Μεσημέρι Απριλίου του 2008.
Ο ήλιος ήταν ψηλά και τα χαμόγελα ακόμα δεν είχαν παγώσει, όταν πέρναγα το κατώφλι του υπουργείου Οικονομικών, για να συναντήσω τον τότε επικεφαλής του πιο νευραλγικού πόστου, για μια συνέντευξη, καθόλου βαρυσήμαντη, με τον Γιώργο Αλογοσκούφη.
Δεν υπήρξα ποτέ πολιτικός συντάκτης, ούτε καν διαπιστευμένος στα οικονομικά και για αυτό ήμουν περίεργος να καταγράψω τα πάντα στο κτίριο, να ταΐσω την περιέργειά μου και να απαντήσω στον μύθο που ήθελε δαιδαλώδεις διαδρόμους, κλειστές πόρτες, απλησίαστες αίθουσες συσκέψεων και κόκκινα τηλέφωνα που μιλούσαν απευθείας με την πιο υψηλή εξουσία.
Ένας ελεύθερος ρεπόρτερ, σκέφτηκα, δεν θα έτρωγε φιστίκια, ούτε καν θα περιοριζόταν στον καφέ που θα του προσέφεραν. Ούτε που με ένοιαζε, ούτε αναρωτιόμουν αν θα είμαι ευπρεπής ενδυματολογικά. Αντιθέτως, το σακίδιό μου είχε τα απαραίτητα μέσα. Δηλαδή χαρτί, στυλό και κυρίως τη φωτογραφική μηχανή.
Δεν είχα ερωτήσεις για τα νέα οικονομικά σχέδια, ούτε καν για τις αυξήσεις στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Αντιθέτως, η συζήτησή μας θα αφορούσε το ροκ παρελθόν του υπουργού και τις μουσικές του ανησυχίες. Ετοιμάζαμε ένα αφιέρωμα για τους μουσικούς «πατέρες» της ελληνικής ροκ σκηνής και ο Αλογοσκούφης, χωρίς την ηλεκτρική του κιθάρα, θα μας έλεγε για τις μουσικές συναντήσεις της γενιάς του. Τίποτα για ενδεχόμενες πτωχεύσεις, για Διεθνή Νομισματικά Ταμεία και κυρίως τίποτα για έκτακτη φορολογία.
Μην εντυπωσιάζεστε. Εκείνη την χρονιά, ο πρόεδρος της ΓΣΣΕ Γιάννης Παναγόπουλος, είχε καταγγελθεί από την αντιπολίτευση, ούτε λίγο ούτε πολύ, κάτι σαν προδότης, επειδή η αυξήσεις που συμφώνησε, δεν ήταν τόσο μεγάλες… Βλέπετε, τότε υπήρχαν ακόμη συμβάσεις και οι αυξήσεις στους μισθούς, όχι μόνο δεν ήταν ανέκδοτο, αλλά κατέγραφαν και διψήφιο ποσοστό. Νομίζω 11%.
Ο υπουργός ευγενικά μας υποδέχτηκε και μόλις ο συνάδελφος οπερατέρ άρχισε να στήνει τρίποδα και φώτα, μας ζήτησε μια μικρή πίστωση χρόνου, επειδή είχε ένα σημαντικό τηλέφωνο και επέστρεψε στο εσωτερικό γραφείο.
Έτσι άρχισε αυτό το ρεπορτάζ. Από τη μεγάλη αίθουσα συσκέψεων του υπουργού.
Η πόρτα ήταν ανοιχτή και μπήκα μέσα μαζί με τη φωτογραφική μου μηχανή. Φυσικά, δεν μου αποκαλύφθηκαν τα μυστικά αρχεία του κράτους, αλλά είχα την εντύπωση ότι αποτυπώνω τη μεταπολιτευτική ιστορία του πιο νευραλγικού υπουργείου.
Όπως αντανακλούσε το φως της μέρας πάνω στην λάκα του μακρόστενου τραπεζιού, με τις δερμάτινες ψηλές καρέκλες, αναρωτήθηκα εάν θα μπορούσε να ζωντανέψει μια κρίσιμη σύσκεψη και να την καταγράψω. Να βίωνα εικονικά πρωτογενές πλεόνασμα και μειωμένο ΦΠΑ σε αποκλειστικότητα.
Αν και επικρατούσε απόλυτη ησυχία , στα αυτιά μου μπερδευόταν η υποψία του τρομακτικού θορύβου της πόλης, πίσω από τα τζάμια, μαζί με τα χείλη των στελεχών που ζωντάνευαν μια θυελλώδη συνάντηση για τα οικονομικά της χώρας.
Έτσι το φανταζόμουν. Να μάχονται, να διαφωνούν, να δείχνουν αριθμούς και στοιχεία, να παλεύουν να φέρουν βόλτα το καράβι. Να σκίζουν σελίδες από το μπλοκ των σημειώσεων, για να καταγράψουν σκέψεις και να υλοποιήσουν τις εντολές της πολιτικής ηγεσίας.
Κοίταξα στο βάθος της αίθουσας. Στο παράθυρο ήταν η ελληνική σημαία και δίπλα αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τα γνωστά μπλε, που ταιριάζουν σε όλα. Κομψά, αλλά απόλυτα συντηρητικά και αυστηρά.
Φυσικά, δεν ήμουν αφελής. Ήξερα ότι δεν ζούσα στη χώρα του καθήκοντος, ότι οι πολίτες δεν έχουν όλοι τις ίδιες ευκαιρίες, ότι οι φορολογούμενοι αισθάνονται κορόιδα, επειδή δεν μπορούν να κλέψουν, όπως κάνουν οι δυνατοί «πελάτες» του πολιτικού κατεστημένου και ότι οι νόμοι είναι θαυμάσιοι, γιατί ποτέ δεν τηρούνται για την προστασία του κοινωνικού συνόλου.
Τότε, έστρεψα το βλέμμα μου στους τοίχους της μεγάλης αίθουσας και άρχισα να τραβάω φωτογραφίες, σαν να συνέλεγα τα τελευταία πειστήρια της πολιτικής ιστορίας. Εκεί ήταν τα κάδρα όλων των προκατόχων του κ. Αλογοσκούφη, που είχαν αφήσει το αποτύπωμά τους στη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Κάδρα τοποθετημένα ομοιόμορφα στη σειρά, με τη χρονολογία της θητείας του καθενός. Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πόσοι πολλοί διαχειρίστηκαν τις τύχες αυτού του ευπαθούς και ζημιογόνου κράτους. Πόσες πολλές ευκαιρίες είχαν, για να πετύχουν και πόσες πολλές αποτυχίες κατέγραψαν πάνω στις ζωές μας.
Όσο σκέφτομαι εκείνη την σιωπηλή συνάντηση με τα κάδρα, στον τελευταίο όροφο του υπουργείου Οικονομικών, ταράζομαι. Φωτογράφισα τον Ζολώτα και μετά τον Σουφλιά, τον Κοντογιώργη και τον Γεννηματά. Αναρωτήθηκα αν είχε περάσει ο Γεννηματάς από εκεί, γιατί δεν τον θυμόμουν.
Ανάκατες ματιές και το επόμενο κλικ στον Ευθύμιο Χριστοδούλου και τον Στέφανο Μάνο. Είχαν και αυτοί την ευκαιρία τους, σκέφτηκα, αλλά παραξενεύτηκα με τον καταγγελτικό λόγο του Μάνου εκτός υπουργείου. Τον Γιάννο Παπαντωνίου τον θυμήθηκα αμέσως. Είχε δίπλα του το κάδρο του Χριστοδουλάκη. Δεν ξέρω αν συμφωνούν που τους έβαλαν μαζί, αλλά ο Γιάννος ήξερε από χρηματιστήριο. Τώρα μαθαίνουμε ότι θα μπορούσε να του πει πολλά και για τα εξοπλιστικά του υπουργείου Άμυνας.
Ακούστηκε ένας θόρυβος και ήλπιζα να μην είχε έρθει ο υπουργός στο ραντεβού μας. Με είχε απορροφήσει τόσο πολύ η αίθουσα και οι σκέψεις, που θα στεναχωριόμουν να αποχωριστώ βεβιασμένα όλα αυτά τα κάδρα.
Είχα, όμως, και άλλο χρόνο στη διάθεσή μου και η φωτογραφική εστίασε πάνω σε δύο κρίσιμα πρόσωπα. Κώστας Σημίτης και Γεράσιμος Αρσένης. Συγκρούστηκαν για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αλλά ο πρώην τσάρος του Ανδρέα Παπανδρέου αποχαιρέτισε την προεδρία ως αδύναμος κρίκος. Και όμως, αυτός κάποτε ρύθμιζε τα πάντα στην οικονομία της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης. Τον έλεγαν τσάρο και το εννοούσαν οι σύντροφοί του. Τα επόμενα χρόνια, επί πρωθυπουργίας Γιώργου Παπανδρέου, η σύζυγός του, Λούκα Κατσέλη, κάθισε στην ίδια καρέκλα, για να διορθώσει τα κακώς κείμενα, αλλά τελικά δεν τα βρήκε με την τρόικα. Ο Σημίτης, σκέφτηκα, θα μπορούσε να θεωρηθεί επιτυχημένος εάν μαζί με την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ (Οικονομική και Νομισματική Ένωση) το 2001, σταματούσε εκεί τον χρόνο. Σήμερα, λέει ότι εκείνα τα ευρώ που πιάσαμε περήφανα στα χέρια μας, μπορεί να είναι τα τελευταία. Η σιωπή αυτού του κάδρου είναι εύγλωττη. Μας κοιτάει και δεν λέει τίποτα.
Φυσικά, τα κάδρα δεν μιλούν, αλλά ούτε και ο κ. Σημίτης.
Γυρίζω το κεφάλι μου σε ένα ακόμη δίδυμο της οικονομικής διακυβέρνησης, αλλά όσο και να τους κοιτώ, δεν θυμάμαι τίποτα αξιομνημόνευτο για αυτούς. Ιωάννης Παλαιοκρασσάς και Απόστολος Λάζαρης. Ο ένας του Μητσοτάκη, ο άλλος του Ανδρέα. Αυτό φτάνει σκέφτηκα; Τον Παλαιοκρασσά αποπειράθηκαν το 1992 να σκοτώσουν οι τρομοκράτες της 17 Νοέμβρη. Μην το ξεχνάς.
Είχα προσπεράσει δύο κάδρα και γύρισα για ένα ακόμα κλικ. Ιωάννης Μπούτος και Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Εδώ έχουμε πρωθυπουργό, σκέφτηκα, και φυσικά ανέτρεξα στην περίπτωση Σημίτη, που κατέληξε και αυτός στο ανώτατο αξίωμα. Φυσικά, δεν ήταν οι μόνοι που από το υπ. Οικονομικών έφτασαν να γίνουν πρωθυπουργοί. Μου το θύμισε το κάδρο του Γεωργίου Ράλλη, που ήταν καρφωμένο δίπλα στο ιστορικό στέλεχος της καραμανλικής περιόδου, τον Παναγιώτη Παπαληγούρα.
Καταλαβαίνω ότι όλοι αυτοί δεν είναι ίδιοι, αλλά έχουν ένα κοινό σημείο. Διακυβέρνησαν, μέτρησαν, έσβησαν, πρόσθεσαν και υπολόγισαν. Ποιος απ όλους αυτούς έκανε λάθος; Ποιος είδε και δεν μίλησε; Ποιος σχεδίασε και έσφαλε; Ποιος έκανε τα στραβά μάτια και γιατί έκλεισε και τα δικά μας;
Το φως από τον δρόμο χαμήλωσε και η σκιά της μέρας θόλωσε τη μεγάλη αίθουσα με τα κάδρα. Κάποιος φώναξε το όνομά μου και έπρεπε να πω αντίο στα φαντάσματα. Αλλά δεν μπορούσα. Γιατί πολλούς από αυτούς έχεις δυνατότητα, ακόμα και σήμερα, να τους συναντήσεις. Δεν χρειάζεται να μείνεις με την απορία της ιστορίας.
Οι πρωταγωνιστές είναι ακόμα δίπλα μας. Αυτοί θέλω να μας μιλήσουν και να μας απαντήσουν.
Κύριοι, πείτε μας, τι κάνατε για αυτόν τόπο; Γιατί δυστυχούμε;
Τα κάδρα σας είναι ακόμα στο υπουργείο Οικονομικών, αλλά δεν έχουν φωνή.
Σημείωση. Η συνέντευξη με τον Γιώργο Αλογοσκούφη δεν μεταδόθηκε ακόμα. Αυτό το ροκ μπορεί να περιμένει.
Χρίστος Βασιλόπουλος
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr