«Και οι Δώδεκα ήταν Καθάρματα» ή «Οι Βρώμικοι Δώδεκα» όπως είναι η ακριβής μετάφραση του τίτλου στα ελληνικά είναι πολεμική ταινία του Χόλυγουντ του 1967 σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Όλντριτς και με πρωταγωνιστές τους Λι Μάρβιν, Έρνεστ Μποργκίν, Τσαρλς Μπρόνσον, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Τέλι Σαβάλα, Τζον Κασαβέτη και άλλους. Είναι μεταφορά στον κινηματογράφο του ομώνυμου μυθιστορήματος του Έρουϊν Ναθάνσον που κυκλοφόρησε το 1965. Αν και πρόκειται για μία φανταστική ιστορία που τοποθετείται στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως έμπνευσή της έχει μία πραγματική μονάδα του αμερικανικού στρατού που έδρασε το 1944. Η ταινία έχει και ελληνικό ενδιαφέρον γιατί πρωταγωνιστούσαν σε αυτή και δύο Έλληνες ηθοποιοί ενώ ακούγεται και μία ελληνική φράση!
του συνεργάτη ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού
Η αποστολή των “καθαρμάτων”
“Και οι Δώδεκα ήταν Καθάρματα” έχει ως θέμα 12 Αμερικανούς στρατιώτες που στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν καταδικαστεί για διάφορα εγκλήματα που διέπραξαν στην Αγγλία, σε θάνατο, ισόβια ή πολυετείς καθείρξεις. Το 1944 τους δίνεται προσωρινή χάρη υπό τον όρο να συμμετάσχουν σε μία αποστολή αυτοκτονίας λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία.
Στόχος τους είναι να σκοτώσουν όσους περισσότερους υψηλόβαθμους Γερμανούς αξιωματικούς που παραθερίζουν σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο στη Νορμανδία. Ουσιαστικά θα λειτουργούσαν σαν γκάγκστερ σε αποστολή δολοφονίας, ρόλο που ταίριαζε στους περισσότερους απ’ αυτούς αφού ήταν αδίστακτοι δολοφόνοι.
Ρεαλισμός και ωμότητα
Το μεγαλύτερο τμήμα της ταινίας επικεντρώνεται στην εκπαίδευσή τους για την αποστολή και για το πως δέθηκαν μεταξύ τους σαν ομάδα. Το πιο σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε ο ταγματάρχης Ρέισμαν (Λι Μάρβιν), στον οποίο ανατέθηκε να οργανώσει και να ηγηθεί της ομάδας. Ο ίδιος δεν ήταν εγκληματίας, αλλά ένας απείθαρχος αξιωματικός που οι προϊστάμενοί του ήθελαν να ξεφορτωθούν στέλνοντας τον σε αποστολή αυτοκτονίας μαζί με τους κατάδικους.
Η ταινία είναι αρκετά ρεαλιστική και ωμή. Σε αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι πολλοί από τους ηθοποιούς που παίζουν σε αυτή είχαν πολεμήσει στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι πρωταγωνιστές-κατάδικοι διακρίνονται για την έλλειψη πειθαρχίας, την αδιαφορία τους για τη στρατιωτική ιεραρχία, τη βωμολοχία, αλλά και το ιδιότυπο χιούμορ τους.
Επιπλέον, οι σκηνές βίας της ταινίας θεωρούνταν ακραίες για την εποχή που γυρίστηκε.
Εμπορική επιτυχία αλλά αρνητικές κριτικές
«Και οι Δώδεκα ήταν Καθάρματα» υπήρξε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και πολλοί από τους ηθοποιούς που έπαιξαν σε αυτή αν και ήταν ήδη γνωστοί, έγιναν μεγάλοι κινηματογραφικοί αστέρες.
Σήμερα η ταινία θεωρείται ως μία από τις σπουδαιότερες πολεμικές ταινίες όλων των εποχών.
Όμως, την εποχή που βγήκε στους κινηματογράφους δίχασε τους κριτικούς. Κάποιοι έγραψαν διθυράμβους για την ταινία, ενώ άλλοι τη χαρακτήρισαν ως μία πρόχειρη και φανταστική ιστορία που έβγαζε μία αρνητική εικόνα για τους Αμερικανούς στρατιώτες που πολέμησαν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλοί θεωρούν ότι αυτός ήταν και ο λόγος που το 1968 κέρδισε μόνο ένα βραβείο Όσκαρ και αυτό του Καλύτερου Μοντάζ Ήχου.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι πολλοί σύνδεσμοι Αμερικανών βετεράνων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καταδίκασαν την ταινία. Ένα βασικό επιχείρημά τους ήταν ότι δεν υπήρξε καμία μονάδα στον αμερικανικό στρατό που συγκροτήθηκε από καταδικασμένους εγκληματίες.
Αντίθετα, οι Γερμανοί είχαν συστήσει μία ολόκληρη μεραρχία με αδίστακτους ποινικούς. Δείτε εδώ:
Ο συγγραφέας του βιβλίου, Ναθάνσον στον πρόλογο του μυθιστορήματός του αναφέρει ότι είχε ακούσει μια ιστορία για μια τέτοια μονάδα στον αμερικανικό στρατό στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά λανθασμένα θεώρησε ότι αποτελούνταν από κατάδικους.
Αν και ερεύνησε το θέμα, δεν μπόρεσε να βρει κανένα σχετικό στοιχείο στα αρχεία του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη. Παρά ταύτα έγραψε τελικά το μυθιστόρημα με αυτό το θέμα, δίχως να αναφέρει από που εμπνεύστηκε το όνομα της μονάδας.
«Οι Βρώμικοι Δεκατρείς»
Ωστόσο, το 1944 υπήρχε μία διμοιρία αλεξιπτωτιστών του αμερικανικού στρατού με το παρατσούκλι «οι Βρώμικοι Δεκατρείς» που ανήκε στην 506 Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών. Οι άνδρες αυτοί ήταν κομάντο που είχαν αποστολή να πέσουν με αλεξίπτωτα πίσω από τις γερμανικές γραμμές και να πάρουν υπό τον έλεγχό τους γέφυρες πάνω από το ποταμό Ντουβέ.
Καθώς είχαν ειδικότητα στα σαμποτάζ, οι διαταγές που είχαν ήταν να ανατινάξουν τις γέφυρες αν δεν μπορούσαν να τις ασφαλίσουν.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο Ναθάνσον εμπνεύστηκε το μυθιστόρημά του απ’ αυτή τη μονάδα. Πολλές λεπτομέρειες τόσο στο βιβλίο όσο και στην ταινία ισχύουν και για τους «Βρώμικούς Δεκατρείς», όπως η σκληρή εκπαίδευσή τους μακριά από άλλους στρατιώτες, το γεγονός ότι ήταν επιρρεπείς στο ποτό και τη βία, την ασέβειά τους για τη στρατιωτική εξουσία και το πάρτι με πόρνες μετά το τέλος της εκπαίδευσής τους για την αποστολή.
Όμως, σε αντίθεση με τα «Δώδεκα Καθάρματα» οι «Βρώμικοι Δεκατρείς» δεν ήταν κατάδικοι.
Δείτε εδώ για τη μονάδα που υπήρξε πηγή έμπνευσης για τα “Δώδεκα Καθάρματα”
Οι Έλληνες ηθοποιοί
Η ταινία παρουσιάζει ελληνικό ενδιαφέρον καθώς δύο από τα «Δώδεκα Καθάρματα» είναι ελληνοαμερικανοί ηθοποιοί, ο Τέλυ Σαβάλας και ο Τζον Κασαβέτης. Ο πρώτος ήταν ήδη γνωστός και καταξιωμένος ηθοποιός το 1967 όταν γυρίστηκε η ταινία.
Ο Κασαβέτης δεν ήταν τότε γνωστός, καθώς ασχολούνταν ως σκηνοθέτης με τον ανεξάρτητο κινηματογράφο που δεν είχε την εμπορικότητα του Χόλυγουντ. Όμως, προκειμένου να έχει τα οικονομικά μέσα για να γυρίζει τις ταινίες του αναγκαζόταν να συμμετέχει σε μερικές ταινίες του Χόλυγουντ ως ηθοποιός, κάτι που δεν του άρεσε.
Ο Κασαβέτης στα “καθάρματα”
«Και οι Δώδεκα ήταν Καθάρματα» ήταν η πρώτη εμπορική ταινία όπου ο Κασαβέτης είχε μεγάλο ρόλο. Μάλιστα, μετά τον βασικό πρωταγωνιστή, Λι Μάρβιν, έχει το περισσότερο χρόνο στην ταινία.
Παρόλο που υπάρχουν άλλα 11 καθάρματα, ο Κασαβέτης ξεχωρίζει για τον ρεαλιστικό τρόπο που παίζει, που θυμίζει ρόλους στις δικές του ανεξάρτητες παραγωγές. Είναι αυτός που αντιπαρατάσσεται συνέχεια με τον ταγματάρχη και αμφισβητεί την εξουσία του. Ακόμη και οι αρνητικές κριτικές για την ταινία επαινούν το παίξιμο του Τζον Κασαβέτη.
Στην ταινία ο Σαβάλας και ο Κασαβέτης δεν παίζουν τους ελληνοαμερικανούς. Ο Σαβάλας κάνει ένα παράφρονα, θρησκόληπτο, μισογύνη, ρατσιστή Αμερικανό από κάποια νότια πολιτεία. Ο Κασαβέτης παίζει το ρόλο ενός ιταλοαμερικανού γκάγκστερ.
Η άγνωστη φράση στα ελληνικά
Στην ταινία δεν εμφανίζεται κανένας κατάδικος ή δεσμοφύλακας ως Έλληνας. Όμως, σ’ ένα σημείο της ένας από τους φρουρούς των «καθαρμάτων» ακούγεται να τους φωνάζει στα ελληνικά τη φράση, «Μία τρύπα στο νερό».
Τους πετά τη φράση καθώς τους πιέζει να πάνε γρήγορα σ’ ένα κτήριο. Αμέσως μετά τους λέει ότι είναι στα ελληνικά η βρισιά στα αγγλικά με τα αρχικά T.S. (tough shit). Και προσθέτει πώς αν έχουν πρόβλημα που τους βρίζει, να μιλήσουν με τον στρατιωτικό ιερέα!
Ίσως τη φράση αυτή να την είπαν στον σκηνοθέτη της ταινίας, Ρόμπερτ Όλντριτς, ο Κασαβέτης ή ο Σαβάλας, και αυτός να θεώρησε λανθασμένα ότι ήταν κάποια ελληνική βωμολοχία και την έβαλε ως τέτοια στην ταινία.
Η ελληνική φράση ακούγεται στο 1.07.40-41
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr