Στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949), το ζήτημα των ορφανών και φτωχών ελληνόπουλων μετατράπηκε σε πεδίο οξείας ιδεολογικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας (ΔΣΕ).
Και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές δημιούργησαν επιτροπές και έκαναν αγώνα δρόμου, για να σώσουν δεκάδες χιλιάδες ανηλίκους από τις εμπόλεμες περιοχές, “συνδυάζοντας ανθρωπιστικούς, στρατηγικούς και προπαγανδιστικούς στόχους“, όπως αναφέρει ο καθηγητής ιστορίας, Λουκιανός Χασιώτης.
Ο χωρισμός των παιδιών από τις οικογένειές τους ήταν για τα ίδια μια τραυματική εμπειρία και για την κοινωνία γενικότερα ένα από τα πιο τραγικά κεφάλαια της μετακατοχικής Ελλάδας, μαζί με τα κυκλώματα παράνομων υιοθεσιών.
Τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά έκαναν πολλά χρόνια να επιστρέψουν σπίτια τους. Μερικά δεν γύρισαν ποτέ. Επιχειρήματα που ακούστηκαν εκατέρωθεν ήταν ότι σώθηκαν από τον πόλεμο και ότι παρά τις μεγάλες δυσκολίες, απέκτησαν καλύτερες προοπτικές μόρφωσης και επαγγελματικής αποκατάστασης.
“Παιδομάζωμα” και “παιδοφύλαγμα”
Από τη μία, οι κυβερνητικές δυνάμεις μετέφεραν τα παιδιά των ορεινών ή ημιορεινών περιοχών της Ελλάδας στις λεγόμενες “παιδουπόλεις”. Βρίσκονταν τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα και τελούσαν υπό την αιγίδα της βασίλισσας Φρειδερίκης.
Από την άλλη, οι κομμουνιστές αντάρτες φυγάδευσαν πολλά παιδιά σε κράτη του πρώην ανατολικού μπλοκ, όπως η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Πολωνία. Το βασικό επιχείρημα ήταν η σωτηρία τους από τα δεινά του πολέμου (πείνα, βομβαρδισμοί, κ.λπ.).
Η έξοδος από την ελληνική επικράτεια γινόταν συνήθως με τα πόδια και, όποτε ήταν εφικτό, με ζώα. Οι πορείες πραγματοποιούνταν συνήθως τη νύχτα, ώστε να αποφεύγονται συναντήσεις με περιπολίες του εθνικού στρατού. Σύμφωνα με μαρτυρίες, η μετακίνηση ήταν μια μεγάλη δοκιμασία, τόσο για τις γυναίκες που τα συνόδευαν, όσο και για τα ίδια τα παιδιά που έπρεπε να φτάσουν στις χώρες φιλοξενίας.
Αν και οι αριθμοί διαφέρουν ανάλογα με την πηγή, υπολογίζεται ότι, από τα τέλη του 1947 με αρχές του 1948, ο Δημοκρατικός Στρατός συγκέντρωσε περίπου 25.000 παιδιά ηλικίας 3-14 ετών, ενώ ο Ελληνικός Στρατός περίπου 17.000. Σημειωτέον ότι αρκετά παιδιά κομμουνιστών είχαν εγκατασταθεί στη γειτονική Γιουγκοσλαβία ήδη από την εποχή της Συμφωνίας της Βάρκιζας.
Η επιχείρηση του ΔΣΕ κατηγορήθηκε από την κυβέρνηση ως “παιδομάζωμα“, γιατί, σύμφωνα με τους επικριτές της, είχε σκοπό να αφελληνίσει τα παιδιά και να τα μετατρέψει σε μαχητές, για να καλύψει τις εφεδρείες του και να απαλλάξει τις γυναίκες από τη φροντίδα των τέκνων τους.
Η αντίστοιχη εκστρατεία της ελληνικής κυβέρνησης ονομάστηκε με τον λιγότερο φορτισμένο όρο “παιδοφύλαγμα” ή “παιδοσώσιμο“. Το ΚΚΕ από την πλευρά του αμφισβήτησε τα ανθρωπιστικά κίνητρα της κυβέρνησης και του παλατιού, υποστηρίζοντας ότι αμφότεροι ήθελαν να προσηλυτίσουν τα παιδιά στην εθνικοφροσύνη και να αποδυναμώσουν στρατηγικά τον ΔΣΕ.
Η ραδιοφωνική ομιλία της βασίλισσας
Το ζήτημα απασχόλησε και την Ειδική Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Βαλκάνια, η οποία, στις αρχές του 1948, έλαβε την καταγγελία της κυβέρνησης της Αθήνας ότι οι αντάρτες “άρπαζαν” ανήλικα αγόρια και κορίτσια. Συγκροτήθηκε ακόμη και Γραφείο Διαμαρτυρίας κατά του παιδομαζώματος, με πρωτοβουλία της Φρειδερίκης.
Η βασίλισσα ήταν γνωστή για τις παρεμβάσεις της στα πολιτικά πράγματα και τις φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες που έπαιρνε, σε μια περίοδο που οι κοινωνικές πολιτικές ήταν ανεπαρκείς. Συχνές ήταν και οι επισκέψεις της στις εμπόλεμες περιοχές, συνοδεία του βασιλιά Παύλου.
Η πιο δυναμική παρέμβασή της στο ζήτημα των “παιδιών του Εμφυλίου” έγινε στις 28 Δεκεμβρίου 1949.
Σε ραδιοφωνική της ομιλία, έκανε έκκληση “στον πολιτισμένο κόσμο” να προσευχηθεί για την τύχη “28.000 απαχθέντων παιδιών” και να δυναμώσει τη φωνή του, προκειμένου “να επιστρέψουν στην αγκαλιά των μητέρων τους“.
“Η σιωπή μπροστά σε τέτοιο κτύπημα ενισχύει περισσότερο το έγκλημα και μας μεταβάλλει όλους σε συνενόχους“, ανέφερε χαρακτηριστικά στο διάγγελμά της.
Τα παιδιά “του έθνους” και “του λαού”
Το ζήτημα των παιδιών επανερχόταν πολύ συχνά στο δημόσιο διάλογο τις δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο, με την κάθε πλευρά να κατηγορεί την άλλη για “βίαιη απαγωγή παιδιών“, “πλύση εγκεφάλου” και “κρυφούς σκοπούς“.
Η πόλωση μεταξύ δεξιών και κομμουνιστών αντικατοπτρίστηκε και στον Τύπο της εποχής. Η εφημερίδα “Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας – Δελτίο Ειδήσεων” της 25ης Νοεμβρίου 1948 είχε τον τίτλο: “Μανάδες, αντισταθείτε στους δολοφόνους των παιδιών σας“.
Στην αντίπερα όχθη, συντηρητικά έντυπα, όπως το “Εμπρός“, η “Ελευθερία” και ο “Ελληνικός Βορράς“, χρησιμοποιούσαν σχεδόν πάντοτε έννοιες, όπως “συμμοριόπληκτοι“, “σλαβοκομμουνισταί” και “εαμοβούλγαροι“.
Ένα βασικό επιχείρημα της Αριστεράς είναι ότι το ευαίσθητο θέμα της μετακίνησης των παιδιών τέθηκε από τη Δεξιά, με σκοπό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην πολιτική των εκτελέσεων και των εξοριών στα στρατόπεδα της Μακρονήσου, της Λέρου, και αλλού.
“Η περίθαλψη των παιδιών που αποτελούσαν το “μέλλον του έθνους” αποσκοπούσε στο να καταδείξει ποιος ήταν πραγματικά ο κατάλληλος για να αναλάβει τον ρόλο του “προστάτη” της νεολαίας.
Αντίστροφα, η δαιμονοποίηση του αντιπάλου μέσω της προπαγάνδας για τη “σωτηρία του παιδιού” στόχευε στην απαξίωσή του, ως εχθρού της νέας γενιάς και, τελικά, ως υπονομευτή του μέλλοντος της ίδιας της πατρίδας“, συμπεραίνει ο κ. Χασιώτης.
Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα παιδιά ήταν είτε παιδιά μαχητών των δύο στρατών, είτε ορφανά, τα οποία οι παππούδες τους τα είχαν δώσει με τη θέλησή τους.
“Υπήρξαν περιπτώσεις βίαιης απαγωγής παιδιών, κυρίως από κομμουνιστές, αλλά δεν ήταν ο κανόνας“, προσθέτει ο Ραϋμόνδος Αλβανός, συγγραφέας του βιβλίου “Ο ελληνικός Εμφύλιος“.
Ο “Έρανος της Φρειδερίκης”
Τον Ιούλιο του 1947, ιδρύθηκε με βασιλικό διάταγμα ο Έρανος “Πρόνοια Βορείων Επαρχιών Ελλάδος”, περισσότερο γνωστός ως “Έρανος της Βασίλισσας”, που το 1955 μετονομάστηκε σε Βασιλικό Ίδρυμα Πρόνοιας.
Σκοπός του ήταν η περίθαλψη των ορφανών και απροστάτευτων παιδιών της υπαίθρου, κυρίως των αποκαλούμενων “ανταρτόπληκτων” οικογενειών. Εκτός από τα παιδιά που έζησαν την οδύνη της ορφάνιας, υπήρχαν κι εκείνα, των οποίων οι γονείς είτε πολεμούσαν είτε είχαν εξοριστεί για τα φρονήματά τους.
Σύμφωνα με την ιστορικό Τασούλα Βερβενιώτη, ιδρύθηκαν 53 παιδουπόλεις. Οι 23 στην Αθήνα, οι 12 στη Θεσσαλονίκη, τρεις στα Γιάννενα, δύο στη Λαμία και από μία σε Καβάλα, Αγρίνιο, Βόλο, Λάρισα και Πάτρα.
Οι υπόλοιπες οκτώ λειτουργούσαν στα νησιά της Ρόδου, της Σύρου, της Τήνου, της Λέσβου και της Κέρκυρας. Η πρώτη παιδούπολη που τέθηκε σε λειτουργία, τον Ιούλιο του 1947, ήταν η “Αγία Ειρήνη” στη Θεσσαλονίκη.
Αναφέρεται ότι, στις 6 Μαρτίου 1948, η Φρειδερίκη κάλεσε τον υπουργό Στρατιωτικών, τον υπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας και τον υφυπουργό Εσωτερικών σε σύσκεψη και οι κυβερνητικές δυνάμεις άρχισαν να συγκεντρώνουν παιδιά από περιοχές που δρούσε ο ΔΣΕ.
Η οργάνωση των παιδουπόλεων
Το εύρος των ηλικιών των παιδιών στις παιδουπόλεις κυμαινόταν από τα 4 έως τα 16 έτη. Ωστόσο, δεν ήταν λίγες οι φορές που συγκεντρώθηκαν και παιδιά μικρότερης ηλικίας, συνήθως συνοδευόμενα από τα μεγαλύτερα αδέρφια τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ίσχυε και το αντίστροφο, όπως, για παράδειγμα, στην παιδούπολη του προσφυγικού καταυλισμού της Ρόδου, όπου διέμεναν 66 αγόρια ηλικίας 16-19 ετών.
Το καθημερινό πρόγραμμα στις παιδουπόλεις ήταν σχεδόν στρατιωτικό. Την Κυριακή το πρωί, τα παιδιά εκκλησιάζονταν, ενώ το βράδυ παρακολουθούσαν κατηχητικό σχολείο.
Οι αρχηγοί των παιδουπόλεων ήταν συνήθως απόστρατοι αξιωματικοί ή αρχηγοί προσκόπων.
Όμως, τον αθέατο και ταυτόχρονα σημαντικότερο ρόλο έπαιζαν οι αποκαλούμενες “εντεταλμένες κυρίες“, οι οποίες, μεταξύ άλλων, οργάνωναν και παρακολουθούσαν τη λειτουργία των συσσιτίων, μοίραζαν ρούχα και συνόδευαν τα παιδιά.
Το έργο των συγκεκριμένων γυναικών, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονταν η Αλεξάνδρα Μελά και η Λίνα Τσαλδάρη, επαίνεσε και η ίδια η βασίλισσα στα απομνημονεύματά της.
Όπως αναφέρει ο Λουκιανός Χασιώτης, υπήρξαν και φαινόμενα σεξουαλικής κακοποίησης τροφίμων από μέλη του προσωπικού των παιδουπόλεων, τα οποία τιμωρήθηκαν για τις πράξεις τους.
Μετά το τέλος του Εμφυλίου, μόνο 14 παιδουπόλεις συνέχισαν να λειτουργούν. Το ΚΚΕ κατήγγειλε ότι πολλά παιδιά δόθηκαν σε οικογένειες Ελληνοαμερικανών, με ψευδείς βεβαιώσεις ότι ήταν ορφανά, ενώ στην πραγματικότητα οι γονείς τους ήταν μαχητές του ΔΣΕ.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα παιδιά του “παιδομαζώματος” και του “παιδοφυλάγματος” έγιναν πρωταγωνιστές μίας από τις πιο φορτισμένες πτυχές της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Με πληροφορίες από:
- “Τα παιδιά του Εμφυλίου – Παιδομάζωμα ή/και παιδοφύλαγμα“, άρθρο της Τασούλας Βερβενιώτη στο 8ο τόμο του έργου “Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000” (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα)
- “Τα παιδιά του Εμφυλίου“, βιβλίο του Λουκιανού Χασιώτη (Βιβλιοπωλείον της Εστίας)
- “Ο ελληνικός εμφύλιος“, βιβλίο του Ραϋμόνδου Αλβανού (εκδόσεις Επίκεντρο)
Κεντρική φωτογραφία: Παιδιά που το 1949 είχαν μεταφερθεί από τον ΔΣΕ στη Γιουγκοσλαβία, επιστρέφουν στην Ελλάδα το 1951. Πηγή: Λεύκωμα του Μιχ. Κατσίγερα “Ελλάδα 20ός αιώνας. Οι φωτογραφίες” (τόμος β’, 1946-2000, εκδόσεις Ποταμός)
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr