του συνεργάτη μας και ιστορικού ερευνητή, Στέφανου Μίλεση
Το κολαστήριο του Ράβενσμπρουκ, κρατήθηκαν συνολικά 135.000 γυναίκες απ’ όλη την Ευρώπη. Ανάμεσα στις κρατούμενες βρέθηκαν και χίλιες περίπου Ελληνίδες, τα ονόματα των οποίων στο σύνολό τους δεν έγιναν γνωστά καθώς τα αρχεία καταστράφηκαν.
Μόνο 300 ονόματα Ελληνίδων έχουν καταγραφεί ενώ τα υπόλοιπα μέχρι σήμερα παραμένουν άγνωστα. Πολύ μικρό μέρος των κρατουμένων διασώθηκε μέχρι την απελευθέρωσή τους. Σημαντικό τεκμήριο πληροφόρησης αποτελεί η επιστολή μιας Βελγίδας κρατούμενης, της Σιμόν Λεούκ Ζορμπχαί, αφιερωμένη στη μνήμη της φίλης της και συνοδοιπόρου της στο κολαστήριο, Ελληνίδας Πολύμνιας Καμάρας.
Ο πόλεμος βρήκε την Πολύμνια Καμάρα στο εξωτερικό, στο Παρίσι. Αδυνατώντας να βρει τρόπο να επιστρέψει στην Ελλάδα, έμεινε εκεί από όπου μάθαινε για τις νίκες των ελληνικών στρατευμάτων στα βουνά της Αλβανίας, αλλά και την μαύρη περίοδο εισβολής των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.
Έζησε από κοντά την τραγωδία της συντριβής του γαλλικού μετώπου και της κατοχής της χώρας και συνειδητοποίησε ότι ο εχθρός τόσο της Γαλλίας όσο και της Ελλάδας ήταν ένας, ήταν κοινός, ήταν οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους.
Εντάχθηκε στην γαλλική αντίσταση, συμμετέχοντας σε επιχειρήσεις αλλά γρήγορα η ομάδα της εξαρθρώθηκε από τους Γερμανούς και η ίδια συνελήφθη.
Οδηγήθηκε στο τρομερό κολαστήριο του Ράβενσμπρουκ όπου μαρτύρησε από τα βασανιστήρια που την υπέβαλαν.
Από εκείνο το κολαστήριο που έμεινε περισσότερο γνωστό ως το «Στρατόπεδο της νεολαίας», μέχρι να έρθει η απελευθέρωση διασώθηκαν ελάχιστες κρατούμενες, ανάμεσά τους και η Βελγίδα Σιμόν Λεούκ Ζορμπχαί, σύζυγος μεγάλου Βέλγου βιομηχάνου. Υπήρξε από τους βασικούς μάρτυρες που κατέθεσαν αργότερα για τα βασανιστήρια που υπέβαλλαν οι Γερμανοί τις κρατούμενες και την τύχη τους.
Ήταν η μόνη που μπορούσε να δώσει τη μαρτυρία της για την Πολύμνια Καμάρα, καθώς υπήρξε σύντροφος την περίοδο του εγκλεισμού, αλλά και αυτόπτης μάρτυρας των βασανιστηρίων που υπεβλήθηκε.
Όταν η Ζορμπχαί απελευθερώθηκε θέλησε να επικοινωνήσει με συγγενείς, φίλους και γνωστούς της Πολύμνιας για να τους ενημερώσει για την τύχη της. Προσπάθησε από το Βέλγιο, αλλά δεν τα κατάφερε καθώς δεν γνώριζε πολλά για την καταγωγή της.
Ο χρόνος περνούσε άκαρπος μέχρι που στις 29 Νοεμβρίου 1945 έλαβε μια επιστολή από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ήταν μια φίλη της Πολύμνιας, η Πειλίδου, που διαμέσου των αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού πληροφορήθηκε για κάποια Βελγίδα που προσπαθούσε να επικοινωνήσει με συγγενείς της Πολύμνιας στην Ελλάδα. Αποφάσισε αμέσως να της γράψει.
Η Ζορμπχαί απάντησε στην επιστολή που έλαβε, στην οποία έγραφε τα εξής:
“Βέλγιο 19 Ιανουαρίου 1946
Αγαπητή κυρία,
Ζητώ συγνώμη που απαντώ αργά εις την επιστολή της 29ης Νοεμβρίου 1945. Ήταν ανάγκη δια να σας γράψω να συλλογιστώ αναπολώντας τη μνήμη της φίλης μας και το γράμμα μου δεν έπρεπε να είναι βιαστικό. Από τη Γερμανία όμως γύρισα σε πολύ κακή κατάσταση υγείας.
Πρέπει να σας πω ότι ο σύζυγός μου εκτελέσθηκε με απαγχονισμό από τους Γερμανούς την 25η Φεβρουαρίου 1944 και το μοναδικό παιδί που είχε συλληφθεί και εγκλειστεί μαζί μου πέθανε φρικτά σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Η Πολύμνια έφτασε στο κολαστήριο του Ράβενσμπρουκ τον Δεκέμβριο μαζί με άλλους κρατούμενους που μεταφέρονταν από διάφορα σημεία της Γερμανίας. Πολλές φυλακές του Ράιχ τότε, εκκενώνονταν καθώς οι κρατούμενοι μεταφέρονταν σε στρατόπεδα εξόντωσης.
Και το Ράβενσμπρουκ ήταν ακριβώς αυτό! Ένα σφαγείο ανθρώπων!
Με την Πολύμνια ήμασταν μαζί στο μπλοκ 32 και έπειτα στο μπλοκ 34, άρρωστες και οι δύο, εγώ από πυρετό και η Πολύμνια από δυσεντερία. Μοιραζόμασταν το ίδιο «κρεβάτι» 60 πόντους πλάτος, εκείνη προς το κεφάλι του κρεβατιού, εγώ προς τα πόδια, πεταμένες εκεί χωρίς την παραμικρή περίθαλψη ή βοήθεια στην τύχη και στον εαυτό μας.
Η Πολύμνια διατηρούσε αξιοσημείωτο θάρρος, υποφέροντας τα πάντα με σφιγμένα τα δόντια. Σχεδόν κάθε φορά που πήγαινε να σηκωθεί καταλαμβανόταν από λιποθυμίες. Έπειτα προσβλήθηκε από σκορβούτο. Τα χείλια της και η γλώσσα της πρήστηκαν και υπέφερε τρομερά. Εν τούτοις θα έφταναν λίγα ωμά λαχανικά ή έστω ένα καρότο ή λίγο λεμόνι για να την ανακουφίσουν.
– Σιμονί, μου έλεγε, θα έδινα ακόμα και το ακριβότερο περιδέραιό μου, εκείνο με τα μαργαριτάρια, έστω μόνο για ένα καρότο.
Φανταστείτε αν μπορείτε την εικόνα. Κρεβάτια κουκέτες το ένα πάνω από το άλλο όπως στα καράβια αλλά με ελάχιστο χώρο ανάμεσά τους. Ψείρες, χωρίς νερό, με ρόγχους ανθρώπων που πέθαιναν με δυσοσμία ακατανόμαστη.
Πτώματα γυμνά ανθρώπων στοιβαγμένα στους διαδρόμους εν αναμονή της αγγαρείας που περνούσε και τα φόρτωνε σε καμιόνια.
Ποτέ όμως τίποτα από όσα σας διηγηθούν ή ακούσετε ή μάθετε δεν θα είναι δυνατόν να σας δώσει την πραγματική εικόνα της φρίκης αυτής που ο Δάντης ποτέ δεν θα τολμούσε να φανταστεί. Ωστόσο ακόμα και τότε η Πολύμνια για να μου δώσει θάρρος μου απήγγειλε ποιήματα. Είχε πράγματι γράψει ποιήματα και στη φυλακή… πολλά εκατοντάδες θα έλεγε κανείς, τακτοποιημένα όλα στη μνήμη της.
Έκανε σχέδια να τα τυπώσει μετά τη νίκη σε δώδεκα τεύχη και σκίτσα, έλεγε μάλιστα πως θα αφιέρωνε σε μένα το πρώτο τεύχος. Και οι δύο μας με τα μάτια κλειστά στο τέλος απαγγέλναμε μαζί ποιήματα για να «φύγουμε» από την πραγματικότητα. Πολλά από αυτά ήταν τραγούδια που τα λέγαμε όλες μαζί μιμούμενες την Πολύμνια.
Σε αυτή την κατάσταση μας μετέφεραν στο στρατόπεδο της «Νεολαίας» από το οποίο είμαι η μόνη που γλύτωσα. Για αυτό και αργότερα μου ζητήθηκε να κάνω μια έκθεση για τις οικογένειες των θυμάτων που ήταν μαζί μου.
Σας αφήνω κυρία μου να σκεφτείτε πως ζήσαμε σε μια τέτοια κατάσταση, που δεν ήταν σκληρή μόνο εξαιτίας των δεσμοφυλάκων μας, αλλά πολλές φορές και από τους ίδιους του κρατούμενους. Γυναίκες ελευθέρων ηθών, άλλες για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου ζούσαν ανάμεσά μας. Μια τέτοια που κοιμόταν δίπλα μας είχε σφαγιάσει το παιδί της και στη συνέχεια το είχε κατατεμαχίσει.
Επρόκειτο για μιας τρομερή ανάμιξη διαφορετικών ανθρώπων. Όλες μας φορούσαμε την ίδια στολή καταδίκων κάτεργου με ρίγες μπλε και γκρίζες.
Ακόμα και το στρατόπεδο ήταν απαίσιο από μόνο του. Βρισκόταν σε μια τελματώδη περιοχή, εξαιρετικά ανθυγιεινή με ομίχλη διαρκώς να το σκεπάζει. Σε αυτό το μέρος συγκεντρώνονταν κάθε πρωί ΣΑΡΑΝΤΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ φυλακισμένες που ήμασταν εκεί μέσα, παρατασσόμασταν σε ατέλειωτες γραμμές κάθε μέρα στις πέντε το πρωί.
Εκείνη την ώρα, θέλοντας και μη, αντικρύζαμε τις καμινάδες του «εργοστασίου» που κάπνιζαν ακατάπαυστα μέρα και νύχτα, που όλοι ξέραμε ότι ήταν ο αποτεφρωτικός κλίβανος, που σκοπό είχε να εξαφανίζει ανθρώπους στις τρομερές του φλόγες.
Ο καπνός που αντικρύζαμε από την καμινάδα ξέραμε όλοι ότι ήταν άνθρωποι που έφευγαν στον ουρανό.
Από αυτή την καμινάδα έφυγε προς το άπειρο και η φίλη μας Πολύμνια Καμάρα για την οποία βέβαια ποτέ δεν θα δεις να εκδίδεται επίσημο πιστοποιητικό θανάτου.
Όμως μέχρι το τέλος, μέχρι να έρθει η δική της σειρά, κράτησε μια στάση μοναδική, γενναία, με το ηρωικό της παράδειγμα μας ανακούφιζε.
Η Πολύμνια είχε διαμορφώσει την πεποίθηση ότι κι αν ακόμα έφευγε από τούτο τον κόσμο θα ζούσε κάπου καλύτερα.
Το κολαστήριο του Ράβενσμπρουκ απελευθερώθηκε στις 24 Απριλίου 1945 ύστερα από επέμβαση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Εκείνη την αξέχαστη ημέρα 100 γυναίκες συγκεντρώθηκαν σαν κοπάδι από τις δεσμοφύλακες έξω από το στρατόπεδο.
Ήμασταν σα χαμένες και καμιά μας δεν πίστευε πως ήταν αληθινό. Κι όταν ύστερα από πολλές ώρες αγωνίας φάνηκαν τα αυτοκίνητα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Μόλις έγιναν ορατά άλλες έπεφταν στα γόνατα, άλλες ούρλιαζαν από χαρά, άλλες έκλαιγαν.
Ταξιδέψαμε αρχικά για Δανία κι ύστερα από εκεί στη Σουηδία, όπου προοριζόταν να μείνουμε μέχρι να μεταφερθούμε στις πατρίδες μας. Χρειάστηκε να διασχίσουμε εδάφη στα οποία γίνονταν ακόμα μάχες.
Έχοντας τα φορτηγά του Ερυθρού Σταυρού σχηματίσει κομβόι δεχθήκαμε την επίθεση της γερμανικής αεροπορίας. Δύο φορτηγά ανατινάχθηκαν καίγοντας ζωντανές 59 γυναίκες που χαίρονταν διότι είχαν πιστέψει στην λύτρωση από την υψικάμινο του Ράβενσμπρουκ.
Κατάφερα και από αυτό να βγω ζωντανή και να επιστρέψω σπίτι μου. Παρά του ότι είχα χάσει το παιδί μου, μου το είχαν σκοτώσει, κατέλαβα τον εαυτό μου να σκέφτεται την Πολύμνια, τη σύντροφο του εγκλεισμού μου. Νιώθω πως κι εσείς αγαπούσατε την Πολύμνια για αυτό και την αναζητείτε. Για αυτό και αισθάνομαι και για εσάς μεγάλη συμπάθεια.
Φυσικά δεν θα προσθέσω κάτι περισσότερο σε όσα γνωρίζετε για το χαρακτήρα της Πολύμνιας. Επρόκειτο για μια γυναίκα σπάνιας πνευματικής καλλιέργειας που κάθε φορά που την σκέφτομαι κλαίω. Ήταν λυτρωτικό για μένα που μου δόθηκε η ευκαιρία να σας μιλήσω για αυτήν”.
Έτσι τελείωσε η επιστολή της Βελγίδας φίλης της Πολύμνιας.
Τα χρόνια πέρασαν και μια ομάδα γυναικών συσπειρωμένες γύρω από το Διαπολιτιστικό Κέντρο του Βερολίνου «Το Σπίτι», κάθε χρόνο τον Απρίλιο πραγματοποιούν στο στρατόπεδο-κολαστήριο, συγκέντρωση με σκοπό η γνώση να μεταφερθεί στις επόμενες γενιές.
Μια πρώην κρατούμενη του Ράβενσμπρουκ η Μαρία Τσισκάκη – Γαλιατσάτου στο βιβλίο της «Ελληνίδες σε ναζιστικά στρατόπεδα», καταγράφει πως οι Ελληνίδες για να ξεπεράσουν τους εξευτελισμούς και τα βασανιστήρια τραγουδούσαν την ώρα που πήγαιναν να συναντήσουν το πεπρωμένο τους, την «Ψαροπούλα».
Αυτά τα ποιήματα και τα τραγούδια κατέγραψε και η Σιμόν Λεούκ Ζορμπχαί στην επιστολή της, ότι απήγγειλε η Πολύμνια παροτρύνοντας ακόμα και τις ξένες γυναίκες να ακολουθήσουν. Το κολαστήριο του Ράβενσμπρουκ αποτελεί σήμερα μια ακόμα άγνωστη πτυχή των μαρτυρίων που υπέστη ο ελληνικός λαός κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πηγές: Π. Κουπαράνης, Μ. Ρηγούτσου, (2010), Τελετή μνήμης για τις Ελληνίδες κρατούμενες στο στρατόπεδο Ράβενσμπρουκ, Doice Welle (DW) & Ελληνικός ημερήσιος τύπος περιόδου 1944 -1945
Ειδήσεις σήμερα:
- Συνελήφθη ο ενοικιαστής της γιάφκας στο Παγκράτι. Πρόκειται για 49χρονο φιλόλογο
- Διάγγελμα Πούτιν. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία μετατρέπεται σε παγκόσμιο. Μας χτύπησαν με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς»
- Έρχονται χιονοπτώσεις και θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν. Οι θερμοκρασιακές διαφορές βορρά – νότου (Χάρτης )
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr