του Γιώργου Κασαμπαλάκου
Ο Μακρυγιάννης θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς αγωνιστές του 1821.
Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του στα γεγονότα της λαϊκής επανάστασης του 1843 και την παραχώρηση Συντάγματος από τον Όθωνα, του στοίχισε όμως το μίσος των πολιτικών αντιπάλων του, που λίγο έλλειψε να τον εκτελέσουν για εκδίκηση.
Οι αντίπαλοι μετά την επανάσταση του 1843
Μετά το 1843, πραγματοποιήθηκαν διάφορες απόπειρες δολοφονίας του, η τελευταία το 1845, την ώρα που κοιμόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού του, κοντά στην Ακρόπολη. Από τότε αποσύρθηκε από κάθε δημόσια εκδήλωση, η υγεία του κλονίστηκε και άρχισε να παραληρεί.
Στην κυβέρνηση που όρκισε ο Όθωνας με πρωθυπουργό τον Αντώνη Κριεζή στις αρχές Δεκέμβρη του 1849, οι δηλωμένοι εχθροί του Μακρυγιάννη ήταν πολλοί, μεγαλύτερος όλων ο υπουργός Στρατιωτικών, Σπύρος Μηλιός. Την περίοδο εκείνη, είχαν καταφύγει στην Ελλάδα πολλά μέλη της λεγόμενης Πολωνικής Λεγεώνας, Πολωνοί εθελοντές που είχαν πολεμήσει στο πλευρό Ιταλών και Ούγγρων επαναστατών ενάντια στους Αυστριακούς.
Συκοφαντίες περί σχεδίου δολοφονίας του Όθωνα
Ο αρχηγός τους, στρατηγός Μίλβιτς, είχε γνωριστεί με τον Μακρυγιάννη και τον εκτιμούσε βαθύτατατα. Όμως ο στρατηγός ήταν persona non grata για τους οπαδούς του βασιλιά, που είδαν στη γνωριμία των δύο δηλωμένων αντιβασιλικών, του Μίλβιτς και του Μακρυγιάννη, τη γέννηση μιας συνομωσίας με σκοπό τη δολοφονία του ίδιου του Όθωνα!
Ο υπουργός Στρατιωτικών πρότεινε στον βασιλιά την παραπομπή του απόμαχου της Επανάστασης στο στρατοδικείο, παρόλο που δεν υπήρχε ένδειξη ενοχής.
Ο Μακρυγιάννης ασκούσε κριτική αλλά ποτέ δεν είχε σχεδιάσει, ούτε είχε μιλήσει για τη δολοφονία του Βαυαρού βασιλιά.
Κατ’οίκον περιορισμός και εγκλεισμός στον Μεντρεσέ
Αρχικά η αστυνομία εγκαταστάθηκε στο σπίτι του πρώην οπλαρχηγού, περιορίζοντάς τον αυστηρά σε ένα δωμάτιο και στις 13 Απρίλη 1852, απαγόρευσε την επαφή του ακόμα και με μέλη της οικογένειάς του. Ο Μακρυγιάννης στερήθηκε και τον βενιαμίν της πολυμελούς οικογένειάς του (συνολικά είχε 12 παιδιά), Κίτσο, που τότε έκανε τα πρώτα του βήματα.
- Γιατί μου το κάνετε αυτό; Ρώτησε αποσβολωμένος τον αρχηγό της χωροφυλακής.
- Γιατί ρωτάς; Τούτο σου λειπε, να κάνεις και τον ανήξερο… Απάντησε εκείνος.
Το καλοκαίρι πέρασε με τον ήρωα της Επανάστασης σε περιορισμό. Τον δεκαπενταύγουστο αποφασίστηκε η μεταφορά του στον Μεντρεσέ, τη φυλακή στους Αέρηδες της Πλάκας, όπου φυλάσσονταν οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Θα περνούσε από δίκη, με συγκατηγορούμενο τον λοχαγό της Βασιλικής Φάλλαγας, Γιάννη Σούλη. Πρόεδρος του επταμελούς στρατιωτικού δικαστηρίου ο πενηντάχρονος Κίτσος Τζαβέλλας. Μέλη του οι παλιοί αγωνιστές, Κανέλλος Δηλιγιάννης και Αλέξης Βλαχόπουλος.
Και οι τρεις τους ήταν δηλωμένοι εχθροί του Μακρυγιάννη. Όσοι καταδικάζονταν σε θάνατο, συνηθιζόταν να απαγχονίζονται στον φημισμένο πλάτανο του Μεντρεσέ.
Τρεις μέρες πριν μεταφερθεί στο στρατιωτικό νοσοκομείο της φυλακής, έγραψε στο κείμενο του Ἐπίκλησις προς το Θεό’, που περιλαμβάνεται στο έργο του Ὀράματα και θάματα᾿:
«Kαι τώρα γράφω με δάκρυα… και δεν μας ακούς και δεν μας βλέπεις… φυλακωμένοι έξη μήνες, όλοι μας και με φρουρό, και να κοιτάζω αυτούς. Kαι να σκούζω νύχτα και ημέρα από τις πληγές μου. Kαι να βλέπω τη δυστυχισμένη μου φαμίλια και τα παιδιά μου πνιγμένα εις τα κλάματα και ξιπόλυτα.
Kαι έξη μήνες φυλακωμένος σε δυο δρασκελιές κάμαρη… και γιατρόν να μη βλέπομεν, ούτε ν’ αφήνουν κανένα να πλησιάση να μας ιδή… Aρρώστησε η φαμίλια μου και κάτω την κατέβασαν. Kάνω την έκτεσίν μου εις τον Tύπον, ούτε μίλησε καμμιά εφημερίδα δι’ εμάς…. Tέλος πάντων, όλοι θέλουν να χαθούμε.
Mας κάνουν ανάκρισες ολουνών, κατ’ οίκον έρευνα, σπίτια, κατώγια, ταβάνια, κασέλλες, εικόνες δικές σου…. Hρθαν ύστερα ανακριτές και ξετάζουν τη φαμιλιά μου διατί να ‘χω μεγάλο κομπολόγι και ποιος καλόγερος μου το ‘δωσε…»
Η ψευδομαρτυρία του Στεφανίδη και η δίκη παρωδία
Οι αντίπαλοί του διενεργούσαν ανακρίσεις προκειμένου να αποδείξουν την ενοχή του, αλλά βρίσκονταν σε αδιέξοδο αφού η δημοφιλία του Μακρυγιάννη δεν καθιστούσε εύκολη την εύρεση ψευδομαρτύρων. Τελικά εμφανίστηκε ένας πρόθυμος να καταθέσει σύμφωνα με τις επιθυμίες του βασιλικού περιβάλλοντος.
Ο δικηγόρος και πολιτευτής Στεφανίδης, διάσημος για τις βωμολοχίες του, κατάθεσε πως ο πρώην οπλαρχηγός του είχε εκμυστηρευτεί ότι σχεδιάζει τη δολοφονία του Όθωνα. Η φιλοβασιλική εφημερίδα ΕΛΠΙΣ δημοσίευσε τμήμα της κατάθεσης:
«Ο υποστράτηγος Μακρυγιάννης, ανταμώσας το Σάββατον του Λαζάρου τον αξιότιμον δικηγόρον κ. Στεφανίδην απέναντι της εκκλησίας «Καπνικαρέα», τον εσταμάτησε, τον επήρε κατά μέρος και, αφού τον ώρκισε, τω διεκοίνωσεν ότι την επιούσαν (= 25 Μαρτίου) ο βασιλεύς και η βασίλισσα θα φονευθούν.
Ο κ. Στεφανίδης εξεπλάγη διά την ανακοίνωσιν ταύτην, εζήτησεν ακριβεστέρας πληροφορίας, τας οποίας δεν ηθέλησε να τω δώση ο κ. Μακρυγιάννης. Εζήτησεν αυτάς και εν τη οικία του τελευταίου, όπου μετέβη μετ’ ολίγας ώρας, αλλά την αυτήν αντέταξεν άρνησιν ο κ. Μακρυγιάννης […]».
Ο Στεφανίδης δήλωσε άγνοια για την ενοχή του Σούλη, έτσι η τελική απόφαση του στρατοδικείου ήταν αθωωτική γι αυτόν, όχι όμως και για τον Μακρυγιάννη, για τον οποίο η τελική ετυμηγορία με ψήφους 6 υπέρ και 1 κατά, ήταν καταδίκη σε θάνατο.
Την ίδια στιγμή στην απόφαση υπήρχε η σύσταση να του χορηγηθεί βασιλική χάρη. Από την αίθουσα του στρατοδικείου, ο πρώην ήρωας του ΄21 μεταφέρθηκε κατευθείαν στο νοσοκομείο των φυλακών.
Περνώντας με τους φύλακές του μπροστά από την Ακρόπολη και υπό τις επευφημίες του απλού κόσμου που είχε συγκεντρωθεί και του έδινε κουράγιο, τραγούδησε συγκινημένος ένα παλιό κλέφτικο τραγούδι.
Μετατροπή σε ισόβια και σταδιακά απελευθέρωση του Αγωνιστή
Λίγο αργότερα και κατόπιν εισήγησης του Δημητρίου Καλλέργη, ο Όθωνας μετέτρεψε την ποινή του αρχικά σε ισόβια δεσμά, στις 25 Γενάρη του 1854 σε 10ετή κάθειρξη και τελικά διέταξε την απελευθέρωσή του, στις 2 Σεπτέμβρη του ίδιου έτους.
Τα βάσανα όμως του Μακρυγιάννη δεν έληξαν εδώ, αφού οπαδοί του βασιλιά τον εξευτέλιζαν ακόμα και στην αυλή του σπιτιού του, βρίζοντάς τον χυδαία και πετώντας του πέτρες και ανθρώπινα περιττώματα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάσο Βουρνά, του φώναζαν: «Φάγε μαγαρισιές, στρατηγέ Μακρυγιάννη, να χορτάσεις, όπου ήθελες να κάμεις σύνταγμα!»
Όταν στις 10 Οκτώβρη του 1862, μετά από νέο λαϊκό ξεσηκωμό ο Όθωνας εγκατέλειψε οριστικά την Ελλάδα, ένας από τους οργισμένους νέους που εισέβαλλαν στο παλάτι. ήταν ο Όθωνας Μακρυγιάννης, γιος του πρώην οπλαρχηγού και βαφτιστήρι του Όθωνα..
Ο λαός πανηγυρίζοντας σήκωσε τον ήρωα του 1821 στα χέρια και τον περιέφερε στους δρόμους της Αθήνας. Στις 17 Οκτώβρη του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστράτηγου και στις 20 Απρίλη του 1864, του αντιστράτηγου. Πέθανε μία εβδομάδα αργότερα, σε ηλικία 67 ετών.
Χαρά σε εκειόν που πρωτοσήκωσε
Απ’τις σκόνες σκεπασμένο
Το δίστομο σπαθί του Λόγου Σου
Στον ήλιο, Μακρυγιάννη
Κι είδε που οι κόψες του με μιας ξαστράψαν,
Ανέγγιχτες, στο φως
Κι οι δυο πλευρές του λάμψαν
Γυμνές,
Σα να βγαιναν την ίδια τούτην ώρα από το ακόνι (…)
Άγγελος Σικελιάνος – Ωδή στον Μακρυγιάννη
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr