Δεκέμβριος 1918. Ο “Μαύρος Καβαλάρης”, ο αντισυνταγματάρχης τότε Νικόλαος Πλαστήρας, είχε πάει στο Σαρή Σαμπάν, όπως ονομαζόταν εκείνη την εποχή η Χρυσούπολη Καβάλας για να αναλάβει τη διοίκηση του 5/42 συντάγματος ευζώνων και να τους οδηγήσει στην εκστρατεία της Ουκρανίας.
Εκεί βρισκόταν και ένα 6χρονο ορφανό αγοράκι, ο μικρός Αλέξανδρος, που καταγόταν από τα Άβδηρα της Ξάνθης και είχε πάει στο Σαρή Σαμπάν με την οικογένεια του τον Αύγουστο του 1913, όταν υπογράφηκε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου και η δυτική Θράκη περιήλθε και επίσημα στα χέρια των Βουλγάρων. Νόμιζαν ότι εκεί θα έκαναν μία νέα αρχή.
Όμως, δεν άργησε να ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το 1916 τα γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα προέλασαν στην Ανατολική Μακεδονία και σύντομα την κατέλαβαν. Ο πατέρας του Αλέξανδρου στάλθηκε ως όμηρος στη Βουλγαρία, όπου εκτελέστηκε. Σε διάστημα δυο χρόνων πέθανε η μητέρα, οι θείοι και ο παππούς του. Το 6χρονο αγόρι έμεινε ορφανό και μόνο στην ερειπωμένη πόλη.
Όταν έμαθε την ιστορία του ο Πλαστήρας, συγκινήθηκε. Έστειλε έναν έφιππο λοχία να πάρει το παιδί και για να διασωθεί το έστειλε στην αδελφή του την Αγγελική στην Καρδίτσα για να το φροντίσει.
Δυο μήνες αργότερα, βρήκε ένα τετράχρονο κορίτσι να τριγυρνά στους δρόμους.
Την έλεγαν Κυριακούλα. Ο Πλαστήρας την πλησίασε και της είπε: “Έχεις μάνα, πατέρα;” και εκείνη του απάντησε πως δεν είχε. Στη συνέχεια τη ρώτησε αν θέλει να τη στείλει στη μάνα του και εκείνη του απάντησε “Θέλω”.
Λίγο αργότερα, έστειλε στη μητέρα του και άλλα τρία ορφανά αδέρφια, δυο κορίτσια και ένα αγοράκι που βρήκε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας.
Ωστόσο οι γονείς του και η αδερφή του Πλαστήρα ήταν φτωχοί και δεν μπορούσαν να τα αναθρέψουν όλα.
Έτσι, η αδερφή του η Αγγελική αποφάσισε να δώσει τον Αλέξανδρο που ήταν ο μεγαλύτερος στα αδέρφια Παπαζώη, που ήταν ανύπαντρα και δεν είχαν κάνει δικά τους παιδιά.
Η Φωτεινή Παπαζώη ήταν μαμή και ο αδερφός της ο Κωνσταντίνος είχε φούρνο. Αυτοί οι άνθρωποι το αγάπησαν το παιδί και το στείλανε στο σχολείο”, όπως είπε και η Αργυρένια Παπαζώη, κόρη του Αλέξανδρου. Όταν τον Οκτώβριο του 1922 ο Πλαστήρας έμαθε ότι τον είχαν δώσει στην οικογένεια Παπαζώη, έδωσε εντολή στη Χωροφυλακή να πάει να τον πάρει και να του τον φέρει στην Αθήνα.
“Οι χωροφύλακες άρπαξαν το παιδί ενώ έπαιζε και το πήγανε στον σιδηροδρομικό σταθμό για να το παραλάβει ο Πλαστήρας στην Αθήνα”, εξήγησε η Αργυρένια Παπαζώη.
Η Φωτεινή Παπαζώη έτρεξε από πίσω τους και έπεσε στις σιδηροδρομικές γραμμές για να σταματήσει το τρένο. Το είχε αγαπήσει το παιδί και δεν ήθελε να της το πάρουν. Ο κόσμος τη σήκωσε και ο μικρός Αλέξανδρος μπήκε στο τρένο και έφυγε.
Ο Πλαστήρας τον έγραψε στο ορφανοτροφείο, που στεγαζόταν στη Σχολή Ευελπίδων, το οποίο είχε ιδρυθεί με δική του πρωτοβουλία. Αργότερα, μεταφέρθηκε στο Εθνικό Οικοτροφείο της Φλώρινας και της Έδεσσας, τα οποία επίσης είχε ιδρύσει ο Πλαστήρας για τη στέγαση, την περίθαλψη, την ανατροφή και τη μόρφωση των χιλιάδων ορφανών που είχαν προκαλέσει οι πόλεμοι. Το πρώτο ορφανοτροφείο που είχε ιδρύσει ήταν στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Ωστόσο το παιδί κράτησε πάντα το επίθετο Παπαζώης και όχι του Πλαστήρα.
Ο μαύρος Καβαλάρης δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν απέκτησε δικά του παιδιά. Όμως, φρόντισε τα υπόλοιπα τέσσερα ορφανά που είχε πάρει υπό την προστασία του. Το 1926 η οικογένεια Μπενάκη ζήτησε να πάρει τα ορφανά του Πλαστήρα υπό την προστασία της, αλλά ο καρδιτσιώτης στρατηγός αρνήθηκε, λέγοντας ότι είναι η ευτυχία του σπιτιού του και ο λόγος που είναι ακόμη ζωντανός.
Σε γράμμα του προς τον φίλο του Αλέξανδρο Ζάννα στις 20 Οκτωβρίου 1926 έγραφε: “… είναι αδύνατο να απομακρυνθούν από την οικογένεια. Οι γέροι γονείς μου τα θεωρούν την ευτυχία του σπιτιού και νομίζουν ότι εγώ γλίτωσα από όλες τις μπόρες τα τελευταία χρόνια χάρις εις την καλοσύνη μου αυτή, που τα περισυνέλεξα. Είναι η αδυναμία τους. Τα αδέρφια μου τρελαίνονται για αυτά και στην πραγματικότητα είναι δικά τους. Τα κορίτσια είναι ηλικίας 15, 14 και 13 και το αγοράκι 11”.
Τα δυο από τα τρία κορίτσια πέθαναν από φυματίωση. Η μόνη κοπέλα που επέζησε ήταν η Κυριακούλα, την οποία αποκαλούσε ψυχοκόρη του.
Ο Πλαστήρας είχε πάρει ένα δάνειο για να την παντρέψει. Όμως, του έκλεψαν τα χρήματα. Δεν μπορούσε να προικίσει την Κυριακούλα, ενώ έπρεπε να αποπληρώσει και το δάνειο.
Όταν το έμαθε ο Βενιζέλος, του έδωσε 40 χιλιάδες δραχμές για να μπορέσει να δώσει τα χρήματα που είχε δανειστεί και επιπλέον 20 χιλιάδες ως δώρο προς την Κυριακούλα.
Ο Αλέξανδρος Παπαζώης, το παιδί που έσωσε στη Βόρεια Ελλάδα, φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων και έφτασε μέχρι τον βαθμό του αντιστράτηγου. Γέννησε τρεις κόρες την Αργυρένια, την Ελένη και την Ελισσάβετ Παπαζώη που ασχολήθηκε με την πολιτική και έγινε υπουργός του ΠΑΣΟΚ.
Το 1953 ο Παπαζώης επισκέφτηκε τον Πλαστήρα στο σπίτι του λίγο πριν να πεθάνει. Έναν χρόνο πριν είχε χάσει τις εκλογές και πρωθυπουργός της Ελλάδας είχε γίνει ο Παπάγος.
Όμως, ο Πλαστήρας δεν είχε χάσει την αισιοδοξία του. Ζήτησε από τον Αλέξανδρο να κάτσει δίπλα του και του είπε: “Σε έξι μήνες γιε μου θα έχει πέσει ο Παπάγος και θα αναλάβω πάλι εγώ και όλα θα διορθωθούν”. Ο Πλαστήρας πέθανε φτωχός στις 26 Ιουλίου 1953. Άφησε στην Κυριακούλα ως κληρονομιά 216 δρχ. και ένα δεκαδόλλαρο, που συνοδεύτηκαν με τη φράση “Όλα για την Ελλάδα!”.
Στην αρχική φωτογραφία απεικονίζεται ο Πλαστήρας με τα θετά παιδιά του, Κυριακούλα, Γιάννη, Μαρία και Λυδία.
Το Μουσείο Πλαστήρα βρίσκεται στο Μορφοβούνι της Λίμνης Πλαστήρα. Για την διαμονή σας στην περιοχή η κορυφαία επιλογή είναι το Ξενοδοχείο Kazarma που προσφέρει μια αξέχαστη εμπειρία φιλοξενίας με θέα τη λίμνη και υπηρεσίες spa.
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας, ούλοι οι σκύλοι μια γενιά». Πως ο Πλαστήρας πίστεψε μια καφετζού που είχε «στήσει» ο αμερικανός πρέσβης Πιουριφόι και έχασε τις κρίσιμες εκλογές του 1952
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr