σίγουροι ότι δεν θα στρατολογούνταν.
Τα πρώτα τατουάζ
Τα αρχαιότερα τατουάζ προέρχονταν από την εποχή του χαλκού.
Το 1991, ανακαλύφθηε ο “Otzi”, μία παγωμένη μούμια που χρονολογείται απ’ την 4η χιλιετία προ Χριστού.
Στο δέρμα του εντοπίστηκαν πολλά μικρά τατουάζ, κυρίως στα γόνατά του, τα οποία πιστεύεται ότι χρησιμοποιούνταν ως θεραπεία για την αρθρίτιδα.
Τατουάζ βρέθηκαν και στη μούμια μίας ιέρειας απ’ την αρχαία Αίγυπτο, που έζησε 2.000 χρόνο πριν τη γέννηση του Χριστού.
Οι μελετητές πιστεύουν ότι χρησιμοποιούνταν στη λατρεία των θεοτήτων και για να υποδείξουν κοινωνικό στάτους.
Τα τατουάζ ανά τον κόσμο
Στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη, τατουάζ είχαν μόνο οι αιχμάλωτοι, οι δούλοι, οι εγκληματίες και οι λιποτάκτες, έτσι ώστε να μην μπορούν να κρύψουν την “ντροπή” τους από τον κόσμο.
Γενικά, τα τατουάζ θεωρούνταν ένα βάρβαρο έθιμο και οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις τα αντιμετώπιζαν υποτιμητικά.
Το ίδιο ίσχυε και στην Κίνα, όπου συνήθιζαν να σημαδεύουν με τατουάζ τους κατάδικους.
Στην υπόλοιπη Ασία όμως, τα τατουάζ συμβόλιζαν τη δύναμη και συνδέονταν άμεσα με τη θρησκεία και την πνευματικότητα.
Στην Ινδία, τα τατουάζ έφεραν την ευλογία των μοναχών. Θεωρούσαν ότι τα τατουάζ έδιναν δύναμη και κουράγιο, αλλά μόνο οι άντρες επιτρεπόταν να τα έχουν, καθώς οι γυναίκες είχαν απ’ τη φύση τους περισσότερη δύναμη απ’ τους άνδρες.
Στην Ινδονησία, στις Φιλιππίνες και στην Ταϊβάν, τα τατουάζ δήλωναν την κοινωνική θέση και ότι ο φέρων ήταν ένα ενεργό μέλος της κοινωνίας, που μπορούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον κόσμο.
Εξίσου διαδεδομένα ήταν και στην Αμερική. Συνήθιζαν να σχεδιάζουν ζώα ή σύμβολα των Θεών, πιστεύοντας ότι έπαιρναν μέσα τους τη θεϊκή ευλογία και δύναμη.
Στην Αφρική, αντί για έγχρωμα τατουάζ, σκάλιζαν το δέρμα, δημιουργώντας σημάδια πάνω στο δέρμα.
Στην Ευρώπη, τατουάζ ήταν πιο διαδεδομένα στους λαούς της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
Ο Ιούλιος Καίσαρας περιέγραφε του ιθαγενείς της Βρετανίας, που έβαφαν το σώμα τους με μπλε μπογιά, για να τρομοκρατούν τους εχθρούς.
Γερμανικά και σκανδιναβικά φύλα χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ ως ιερά σύμβολα, που τους συνέδεαν με τους Θεούς και τον κύκλο της ζωής.
Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, τα τατουάζ απαγορεύτηκαν αυστηρά, γιατί θεωρούνταν κατάλοιπα του παγανισμού και της ειδωλολατρίας.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν αναφορές ότι πολλοί Σταυροφόροι είχαν τατουάζ με το σύμβολο του σταυρού, έτσι ώστε αν πέθαιναν στη μάχη, να αναγνωρίζονταν ως χριστιανοί και να θάβονταν σύμφωνα με τα χριστιανικά έθιμα.
Τα τατουάζ στην Ιαπωνία
Αρχικά, τα τατουάζ στην Ιαπωνία χρησιμοποιούνταν ως τιμωρία για εγκληματίες.
Σταδιακά, η τέχνη του τατουάζ αναπτύχθηκε σε τέτοιο βαθμό, που χρησιμοποιούνταν ως διακοσμητικό του σώματος σαν ένα περίτεχνο κιμονό ή κόσμημα.
Από τον 18ο αιώνα μέχρι και το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τα τατουάζ απαγορεύονταν δια του νόμου στην Ιαπωνία, επειδή πίστευαν ότι έδιναν μία βάρβαρη, απολίτιστη εικόνα της χώρας προς τα έξω.
Η απαγόρευση είχε ως αποτέλεσμα να συνδεθούν αποκλειστικά με το εγκληματικό στοιχείο και συγκεκριμένα, την ιαπωνική μαφία, την περίφημη “Γιακούζα”.
Για πολλές δεκαετίες, τα τατουάζ ήταν συνώνυμα με το έγκλημα και το περιθώριο στον δυτικό κόσμο.
Σε πολλές χώρες της δύσης, συμμορίτες τα χρησιμοποιούσαν για να συμβολίσουν τη θέση τους στην οργάνωση ή πόσα χρόνια είχαν μείνει στη φυλακή.
Από τη δεκαετία του ’70 και έπειτα, τα τατουάζ άρχισαν να απενοχοποιούνται και πλέον έχουν γίνει αποδεκτά από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας ως προσωπικός τρόπος έκφρασης ή απλά ένα στοιχείο του lifestyle.
Διαβάστε επίσης στη “ΜτΧ”: Τζίμης. Ο πρώτος που άνοιξε μαγαζί που έκανε τατουάζ στην Ελλάδα το 1978. Είχε ακόμη και «τις ευχές» του αρχηγού της αστυνομίας Ν. Αρκουδέα. Στην αρχή μερικοί τον πλήρωναν με μπύρες και αναψυκτικά
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr