1926. Ο αρχηγός της μαφίας στο χωριό Γκάντζι του Παλέρμο, άνοιξε σιγά σιγά την κουρτίνα του παραθύρου του και κοίταξε στον ερημωμένο δρόμο. Οι “δικοί” του κρύβονταν στα σκοτεινά σπίτια τους. Ξαφνικά, ένας άνδρας βγήκε στον δρόμο και άρχισε να φωνάζει “Προειδοποιώ τους μαφιόζους να παραδοθούν μέσα στις επόμενες 12 ώρες. Διαφορετικά θα προβώ σε ακραία μέτρα”.
Ήταν ο Τσεζάρε Μόρι, ο άνθρωπος που είχε βάλει ο Μουσολίνι για να εξαλείψει τη μαφία στη Σικελία. Οι μαφιόζοι ήταν ενάντια στον φασισμό. Μια εκστρατεία κατά της μαφίας και του οργανωμένου εγκλήματος θα ενίσχυε την εξουσία του και θα τον βοηθούσε να επικρατήσει έναντι των πολιτικών του αντιπάλων από τη Σικελία που συνεργάζονταν με τους μαφιόζους.
Όμως, πριν να αρχίσει τον “πόλεμο” κατά της μαφίας, ο Μουσολίνι επισκέφτηκε τη Σικελία για πρώτη φορά. Τον υποδέχτηκε ο δήμαρχος και μαφιόζος της μικρής πόλης Πιάνα ντέι Γκρέτσι, Τσίτσο Κούτσα. Ενώ οι δύο άνδρες περπατούσαν στον δρόμο, ο Κούτσα γύρισε το κεφάλι του, κοίταξε με υποτιμητικό ύφος τον σωματοφύλακα του Μουσολίνι και του είπε “Γιατί τους χρειάζεσαι αυτούς τους άνδρες; Δεν χρειάζεται να ανησυχείς για τίποτα όσο είσαι μαζί μου. Εδώ εγώ είμαι αυτός που διατάζει”. Ο Μουσολίνι αρνήθηκε την προστασία του και ο Κούτσα προσβλήθηκε. Θεώρησε ότι δεν είχε δείξει τον σεβασμό που του άρμοζε. Έτσι, διέταξε τους κατοίκους να μην παρευρεθεί κανείς στην ομιλία που θα έκανε ο Μουσολίνι. Όταν ο Μουσολίνι βγήκε στην πλατεία να βγάλει λόγο, υπήρχαν μόνο μερικοί ζητιάνοι, λούστροι και λαχειοπώλες. Ο Μουσολίνι έγινε έξω φρενών και κατάλαβε τη δύναμη της μαφίας στον Νότο. Ήταν ένα “κράτος εν κράτει”. Ο Ντούτσε δεν μπορούσε να το επιτρέψει αυτό. Έπρεπε και ο Νότος να συμβαδίσει με την υπόλοιπη φασιστική Ιταλία.
Αυτή η μέρα θεωρήθηκε η αρχή του πολέμου του Μουσολίνι κατά της μαφίας. Όταν επέστρεψε στη Ρώμη διακήρυξε ότι “ήταν αποφασισμένος να λύσει το πρόβλημα του ιταλικού Νότου”.
O “άνδρας με την πέτρινη καρδιά”
Ο Μουσολίνι ανέθεσε τη δουλειά στον Τσεζάρε Μόρι. Ο Μόρι καταγόταν από την Παβία. Μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο. Οι βιολογικοί γονείς του τον αναγνώρισαν όταν ήταν επτά ετών. Σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία του Τορίνο και σύντομα εντάχθηκε στο αστυνομικό σώμα πρώτα στην περιοχή της Ραβένας, στο Τράπανι της Σικελίας και στη Φλωρεντία. Παράλληλα, έγινε νομάρχης της Μπολόνιας.
Στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η εγκληματικότητα στη Σικελία είχε αυξηθεί όταν οι βετεράνοι του πολέμου εντάχθηκαν σε ληστοσυμμορίες. Ο Μόρι αναδείχθηκε σε αρχηγός των ειδικών δυνάμεων που είχαν σταλθεί στη Σικελία για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Ο Μόρι διακρίθηκε για τις δραστικές του μεθόδους. Μέσα σε ένα βράδυ είχε συλλάβει 300 υπόπτους στην περιοχή της Καλταμπελότας. Ο Τύπος έγραφε για το “θανατηφόρο χτύπημα κατά της μαφίας”.
Όμως, ο Τύπος όπως και οι κάτοικοι δεν είχαν καταλάβει ότι οι ληστές και οι μαφιόζοι ήταν δυο διαφορετικές εγκληματικές ομάδες. Το πραγματικό χτύπημα κατά της μαφίας ήρθε μερικά χρόνια αργότερα με διαταγή του Μουσολίνι.
Ο Μόρι επιλέχθηκε από τον Μουσολίνι λόγω της δράσης του. Έγινε νομάρχης στο Τράπανι, ενώ μερικούς μήνες αργότερα διορίστηκε νομάρχης του Παλέρμο.
Αρχικά, ο Μόρι έβαλε στο στόχαστρο τους καλοντυμένους νεαρούς που οδηγούσαν ακριβά αυτοκίνητα στους δρόμους της πόλης. Η πλειοψηφία αυτών δεν είχε αποκτήσει τα χρήματά της με έντιμο τρόπο. Η πιο γνωστή δράση του ήταν στο χωριό Γκάντζι, το οποίο θεωρούνταν οχυρό των μαφιόζων.
Ο Μόρι έδωσε εντολή στους καραμπινιέρους και τις αστυνομικές αρχές να εισβάλλουν στα σπίτια των καταζητούμενων το βράδυ για να τους “πιάσουν στον ύπνο”. Έσφαζαν τα ζώα τους και πουλούσαν το κρέας του στην τοπική αγορά. Αν δεν έβρισκαν τους υπόπτους, κρατούσαν ομήρους τις γυναίκες και τα παιδιά τους για να υποχρεώσουν τους καταζητούμενους να παραδοθούν. Πολλοί μαφιόζοι παραδόθηκαν, καθώς η τιμή τους ήταν πάνω απ’ όλα. Πολλές φορές τους έκαναν βασανιστήρια για να ομολογήσουν τα ονόματα άλλων μαφιόζων της περιοχής. Ο Μουσολίνι τον αποκαλούσε “σιδηρούν νομάρχη” λόγω της σκληρότητάς του. Όμως, οι ντόπιοι προτιμούσαν να τον χαρακτηρίζουν ως τον “άνδρα με την πέτρινη καρδιά”.
Σε λόγο που είχε βγάλει στην περιοχή έλεγε: “Με λένε Μόρι και θα σπείρω τον θάνατο”. Ο Μόρι δεν ήθελε απλώς να συλλάβει τους μαφιόζους. Ήθελε να τους ξεφτιλίσει και να τους γελοιοποιήσει. Έτσι, ο κόσμος θα καταλάβαινε ότι η μαφία δεν ήταν πλέον η καλύτερη επιλογή για την προστασία τους. Με τον εξευτελισμό τους μετέφερε το μήνυμα ότι οι φοβεροί και τρομεροί εγκληματίες ήταν στην πραγματικότητα δειλοί. Μόνο το 1926 στην επαρχία Γκράντζι είχε προβεί σε 5.000 συλλήψεις. Μέχρι το 1929 που έφυγε από τη Σικελία είχαν φυλακιστεί 11.000 άνδρες.
Όμως, οι αμέτρητες συλλήψεις είχαν δημιουργήσει ένα μεγάλο γραφειοκρατικό πρόβλημα και έτσι ο Μουσολίνι τον απέσυρε από τα καθήκοντά του στη Σικελία το 1929.
Οι δυο άνδρες διακήρυσσαν ότι η μαφία στην περιοχή είχε εξαλειφθεί. Παρόλο που δεν ήταν αλήθεια, η μαφία όντως είχε δεχθεί ένα σημαντικό πλήγμα.
Πολλοί μαφιόζοι κατέφυγαν στις ΗΠΑ για να γλιτώσουν. Άλλοι εξορίστηκαν.
“Από τη μία μέρα στην άλλη, πολλοί στέλνονταν στην εξορία. Οι μαφιόζοι καταδικάζονταν σε πέντε χρόνια εξορία χωρίς δίκη, στη μέγιστη ποινή. Όταν αυτά τα πέντε χρόνια περνούσαν, έβγαζαν ένα διάταγμα και τους έριχναν άλλα πέντε. Μετά τον πόλεμο η Μαφία σχεδόν δεν υπήρχε. Οι σικελικές οικογένειες είχαν διαλυθεί. Η Μαφία έμοιαζε με φυτό που δεν καλλιεργείται πια. “Ο θείος μου ο Λουίτζι, που υπήρξε αρχηγός, ήταν εξουσία, κατέληξε να κλέβει για να επιβιώσει”, είχε ο μαφιόζος Αντόνιο Καλντερόνε.
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η συνεργασία με τους συμμάχους
Ιούλιος του 1943. Περίπου 160 χιλιάδες σύμμαχοι εισέβαλαν στη Σικελία. Κατάφεραν να νικήσουν τις δυνάμεις του Άξονα σε μια επιχείρηση που κράτησε μόλις 6 εβδομάδες.
Η μαφία συνεργάστηκε με τους συμμάχους. Οι μαφιόζοι δεν ήταν μόνο ενάντια στον φασισμό. Ήταν ενάντια και στους κομμουνιστές, η πλειοψηφία των οποίων είχε καταφύγει στα βουνά για να πολεμήσει τον Μουσολίνι. Αυτό τους έκανε περισσότερο συμπαθείς στους Συμμάχους και κυρίως στην αμερικανική κυβέρνηση που δεν ήθελε να επικρατήσει ο κομμουνισμός στη χώρα.
Πριν ακόμη να αποβιβαστούν στη Σικελία, όσοι μαφιόζοι είχαν απομείνει τους προμήθευαν με χάρτες και βοηθούσαν τους πράκτορές τους να μπουν και βγουν από τη χώρα χωρίς να το καταλάβει κανείς. Κατά τη διάρκεια της εισβολής, πολλοί έκαναν σαμποτάζ στα ιταλικά στρατεύματα για να διευκολύνουν τους συμμάχους. Ντόπιοι πήγαιναν στους Ιταλούς στρατιώτες και τους έλεγαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους για να μην πεθάνουν. Τους έλεγαν ότι αν δεν δεχτούν, θα τους άρπαζαν μέσα στο σκοτάδι και θα τους παρέδιδαν στους αμερικανούς συμμάχους ως αιχμαλώτους. Πολλοί από αυτούς δέχτηκαν. Τους έδωσαν πολιτικά ρούχα και επέστρεψαν στις οικογένειες τους.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Σικελίας από τους συμμάχους, πολλοί μαφιόζοι αποφυλακίστηκαν. Κάποιοι διορίστηκαν δήμαρχοι ή σε κάποια άλλη ισχυρή πολιτική θέση.
Μπορεί η σικελική μαφία να είχε δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα επί Μόρι, αλλά περίπου μια 20ετία αργότερα επέστρεψε. Και αυτή τη φορά είχε στο πλευρό της ισχυρούς “φίλους”.
Πηγή αρχικής εικόνας: Wikimediamtx Commons
Διαβάστε επίσης στην ΜτΧ: «Ομερτά», ο νόμος σιωπής των μαφιόζων που τιμωρούσε τους «προδότες» με θάνατο. Πώς ακρωτηρίαζαν όσους είχαν συνεργαστεί με την αστυνομία
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr