Ακάκιε! Μην ξεχάσεις τα μακαρόνια να είναι Μίσκο
Είναι ίσως η διασημότερη διαφήμιση όλων των εποχών, που γνωρίζουν μικροί και μεγάλοι. Ποιος ήταν, όμως, ο Ακάκιος; Πως επιλέχθηκε ένας μοναχός να πρωταγωνιστεί σε διαφήμιση ζυμαρικών;
Ο Κώστας Κρομμύδας, συγγραφέας του βιβλίου “Ακάκιε” από τις εκδόσεις Διόπτρα, εξηγεί στη Μηχανή του Χρόνου.
Ποιος ήταν ο Ακάκιος;
Η ελληνική βιβλιογραφία βρίθει σεναρίων για την “πραγματική” έμπνευση του Ακάκιου. Ωστόσο, η αλήθεια καταγράφεται στην βιογραφία του ιδρυτή της ΜΙSKO, Ελευθέριου Μαντζίκα,
“Στο βιβλίο του κ. Κραψίτη, “Ο Λευτέρης Μαντζίκας – Μέγας Ηπειρώτης Ευεργέτης” υπάρχει σαφής αναφορά για το ταξίδι που κάνανε με τον διαφημιστή του στα Μετέωρα. Εκεί, λοιπόν, κάποια στιγμή, ένας καλόγερος ξεκίνησε για τα ψώνια της μονής με τον γάιδαρό του και ακούστηκε από πίσω η φωνή ενός ηγούμενου που του υπενθύμιζε “Ακάκιε, μη ξεχάσεις τα μακαρόνια!“, αναφέρει ο κ. Κρομμύδας.
“Εκεί, λοιπόν, γεννήθηκε αυτή η καταπληκτική ιδέα. Ουσιαστικά κρατήσανε αυτούσια αυτή την εικόνα και γενικά όλο το σκηνικό και προσθέσανε το όνομα της εταιρείας. Έτσι, έγινε η μεγαλύτερη ίσως διαφημιστική μπράντα που υπήρξε ποτέ, από τη γέννηση της διαφήμισης στην Ελλάδα“.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν η διαφήμιση άρχισε να προβάλλεται στα σινεμά, τη δεκαετία του 1960, “ο κόσμος έβγαινε από τις αίθουσες και τη σιγοτραγουδούσε“.
“Ρεκόρ”. Ο πρόγονος της MISKO
Ο Λευτέρης Mαντζίκας προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Σε ηλικία δύο ετών έχασε τη μητέρα του από ισπανική γρίπη, μια απώλεια που τον σημάδεψε σε όλη του τη ζωή. Μερικούς μήνες αφού ξεκίνησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έλαβε το χαρτί της επιστράτευσης. Έφυγε για το μέτωπο της Αλβανίας, πολέμησε στην Κλεισούρα και γύρισε τραυματισμένος. Τα ελαφρά κρυοπαγήματα έμελλε να τον ακολουθήσουν για πάντα.
Τον Μάρτιο του 1945, μαζί με τον Μικρασιάτη φίλο του, Εμμανουήλ Παπαναστασίου, ίδρυσαν στην Αθήνα τη βιοτεχνία ζυμαρικών «Ρεκόρ», που γρήγορα εξελίχτηκε στη μεγαλύτερη μακαρονοποιία με την επωνυμία ΜΙΣΚΟ. Άλλωστε, τα φθηνά ζυμαρικά ήταν μια καλή λύση για την μεταπολεμική Ελλάδα της πείνας και της πενίας.
“Όλη η έδρα της επιχείρησης ήταν ένα διαμέρισμα, στο οποίο είχαν τοποθετήσει όλα τα απαραίτητα μέσα και μηχανήματα. Μάλιστα, από τις μαρτυρίες που άκουσα, γράφοντας το βιβλίο για τον Λευτέρη Μαντζίκα, λέγεται πως στέγνωναν τα ζυμαρικά με ανεμιστήρες, για να πάρουν τη μορφή που έπρεπε“, περιγράφει ο κ. Κρομμύδας.
Τον Οκτώβριο του 1953, η “Ρεκόρ” συνενώθηκε με τη βιοτεχνία “Θρίαμβος”. Τότε δημιούργησαν τη νέα φίρμα, αγοράζοντας την ονομασία μιας πτωχευμένης εταιρίας. Έτσι, γεννήθηκε η ΜΙΣΚΟ, με έδρα την Πάτρα.
Η MIΣΚO ήταν αρχικά εργαστήρι παρασκευής ζυμαρικών στον Πειραιά από τις οικογένειες του Φώτη Μιχαηλίδη, βιοτέχνη ζυμαρικών με καταγωγή από την Μικρά Ασία και του Μίνωα Κωνσταντίνη, Έλληνα από τα Χανιά με εβραϊκή καταγωγή. Μάλιστα λέγεται ότι η εταιρεία πήρε το όνομά της από τα αρχικά των επωνύμων των δύο ιδρυτών της, Μιχαηλίδης – Κωνσταντίνης.
Για πρώτη φορά συσκευασμένα ζυμαρικά
Εκτός από τον “Ακάκιο” που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εκτόξευση της εταιρείας ζυμαρικών, εξίσου σημαντικές ήταν και οι επιλογές του Λευτέρη Μαντζίκα, που “πάντα είχε το βλέμμα στραμμένο στην αγορά και στον καταναλωτή“.
“Η πρώτη μεγάλη καινοτομία ήταν ότι πρώτος συσκεύασε τα ζυμαρικά. Τότε υπήρχε πολύ μεγάλη νοθεία, δηλαδή πήγαινες και ζητούσες τα συγκεκριμένα ζυμαρικά και σου βάζανε από ένα τσουβάλι οτιδήποτε άλλο. Ο Μαντζίκας το ανακάλυψε πολύ νωρίς αυτό και ανέλαβε δράση“, εξηγεί ο κ. Κρομμύδας.
Δεν ήταν, όμως, μόνο η νοθεία το πρόβλημα. “Τα χύμα μακαρόνια, έτσι όπως ήταν παρατημένα πιάνανε ζωύφια και σκόνη”. Έτσι, πιστός στην ποιότητα του εμπορεύματός του, επιμελήθηκε την κυκλοφορία της πρώτης συσκευασίας ζυμαρικών.
Τα πρώτα πακέτα ήταν γεγονός. Κυλινδρικά, του ενός κιλού, ιδανικά για το κυριακάτικο οικογενειακό τραπέζι, γρήγορα έκαναν θραύση.
Η MISKO στην κορυφή
Η MISKO βρέθηκε πράγματι στην πρώτη θέση των πωλήσεων. Ωστόσο, ήταν μια θέση που δύσκολα μπορούσε να διατηρήσει μια επιχείρηση, ιδιαίτερα με τον ανταγωνισμό της περιόδου.
“Νομίζω ότι αυτό που καθόρισε την πρωτιά ήταν ότι ο Μαντζίκας ήταν πάντα πολύ ενημερωμένος και μέσα στην αγορά. Έπαιρνε το αυτοκίνητό του και γύρναγε από τα μικρά παντοπωλεία μέχρι τα μεγάλα σούπερ μάρκετ. Όταν δημιουργήθηκαν τα πρώτα μεγάλα σούπερ μάρκετ και αντικατέστησαν τα μεγάλα παντοπωλεία, τα είχε από κοντά. Τα παρακολουθούσε καθώς εκεί πωλούνταν, πλέον, τα ζυμαρικά”, τονίζει ο κ. Κρομμύδας.
“Όταν τα μακαρόνια «Στέλλα» έβγαλαν την διαφήμιση «Σαράντα χρόνια φούρναρης, έχω ψήσει» ξαφνικά αυξήθηκαν οι πωλήσεις τους. Το είδαν αυτό από την MISKO και ο Μαντζίκας έκανε ακόμα μια καινοτομία.
Έβαλε μέσα σε όλους τους φούρνους κοπέλες που διαφήμιζαν τα ζυμαρικά και είχανε μαζί τους και τυπωμένες συνταγές από γνωστό Ιταλό σεφ. Έτσι, έδειξαν στις Ελληνίδες ότι τα ζυμαρικά δεν είναι απλά «τα βάζω, τα βράζω με λίγο λάδι ή με λίγο βούτυρο, τα βγάζω και έτοιμα».
Άρχισε να βάζει συνταγές με μανιτάρια, συνταγές με τυριά, με διάφορα.
Έχοντας πολύ καλή σχέση, λοιπόν, με μικρούς και μεγάλους φούρνους της Αθήνας και χρησιμοποιώντας την προώθηση με τις συνταγές, αύξησε τις πωλήσεις και έφυγε πολύ μπροστά. Ήταν η καθοριστική κίνηση αυτή“.
Νέα προϊόντα
Η MISKO δημιουργήθηκε το 1953 στην Πάτρα και ήταν η πρώτη εταιρεία ζυμαρικών με καθαρά ευρωπαϊκά πρότυπα. Σε λιγότερο από δέκα χρόνια είχε κατακτήσει την κορυφή και παρασκεύασε πρώτη νέα προϊόντα, όπως κριθαράκι, σπαγγετίνι με αβγό, χυλοπίτες μετσοβίτικες και ταλιατέλες με ντομάτα.
Η παρασκευή των ζυμαρικών της γινόταν από 100% σιμιγδάλι από υψηλής ποιότητας ελληνικό σκληρό σιτάρι, “γιατί, όπως έλεγε, εφόσον ενισχύουμε την ελληνική οικονομία αυτά τα χρήματα θα επιστρέφουνε σε μας, θα μένουνε σε μας“.
“Η μοναδική στιγμή που αγόρασε σιμιγδάλι από την Τουρκία ήταν το 1986, με το Τσερνόμπιλ, όπου η οδηγία και οι μετρήσεις που γίνονταν στα ελληνικά και ευρωπαϊκά σιτηρά, ήταν ότι τα ποσοστά ραδιενέργειας είτε ήταν πολύ υψηλά είτε οριακά επιτρεπόταν. Ο Μαντζίκας προτίμησε να μην παίξει καθόλου, γιατί έλεγε πάντα ότι «αυτά τα ζυμαρικά θα τα φάει και η οικογένειά μου. Θέλω να είμαι σίγουρος».
Αυτή ήταν πολύ μεγάλη απόφαση τότε, για εκείνη την εποχή, αν σκεφτούμε ότι οι συνεταίροι του μπορεί να μην ήταν σύμφωνοι. Καθόρισε, όμως, σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της εταιρείας. Δεν έκανε ποτέ εκπτώσεις στην ποιότητα.” περιγράφει ο κ. Κρομμύδας.
Η επιλογή των καλύτερων πρώτων υλών αποτελούσε τη σημαντικότερη από τις προδιαγραφές της βιοτεχνίας. Σύντομα, το εργοστάσιο στην Πάτρα αναδείχθηκε σε πρότυπο και εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο σύγχρονα εργοστάσια στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Το 1979, απονεμήθηκε στη MISKO το βραβείο “Χρυσός Ερμής”, για τις εξαγωγικές της δραστηριότητες στη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική. Ήταν μία μόνο διάκριση από τις 56 που απέσπασε συνολικά, κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.
Η εξαγορά από την Barilla
Το 1992 η MISKO εξαγοράστηκε από την ιταλική “Barilla SpA”. Ο Λευτέρης Μαντζίακας διατήρησε τη θέση του επίτιμου προέδρου της βιομηχανίας μέχρι τον θάνατό του. Τίποτε, όμως, δεν ήταν ίδιο.
“Ήταν σαν να αποχωριζόταν ένα παιδί του. Σαν να αποχωρίστηκε ένα αγαπημένο του παιδί, επειδή έφευγε στο εξωτερικό ή έφευγε να πάει στο φεγγάρι και δε θα το ξαναέβλεπε ποτέ. Παρ’ όλο που έμεινε στην εταιρεία ως επίτιμος πρόεδρος μέχρι που έφυγε από τη ζωή, νομίζω ότι αυτή η εταιρεία ήταν για εκείνον η μεγάλη του επιτυχία, το δημιούργημά του.”
Στις 28 Φεβρουαρίου 2008, ο “Μέγας Ηπειρώτης Ευεργέτης” απεβίωσε σε ηλικία 91 ετών.
Το βιβλίο του Κώστα Κρομμύδα “Ακάκιε” διατίθεται από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Διαβάστε ακόμα στη “ΜτΧ”: Πώς τα «μακαρόνια Μέλισσα», ξεκίνησαν από ένα μπακάλικο της Αθήνας, που έγινε και τραγούδι από τον Ζαμπέτα και τον Μητροπάνο
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr