«Σκύλα με έκανες κομμάτια, βρε, με τα δυο σου μαύρα μάτια, σκύλα με έκανες ρεζίλι, βρε, στον πασά και στον βεζίρη». Αυτό είναι ένα από τα πολλά τραγούδια που έγραψε ο Μάρκος Βαμβακάρης, εμπνευσμένος από τον πόνο που του προκάλεσε ο χωρισμός με την πρώτη του γυναίκα η οποία τον απατούσε.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης, όταν δούλευε στα καρβουνάδικα του Πειραιά, γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, την Ελένη, την οποία ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε σε ηλικία 19 χρόνων. Ο γάμος του όμως με τη Ζιγκοάλα, όπως την αποκαλούσε, αποδείχτηκε ατυχής, καθώς εκείνη τον απατούσε με τον καλύτερό του φίλο και κουμπάρο τους, τον Σήφη.
Αυτό έγινε αιτία να ξεσπάσει άγριος καυγάς μεταξύ του Μάρκου και του αδελφού του, Φραγκίσκου, που τον έβλεπε να υποφέρει και να γίνεται ρεζίλι με τις πράξεις της συζύγου του.
Μια μέρα ο Φραγκίσκος πήγε να τον βρει και του είπε ότι η γυναίκα του τον απατούσε με τον καλύτερό του φίλο, αλλά ο Μάρκος δεν τον πίστεψε. Τότε εκείνος έκοψε το αυτί του και του το έδωσε λέγοντας του, «Τώρα με πιστεύεις;».
Ακολούθησε ομηρικός καυγάς του Μάρκου με τη γυναίκα του, η οποία έφυγε, ενώ τα αδέλφια της άρχισαν να τον κυνηγάνε και να τον απειλούν.
Ο Βαμβακάρης όμως δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον χωρισμό τους και πήγαινε τα βράδια στο σπίτι όπου έμενε με τον Σήφη.
Της χτυπούσε τα παράθυρα για να της μιλήσει, αλλά εκείνη τον απέφευγε.
Ο Μάρκος, καθολικός στο θρήσκευμα, απευθύνθηκε στον καθολικό επίτροπο για να ζητήσει διαζύγιο. Όμως η Καθολική Εκκλησία δεν το επέτρεψε και έτσι ήρθε σε σύγκρουση με τον καθολικό μητροπολίτη. Επειδή όμως ήθελε να απαλλαγεί από την Ελένη, απευθύνθηκε στην πολιτεία για να πάρει το διαζύγιο.
Το πρωτοδικείο Πειραιώς έκρινε άκυρο τον γάμο, καθώς ήταν μεικτός (εκείνη ήταν ορθόδοξη και εκείνος καθολικός) και το μυστήριο είχε τελεστεί μόνο στην καθολική εκκλησία. Έτσι βγήκε αυτόματο διαζύγιο.
Οι δύσκολες μέρες μετά το χωρισμό
Μετά τον χωρισμό, η “κυρία” όπως την αποκαλούσε, εξακολουθούσε να έχει οικονομικές απαιτήσεις. Πήγαινε στην ΑΕΠΙ και εισέπραττε τα πνευματικά δικαιώματα από τα τραγούδια του Μάρκου, επειδή δεν της έδινε τη διατροφή.
Για να την παρακάμψει και να μην μπορεί να λαμβάνει και να μην εισπράττει χρήματα, άρχισε να υπογράφει τα τραγούδια του με ψευδώνυμα. Ένα από αυτά ήταν το όνομα Ρόκος, που ήταν το παρατσούκλι του παππού του, ενώ αρκετά τραγούδια του έχουν καταχωρηθεί σε ονόματα φίλων του, όπως του Σπύρου Περιστέρη, του Γ. Φωτίδα, της Αθ. Παγκαλάκη, του Μίνωα Μάτσα και άλλων.
Ο αφορισμός από την Καθολική Εκκλησία
Στα χρόνια της κατοχής, ο Μάρκος Βαμβακάρης παντρεύτηκε με ορθόδοξο γάμο τη δεύτερη γυναίκα του, τη νεαρή Βαγγελιώ, με την οποία έκανε τρία παιδιά τον Στέλιο, τον Βασίλη και τον Δομένικο. Η Καθολική Εκκλησία όμως δεν δέχτηκε τον δεύτερο γάμο και του απαγόρευσε τη συμμετοχή του στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.
Αυτό πίκρανε πολύ τον Βαμβακάρη, ο οποίος όπως όλοι οι άνθρωποι της εποχής του πίστευε στον Θεό.
Ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του χαρακτήρισε την ποινή ως αφορισμό. Μετά από κάποια χρόνια, λίγο πριν από τον θάνατο του, το 1966, του δόθηκε και πάλι το δικαίωμα της Θείας Κοινωνίας.
Διαβάστε επίσης στη “ΜτΧ”: «Να μου κοπούν τα χέρια αν δεν μάθω μπουζούκι». Ο όρκος που έδωσε ο Μάρκος Βαμβακάρης όταν είδε να παίζουν μπουζούκι για πρώτη φορά. Σε έξι μήνες έπαιζε και σε λίγα χρόνια άλλαξε την ιστορία του ρεμπέτικου (βίντεο)…
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr