18 Οκτωβρίου 1969. Ήταν 10 το πρωί και η 22χρονη Σ.Ρ. περνούσε από τη γειτονιά που διατηρούσε ενεχυροδανειστήριο μια φίλη της. Σκέφτηκε να μπει να χαιρετήσει.
Ανοίγοντας την πόρτα, συναντήθηκε με έναν νεαρό άντρα που έβγαινε βιαστικά.
Μόλις μπήκε στο κατάστημα, χαιρέτησε αλλά δεν έλαβε απάντηση. Στο ενεχυροδανειστήριο επικρατούσε μία ησυχία, ενώ η 44χρονη ιδιοκτήτρια ήταν άφαντη. Το μυστήριο δεν άργησε να λυθεί. Μόλις η 22χρονη πλησίασε τον πάγκο του ταμείου ήρθε αντιμέτωπη με ένα τρομερό θέαμα. Το πάτωμα ήταν γεμάτο αίματα. Ήταν της φίλης της που κείτονταν νεκρή.
Η αναγνώριση του μυστήριου άντρα
Η άγρια δολοφονία της 44χρονης Ν.Σ. στην πολυσύχναστη εμπορική γειτονιά του Πειραιά, κινητοποίησε αμέσως τις αρχές. Λόγω του ότι το έγκλημα διαπράχθηκε σε ώρα αιχμής, οι αστυνομικοί δε δυσκολεύτηκαν να βρουν μάρτυρες που είχαν δει ή είχαν ακούσει κάτι.
Η πιο σημαντική κατάθεση όμως ήταν της 22χρονης Σ.Ρ. που μπαίνοντας στο κατάστημα είχε κατά πάσα πιθανότητα διασταυρωθεί με το δολοφόνο. Σύντομα, εμφανίστηκαν δύο ακόμη άτομα, εργαζόμενοι σε διπλανές επιχειρήσεις, που είχαν δει το ίδιο άτομο. Οι περιγραφές τους ήταν αρκετά ακριβείς και συμφωνούσαν μεταξύ τους. Έτσι, οι αστυνομικοί γρήγορα μπόρεσαν να σχηματίσουν ένα προφίλ. Ο δράστης ήταν 20-25 ετών, ψηλός, ξανθός με ίσια μαλλιά και χωρίστρα στη μέση. Με τη βοήθεια ειδικών σκιτσογράφων που συνεργάστηκαν με τους μάρτυρες, η Αστυνομία έδωσε το σκίτσο του στον Τύπο.
Τα τηλέφωνα της Ασφάλειας άρχισαν να χτυπούν ασταμάτητα.
Πολλές πληροφορίες ήταν φλυαρία και γενικές εντυπώσεις ανθρώπων που νόμιζαν ότι αναγνώρισαν τον ύποπτο.
Ωστόσο κάποιες πληροφορίες ήταν κρίσιμες. Τρεις μέρες μετά το έγκλημα, η Σ.Ρ. κλήθηκε στο αστυνομικό τμήμα για αναγνώριση. Οι αρχές είχαν συλλάβει περισσότερους από 100 υπόπτους και τους παρουσίασαν στην 22χρονη. Ανάμεσά τους βρισκόταν ένα γνώριμο πρόσωπο. Μόλις η κοπέλα τον αντίκρισε, ταράχτηκε.
«Δολοφόνε, εσύ είσαι! Εσύ τη σκότωσες! Αυτός είναι, δε μου μένει καμία αμφιβολία», αναφώνησε.
Ο νεαρός άντρας αρχικά έδειξε έκπληκτος. «Δεν σας γνωρίζω δεσποινίς, τι είναι αυτά που λέτε;».
Οι αστυνομικοί όμως, πίστεψαν τη γυναίκα και οδήγησαν το νεαρό σε άλλη αίθουσα για να τον ανακρίνουν. Επρόκειτο για τον Δ.Φ., έναν 19χρονο με λευκό ποινικό μητρώο και προσεγμένο παρουσιαστικό. Ήταν ψηλός, ανοιχτόχρωμος και έμοιαζε με το σκίτσο του δράστη.
Παρά την πρώτη του αντίδραση, όταν η 22χρονη τον αναγνώρισε, ο Δ.Φ. δεν άργησε να λυγίσει μπροστά στους αστυνομικούς. Ομολόγησε ότι αυτός ήταν ο δολοφόνος της 44χρονης ενεχυροδανείστριας. Υποστήριξε ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τη γυναίκα, όλα συνέβησαν εν βρασμώ ψυχής πάνω σε μια λογομαχία. Παράλληλα, αποκάλυψε ότι δεν έδρασε μόνος. Είχε ένα συνεργό, τον 22χρονο Γ.Β.
Δύο ερασιτέχνες «γκάγκστερς»
Οι αρχές συνέλαβαν τον Γ.Β. και τον ανέκριναν χωριστά. Εκείνος δεν προσπάθησε να αρνηθεί την ανάμιξή του στο έγκλημα, όμως υποστήριξε ότι υπήρξε απλός θεατής. Είχε «παρασυρθεί» από τον Δ.Φ. ο οποίος του έταζε ότι θα διέπρατταν την τέλεια ληστεία και θα γίνονταν πλούσιοι.
Ο Δ.Φ. επιδιδόταν σε μικροκλοπές από 15 ετών. Γνωρίστηκε με τον Γ.Β. στη γειτονιά τους, καθώς έμεναν σε διπλανά σπίτια και πολύ γρήγορα έγιναν αχώριστοι.Ο Γ.Β. παραδέχθηκε ότι τον ακολουθούσε παντού και πάντα, σχεδόν τυφλά, ακόμα κι αν πολλές φορές δε συμφωνούσε μαζί του. Ο Δ.Φ. κατέστρωνε τις παρανομίες και ο Γ.Β. υπάκουε. Έτσι συνέβη και τον Οκτώβρη του 1969. Ο 19χρονος πλέον Δ.Φ. δεν αρκούταν σε μικροκλοπές και ήθελε να διαπράξει μια μεγάλη ληστεία.
Αρχικά στο στόχαστρο μπήκε ένα ενεχυροδανειστήριο στον Κορυδαλλό. Οι πρώτες απόπειρες όμως απέτυχαν, λόγω κακού σχεδιασμού. Τότε, ο Δ.Φ. είπε στον φίλο του ότι για να πετύχει το σχέδιο, έπρεπε να σκοτώσουν τον ιδιοκτήτη και να του αποσπάσουν τα κλειδιά. Έπειτα θα έμπαιναν στο κατάστημα ανενόχλητοι και θα άδειαζαν το ταμείο. Ωστόσο, ο Γ.Β. τελευταία στιγμή δείλιασε, δεν μπορούσε να διαπράξει φόνο. Η στάση του εξόργισε τον 19χρονο συνεργό του, που αποφάσισε «να του δείξει πώς σκοτώνουν». Τότε, εντόπισαν το ενεχυροδανειστήριο της 44χρονης στον Πειραιά. Προ εβδομάδων, ο Δ.Β. είχε πουλήσει στην συγκεκριμένη ένα ρολόι και ένα δαχτυλίδι.
Το βράδυ της 17ης Οκτωβρίου, οι δύο νεαροί παρακολούθησαν την ενεχυροδανείστρια καθώς κλείδωνε το μαγαζί και επιβιβαζόταν στο λεωφορείο. Το επόμενο πρωί, κατά τις 10, επέστρεψαν οργανωμένοι. Μπήκαν στο ενεχυροδανειστήριο και προσποιήθηκαν ότι ήταν πελάτες. Ο Γ.Β. άρχισε να κάνει ερωτήσεις στη Ν.Σ. Τότε, ο Δ.Φ. άρπαξε τον σιδερένιο λοστό που είχε φέρει μαζί και την αιφνιδίασε χτυπώντας τη με δύναμη στο κεφάλι. Η γυναίκα, που δεν είχε χρόνο να αντιδράσει ούτε πιθανότατα να αντιληφθεί τι συνέβαινε, σωριάστηκε αιμόφυρτη στο πάτωμα. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος.
Οι δυο εγκληματίες επιχείρησαν να ανοίξουν το χρηματοκιβώτιο και να πάρουν ό,τι αντικείμενα αξίας μπορούσαν να κουβαλήσουν. Δεν είχαν όμως πολύ χρόνο, καθώς τους αιφνιδίασε η τυχαία επίσκεψη της 22χρονης.
Δίκη και τιμωρία
Η δίκη των δύο «γκάγκστερς», όπως τους αποκαλούσαν οι δημοσιογράφοι, ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1970. Κατά τις απολογίες τους, ο ένας έριχνε την ευθύνη στον άλλο. Ο Γ.Β. υποστήριζε ότι είχε παρασυρθεί από τον Δ.Φ. και ενεργούσε από φόβο. Τόνισε ότι παρέμεινε αμέτοχος καθ’ όλη τη διάρκεια του εγκλήματος, ενώ δεν είχε καμία συμμετοχή ούτε στο σχεδιασμό του. Από την άλλη, οι δικηγόροι υπεράσπισης του 19χρονου δολοφόνου υποστήριξαν το αντίθετο. Ο Γ.Β., ως μεγαλύτερος, είχε παρασύρει τον Δ.Φ. και για μεγάλο χρονικό διάστημα του ασκούσε τεράστια ψυχολογική πίεση για να διαπράξει το φόνο.
Το δικαστήριο άκουσε όλες τις μαρτυρίες και τις καταθέσεις και μία μέρα αργότερα κατέληξε στην ετυμηγορία. Ο Δ.Φ. καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για απόπειρα ληστείας μετά φόνου και ο Γ.Β. σε 21 χρόνια κάθειρξη. Δεν τους αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: «Όλη η Μάνη χειροκροτεί το φονιά». Η εκδίκηση ενός πατέρα που σκότωσε το δολοφόνο του 14χρονου γιου του. Η υπόθεση έγινε σενάριο σε δύο τηλεοπτικές σειρές
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr