Το 2016, δεκαεννέα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Γιώργος Μητσιμπόνας δεν έχει ξεχαστεί. Η σύζυγος και οι δύο κόρες του, ο άνθρωπος που ήταν μαζί του στο μοιραίο τροχαίο, οι συμπαίκτες και φίλοι του μιλούν για τον Γιώργο και τη ζωή του.
Στο μίνι μάρκετ που διατηρεί η οικογένεια Μητσιμπόνα στο κέντρο της Λάρισας (η σύζυγός του Βάσω και οι κόρες του Ειρήνη και Πωλίνα) οι ρυθμοί κυλούν φυσιολογικά. Φυσιολογικά όσο είναι δυνατόν για τρεις γυναίκες που έχασαν τον άντρα της ζωής τους σε πολύ τρυφερή ηλικία. Δεν ξεχνούν ποτέ, μα ποτέ τον άνθρωπό τους και ακόμα και σήμερα, 19 χρόνια μετά τον θάνατό του, θυμούνται απίστευτες λεπτομέρειες από τον βίο του.
Η γνωριμία, ο γάμος και η εγκυμοσύνη
Μ’ ένα τσιγάρο που ποτέ δεν άναψε στο χέρι, η σύζυγος του Γιώργου Μητσιμπόνα, η Βάσω, αρχίζει τη διήγησή της από το 1985.
“Με τον Γιώργο γνωρίστηκα σ’ ένα κατάστημα που δούλευα τότε, στα μέσα της δεκαετίας του 80. Ερχόταν σε εκείνο το μαγαζί συνέχεια, το 1985 ειδικά. Καλημέρα, καλησπέρα, γεια, αυτές ήταν οι πρώτες επαφές μας. Του άρεσα όμως και ήθελε να μου το δείχνει. Άρχισε να πυκνώνει τις επισκέψεις του. Εγώ, εν τω μεταξύ, έφυγα από αυτή τη δουλειά και μέσω μιας κοπέλας που δούλευε ακόμα εκεί έμαθα ότι ήθελε να βγούμε για καφέ να με γνωρίσει. Μου έφερνε επίσης προσκλήσεις για το γήπεδο, αλλά εγώ δεν πήγαινα.
Να σου πω την αλήθεια δεν ασχολιόμουν καθόλου με το ποδόσφαιρο, ούτε τους παίκτες της ΑΕΛ ήξερα εκείνη την εποχή.
Κάποια στιγμή του έστειλε μήνυμα μέσω της κοινής μας φίλης ότι τελικά θα πάω στο γήπεδο. Το θεώρησε γούρι! Μιλάμε για τις 14 Ιανουαρίου του 1985, είναι η χρονιά της κατάκτησης του Κυπέλλου. Ο Γιώργος ήταν τρομερά προληπτικός. Πρόσεχε που έβαζε τα παπούτσια του, που έβαζε τις τσάντες του, τι θα έτρωγε την Παρασκευή το βράδυ. Τα συσχέτιζε όλα με τον αγώνα της Κυριακής. Το γούρι που βγήκε στον Γιώργο εκείνη τη σεζόν ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου στον τελικό με τον ΠΑΟΚ.
Παντρευτήκαμε στις 17 Μαΐου του 1986. Γρήγορα-γρήγορα. Είχα πιο πριν ένα μικρό γυναικολογικό πρόβλημα και ο Γιώργος νόμιζε ότι υπήρχε η πιθανότητα να μην μπορούμε να κάνουμε παιδί. Με πήρε μία μέρα στα πόδια του και μου είπε το εξής: “Εμείς οι δυο παιδί θα κάνουμε, έστω και αν είναι του σωλήνα”. Τελικά τον Ιανουάριο του 1986 έμαθα ότι είμαι έγκυος. Όταν παντρεύτηκα ήμουν πέντε μηνών και σηκώθηκα από το κρεβάτι για να γίνει ο γάμος, είχα δύσκολη εγκυμοσύνη”.
Συνεχίζει, χωρίς ανάσα, η Βάσω: “Στον γάμο ο Γιώργος είχε τρομερό άγχος. ‘Έπιανε συνέχεια την κοιλιά μου, φοβόταν μην πάθουμε κάτι εγώ και το παιδί. Έχει αποτυπωθεί και στις φωτογραφίες αυτό. Εγώ με ενέσεις από τον πόνο. Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης ο Γιώργος έχασε εννιά κιλά από το άγχος του. Είχαν τον Γκμοχ τότε και στη θερινή προετοιμασία περίμενε τη γέννα. Ο Γκμοχ μου είχε υποσχεθεί ότι θα τον αφήσει να έρθει με το πρώτο αεροπλάνο. Τελικά η Ειρήνη μας άργησε να βγει και ο Γιώργος πρόλαβε τη γέννα στη Λάρισα, στις 30 Αυγούστου του 1986.
Τα προβλήματα με τον Αλέφαντο και τον Αναστόπουλο
“Μετά ήρθαν ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός στη ζωή του. Στη Θεσσαλονίκη μείναμε για τρία χρόνια, στην Αθήνα για δύο αν και είχε υπογράψει για τρία. Στο τέλος του δεύτερου χρόνου ζήτησε από τον Κόκκαλη να φύγει. Είχε προβλήματα με τον Αλέφαντο. Ο Γιώργος όταν στράβωνε κάπου, στράβωνε. Ήθελε να είναι πρώτος. Παντού. Είχε θέματα και με τον Αναστόπουλο. Ήταν ένας αγώνας με τον Άρη στο Καραϊσκάκης που διακόπηκε λόγω βροχής. Ο Γιώργος ο καλύτερος παίκτης. Στον επόμενο δεν υπολογιζόταν. Πιάνει τον Αναστόπουλο και του λέει. “Εφόσον δεν με υπολογίζετε για 11άδα, μην μ’ αφήνετε καν στον πάγκο. Αφήστε με κερκίδα”.
Από την άλλη πλευρά δεχόταν τρομερή πίεση από τον τότε πρόεδρο της ΑΕΛ, τον συγχωρεμένο τον Παπανικολάου, να επιστρέψει εδώ, στη Λάρισα. Ερχόταν συχνά-πυκνά στην Αθήνα και τον είχαν… μαν του μαν. Ακόμα και ένα βράδυ στα μπουζούκια, στην Αντζελα Δημητρίου, γι’ αυτό μιλούσαν. Του έλεγε ο Παπανικολάου ότι είχε μεγάλα όνειρα για την ομάδα, ότι ήθελε να την ξανακάνει μεγάλη.
“Πρέπει” του έλεγαν “να κρεμάσεις τα παπούτσια σου στην ΑΕΛ”. Μα ποια παπούτσια να κρεμάσει, ήταν μόλις 31 ετών.
Παρεμβαίνει ο αδελφικός φίλος της οικογένειας και δημοσιογράφος Νίκος Μίχος: “Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι αυτοί που τον παρακαλούσαν να έρθει τότε στην ΑΕΛ, τον ώθησαν με τη συμπεριφορά τους στην έξοδο μετά από μόλις δύο χρόνια. Ο Γιώργος τότε πήγε να παίξει στον Τύρναβο, στη Γ’ Εθνική”.
Η Βάσω ξανά: “Εκείνο τον καιρό ο Γιώργος είχε και μία πρόταση από την Κύπρο, από την Ανόρθωση συγκεκριμένα. Μου λέει “κορίτσι μου, εσύ τι λες να πάμε στην Κύπρο;”. Του απάντησα ότι τον είχα ακολουθήσει μαζί με τα παιδιά στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα, άρα γιατί όχι και στην Κύπρο. Έρχεται τότε ο Γαλάνης, ο πρόεδρος του Τυρνάβου, μαζί με τον Αργυρούλη τον προπονητή. Τον ξεσήκωσαν! Δεν με ήθελαν εμένα καν στην κουβέντα. Φοβούνταν μήπως εμποδίσω τη συμφωνία.
Αν πήγαινε στην Κύπρο, πιθανότατα ο Γιώργος να ζούσε ακόμα, να μη συνέβαινε ποτέ το δυστύχημα.
Το σύμπαν συνωμότησε για έναν θάνατο
Φτάνουμε στην αποφράδα ημέρα του μοιραίου τροχαίου. Όπως θα παρατηρήσετε, όλες οι δυνάμεις του σύμπαντος συνωμότησαν έτσι ο Γιώργος Μητσιμπόνας να φύγει από τη ζωή εκείνο το μεσημέρι της 13ης Σεπτεμβρίου 1997.
Αφηγείται και πάλι, με δύναμη ψυχής, η Βάσω Μητσιμπόνα: “Φεύγει ο Γιώργος με τον Νίκο (Μίχο) με το αυτοκίνητο του Νίκου που ήταν νοικιασμένο. Φεύγουν αλλά γυρίζουν πίσω, ο Γιώργος, που όπως είπαμε ήταν προληπτικός, δεν το έκανε ποτέ αυτό. Και γιατί γύρισαν νομίζεις; Για να βγάλει φωτοτυπία την άδεια οπλοφορίας που είχε για μια καραμπίνα! Με τις καθυστερήσεις έχασαν το λεωφορείο της ομάδας του Τυρνάβου που έφευγε στις 12:30 ακριβώς.
Στο σπίτι είχαμε δύο τηλεφωνικές γραμμές. Στη μία μιλάω και δίνω την παραγγελία στον κρεοπώλη για το μπάρμπεκιου που ετοίμαζε ο Γιώργος το βράδυ. Μου χτυπάει η άλλη. Ήταν ένας κοντινός μας άνθρωπος και με ρωτά: “Ο Γιώργος με τι αυτοκίνητο έφυγε;” Με του Νίκου απαντάω. “Ξέρεις”, μου λέει, “ο Γιώργος χτύπησε”. Και τότε αρχίζει ένα μαρτύριο. Παίρνω στο κινητό, κλειστό. Τα κορίτσια ήταν κάτω και έπαιζαν στη γειτονιά. Κατεβαίνω και πάω να πάρω το αυτοκίνητο. Δεν μπορούσα καν να το ξεκλειδώσω από την ταραχή. Παίρνω ταξί και πηγαίνω μαζί με τα κορίτσια στο νοσοκομείο”.
Συνεχίζει: “Ο πρώτος άνθρωπος που είδα εκεί ήταν ο Νίκος. Είχε μώλωπες αλλά μιλούσε κανονικά ήταν όρθιος κτλ. Δεν πήγε το μυαλό μου στο χειρότερο. Ένας αστυνομικός με πλησιάζει και μου λέει ότι ο Γιώργος είχε σπάσει το πόδι του. Είχαν όμως άγχος οι πάντες, το έβλεπα. Κάποιος μάλιστα μου ζήτησε τα στοιχεία του άντρα μου. Τους λέω “γιατί δεν περιμένετε να τα πάρετε από τον ίδιο;”. Είχα τρελαθεί, φοβόμουν. Έρχεται μία νοσοκόμα και μου λέει “πάμε πάνω”. Μαζί με τα παιδιά εγώ, ανεβαίνουμε όλοι μαζί με το ασανσέρ.
Περιμένω έξω από το χειρουργείο, έχοντας πάντα στο μυαλό μου ότι ο Γιώργος έχει χτυπήσει στο πόδι. Έρχεται ο κουμπάρος μου “έλα δω, πρέπει τον Γιώργο να τον μεταφέρουν σε άλλη πόλη για επέμβαση”. “Γιατί, εδώ δεν μπορούν” απάντησα. Δεν είχα ακόμα υποψιαστεί”.
“Άρχισε τότε ο Γολγοθάς με τα παιδιά μου μπροστά. Πηγαίνω ξανά κάτω αλλά ανεβαίνω ξανά αμέσως. Η πόρτα του χειρουργείου ανοιχτή, η νοσοκόμα φεύγει, εγώ πλέον μόνη μου. Βγαίνει ο συγχωρεμένος ο γιατρός, ο Αγορογιάννης. Του λέω “γιατρέ, να γίνει κάτι, αν χρειαστεί και ελικόπτερο να το καλέσουμε”. Πέφτω την ίδια ώρα στα πόδια του. Μου λέει “σήκω πάνω, πρέπει να σου πω ότι ο Γιώργος είναι νεκρός!”
Τη λέξη νεκρός για τον Γιώργο δεν την έχω πει ποτέ. Κανείς από μας. Λέμε “έφυγε”. Τα κορίτσια ήταν κάτω την ίδια ώρα. Γύρισα σπίτι, με βλέπει μία γνωστή μας. Μου λέει “τι έγινε”. “Ο Γιώργος έφυγε” απάντησα. “Μη σε νοιάζει κοπέλα μου, σε σένα θα γυρίσει πάλι”. Είχε πιστέψει ότι απλώς ο Γιώργος είχε φύγει από το σπίτι.
Δεν θα ξεχάσω ότι από τον 3ο του νοσοκομείου με κατέβασαν σέρνοντάς με στα σκαλιά. Δεν ήθελα να φύγω. Εκείνη την ώρα, στο νοσοκομείο τρώω λοιπόν ένα φοβερό κόλλημα. Πίστεψα ότι αν φωνάξω τον Γιώργο, δεν θα φύγει τελικά. Είχα δει μία σχετική εκπομπή με τη Σεμίνα Διγενή για τα μεταφυσικά. Ο καλεσμένος λοιπόν έλεγε ότι γύρισε πίσω από το θάνατο επειδή τον φώναζαν. Περιέγραψε κιόλας τη σκηνή λέγοντας ότι έφτασε στην άκρη ενός τούνελ χωρίς να το περάσει. Άρχισα να τον φωνάζω λοιπόν τον Γιώργο. Να του φωνάζω να μην φύγει! Να γυρίσει! Ακόμα και όταν τον έφεραν στο σπίτι”.
Η μαρτυρία του φίλου του
Ο δημοσιογράφος Νίκος Μίχος δεν είναι μόνο αδελφικός φίλος της οικογένειας Μητσιμπόνα. Είναι και ο άνθρωπος που επέβαινε μαζί με τον αδικοχαμένο Γιώργο στο όχημα που συγκρούστηκε με το διερχόμενο αγροτικό στις 13 Σεπτέμβρη του 1997.
Η αφήγησή του θα έλεγε κανείς ότι είναι ανατριχιαστική. Θα καταλάβετε πολύ καλά το γιατί: “Εκείνη την ημέρα ο Γιώργος δεν ήθελε να δείξει στους πιτσιρικάδες της ομάδας του Τυρνάβου ότι αργεί. Μου λέει πάμε με το δικό σου αυτοκίνητο. Δεν είχα όμως αρκετή βενζίνη για να φτάσουμε εκεί που θέλαμε να πάμε, στη Νεράιδα της Κοζάνης όπου θα βρίσκαμε την αποστολή. Εγώ ήμουν στην κλήρωση της Γ’ Εθνικής στην Αθήνα και επέστρεψα αυθημερόν σχεδόν, κουρασμένος και ταλαιπωρημένος. Σταματάμε λοιπόν στο βενζινάδικο για να φουλάρουμε και μου λέει “άστο, θα το πάρω εγώ, ξεκουράσου”.
Εν τω μεταξύ, την προηγούμενη Τετάρτη είχε πουλήσει ένα μικρό Στάρλετ που είχε το οποίο αν υπήρχε ακόμα θα το είχε χρησιμοποιήσει εκείνη την ημέρα. Ούτε σε σενάριο ταινίας δεν γίνονται αυτά. Μετά από ένα χιλιόμετρο έγινε το δυστύχημα. Είδα τον κίνδυνο από τη θέση του συνοδηγού, μαζεύτηκα.
Βγήκε ένα αυτοκίνητο από πλάγιο δρόμο στη δική μας κατεύθυνση και μας έκλεισε την ορατότητα. Για να αποφύγει αυτό το όχημα, ο Γιώργος αναγκάζεται να συγκλίνει προς τη μέση του δρόμου, στη διαχωριστική γραμμή. Απέναντι έρχεται ένα αγροτικό με οδηγό έναν 77χρονο αγρότη που δούλευε εκείνη την ημέρα στη λαϊκή του Τυρνάβου.
Είχε ξυπνήσει στις 3 το ξημέρωμα και η ώρα ήταν σχεδόν 1 το μεσημέρι. Η ζέστη ήταν μεγάλη, περίπου 35 βαθμοί. Είχε πιει και δύο τσίπουρα. Από ανασφάλεια οδηγούσε και αυτός προς το κέντρο του δρόμου. Γίνεται η σύγκρουση και…
Ζώνη δεν φορούσαμε κανένας από τους δύο. Αλλά η σύγκρουση έγινε από την πλευρά του Γιώργου. Το δικό μου κεφάλι χτύπησε λίγο στο παμπρίζ και κόπηκα λίγο σε κάποια σημεία”.
Οι κόρες του
Οι δύο κόρες του Γιώργου Μητσιμπόνα ήταν μικρά παιδιά όταν ο πατέρας τους έφυγε από τη ζωή. Έντεκα χρονών η Ειρήνη, μόλις οκτώ η Πωλίνα. Παρόλα αυτά οι αναμνήσεις δεν τις εγκαταλείπουν. Τουναντίον, γνωρίζουν πολύ καλά ποιος ήταν ο πατέρας τους και τι πρέσβευε για την πόλη τους. Τους βασανίζει όμως ένα γιατί.
Πρώτη παίρνει το λόγο η Ειρήνη: “ Είναι κάποια πράγματα που δεν γίνονται τυχαία. Εγώ εκείνη την ημέρα ξύπνησα μ’ έναν πολύ δυνατό πόνο στην κοιλιά, σαν να ήμουν άρρωστη. Και στο νοσοκομείο ήμουν διπλωμένη στα δύο από τον πόνο. Είχαμε και το άγχος ότι δεν μας έλεγαν τι ακριβώς γινόταν. Φοβόμουν πολύ αλλά ήλπιζα κιόλας. Μας πήρε κάποια στιγμή ένας γνωστός μας και δεν θα ξεχάσω το πόσο δυνατά μας τράβηξε για να μας κατεβάσει κάτω. Από το ισόγειο που κατεβήκαμε άκουγα τα ουρλιαχτά της μαμάς μου που ήταν στον τρίτο.
Σκέφτηκα ότι δεν μπορεί να έχει γίνει αυτό που φαντάζομαι. Πήγαμε στο σπίτι, η μαμά συνέχιζε να ουρλιάζει, δεν μπορούσε να συνέλθει. Ακούω τότε από το στόμα της της κουμπάρας μας να λέει στη γειτόνισσα ότι αυτό και αυτό. Έτσι το έμαθα. Το άκουσα εκείνη την ώρα.
Η μικρή της οικογένειας, η Πωλίνα καταθέτει τη δική της μαρτυρία: “Όταν ήμουν παιδί δεν είχα καταλάβει καλά-καλά τι είχε συμβεί. Συνειδητοποίησα πλήρως ποιος ήταν ο πατέρας μου όταν πήγα να σπουδάσω στην Αθήνα. Χρειάστηκε να κάνω κάποιες δουλειές για την εγκατάστασή μου και μόλις άκουσαν το επίθετό μου με εξυπηρέτησαν με πολλή χαρά. Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του. Εδώ τον πατέρα μου τον ήξεραν όλοι, άρα δεν μπορούσα να καταλάβω”.
Οι συμπαίκτες και φίλοι του
Ξεχωριστή θέση στη ζωή του Γιώργου Μητσιμπόνα κατείχαν οι φίλοι του. Οι συμπαίκτες του στην ΑΕΛ κυρίως αφού την περισσότερη ώρα στην πρώιμη ποδοσφαιρική του νιότη την περνούσε μαζί τους, σε ξενοδοχεία, αεροπλάνα και αποδυτήρια.
Ο Γιάννης Αλεξούλης, ο άνθρωπος που του έδωσε την ασίστ για να πετύχει το γκολ που χάρισε το πρωτάθλημα στην ΑΕΛ το 1988, είχε πολλά να θυμηθεί: «Τον Γιώργο πάντα τον ήθελες συμπαίκτη. Η φιλοσοφία του ήταν να μην χάνει ακόμα και σε πράγματα που δεν γνώριζε. Πίστευε στο ανέφικτο. Του μαθαίναμε παιχνίδια, μας έλεγε σε 10 λεπτά “τώρα θα σας σκίσω”. “Μα αφού δεν ξέρεις;” “Εγώ δεν ξέρω; Ρε θα σας σκίσω, είμαι καλύτερος από όλους».
«Όταν πηγαίναμε στα μπουζούκια έπρεπε να περάσει η ώρα από τις 3, να αδειάσει το μαγαζί για να βγάλει τον πραγματικό του εαυτό του. Τότε έλεγε να παίξουν γι’ αυτόν. Έβγαζε τότε τον πόνο του, τη χαρά του, χόρευε εκπληκτικά»
Το περιστατικό είναι χαρακτηριστικό: Πάμε μια βραδιά να ακούσουμε τον Μητροπάνο στη Θεσσαλονίκη. Με ρωτάει “ποιο τραγούδι γουστάρεις από τον Μητσάρα”. Του λέω το “δύο νύχτες ανταμώσανε”. Πηγαίνει στον Μητροπάνο και του λέει “θέλω για τον αδελφό αυτό το τραγούδι”. “Ρε Γιώργο είναι λίγο βαρύ αυτό το τραγούδι”. Επέμενε ο Γιώργος. “Καλά” του λέει “έρχομαι σε πέντε λεπτά.” Γυρίζει μετά από τσιγάρο και αρχίζει να τραγουδάει το κομμάτι. Τον τραβάει τότε ο Μητσιμπόνας στο τραπέζι μας και όσο τραγουδούσε του άνοιγε σαμπάνιες! Προσκυνούσαμε, όλο το μαγαζί προσκυνούσε!»
Ο θρυλικός τερματοφύλακας της ΑΕΛ του 1988, ο Χρήστος Μιχαήλ, ήταν ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Γιατί; Διότι μπροστά του έπαιζε ο Γιώργος Μητσιμπόνας.
Το αναλύει ικανοποιητικά: «Αρχηγός, μεγάλη προσωπικότητα ο Γιώργος, έτσι γεννήθηκε. Υπήρχαν στιγμές που χρειαζόταν και αναλάμβανε την πρωτοβουλία.
Σε δύσκολη στιγμή, σε στιγμές κάμψης, ξεσήκωνε τα αποδυτήρια, όχι μόνο με φωνές. Εμψυχωτής μεγάλος.
Δεν τιμήθηκε όπως έπρεπε ο Γιώργος. Είναι η μοίρα των μεγάλων αθλητών στην Ελλάδα φαίνεται. Θα περίμενα να δοθεί μία συγκεκριμένη βοήθεια στην οικογένειά του. Δεν έγινε αυτό. Δόθηκε το όνομά του στις ακαδημίες του Δήμου και στο γήπεδο του χωριού του. Κάτι ήταν και αυτό. Δεν τελείωσε και καλά από την ΑΕΛ. Γύρισε από τον Ολυμπιακό και η κατάληξη ποια ήταν; Να παίξει στον Τύρναβο».
Τελευταίος, αλλά σε καμία περίπτωση έσχατος, ο Βασίλης Καραπιάλης. Ο κολλητός φίλος του Γιώργου Μητσιμπόνα, ο άνθρωπος που σε φιλικό προς τιμήν του “αδελφού” του, έπαιξε σε όλο το παιχνίδι κρατώντας στο χέρι ένα άσπρο τριαντάφυλλο.
Οι αναμνήσεις πηγαίες, με ατόφιο συναίσθημα: «Αν και ήμουν πιο μικρός από αυτόν, ταιριάξαμε πάρα πολύ. Τον βρήκα ως παλιό στην ομάδα αλλά οι χαρακτήρες μας ήταν οι ίδιοι σχεδόν και αυτό έπαιξε ρόλο στη φιλία μας.
Αυτόν που τον ξεχώριζε μέσα στο γήπεδο ήταν η προσωπικότητά του. Η θέση του ήταν από πίσω, έβλεπε όλο το τερέν και προσπαθούσε να εμψυχώνει όλη την ομάδα. Ήξερε πάντα τι έπρεπε να γίνει, ήξερε πότε να βάλει τις φωνές και στα αποδυτήρια. Αυτός και ο Γιάννης ο Βαλαώρας είχαν αυτό το χάρισμα. Έβγαινε από μέσα του, πηγαία. Ήταν σύμβολο για την ΑΕΛ ο Γιώργος».
Πηγή: Sport24
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Πως ο θρυλικός Γιώργος Ρουμπάνης έγινε χάλκινος Ολυμπιονίκης στον τελικό του επί κοντώ που κράτησε 11 ώρες! Οι αθλητές πηδούσαν με πρωτόγονα κοντάρια και έπεφταν πάνω σε σακιά. Γιατί ο αέρας του «άρπαξε» το χρυσό και έβαλε τα κλάματα…
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr