Η Σπιναλόγκα υπήρξε το νησί – γκέτο των χανσενικών ασθενών που έζησαν απομονωμένοι, υπό άθλιες συνθήκες.
Πολλά χρόνια μετά τη λειτουργία του επιστήμονες, έλληνες και ευρωπαίοι, επισκέφθηκαν τη νησίδα, μίλησαν με ασθενείς και σοκαρίστηκαν από το θέαμα.
Οι χανσενικοί ήταν παρατημένοι στη μοίρα τους. Οι υποδομές ανύπαρκτες, η βρωμιά και η δυσωδία, μόνιμοι κάτοικοι του νησιού.
Βαριά ασθενείς δεν είχαν περίθαλψη. Υγιείς αυτοκτονούσαν, με την υποψία λέπρας και η ανομία ήταν ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση.
Πριν από τη Σπιναλόγκα
Αρχικά, επί ενετοκρατίας και μετά τουρκοκρατίας, οι λεπροί του νησιού έμεναν περιορισμένοι σε διάσπαρτους μικρούς οικισμούς, έξω από τα τείχη των πόλεων, καθώς θεωρούνταν επικίνδυνοι για τη μετάδοση της αρρώστιας. Οι περισσότεροι ήταν συγκεντρωμένοι στη “μεσκινιά” του Ηρακλείου. Το όνομα προερχόταν από την τούρκικη λέξη μεσκίνης, που υποδηλώνει τον άθλιο και ελεεινό και κατ’ επέκταση τον λεπρό.
Οι ασθενείς, με τα εμφανή δερματικά προβλήματα, αποκτούσαν αποκρουστική όψη, που τρόμαζε τον πληθυσμό. Η άγνοια και ο φόβος έκαναν τις αντιδράσεις χειρότερες.
Η οικογένειά των ασθενών στιγματιζόταν και καταδικάζονταν και εκείνοι σε απομόνωση, ενώ αποκαλούσαν τα μέλη της “λεπρόσογο”. Διαγράφονταν ακόμη και από τα δημοτολόγια και με παντελή έλλειψη κρατικής μέριμνας, ζούσαν αποκλειστικά από την ελεημοσύνη των συνανθρώπων τους.
Φυσικά κρατική μέριμνα υπό τη μορφή νοσοκομειακής περίθαλψης και ασφάλισης, δεν υπήρχε για κανένα, πόσο μάλλον για τους χανσενικούς.
Η απαγόρευση γάμων
Το 1884, την εποχή της Τουρκοκρατίας, η Γενική Συνέλευση των Κρητών αποφάσισε να δώσει λύση στο πρόβλημα με τη δημιουργία ενός οικισμού αποκλειστικά για τους λεπρούς. Ο πασάς ανέθεσε το χειρισμό του προβλήματος σε τρεις γιατρούς. Τον μετέπειτα πρώτο πρωθυπουργό της Κρήτης Ιωάννη Κ. Σφακιανάκη, τον Ιωάννη Τσουδερό, γενικό αρχηγό του τμήματος Ρεθύμνης και τον Ι. Βωμ, οι οποίοι του παρουσίασαν εισήγηση για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πρότειναν, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία οικισμού μόνο για λεπρούς, με τη διαμόρφωση κατάλληλων υποδομών και παράλληλα λεπροκομείου. Εισηγήθηκαν μια σειρά μέτρων, ώστε η ζωή των ασθενών να είναι αξιοπρεπής και να μην αντιμετωπίζονται ως κατώτερα πλάσματα.
Στην εισήγηση ωστόσο υπήρχε μία ιδιαίτερα σκληρή πρόταση, που τελικά δεν εφαρμόστηκε. Συνιστούσαν την απαγόρευση του γάμου, όχι μόνο των λεπρών, αλλά και των απογόνων τους για να μην μεταδίδεται η νόσος:
“Εκτός λοιπόν του αποχωρισμού, αναγκαιότατον είναι και το μέτρον της απαγορεύσεως του γάμου και της παρακωλύσεως της μεταξύ των φυλών επιμιξίας παρά τοις λεπροίς. Όχι δε μόνον οι λεπροί, αλλά και τα τέκνα αυτών έπρεπε να κωλύονται του γάμου διότι, και υγιά αν φαίνωνται, δύνανται να μεταδώσωσι τη εν αυτοίς λανθάνουσαν ίσως νόσον εις τους εγγόνους των”.
Η “φυλακή” της Σπιναλόγκας
Το 1903 ορίστηκε ως χώρος απομόνωσης η νησίδα της Σπιναλόγκας. Οι πρώτοι λεπροί εγκαταστάθηκαν στο νησί στις 13 Οκτωβρίου 1904, Ήταν 251 ασθενείς, 148 άνδρες και 103 γυναίκες.
Η Σπιναλόγκα λειτουργούσε ως τόπος απομόνωσης και εγκλεισμού, και όχι ως τόπος θεραπείας. Οι λεπροί ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες και η διαβίωσή τους ήταν τραγική.
Σταδιακά άρχισαν να μεταφέρονται ασθενείς από την υπόλοιπη Ελλάδα, αυξάνοντας τον αριθμό των ασθενών, αλλά και τα προβλήματα, καθώς δεν υπήρχε καμία ουσιαστική οργάνωση και υποδομή. Ζούσαν σε μισοκατεστραμμένες κατοικίες με ένα μικρό επίδομα που τους χορηγούσε η πολιτεία, το οποίο δεν έφτανε να καλύψει ούτε τις βασικές τους ανάγκες.
Χωρίς ιδιαίτερη ιατρική φροντίδα, προσπαθούσαν να ανακουφίσουν τις πληγές τους με λαϊκές πρακτικές, βότανα και αυτοσχέδιους επιδέσμους από πανιά, ενώ οι συνθήκες υγιεινής ήταν δραματικές.
Το 1917 τα παράπονά τους έφτασαν μέχρι τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, που έκανε προσπάθειες να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης αλλά και τη θεραπεία τους, καλώντας ειδικούς γιατρούς από το εξωτερικό.
“Κολαστήριο ασθενών”
Το 1925 ο Γερμανός καθηγητής Ζεϋφάρτ, προσκλήθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση για να προσφέρει τις γνώσεις και να συνεισφέρει στην προσπάθεια ελέγχου του προβλήματος. Περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα τις συνθήκες διαβίωσης στο Λεπροκομείο μετά την επίσκεψή του.
Ο Γερμανός επιστήμονας τόνιζε στην έκθεσή του την ανάγκη της μετατροπής του Λεπροκομείου Σπιναλόγκας σε θεραπευτήριο και όχι σε κολαστήριο ασθενών και στηλίτευε τη λειτουργία του ως απομονωτηρίου. Η περιγραφή του είναι ανατριχιαστική:
“Βωβοί, με μίαν νεκρικήν σιγήν στέκονται εις τους τοίχους των σπιτιών των ή κάθηνται εις τα θύρας και τα παράθυρα. Σιγά σιγά, λύεται η απαισία σιγή και με ταις βραχνές, χαρακτηριστικές, σαν κρωγμές, φωνές των μας παραπονούνται οι λεπροί πικρώς δια την απομόνωσίν των και προ παντός, διότι δεν τους γίνεται καμμία θεραπεία ή τουλάχιστον δεν γίνονται εις αυτούς πειράματα να βελτιωθή ή να σταματίση η νόσος των.
“Το Λεπροκομείον δέον να παύση να είναι αποκλειστικώς και μόνον απομονωτήριον των λεπρών πρέπει να μετατραπή εις ένα θεραπευτήριον των λεπρών και εις μίαν ανθρωπιστικήν αποικίαν των λεπρών. Είναι ανάγκη εντός της Πόλεως Σπιναλόγκας να ανεγερθή έν μικρόν Νοσοκομείον με Φαρμακείον και Μικροβιολογικόν Εργαστήριον.
Το προσωπικόν δια την ιατρικήν περίθαλψιν των 200 περίπου λεπρών πρέπει τουλάχιστον να αποτελήται από δύο έως τρεις ιατρούς, εκ πέντε φυλάκων και πέντε νοσοκόμων γυναικών. Είνε καιρός, προς τιμήν της Ελλάδος, να εξαλείψη το αίσχος της Σπιναλόγκα”.
Την ίδια χρονιά εξοργισμένος μετά την επίσκεψή του, ο νομάρχης Λασιθίου Μιχαήλ Καταπότης, έστειλε μια επιστολή στον Ελευθέριο Βενιζέλο, στηλιτεύοντας την ακαταλληλότητα του νησιού για λεπροκομείο:
“Και ως ειρκτή καταδίκων και ως τάφος ακόμη είναι ανεπαρκής. Επισκεφθείς αυτό απεκόμισα τας χειρίστας εντυπώσεις και ίσως μόνη η μεγάλη φαντασία ενός Δάντη θα ηδύνατο να περιγράψει. Υπέρ τα διακόσια ανθρώπινα άθλια πλάσματα, πάσης ηλικίας, κοινωνικής θέσης, φύλου και σωματικής παραμορφώσεως, έχουν εκεί εγκαθειρθεί εν πλήρει απογνώσει, άνευ συναισθήσεως ηθικών ή και γραπτών νόμων”.
Οι αυτοκτονίες και οι αποδράσεις
Στη διάρκεια της λειτουργίας της Σπιναλόγκας , αρκετοί λεπροί έπεσαν στη θάλασσα να πνιγούν, ή αυτοκτόνησαν με άλλους τρόπους για να ξεφύγουν από τη φρικτή ζωή τους, ενώ ελάχιστοι κατάφεραν να δραπετεύσουν κολυμπώντας και να ξεφύγουν για πάντα από το νησί. Πολλοί από τους ασθενείς πέθαιναν τελείως αβοήθητοι, παραμορφωμένοι, τυφλοί ή ακρωτηριασμένοι, μέσα σε φρικτούς πόνους.
Το 1928 ο Γάλλος Νομπελίστας γιατρός και διευθυντής του Ινστιτούτου Παστέρ της Τύνιδας, Τσαρλς Νικόλ, με πρωτοβουλία του Ελευθέριου Βενιζέλου, επισκέφτηκε το νησί και περιέγραψε την κατάσταση που επικρατούσε:
“Αλλʼ ακόμη τραγικώτερον είναι το θέαμα των δρόμων, όπου επάνω στις πέτρες των θυρών κατάκεινται οι περισσότερον ανάπηροι. Επάνω από τις ελεεινές κατοικίες, το ερειπωμένο κάστρο λες ότι ετοιμάζεται να κυλίση με όλες τις πέτρες του επάνω στον φρικτό αυτόν κόσμο.
Και φανταζόμεθα τις νύκτες στο νησί, τους τρόμους και τις επαφές της. Δεν πρόκειται περί φαντασιώσεων. Ευρήκαμε έναν άνδρα, πιθανώτατα απρόσβλητον, και μας εψιθύρισεν, ότι μια νεαρή γυναίκα ηυτοκτόνησε, μόλις προσβεβλημένη απʼ την αρρώστια, τρομαγμένη από ωρισμένας καταδιώξεις. Πολλοί έπεσαν στη θάλασσα και επνίγηκαν για να γλυτώσουν από την φρικτή φυλακή αλλά και μερικοί κατώρθωσαν κολυμβώντας να φύγουν (τέσσαρες μέχρι σήμερον).
Ο φοιτητής που άλλαξε το νησί
Η ζωή των λεπρών άλλαξε όταν μεταφέρθηκε στο νησί χτυπημένος από τη νόσο, ο τριτοετής φοιτητής νομικής Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης το 1936.
Μαχητικός και από τους λίγους μορφωμένους ασθενείς, δεν αφέθηκε μοιρολατρικά στην αθλιότητα της ζωής στο νησί, αλλά αγωνίστηκε με πάθος να καλυτερεύσει τις συνθήκες ζωής των χανσενικών, απαιτώντας από την πολιτεία καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και νοσηλείας.
Το πρώτο που έκανε ήταν να φέρει ασβέστη για την απολύμανση των σπιτιών και την εξαφάνιση της ενοχλητικής δυσοσμίας. Ίδρυσε την “Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας”, οργάνωσε υπηρεσία καθαριότητας κοινόχρηστων χώρων, δημιούργησε θέατρο, κινηματογράφο, καφενεία και κουρείο που εκμεταλλεύονταν οι ίδιοι οι ασθενείς. Φύτεψε δέντρα, έφερε ηλεκτρογεννήτρια για ρεύμα στο νησί και τοποθέτησε μεγάφωνα στους δρόμους που έπαιζαν κλασική μουσική.
Το τέλος
Το 1948, όταν ανακαλύφθηκε στην Αμερική το πρώτο φάρμακο για την αντιμετώπιση της λέπρας, οι ασθενείς άρχισαν να θεραπεύονται και η Σπιναλόγκα σταδιακά άδειασε. Το 1957, οπότε αποχώρησαν και οι τελευταίοι, η Σπιναλόγκα έκλεισε οριστικά.
Η Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών, αποτελεί αναμφίβολα μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Τα απομεινάρια της, που σήμερα αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο, μαρτυρούν τον ανείπωτο πόνο χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίοι θανατώθηκαν σωματικά και ψυχικά, όχι μόνο από τη νόσο, αλλά κυρίως από την εγκατάλειψη της πολιτείας και την προκατάληψη των συνανθρώπων τους.
Πηγή αρχικής φωτογραφίας: Μηχανή του Χρόνου
Ειδήσεις σήμερα:
- Επίθεση στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Μαγδεμβούργου. To προφίλ του δράστη. 4 νεκροί
- Ανοιχτά καταστήματα και σούπερ μάρκετ την Κυριακή. Αναλυτικά το εορταστικό ωράριο
- Χειμωνιάτικος καιρός με ισχυρές βροχές και θυελλώδεις άνεμοι. Ποιες περιοχές επηρεάζονται
- Οι δημοφιλείς προορισμοί για τις ημέρες των εορτών. Ψηλά στη ζήτηση τα Τρίκαλα και η Δράμα
Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ