Κατά την περίοδο της επανάστασης και μετά, δεν υπήρχαν οργανωμένα κτίρια φυλακών, αλλά αυτοσχέδιοι χώροι κράτησης, σε κάστρα, στρατώνες και κτίρια ιδιωτών. Χωρίς καμία υποδομή για ανθρώπινες συνθήκες κράτησης.
Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, στο Κάστρο Παλαμηδίου στο Ναύπλιο στεγάστηκαν οι πρώτες φυλακές σε δυο προμαχώνες.
Στον “προμαχώνα του Μιλτιάδη” φυλακίζονταν οι βαρυποινίτες και οι μελλοθάνατοι και γειτονικό “προμαχώνα του Αγ. Ανδρέα” όσοι είχαν καταδικαστεί σε μικρότερες ποινές.
Ο πιο διάσημος κρατούμενος των φυλακών στο Παλαμήδι, ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας. Τον Σεπτέμβριο του 1833 ο γέρος του Μοριά οδηγήθηκε εκεί με την κατασκευασμένη κατηγορία της συνωμοσίας κατά του βασιλιά Όθωνα.
Νεότερες έρευνες έχουν αποδείξει ότι η φυλακή του Κολοκοτρώνη δεν ήταν στον προμαχώνα Αγίου Ανδρέα, όπως αναφέρει και η σχετική πινακίδα, αλλά στον προμαχώνα Μιλτιάδη, που θεωρούταν η πιο σκληρή φυλακή της εποχής. Μάλλον τουριστικοί λόγοι διαιωνίζουν την ασάφεια.
Το ασαφές αυτό ιστορικό σημείο διευκρινίζεται στην αλληλογραφία της Μπεττίνας φον Σαβινύ, σύζυγο του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Κων/νου Σχοινά που έζησε την περίοδο αυτή στο Ναύπλιο και είχε αναφερθεί εκτενώς στα γράμματά της.
Σε μια επιστολή της αναφέρεται σε μια επίσκεψη της στο Παλαμήδι στις 14 Φεβρουαρίου 1835, στη φυλακή όπου βρισκόταν φυλακισμένος ο Κολοκοτρώνης για τον οποίο αναφέρει:
«Κάθεται σ’ ένα σπιτάκι στη μέση μιας αυλής, η οποία περιβάλλεται από ψηλούς τοίχους. Τα κανόνια στις πολεμίστρες εδώ είναι γεμάτα».
Και συνεχίζει με την περιγραφή της θέας που δεν βλέπουν οι κρατούμενοι, έξω από τον προμαχώνα Μιλτιάδη: «Από παντού έχεις την πιο ωραία θέα προς τη θάλασσα, τα μακρινά βουνά, την πεδιάδα κ.λ.π. Δηλαδή βρίσκεσαι στο πιο γραφικό και φανταστικό περιβάλλον του κόσμου».
Οι κρατούμενοι φυλακίζονταν για βαριά αδικήματα όπως ληστεία, πειρατεία και ανθρωποκτονία. Οι συνθήκες ήταν άθλιες και σύμφωνα με ιστορικούς, επρόκειτο για “αποθήκες ανθρώπων”.
Κοιμόντουσαν στο πάτωμα μέσα σε πέτρινα κελιά των 20 – 25 ατόμων και το φαγητό ήταν ελάχιστο. Αρκετοί δεν είχαν κουβέρτα να σκεπαστούν στα ανήλιαγα και υγρά κελιά. Επίσης στον τότε σωφρονιστικό κώδικα προβλεπόταν οι βαρυποινίτες να κρατούνται και αλυσοδεμένοι, έως και έξι μήνες.
Το χειρότερο σημείο της φυλακής του Παλαμηδίου, ήταν η αποκαλούμενη “Στενή του Αράπη”. Οι μελλοθάνατοι αλυσοδένονταν σε αγκωνάρια του τοίχου, μέχρι να οδηγηθούν στη λαιμητόμο. Εκεί ζούσαν τις τελευταίες τους στιγμές.
Το 1835, όταν ο Λούντβιχ φον Μάουρερ μέλος της τριμελούς Αντιβασιλείας του Όθων, επισκέφτηκε τις φυλακές Παλαμηδίου κατά τη διάρκεια της υπουργίας του, απέδωσε τη θλιβερή κατάσταση με τη χαρακτηριστική φράση: «οι κρατούμενοι βρίσκονται μέσα σε βρωμερούς υπονόμους, ανάμεσα στα ίδια τους τα περιττώματα».
Διαβάστε ακόμη: Οι εφιαλτικές φυλακές της Ακροναυπλίας. Εκεί φυλακίστηκαν λιποτάκτες, Τούρκοι αιχμάλωτοι και οι πρώτοι κομμουνιστές
Το Νιόκαστρο της Πύλου που λειτούργησε και ως φυλακή
Ανάλογη ήταν η κατάσταση στο άλλο κάστρο της Πελοποννήσου στην Πύλο.
Το Νιόκαστρο εκτός από κάστρο με αμυντική θωράκιση, λειτούργησε συμπληρωματικά και ως φυλακή, όπως το Παλαμήδι. Ο περίβολος χωρίστηκε με ψηλούς τοίχους, ακτινωτά γύρω από την κεντρική παλιά δεξαμενή, σε πέντε τομείς. Στους τέσσερις από αυτούς υπήρχαν τα άθλια κελιά των κρατουμένων.
Ο πέμπτος περιέκλειε την ανηφορική λιθόστρωτη είσοδο στις επάλξεις, τα μαγειρεία και βέβαια την κεντρική είσοδο της ακρόπολης. Οι δύο σκάλες, που οδηγούν από τον περίβολο στις επάλξεις, είχαν σφραγιστεί.
Η είσοδος των κρατουμένων στους τομείς γινόταν με κινητή σιδερένια σκάλα σαν να ήταν ο κάθε τομέας “λάκκος λεόντων”. Οι διακόσιοι και περισσότεροι βαρυποινίτες, μέσα σ’ αυτό το νεκροταφείο των ψυχών, απλά περίμεναν.
Άλλος περιμένοντας την αποφυλάκιση, και άλλος την ώρα της εκτέλεσης από κάποιο απόσπασμα χωροφυλάκων σ’ έναν από τους γύρω λόφους.
Οι δεσμοφύλακες διέμεναν στο κτήριο των στρατώνων του Maison.
Η απόγνωση, η θλίψη, η δυστυχία, ο τρόμος, αλλά και η ανάγκη για καταγραφή της φρικτής ιστορίας, είναι αποτυπωμένη πάνω στους πωρόλιθους. Εκεί όπου τα ονόματα και οι χαραγμένες ημερομηνίες θυμίζουν το πέρασμα κρατουμένων και δεσμοφυλάκων στην κατά τ’ άλλα όμορφη ακρόπολη.
Μια ζοφερή περιγραφή του Νιόκαστρου και της περιοχής υπάρχει στο έργο του Edgar Quinet “Η νέα Ελλάδα και οι σχέσεις της με την αρχαιότητα” (1830), σε μια επιστημονική αποστολή που είχε πραγματοποιήσει στην Ελλάδα. Η περιγραφή του Quinet αφορά στην πρώτη εντύπωση από την άφιξη του στο Ναβαρίνο, στις 3 Μαρτίου 1829:
«Στην είσοδο του όρμου, πάνω στην πλαγιά ενός μεγάλου βράχου, τα τείχη του Ναβαρίνου, με τις πολεμίστρες, τις μικρές σκοτεινές πύλες και τα στοιβαγμένα χαλάσματα, έμοιαζαν σαν αγροτικό νεκροταφείο, που οι τάφοι του είχαν ανοιχθεί και οργωθεί.
Στην κορυφή, ο λευκός μιναρές ενός γκρεμισμένου τζαμιού που το σκέπαζε ένας φοίνικας, φάνταζε σαν μισοξαπλωμένος στο πλάι πασάς, που αγναντεύει από κει τη θάλασσα και τα νησιά»…
Μια ακόμη ανάλογη περιγραφή του μετεπαναστατικού κλίματος στην περιοχή δίνεται γλαφυρά και από τον Amaury Duval σχεδιαστή του αρχαιολογικού τμήματος της γαλλικής Expédition Scientifique du Morée μετά την άφιξή του στο Νιόκαστρο το Μάρτιο του 1829:
«Μόλις πάτησα στη στεριά βρέθηκα μπροστά στο πιο φριχτό θέαμα της ζωής μου. Ανάμεσα σε μερικά ξύλινα παραπήγματα, στημένα στην ακτή, έξω από την ερειπωμένη πόλη, κυκλοφορούσαν κάτισχνοι και ρακένδυτοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά χωρίς τίποτα ανθρώπινο στα χαρακτηριστικά τους.
Άλλοι χωρίς μύτη, άλλοι χωρίς αφτιά, όλοι με λίγο-πολύ ανοιχτές πληγές. Μα εκείνο που πιο πολύ μας αναστάτωσε ήταν ένα παιδάκι τεσσάρων ή πέντε χρόνων που το κρατούσε ο αδερφός του από το χέρι. Ζύγωσα. Τα μάτια του ήταν βγαλμένα. Οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι δεν λυπήθηκαν τίποτα σ’ αυτό τον πόλεμο». (Κυριάκου Σιμόπουλου: «Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ’21» τομ. Ε, Αθήνα 1984).
Στο “ταξίδι στην Ελλάδα” του Henri Belle λίγο αργότερα, από το 1861 μέχρι το 1874 και από την επίσκεψή του στο Νιόκαστρο, περιγράφεται με λεπτομέρειες η εκτέλεση στη λαιμητόμο ενός θανατοποινίτη. Η λαιμητόμος ήταν στημένη στο πλάτωμα μπροστά από την κύρια είσοδο του κάστρου.
Η φυλακή που επίσημα έκλεισε το 1936, συνέχισε να λειτουργεί μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950, κυρίως για πολιτικούς κρατουμένους.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr