Παντρεύτηκε γόνο αριστοκρατών και σχεδιαστή μόδας, είχε ειδύλλιο με πρίγκιπα και ερωτεύτηκε μελλοντικό πρόεδρο των ΗΠΑ.
Από άποψη ομορφιάς δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από συναδέλφους της, όπως η Κάθριν Χέπμπορν ή η Λορίν Μπακόλ. Σύμφωνα με τον μεγαλοπαραγωγό και συνιδρυτή της 20th Century Fox, Ντάριλ Ζανούκ, “ήταν αδιαμφισβήτητα η πιο όμορφη γυναίκα στην ιστορία του κινηματογράφου“.
Ο λόγος για την Τζιν Τίρνεϊ, την Αμερικανίδα ηθοποιό της δεκαετίας του ’40 και του ’50. Φαινόταν πως είχε τα πάντα: ομορφιά, εξυπνάδα, ταλέντο. Ωστόσο, η ζωή της ήταν γεμάτη από κρίσεις, απογοητεύσεις και τραγικά περιστατικά, τα οποία αποτέλεσαν εμπόδιο στο να “απογειώσει” την καριέρα της στο Χόλιγουντ.
Έπασχε από μανιοκατάθλιψη και υποβλήθηκε σε δεκάδες θεραπείες ηλεκτροσόκ που, όπως είχε πει, της προκάλεσαν βλάβες στη μνήμη και μόνο πρόσκαιρο όφελος είχαν.
Το γεγονός που σημάδεψε ανεπανόρθωτα την Τίρνεϊ ήταν η γέννηση της πρώτης κόρης της, η οποία ήρθε στη ζωή κουφή, μερικώς τυφλή και με νοητική υστέρηση. Επίσης, ο πρώτος γάμος της υπήρξε ταραχώδης.
Τα ειδύλλιά της με τον πρίγκιπα Αλί Χαν και τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι δεν ήταν γραφτό να στεριώσουν. Η μία και μοναδική φορά που διεκδίκησε Όσκαρ στην καριέρα της δεν μετουσιώθηκε σε βράβευση.
Ακόμη κι έτσι, όμως, η Τίρνεϊ έμεινε στην ιστορία ως μία από τις ομορφότερες ηθοποιούς που πέρασε ποτέ από την κινηματογραφική βιομηχανία.
Μάλιστα, η ζωή της αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη διάσημη Αγγλίδα συγγραφέα, Αγκάθα Κρίστι. Όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα της συγγραφέως, το βιβλίο με τίτλο “Διπλό είδωλο στο Σπασμένο Καθρέφτη” (1962) αντανακλά “τους προβληματισμούς της Αγκάθα Κρίστι σχετικά με τα συναισθήματα μιας μητέρας για ένα παιδί που γεννήθηκε με κάποιου είδους αναπηρία” και “δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κρίστι επηρεάστηκε από την πραγματική τραγωδία της Αμερικανίδας ηθοποιού Τζιν Τίρνεϊ“.
Σύμφωνα με την ιστορικό κινηματογράφου και βιογράφο της Τίρνεϊ, Michelle Vogel, “η ζωή της, αν δεν ήταν αληθινή, θα μπορούσε εύκολα να κατηγοριοποιηθεί ως μία από τις πλέον επινοημένες φανταστικές ιστορίες που γράφτηκε ποτέ.
Όταν άρχισα να γράφω τη βιογραφία της, θαύμαζα την ηθοποιό Τζιν Τίρνεϊ. Αφού το τελείωσα, θαύμασα τον άνθρωπο Τζιν Τίρνεϊ. Έζησε μια ζωή με τα πάνω και τα κάτω της, θριάμβους και τραγωδίες“.
Τα πρώτα βήματα και το συμβόλαιο με την 20th Century Fox
Η Τζιν Ελίζα Τίρνεϊ, όπως ήταν το πλήρες όνομά της, γεννήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1920, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Ήταν το δεύτερο από τα τρία παιδιά του ασφαλιστή, Χάουαρντ Σέργουντ Τίρνεϊ και της δασκάλας φυσικής αγωγής, Μπελ Λαβίνια Τέιλορ Τίρνεϊ.
Είχε έναν μεγαλύτερο αδερφό και μια μικρότερη αδερφή. Ο πατέρας της ήταν αυστηρός και ο άρχων του σπιτιού.
Από μικρή η Τζιν Τίρνεϊ έδειξε την καλλιτεχνική της φύση, καθώς έγραφε ποιήματα. Το πρώτο της, είχε τίτλο “Νύχτα” και δημοσιεύτηκε στην σχολική εφημερίδα. Ήταν ένα χόμπι που κράτησε για το υπόλοιπο της ζωής της.
“Κόλλησε” το “μικρόβιο” της ηθοποιίας αφότου έλαβε μέρος σε μια σχολική παράσταση μεταφορά του βιβλίου “Μικρές Κυρίες” της Λουίζα Μέι Άλκοτ.
Στα 15 της χρόνια, η Τίρνεϊ πήγε στη Λωζάνη της Ελβετίας, για να φοιτήσει στο Διεθνές Σχολείο Brillantmont. Εκεί παρέμεινε δύο χρόνια και, όταν επέστρεψε στις ΗΠΑ, είχε μάθει άπταιστα γαλλικά.
Το 1937, το πλαίσιο ενός οικογενειακού ταξιδιού στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, η Τίρνεϊ επισκέφτηκε τα στούντιο της Warner Bros, όπου ο ξάδερφος της μητέρας της εργαζόταν ως παραγωγός ιστορικών ταινιών μικρού μήκους.
Ο σκηνοθέτης Ανατόλ Λίτβακ είδε τη 17χρονη Τίρνεϊ και της είπε ότι έπρεπε οπωσδήποτε να γίνει ηθοποιός. Τα πανέμορφα μάτια της και τα ζυγωματικά δεν μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα.
Ήθελε η Τίρνεϊ να υπογράψει συμβόλαιο με την Warner Bros, αλλά οι γονείς της την απέτρεψαν, θεωρώντας το μισθό που θα έπαιρνε μικρό.
Το 1938, η Τίρνεϊ έκανε το ντεμπούτο της ως ηθοποιός στο θέατρο, σε μια παράσταση με τίτλο “What a Life!” στο Μπρόντγουεϊ. Οι κριτικές που δέχθηκε ήταν παραπάνω από θετικές και, δύο χρόνια μετά, υπέγραψε συμβόλαιο με την 20th Century Fox.
Την ίδια χρονιά, πραγματοποίησε το ντεμπούτο της στη “μεγάλη οθόνη”, υποδυόμενη την Ελεανόρ Στόουν στην ταινία “Η επιστροφή του Φρανκ Τζέιμς” του Φριτς Λανγκ.
Η ίδια η Τίρνεϊ είχε πει ότι, στην αρχή, ήταν δυσαρεστημένη με τη φωνή της, γιατί έμοιαζε με “μια νευριασμένη Μίνι Μάους” και, για να την κάνει πιο τραχιά, ξεκίνησε το κάπνισμα.
Σε μία από τις θεατρικές της παραστάσεις βρέθηκε ο συνιδρυτής της 20th Century Fox, Ντάριλ Ζανούκ. Έμεινε έκθαμβος με την Τίρνεϊ και είπε στο βοηθό του να σημειώσει αμέσως το όνομά της.
Αργότερα, το ίδιο βράδυ, ο Ζανούκ πήγε σε ένα κλαμπ, όπου είδε μια κοπέλα να χορεύει. Στο βοηθό του είπε: “Ξέχνα την Τίρνεϊ. Δες αν μπορείς να κλείσεις αυτήν εδώ“.
Όμως η κοπέλα που χόρευε στη σκηνή ήταν η Τίρνεϊ και ο Ζάνουκ δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι δύο γυναίκες που είδε ήταν το ίδιο πρόσωπο.
“Laura”, η ταινία που “εκτόξευσε” την καριέρα και τη φήμη της
Το 1944, η 24χρονη Τζιν Τίρνεϊ πρωταγωνίστησε στη φιλμ νουάρ ταινία “Laura“, σε σκηνοθεσία Ότο Πρέμινγκερ. Ήταν το έργο που την καταξίωσε στη συνείδηση του κοινού, μια και έλαβε διθυραμβικά σχόλια για την ερμηνεία της.
Στην ταινία υποδύεται τη Λόρα Χαντ, μια σαγηνευτική κοπέλα που βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της. Ο ντετέκτιβ Μαρκ ΜακΦέρσον, τον οποίο υποδύεται ο Ντέινα Άντριους, αναλαμβάνει να διερευνήσει το πώς και γιατί πέθανε η Λόρα.
Αφού ανακρίνει διάφορους πιθανούς ενόχους, μεταξύ των οποίων τον αρραβωνιαστικό της, μια πλούσια θεία της και την πιστή της οικονόμο, αρχίζει όχι μόνο να πλάθει στο μυαλό του το χαρακτήρα της γυναίκας, αλλά και να γίνεται δέσμιος της γοητείας της νεκρής.
Στις μέρες μας, η “Laura” θεωρείται κλασική στο είδος της και, από το 1999, είναι ενταγμένη στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των ΗΠΑ ως τεκμήριο “πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντικό“.
Το Όσκαρ που δεν ήρθε ποτέ και η υπόλοιπη φιλμογραφία
H “Laura” αποτέλεσε μεν την ταινία που “έβαλε” στο “χάρτη” του Χόλιγουντ την πανέμορφη και ταλαντούχα Τίρνεϊ, αλλά δεν ήταν η ταινία, για την οποία κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ. Αυτό το πέτυχε το 1945, όταν πήρε μέρος στην ταινία “Ας την κρίνει ο Θεός” (“Leave Her to Heaven“), με συμπρωταγωνιστή τον Κόρνελ Γουάιλντ.
Ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, αλλά της το “στέρησε” η Τζόαν Κρόφορντ, για την ερμηνεία της στην ταινία “Θύελλα σε μητρική καρδιά” (“Mildred Pierce“).
Άλλες ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε ήταν οι: “Στην κόψη του ξυραφιού” (“The Razor’s Edge“) του 1946, “Ψυχές στην ομίχλη” (“The Ghost and Mrs. Muir“) του 1947, “Αγάπησα έναν δραπέτη” (“Way of a Gaucho“) του 1952 και “Το αριστερό χέρι του Θεού” (“The Left Hand of God“) το 1955, με συμπρωταγωνιστή τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ
Το γεγονός που τη σημάδεψε
Τον Ιούνιο του 1941, η Τίρνεϊ παντρεύτηκε τον αριστοκρατικής καταγωγής Ιταλορώσο σχεδιαστή μόδας, Όλεγκ Κασίνι. Ο “κόμης” Κασίνι, έγινε ευρύτατα γνωστός ως ο άνθρωπος πίσω από το απαράμιλλο στυλ της Τζάκι Κένεντι.
Ο γάμος της Τίρνεϊ και του Κασίνι κράτησε 11 χρόνια, όμως στα περισσότερα από αυτά βρίσκονταν σε διάσταση. Το 1946 η Τίρνεϊ είχε χωρίσει άτυπα με τον Κασίνι, αλλά λίγο αργότερα τα ξαναβρήκαν. Τελικά, το 1952, έπεσαν κι επίσημα οι υπογραφές στο διαζύγιο.
Στις αρχές του 1943, η Τζιν Τίρνεϊ έμεινε έγκυος στην πρώτη της κόρη, την Ντάρια Κασίνι. Ωστόσο, είχε την ατυχία να κολλήσει ερυθρά ενόσω κυοφορούσε, από μια απρόσεκτη θαυμάστρια που “έσπασε” την καραντίνα της, όπως έμαθε αργότερα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ντάρια Κασίνι να πάσχει από το σύνδρομο συγγενούς ερυθράς και να γεννηθεί πρόωρα, τον Οκτώβριο του 1943. Το βάρος της δεν ξεπερνούσε το 1,5 κιλό και χρειάστηκε να της κάνουν μετάγγιση αίματος.
Η κυριότερη, όμως, επίπτωση της ερυθράς στον οργανισμό της μικρής Ντάρια ήταν να γεννηθεί και να ζήσει με πολλά προβλήματα υγείας: κώφωση, μερική τύφλωση και νοητική υστέρηση.
Η Ντάρια Κασίνι πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της ιδρυματοποιημένη και πέθανε το Σεπτέμβριο του 2010, στο Νιου Τζέρσεϊ. Το Νοέμβριο του 1948, η Τίρνεϊ γέννησε μια ακόμη κόρη, την Κριστίνα Κασίνι, η οποία πέθανε το Μάρτιο του 2015.
Τα προβλήματα υγείας της Ντάρια κλόνισαν την ψυχική υγεία της Αμερικανίδας ηθοποιού. Συγγενείς της Τίρνεϊ και μελετητές εκτιμούν ότι δεν το ξεπέρασε ποτέ και κατά πάσα πιθανότητα αποτέλεσε την απαρχή της μανιοκατάθλιψης, από την οποία θα βασανιζόταν τα μετέπειτα χρόνια.
“Δάκρυα κυλούσαν συνεχώς στα μάγουλά μου. Δεν μπορούσα να κουνηθώ“ – Τα ηλεκτροσόκ
Για να ξεπεράσει τη μανιοκατάθλιψή της, η Τίρνεϊ υποβλήθηκε σε δεκάδες θεραπείες ηλεκτροσόκ, μια πρακτική διαδεδομένη στις ψυχιατρικές κλινικές εκείνη την εποχή.
Όπως και στην περίπτωση του μικρότερου γιου του Άλμπερτ Αϊνστάιν, Έντουαρντ, έτσι και στην περίπτωση της Τζιν Τίρνεϊ η ζημία που προκάλεσαν τα ηλεκτροσόκ ήταν μεγαλύτερη από το όφελος.
Η ίδια η Τίρνεϊ είχε πει ότι οι θεραπείες αυτές “έδιναν μια ψευδαίσθηση ότι είσαι καλά” και τα όποια θετικά αποτελέσματά τους δεν διαρκούσαν για πολύ. Γι’ αυτό και, μέχρι να πεθάνει, έγινε σφοδρή πολέμιος της συγκεκριμένης μεθόδου.
Στην αυτοβιογραφία της με τίτλο “Αυτο-πορτραίτο“, η Τίρνεϊ δεν φοβήθηκε να αναφερθεί στο πρόβλημα ψυχικής υγείας της, σε μια εποχή που το να μιλάς ανοικτά για τέτοια ζητήματα ήταν πιο αξεπέραστο ταμπού. Η ηθοποιός περιέγραψε τις θεραπείες ηλεκτροσόκ ως εξής:
“Ήμουν τυλιγμένη από το λαιμό πάνω σε παγωμένα σεντόνια και τα χέρια μου δεμένα με ιμάντες. Δάκρυα κυλούσαν συνεχώς στα μάγουλά μου. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Έχανα την αίσθηση των χεριών και των ποδιών μου. Το μυαλό μου βρισκόταν σε πανικό… Για μέρες περπατούσα με τα χέρια ανοικτά, σαν να είχα φτερά. Ήταν μια ασυνείδητη αντίδραση επειδή ήμουν ελεύθερη ξανά“.
Στο παρακάτω βίντεο η Τζιν Τίρνεϊ παραχωρεί τηλεοπτική συνέντευξη το 1979, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται στο πρόβλημα ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζε:
Όπως ήταν αναμενόμενο, η μανιοκατάθλιψη έβαλε σε τέλμα την καριέρα της Τίρνεϊ και οι εμφανίσεις της τόσο στα εξώφυλλα των περιοδικών όσο και στις ταινίες περιορίστηκαν δραστικά από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 και μετά.
Ήταν ανάμεσα στις υποψήφιες για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας “Mogambo” (1953), αλλά, λόγω του προβλήματός της, προτιμήθηκε και επιλέχθηκε η Γκρέις Κέλι.
Το 1958, η 20th Century Fox προσέφερε στην Τίρνεϊ τον πρωταγωνιστικό ρόλο για την ταινία “Holiday For Lovers“. Όμως, η Τίρνεϊ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το άγχος που την κυρίευσε και εγκατέλειψε την προσπάθεια.
Τα ειδύλλια που δεν καρποφόρησαν
Εκτός από έναν πολυτάραχο γάμο, η Τίρνεϊ βίωσε και ερωτικές απογοητεύσεις. Στα μέσα περίπου των 50s, είχε σχέση με τον πρίγκιπα Αλί Χαν, ο οποίος νωρίτερα είχε παντρευτεί μια άλλη διάσημη Αμερικανίδα ηθοποιό, τη Ρίτα Χέιγουορθ.
Η σχέση με την Τίρνεϊ δεν προχώρησε σε γάμο, γιατί δεν την ενέκρινε ο πατέρας του Αλί Χαν, Αγά Χαν Γ’. Στην αυτοβιογραφία της, η ηθοποιός αναφέρει για τη σχέση της με τον πρίγκιπα:
“Κολυμπούσαμε μαζί, κάναμε ιστιοπλοΐα, χορεύαμε, γελούσαμε. Ήμουν η οικοδέσποινα στις δεξιώσεις του. Τα πάρτι του ήταν το ξεκίνημα του τζετ σετ μου. Ήταν εύκολο να θαμπωθείς στην αρχή από αυτό το ρόλο, το να καλωσορίζω τους σημαντικούς και συχνά γαλαζοαίματους φίλους του“.
Ένα ακόμη ειδύλλιο που δεν είχε αίσιο τέλος ήταν με τον Τζον Κένεντι, στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Ο μελλοντικός πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν γνωστός για την πλούσια ερωτική ζωή του, αλλά δεν θέλησε ποτέ να κοροϊδέψει την Τίρνεϊ.
Της ξεκαθάρισε χωρίς περιστροφές ότι δεν μπορούν να περάσουν στο επόμενο βήμα, όπως είχε γράψει η Αμερικανίδα ηθοποιός:
“Μια ημέρα στη Νέα Υόρκη τρώγαμε μεσημεριανό. Με κοίταξε και μου είπε ξαφνικά: “Ξέρεις, Τζιν, δεν θα μπορέσω ποτέ να σε παντρευτώ”. Έμεινα ακίνητη και με μια ψιθυριστή φωνή είπα: “Αντίο, Τζακ””.
Όσο για τη σχέση της με τον ζάμπλουτο επιχειρηματία, Χάουαρντ Χιουζ, ήταν κατά βάση φιλική. Μάλιστα, ο Χιουζ παρείχε οικονομική στήριξη στην Τίρνεϊ, προκειμένου να καλύψει τα έξοδα της ιατρικής φροντίδας της κόρης της.
Το πρόσκαιρο comeback και το τέλος
To 1962, μετά από επτά χρόνια απουσίας, η Τζιν Τίρνεϊ επανήλθε στη “μεγάλη οθόνη” και, πιο συγκεκριμένα, στην ταινία “Advise & Consent“. “Ήταν η μεγαλύτερη επάνοδος οποιουδήποτε σταρ του Χόλιγουντ στην ιστορία του κινηματογράφου και το κοινό την αγάπησε ακόμη περισσότερο γι’ αυτό“, σύμφωνα με την Michelle Vogel.
Παρ’ όλ’ αυτά, το 1965 αποσύρθηκε από την ενεργό ηθοποιία και έκανε μόνο κάποιες περιστασιακές εμφανίσεις σε σειρές ή άλλα τηλεοπτικά προγράμματα. Η τελευταία ταινία στην οποία έπαιξε ήταν το “The Pleasure Seekers“, το 1964. Από το 1960 έως το 1981, που έμεινε χήρα, ήταν παντρεμένη με τον επιχειρηματία, Χάουαρντ Λι.
Πέθανε στο Χιούστον του Τέξας στις 6 Νοεμβρίου 1991, δεκατρείς ημέρες πριν τα 71α γενέθλιά της, από εμφύσημα. Έμεινε στα χρονικά ως η ενσάρκωση της άπιαστης ομορφιάς και ως ένα μεγάλο “what if”, τι θα μπορούσε δηλαδή να είχε καταφέρει, αν δεν της συνέβαιναν όλα τα παραπάνω.
Η Κριστίνα Κασίνι συμπεραίνει στον πρόλογο του βιβλίου της Michelle Vogel: “Κοιτώντας πίσω, μπορώ να πω ότι δυστυχώς η μητέρα μου δεν είχε την απαραίτητη μαχητικότητα προκειμένου να αντισταθεί σε όλα αυτά με τα οποία ήρθε αντιμέτωπη στη ζωή της“.
Η μητέρα της είχε γράψει στο “Αυτο-πορτραίτο“: “Δεν δυσκολευόμουν να παίξω κανένα ρόλο. Τα προβλήματά μου ξεκινούσαν όταν έπρεπε να είμαι ο εαυτός μου“.
Σε μια συνέντευξή της είχε αποδώσει τα προβλήματα ψυχικής υγείας της “στην έλλειψη κατανόησης του τι μπορούσε να αντέξει και τι όχι“. “Προσπάθησα να δουλεύω όλο και πιο σκληρά, σκεπτόμενη ότι η δουλειά θα γιατρέψει τα πάντα. Το μόνο που έκανε ήταν να χειροτερέψει τα πράγματα“.
Δείτε στο ακόλουθο βίντεο ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή της Τζιν Τίρνεϊ:
Πηγή εικόνων κεντρικής φωτογραφίας: Youtube
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr