Υπόθεση εμπορίας ανηλίκων; Απαγωγή; Ένα μοιραίο ατύχημα που κρύφτηκε καλά από τους ενόχους; Η απάντηση δεν δόθηκε ποτέ. Ο μικρός Μπεν, το κατάξανθο αγοράκι με τα γαλανά μάτια από την Αγγλία εξαφανίστηκε μέσα σε μια στιγμή στην Κω πριν από περίπου τρεις δεκαετίες. Δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του. Κανένα στοιχείο δεν μπόρεσε να οδηγήσει στον εντοπισμό του.
Πολλοί είπαν ότι τον είδαν. Στη δημοσιότητα βγήκαν δεκάδες θεωρίες. Άλλοι τον είχαν δει σε καταυλισμούς Ρομά, άλλοι σε σπίτια πλουσίων και άλλοι στον δρόμο να ζητιανεύει. Υπήρχαν και κάποιοι που υποστήριζαν ότι ο Μπεν βρισκόταν στο εξωτερικό. Όμως, καμία ιστορία δεν επιβεβαιώθηκε. Η εξαφάνισή του είναι μία από τις μεγαλύτερες υποθέσεις αγνοουμένων στη χώρα και από τις πιο μελανές σελίδες στην ιστορία του νησιού. Ο μικρός Μπεν ήταν μόλις 21 μηνών.
Η εξαφάνιση
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 90. Η γιαγιά και ο παππούς του μικρού αγοριού πήγαν διακοπές στην Κω. Μαγεύτηκαν από την ομορφιά του νησιού. Λάτρεψαν την ηρεμία του. Όταν επέστρεψαν στο Σέφιλντ στην Αγγλία, συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να ζουν εκεί.
Ήθελαν μια καλύτερη και πιο ήρεμη ζωή. Έτσι, αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα στην Κω και να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα, όπως έλεγαν.
Το ζευγάρι είχε τρία παιδιά, τον 11χρονο Ντάνι, τον 17χρονο Στίβεν και την 19χρονη Κέρι, η οποία είχε γεννήσει ένα αγοράκι, τον Μπεν.
Τα δύο ανήλικα αγόρια ακολούθησαν τους γονείς τους στην Κω. Λίγους μήνες αργότερα, εγκαταστάθηκε μαζί τους και η Κέρι με τον γιο της.
Η ανύπαντρη μητέρα βρήκε δουλειά σε ένα ξενοδοχείο, ενώ ο πατέρας και ο αδερφός της είχαν αναλάβει να επισκευάσουν ένα σπίτι στο χωριό Ηρακλής.
Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού τους είχε πει πως όταν το τελείωναν, θα μπορούσαν να μείνουν εκεί χωρίς να πληρώνουν ενοίκιο. Ζούσαν όλοι μαζί σε ένα τροχόσπιτο που είχαν στήσει σε απομονωμένο μέρος κοντά στο σπίτι που επισκεύαζαν οι γονείς της Κέρι. Ο πατέρας του παιδιού Σάιμον βρισκόταν στο Σέφιλντ.
Όλα κυλούσαν ήρεμα. Ήταν καλοκαίρι και η οικογένεια Νίνταμ απολάμβανε τον ήλιο και τη θάλασσα του ελληνικού νησιού. Η γιαγιά του Μπεν είπε αργότερα ότι ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής τους. “Το μέρος έμοιαζε με παράδεισο”, έλεγε.
Όμως, η ζωή τους έπαιξε ένα άσχημο παιχνίδι. Σε μια στιγμή ο παράδεισος μετατράπηκε σε κόλαση. Το ημερολόγιο έδειχνε 24 Ιουλίου 1991. Η μητέρα του Μπεν εργαζόταν στο ξενοδοχείο. Η γιαγιά και ο παππούς είχαν αναλάβει να προσέχουν τον μικρό Μπεν. Το πρωί η γιαγιά πήρε τον εγγονό της και τον 11χρονο γιο της για ένα περίπατο. Το μεσημέρι πήγαν στο σπίτι που επισκεύαζαν με τον σύζυγό της. Ο ιδιοκτήτης τους είχε καλέσει να φάνε όλοι μαζί.
Ο Μπεν έπαιζε και μπαινόβγαινε στο σπίτι. Κατά λάθος έβρεξε το σορτσάκι του και η γιαγιά του το κρέμασε σε ένα κλαδί στην αυλή. Οι παππούδες του τον έβλεπαν από μια ανοιχτή πόρτα.
Περίπου στις 2.30 το μεσημέρι, ο 17χρονος Στίβεν πήρε το μηχανάκι του και έφυγε από το σπίτι για να πάει στη θάλασσα.
Λίγα λεπτά αργότερα, η γιαγιά του παρατήρησε ότι ο Μπεν παραήταν ήσυχος. Βγήκε έξω στην αυλή. Όμως, ο Μπεν δεν ήταν εκεί. Στη συνέχεια, κατευθύνθηκε προς τον δρόμο. Έτρεξε για μερικά μέτρα, αλλά το παιδί δεν ήταν πουθενά. Λίγο αργότερα, επέστρεψε στο σπίτι. Ο Μπεν ήταν πολύ μικρός για να μπορέσει να πάει μόνος του μακριά. Το σορτσάκι του, όπως και δυο αυτοκινητάκια που είχε ο Μπεν έλειπαν από το σπίτι.
Ο παππούς και η γιαγιά του υπέθεσαν ότι τον είχε πάρει μαζί του ο θείος του, Στίβεν, και έτσι σταμάτησαν να τον αναζητούν. Όταν επέστρεψαν στο τροχόσπιτο το βράδυ και συνάντησαν τον Στίβεν, είδαν ότι ο Μπεν δεν ήταν μαζί του. Τότε, συνειδητοποίησαν ότι κάτι κακό είχε συμβεί.
Έσπευσαν στο αστυνομικό τμήμα του νησιού για να δηλώσουν την εξαφάνισή του. Όμως, είχαν περάσει ήδη έξι ώρες από την τελευταία φορά που είχαν δει το παιδί. Αμέσως ξεκίνησαν οι έρευνες για τον εντοπισμό του και ενημερώθηκε η Ιντερπόλ. Όμως, ο Μπεν ήταν άφαντος.
Οι παππούδες του Μπεν κατηγορούσαν τον εαυτό τους που έχασαν το παιδί. Η γιαγιά του είχε δηλώσει: “Χάσαμε τον εγγονό μας από την ηλιθιότητά μας. Επειδή δεν δράσαμε εγκαίρως. Υποθέσαμε ότι όλα ήταν καλά. Ήμασταν ανεύθυνοι. Είναι δικό μας λάθος. Δεν ήμασταν σε εγρήγορση”. Και συνέχισε: “Το μέρος έμοιαζε τόσο ασφαλές. Δεν είχε κίνηση. Δεν είχε κόσμο. Φαινόταν σαν μην υπήρχε κανένας κίνδυνος. Χαλαρώσαμε”.
Αρχικά οι ελληνικές αρχές υποπτεύθηκαν την οικογένεια Νίνταμ
Στην αρχή πίστεψαν ότι τον είχε πάρει ο πατέρας του. Ένα άλλο σενάριο ήταν ότι τον είχε πάρει μαζί του με το μηχανάκι ο 17χρονος θείος του και ότι στον δρόμο έπαθε κάποιο ατύχημα, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί θανάσιμα το παιδί. Πίστευαν ότι η οικογένεια προσπαθούσε να καλύψει το έγκλημα, ενώ υπήρχαν υποψίες ότι η οικογένειά του τον είχε πουλήσει σε ξένους. Όμως, καμία από τις παραπάνω θεωρίες δεν επιβεβαιώθηκε. Μετά από πολύωρη ανάκριση, η οικογένεια του θεωρήθηκε αθώα.
Τότε άρχισε να εξετάζεται το σενάριο ο μικρός Μπεν να είχε απαχθεί. Ωστόσο, το αεροδρόμιο και τα λιμάνια της χώρας έκλεισαν τέσσερις μέρες μετά τη δήλωση της εξαφάνισης του παιδιού. Αυτό σήμαινε ότι αν όντως το παιδί είχε πέσει θύμα απαγωγής, οι δράστες είχαν χρόνο να διαφύγουν χωρίς να τους καταλάβει κανείς. Εργάτες στην περιοχή κατέθεσαν ότι είχαν δει παρκαρισμένο κοντά στο σπίτι ένα λευκό αυτοκίνητο. Μέσα υπήρχαν δυο άνδρες και μια γυναίκα. Κανένας από την οικογένεια όμως, δεν είχε παρατηρήσει αυτό το αυτοκίνητο.
Λιάνα, η αδελφή του Μπεν που γεννήθηκε δύο χρόνια μετά
Η μητέρα του ήταν συντετριμμένη. Έκανε τουλάχιστον τέσσερις απόπειρες αυτοκτονίας. Προσπάθησε να αφαιρέσει τη ζωή της με υπερβολική δόση αντικαταθλιπτικών χαπιών, ενώ δυο φορές αποπειράθηκε να κόψει τις φλέβες της. Τα βράδια σηκωνόταν από το κρεβάτι της και πήγαινε στο δωμάτιο που είχαν φτιάξει για τον Μπεν. Προσποιούνταν ότι τον κουνούσε για να κοιμηθεί. Μετά από συνεδρίες με τη ψυχολόγο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τον έβλεπε να κλαίει στον ύπνο της και σηκωνόταν αυθόρμητα για να τον ηρεμήσει.
Δυο χρόνια μετά την εξαφάνιση, η Κέρι γέννησε το δεύτερο παιδί της, τη Λιάνα. Μερικές εβδομάδες μετά τη γέννησή της, ο πατέρας της μπήκε στη φυλακή για ληστεία. Καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης.
Στις εφημερίδες δήλωνε ότι “ο Μπεν δεν μπορεί να αντικατασταθεί. Η οικογένειά μας θα συμπληρωθεί όταν έρθει πίσω ο Μπεν”.
Η Κέρι δεν ήταν έτοιμη να την μεγαλώσει. Έπασχε από κατάθλιψη. Για μεγάλο διάστημα την ανατροφή του παιδιού είχε αναλάβει ο παππούς και η γιαγιά.
Όταν ήταν μόλις 22 μηνών, την έβαλαν να παίξει σε ένα τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ με θέμα την υπόθεση του Μπεν. Της έκοψαν τα μαλλιά και η μητέρα της έλεγε ότι ήταν ίδια ο Μπεν. Αργότερα, η Λιάνα δήλωσε: “Πολλές φορές αισθάνομαι ότι έχω περάσει όλη μου τη ζωή στη σκιά του Μπεν. Παλιότερα νόμιζα ότι είχα γεννηθεί για να τον αντικαταστήσω. Η μαμά μου έλεγε πως ήμουν η αιτία που ζούσε. Ένιωθα μεγάλο βάρος στις πλάτες μου”. Τρελαινόταν όταν η Λιάνα έβγαινε από το σπίτι. Φοβόταν μην χάσει το άλλο της παιδί. “Ζούσα σε μια γυάλα όλη μου τη ζωή. Δεν με άφηναν να κάνω τίποτα σαν παιδάκι και φυσικά ποτέ δεν έμενα σε σπίτια των φίλων μας. Δεν με άφηναν να βγω έξω τα βράδια όταν μεγάλωσε” είπε.
Μια μέρα σε ηλικία 11 ετών, ενώ ήταν στο σπίτι των παππούδων και ξεφύλλιζε παλιά άλμπουμ βρήκε ένα παλιό σημείωμα αυτοκτονίας της μητέρας της.
“Πως θα καταφέρω να φροντίσω ένα άλλο παιδί όταν δεν κατάφερα να φροντίσω το πρώτο. Κάποιος μου πήρε τον Μπεν μακριά. Θα πρέπει να ανακάλυψαν πως ήμουν κακή μάνα. Κάπου πρέπει να με είχαν δει. Κάτι πρέπει να είχα κάνει”.
Θεωρίες που δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ
Έγιναν εκατοντάδες καταγγελίες ότι εθεάθη ο μικρός Μπεν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Αναφέρθηκαν στην αστυνομία περισσότερες από 300 θεάσεις αγοριών που ταίριαζαν με την περιγραφή του Μπεν. Η οικογένεια του Μπεν έμεινε στο νησί τους επόμενους δυο μήνες και στη συνέχεια επέστρεψε στο Σέφιλντ. Ωστόσο, ερχόταν συνέχεια στην Ελλάδα για να τον αναζητήσει.
Η μητέρα του δεν άντεχε την απογοήτευση να βλέπει παιδιά που απλώς έμοιαζαν με τον Μπεν, αλλά δεν ήταν ο δικός της Μπεν. Έτσι, η γιαγιά και ο παππούς του ανέλαβαν να πηγαίνουν να ελέγχουν κάθε αναφορά που γινόταν στην αστυνομία και στις τηλεοπτικές εκπομπές. Η οικογένεια κατηγορούσε την αστυνομία για καθυστερημένη ανταπόκριση.
Σύμφωνα με μαρτυρίες τον Απρίλιο του 1992 ο μικρός Μπεν εθεάθη στο λιμάνι του Πόρου Κεφαλονιάς μαζί με δυο ξανθιές αλλοδαπές ηλικίας 25-30 ετών, οι οποίες επιβιβάστηκαν στο πλοίο για Κυλλήνη. Όμως, οι μυστηριώδεις γυναίκες δεν εντοπίστηκαν ποτέ. Άλλοι υποστήριζαν ότι είχαν δει τον μικρό Μπεν σε καταυλισμούς τσιγγάνων σε διάφορες περιοχές της χώρας. Οι συγγενείς του πήγαν σε κατασκηνώσεις στην Αθήνα, στην Πιερία, στην Πάτρα, στη Θεσσαλονίκη. Όμως, ο Μπεν δεν ήταν πουθενά.
Άλλοι ανέφεραν ότι τον είδαν να ζητιανεύει στο μετρό, ενώ άλλοι ότι πωλούσε χαρτομάντηλα στα φανάρια. Μια γυναίκα που ταξίδευε από Σαντορίνη για Αθήνα είχε πει ότι είδε μια οικογένεια Ρομά με τρία κορίτσια και δυο αγόρια, το ένα από τα οποία ήταν ξανθό όπως ο Μπεν και δεν είχε κοινά χαρακτηριστικά με τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας.
Τον Οκτώβριο του 1993 η οικογένειά του είχε δηλώσει πως πίστευε ότι ο Μπεν είχε πέσει θύμα κυκλώματος εμπορίας βρεφών. Η αστυνομία τους είχε πει ότι υπήρχε κύκλωμα που άρπαζε παιδιά και τα πουλούσε για εκατομμύρια δραχμές. Τα αγόρια πωλούνταν ακριβότερα από τα κορίτσια.
Ένα άλλο σενάριο που υποστήριζε ο πατέρας του ήταν ότι κάποιος τον έκλεψε για να τον υιοθετήσει. Παρόλο που οι έρευνες δεν κατέληγαν πουθενά, η οικογένειά του δεν τα παρατούσε. Με τη βοήθεια της αστυνομίας έφτιαξαν το πορτρέτο του παιδιού πώς θα ήταν μετά από δυο χρόνια. Κόλλησαν περισσότερες από 7.000 αφίσες σε διάφορα κομβικά σημεία, με την ελπίδα ότι κάποιος που ξέρει θα μιλήσει. Η Ιντερπόλ είχε αναφέρει ότι βρετανική εταιρία ήθελε να τυπώσει μπλουζάκια με τη φωτογραφία του παιδιού και τη φράση “Μήπως είδες τον Μπεν;”.
Η οικογένειά του παρόλο που δεν είχε την οικονομική δυνατότητα, προσέφερε το ποσό των 7 εκατομμυρίων δραχμών, που είχε συγκεντρώσει από δωρεές, σε όποιον βοηθούσε στον εντοπισμό του.
Το 1995 οι παππούδες του έκαναν αναπαράσταση της εξαφάνισης του μικρού αγοριού για να βοηθήσουν τις έρευνες. Υπήρχε καταγγελία ότι ο μικρός Μπεν είχε μεγαλώσει ως Ράμπο σε καταυλισμό Ρομά στη Βέροια. Η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι της οικογένειας και εντόπισε ένα 7χρονο αγόρι. Του πήραν αποτυπώματα, του έκαναν εξετάσεις αίματος και τον ανέκριναν για τουλάχιστον 10 ώρες. Σύντομα, διαπιστώθηκε ότι το παιδί δεν ήταν ο Μπεν.
Οι Νίνταμ δεν έχαναν τις ελπίδες τους. Συνέχιζαν να τον αναζητούν για χρόνια μετά την εξαφάνισή του. Όμως, όσο περνούσε ο καιρός και ο Μπεν μεγάλωνε, οι έρευνες γίνονταν δυσκολότερες, καθώς ήταν δύσκολο να τον αναγνωρίσουν. Το 1996 ανέβασαν την αμοιβή από 7 εκατομμύρια σε 191 εκατομμύρια δραχμές για όποιον βρει τον Μπεν.
Λίγο αργότερα, ένας βαρυποινίτης στις φυλακές Λαρίσης, πήρε τηλέφωνο σε ελληνική τηλεοπτική εκπομπή και ανέφερε ότι ήξερε πού βρισκόταν ο Μπεν. Αμέσως, τράβηξε την προσοχή της οικογένειας. Στη συνέχεια εξήγησε ότι είχε δει το παιδί με μια οικογένεια Ρομά στη Βέροια. Μετά από έρευνες ο κρατούμενος αποδείχθηκε “μυθομανής”.
Έναν χρόνο αργότερα, ένας άλλος κρατούμενος ισχυρίστηκε ότι το παιδί είχε απαχθεί από σπείρα, αλλά μετά από τον θόρυβο που ξέσπασε, τον έδωσε σε μια οικογένεια Ρομά, η οποία τον πούλησε σε έναν Έλληνα επιχειρηματία στη Γερμανία. Καμία από τις παραπάνω θεωρίες δεν βοήθησε στην εξιχνίαση της υπόθεσης.
Η θεωρία του δυστυχήματος με εκσκαφέα
Τον Σεπτέμβριο του 2016, 25 χρόνια μετά την εξαφάνισή του, κυκλοφόρησαν φήμες ότι τον μικρό Μπεν είχε σκοτώσει κατά λάθος ένας χειριστής εκσκαφέα. Το σενάριο ήταν ότι ενώ έσκαβε ένα βαθύ χαντάκι, χτύπησε χωρίς να το καταλάβει με το μηχάνημα το άτυχο παιδί. Η βρετανική αστυνομία θεωρούσε ότι ο άνδρας για να μην κατηγορηθεί για δολοφονία, έθαψε το παιδί σε κοντινή τοποθεσία και κατέστρεψε όλα τα ίχνη. Μετά από έρευνες στην περιοχή βρέθηκαν οστά και πολλοί πίστεψαν ότι ανήκουν στον Μπεν. Όπως διαπιστώθηκε αργότερα ήταν οστά ζώων. Θαμμένα βρέθηκαν επίσης, ένα αυτοκινητάκι και ένα κομμάτι από σανδάλι, πάνω στα οποία υπήρχαν ίχνη αίματος. Όμως, οι εξετάσεις έδειξαν ότι το αίμα δεν συμπίπτει με το DNA του Μπεν.
Η μητέρα του μετά από τόσα χρόνια έχει χάσει τις ελπίδες της. Πιστεύει ότι ο Μπεν σκοτώθηκε στην Κω και τον έκρυψαν μέσα σε βαρέλι με πετρέλαιο για να εξαφανιστούν τα ίχνη του. Ωστόσο, όλα αυτά είναι ανεπιβεβαίωτες θεωρίες. Παρόλο που έχουν περάσει τόσα χρόνια, η υπόθεση παραμένει ένα μυστήριο και η οικογένειά του δεν ξέρει τίποτα περισσότερο απ’ όσα γνώριζε εκείνο το μεσημέρι του Ιουλίου του 1991.
Πηγή αρχικής εικόνας: Youtube
Διαβάστε στην “ΜτΧ”: Το «Amber Alert» προέκυψε από την απαγωγή και δολοφονία ενός 9χρονου κοριτσιού. Ο φονιάς κακοποίησε την Άμπερ και την πέταξε σε χαντάκι. Η υπόθεση είναι ανεξιχνίαστη
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr