“Συνέβη σε δημόσιο χώρο, μπροστά στα μάτια δεκάδων περαστικών που θα μπορούσαν να είχαν παρέμβει. Γιατί παρέμειναν απαθείς;”. Μια ερώτηση που επαναλαμβάνεται μετά από τραγικά συμβάντα σε πολυσύχναστους χώρους.
Η απάντηση στην ερώτηση έχει δοθεί από τους κοινωνικούς ψυχολόγους εδώ και δεκαετίες. Ο επιστημονικός όρος είναι “bystander effect” ή στα ελληνικά, “η επίδραση των παρευρισκόμενων”.
Η θεωρία διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1964, μετά τη δολοφονία της Αμερικανίδας Kitty Genovese. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκαν στον τύπο της εποχής, τουλάχιστον 38 άτομα έγιναν αυτόπτες μάρτυρες της άγριας δολοφονίας και του βιασμού της 28χρονης Genovese στην είσοδο του σπιτιού της, τα ξημερώματα της 13ης Μαρτίου.
Παρότι η επίθεση εις βάρος της διήρκεσε αρκετά λεπτά, κανείς δεν επιχείρησε να εμποδίσει τον δράστη, ούτε να καλέσει την αστυνομία. Οι αρχές ειδοποιήθηκαν μόνο αφού ο δολοφόνος είχε διαφύγει και η Kitty ήταν πια νεκρή. Η υπόθεση σόκαρε την κοινή γνώμη και πολλοί ψυχολόγοι έσπευσαν να ερμηνεύσουν την απάθεια των περαστικών.
Δύο ερευνητές, οι Darley και Latane προχώρησαν στην πραγματοποίηση ενός επιστημονικού πειράματος. Ήταν το πρώτο ευρείας κλίμακας και τα αποτελέσματά του αποτέλεσαν τη βάση της θεωρίας της “επίδρασης των παρευρισκόμενων”.
Διαβάστε ακόμα: «Eίστε νάρκισσος; αδίστακτος; σκοτεινός τύπος;» Ένα κουίζ που εξετάζει τις αρνητικές πλευρές του χαρακτήρα μας
Αρχικά, χώρισαν τα υποκείμενα που συμμετείχαν στο πείραμα σε ομάδες. Έπειτα, υπέβαλαν την καθεμία σε διαφορετικές απρόσμενες καταστάσεις που απαιτούσαν την εμπλοκή τους. Φυσικά, όχι τόσο ακραίες όσο το σενάριο μίας δολοφονίας.
Παραδείγματός χάριν, έβαζαν ορισμένα άτομα από τα γκρουπ ή μεμονωμένα, σε μια αίθουσα με την πρόφαση ότι έπρεπε να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο. Κάποια στιγμή στο δωμάτιο εμφανιζόταν καπνός. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα άτομα που ήταν μόνα τους στο δωμάτιο παρατηρούσαν τον καπνό τα πρώτα 5 δευτερόλεπτα. Αυτοί που βρίσκονταν σε ομάδες χρειάζονταν τουλάχιστον 20.
Αλλά ακόμη κι όταν παρατηρούσαν τον καπνό, όσοι βρίσκονταν σε ομάδες, στην πλειονότητά τους δεν αντιδρούσαν. Μάλιστα, βάσει των απαντήσεών τους, έτειναν να δίνουν νοερά την πιο αισιόδοξη και ασήμαντη εξήγηση του συμβάντος: π.χ. ότι το air-condition έχει κάποια διαρροή. Ενδεικτικά, το 75% των ατόμων που ήταν μόνοι τους στο δωμάτιο βγήκαν για να ειδοποιήσουν για τον καπνό.
Στα ομαδικά γκρουπ το αντίστοιχο ποσοστό ανήλθε σε μόλις 38%.
Παρόμοια, σε διαφορετικό πείραμα του 1969, διαπιστώθηκε ότι σε περίπτωση που μία γυναίκα έδειχνε εμφανώς ταραγμένη σε δημόσιο χώρο, υπήρχαν σαφώς μεγαλύτερες πιθανότητες να βοηθηθεί, όταν τριγύρω υπήρχαν λίγοι πολίτες.
Σε αυτή την περίπτωση ανταποκρίθηκε το 70% ενώ όταν υπήρχαν πολλοί παρόντες η ανταπόκριση ήταν 40%/.
Συμπεράσματα
Η θεωρία της “επίδρασης των παρευρισκόμενων” υποστηρίζει ότι η πιθανότητα ένας περαστικός να βοηθήσει κάποιον που βρίσκεται σε ανάγκη, είναι αντιστρόφως ανάλογη του αριθμού των παρευρισκομένων. Όσο δηλαδή περισσότεροι άνθρωποι είναι παρόντες τόσο λιγότερο πιθανό είναι κάποιος να βοηθήσει.
Στον δυτικό πολιτισμό, η στάση αυτή επηρεάζεται κυρίως από τις κοινωνικές νόρμες. Τα άτομα τείνουν να μη θέλουν να ξεχωρίσουν από το σύνολο, να εκτεθούν, να φανούν αγενείς ή “παράξενοι”. Ο τρόπος που ερμηνεύουμε ή αντιλαμβανόμαστε τις αιφνιδιαστικές καταστάσεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συμπεριφορά και την αντίδραση του διπλανού μας που βιώνει το ίδιο. Αν λοιπόν σε ένα σύνολο ατόμων κανείς δεν ξεπεράσει την υποσυνείδητη συστολή, παίρνοντας το ρίσκο να “εκτεθεί”, είναι πιθανό να επικρατήσει μια γενικευμένη απάθεια. Ο καθένας αντιγράφει την απάθεια των διπλανών του, καθώς ο εγκέφαλός του την καταγράφει ως φυσιολογική.
Αμφισβήτηση
Νεότερες έρευνες έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση την ισχύ της “επίδρασης των παρευρισκόμενων”.
Η αρχή έγινε από τη δολοφονία της Genovese που πυροδότησε τη διατύπωση της θεωρίας. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν καταγραφές και μαρτυρίες που να αποδεικνύουν τον αριθμό των 38 αυτόπτων μαρτύρων.
Από τον φάκελο της υπόθεσης γνωρίζουμε ότι οι αρχές κλήθηκαν λίγο μετά το πέρας της επίθεσης, ενώ μια ηλικιωμένη γειτόνισσα είχε την αιμόφυρτη γυναίκα αγκαλιά μέχρι να φτάσει το ασθενοφόρο. Αρκετοί άκουσαν τις φωνές, κάποιοι είδαν τον άντρα να πλησιάζει, άλλοι πρόλαβαν να δουν μικρό μέρος της επίθεσης. Κανείς όμως δεν καθόταν καθόλη τη διάρκεια του περιστατικού να παρακολουθεί, απαθής.
Ακόμα και ο ίδιος ο δημοσιογράφος που δημοσίευσε το επίμαχο ρεπορτάζ στους New York Times την επόμενη μέρα, παραδέχθηκε πολύ αργότερα ότι υπερέβαλλε.
Αργότερα έγιναν κοινωνικά πειράματα, με περιστατικά που γίνονταν σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης.
Αυτή τη φορά φάνηκε ότι οι πιθανότητες να δοθεί βοήθεια όταν υπήρχε μόνο ένας αυτόπτης μάρτυρας ήταν περισσότερες. Αντίθετα όμως, σε καταστάσεις υψηλού κινδύνου, τόσο εκείνοι που ήταν μόνοι τους, όσο και αυτοί που ήταν μέλη ενός ευρύτερου συνόλου, αντιδρούσαν παρόμοια.
Το 2019 πραγματοποιήθηκε η πρώτη έρευνα διεθνούς κλίμακας όπου εξετάστηκαν πραγματικά περιστατικά. Η ανθρωπολόγος Marie Rosenkrantz Lindegaard ανέλυσε 219 συμβάντα τσακωμών, ξυλοδαρμών ή ατυχημάτων που καταγράφηκαν από κάμερες ασφαλείας. Αυτό που διαπίστωσε ήταν ότι σε όλες σχεδόν τις περιστάσεις οι περαστικοί παρενέβησαν. Ακόμα και σε γεγονότα από χώρες όπως η Νότια Αφρική, όπου το ρίσκο της εμπλοκής σε μια διαμάχη στο δρόμο είναι πολύ μεγάλο, οι άνθρωποι δεν δίστασαν να παρέμβουν και να βοηθήσουν αυτούς που το χρειάζονταν.
Οι επιστήμονες έχουν καταλήξει ότι η αντίδραση ενός ατόμου σε αιφνιδιαστικές καταστάσεις και καταστάσεις κινδύνου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν υπάρχει μια θεωρία που να ισχύει καθολικά. Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες με την εξέλιξη της τεχνολογίας, τα πράγματα έχουν περιπλακεί. Νέα ερωτήματα έχουν ανακύψει. Τι ωθεί κάποιον να καταγράψει μια κατάσταση με την κάμερα του κινητού του, αλλά να μην σπεύσει σε βοήθεια;
Σύμφωνα με τον δρ. Linus Andersson, που μελετά το ζήτημα, η καταγραφή βίντεο μοιάζει να είναι ένας πολύ άμεσος και συνάμα ασφαλής τρόπος αντιμετώπισης μιας κατάστασης.
“Σου δίνει την αίσθηση ότι κάνεις κάτι κάτι, αντί να παραμένεις παθητικός θεατής”.
Άλλωστε, έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι λειτουργούν πιο συνεσταλμένα και έννομα όταν γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται ή καταγράφονται.
Η κάμερα δηλαδή είναι μια μορφή παρέμβασης στον δράστη, που αναστέλλει την επιθετικότητά του.
Για κάποιον που φοβάται ή νιώθει ανήμπορος να εμπλακεί σε μια διένεξη, μεταξύ τρίτων στο δρόμο, το κινητό αποτελεί το μοναδικό εργαλείο που του δίνει δύναμη.
Αλλά ακόμη κι αν η κάμερα δεν τον αποθαρρύνει, το βίντεο μπορεί να αποτελέσει μελλοντικά αποδεικτικό στοιχείο ή μέσο δημόσιας διαπόμπευσης στα social mediamtx.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Ποιο πρόσωπο από τα εικονιζόμενα σας τρομάζει περισσότερο; Κάντε το ψυχολογικό τεστ και θα εκπλαγείτε με το αποτέλεσμα
αρχική εικόνα: YouTube
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr