11 Μαρτίου 1978, ημέρα Σάββατο, ώρα 21:35. Στην αίθουσα του κινηματογράφου “Έλλη”, στην οδό Ακαδημίας της Αθήνας, μία τρομερή έκρηξη βόμβας τρομοκράτησε τους περίπου 100 θεατές και τους υπαλλήλους.
18 άτομα, στην πλειοψηφία τους νεαροί, τραυματίστηκαν, τρεις από τους οποίους πολύ σοβαρά. Παρακολουθούσαν τη σοβιετική ταινία “Ουράνιο Τόξο” του σκηνοθέτη Μαρκ Ντονσκόι, η οποία αποτυπώνει τη ζωή των κατοίκων ενός χωριού στην Ουκρανία, το οποίο έχει καταληφθεί από τους Ναζί.
Τρεισήμισι περίπου μήνες μετά, στις 20 Ιουνίου 1978, ένας ακόμη αθηναϊκός κινηματογράφος, ο “Ρεξ” στην οδό Πανεπιστημίου, βρέθηκε στο στόχαστρο βομβιστών, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν 15 θεατές.
Όπως και στην “Έλλη“, έτσι κι στον “Ρεξ” προβαλλόταν ταινία σοβιετικής προέλευσης, το “Πόλεμος σε όλα τα μέτωπα“. Από τύχη δεν υπήρξαν νεκροί.
Πίσω από τις εκρήξεις βρίσκονταν ακροδεξιοί, μεταξύ των οποίων και ο άλλοτε αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος. “Εκτελεστικά όργανα μεγάλης οργανώσεως οι εννέα βομβιστές“, έγραψε ο Τύπος την επομένη της σύλληψής τους.
Αν και συνελήφθησαν εννέα άτομα ως ύποπτα, μόνο τέσσερα παραπέμφθηκαν σε δίκη. Ακόμη κι εκείνα, δεν δικάστηκαν με βάση τον αντιτρομοκρατικό νόμο και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν ήταν ήπιες.
Δεν αποκαλύφθηκε ποτέ το κεντρικό δίκτυο που οργάνωνε τις τρομοκρατικές ενέργειες, αν και υπήρχαν βάσιμες υποψίες για εμπλοκή της νεοφασιστικής οργάνωσης “Ordine Nuovo”, η οποία αιματοκύλησε την Ιταλία το 1969-70.
Οι βομβιστικές επιθέσεις στους δύο κινηματογράφους συγκλόνισαν την κοινή γνώμη, απασχολήσαν έντονα τον Τύπο τους μετέπειτα μήνες, αλλά δεν ήταν ούτε οι πρώτες ούτε οι τελευταίες που συνέβησαν εκείνη τη χρονιά.
“Τα πόδια μου με πονούσαν φριχτά και βγήκα έξω με τα γόνατα”
Σύμφωνα με μαρτυρίες, η βόμβα στην “Έλλη” εξερράγη 10-15 λεπτά μετά το διάλειμμα. Ήταν τόσο ισχυρή που ακούστηκε πολλά μέτρα μακριά από τον κινηματογράφο. Εκτός από την εκρηκτική ύλη, η βόμβα περιείχε κομμάτια από σίδερο, και θραύσματα βρέθηκαν στα σώματα των τραυματιών.
Μέχρι να διακομιστούν στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο και στο Ιπποκράτειο, οι τραυματίες βογγούσαν από τους πόνους, αιμορραγούσαν και ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια κι ενώ ο πυκνός καπνός έκανε αποπνικτική την ατμόσφαιρα στην αίθουσα του κινηματογράφου.
“Εκείνη ακριβώς τη στιγμή είδα μια λάμψη κι ένιωσα κάτι να μπαίνει στα πόδια μου και να με τρυπάει“, δήλωσε ένας από τους τραυματίες.
“Η έκρηξη έγινε την ώρα που στην ταινία το αεροπλάνο των Ρώσων κατέβαινε προς το χωριό που είχαν καταλάβει οι Γερμανοί. Τα πόδια μου με πονούσαν φριχτά και άρχισα να περπατάω με τα γόνατα προς την έξοδο. Τέσσερις ώρες με ράβανε. Είναι νά’ σαι τυχερός καμιά φορά”“, προσέθεσε ένας άλλος τραυματίας, 22 ετών.
“Οι σάρκες μου είχαν κολλήσει στο κάθισμα”
Ένας 19χρονος τραυματίστηκε πιο σοβαρά απ’ όλους, διότι ο εκρηκτικός μηχανισμός είχε τοποθετηθεί ακριβώς κάτω από το κάθισμά του.
Υπέστη πολλαπλά κατάγματα και κινδύνεψε να ακρωτηριαστεί το ένα του πόδι. Χρειάστηκε πέντε φιάλες αίματος, για να επιβιώσει. Η μαρτυρία του είναι συγκλονιστική:
“Ξαφνικά μια λάμψη και βρέθηκα πεσμένος κάτω […] Ούρλιαζα από τους πόνους, αλλά μπορούσα και να σκέφτομαι. Οι σάρκες μου είχαν κολλήσει στο κάθισμα του ασθενοφόρου και δεν ξεκολλούσαν. Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια από τους γιατρούς, για να με ξεκολλήσουν. Αισθάνομαι φοβερούς πόνους κάτω στον αστράγαλο του αριστερού μου ποδιού. Και με την αναπνοή υποφέρω“.
Οι ύποπτοι τύποι
Στην “Έλλη” κατέφθασαν περιπολικά, ασθενοφόρα και πυροτεχνουργοί, προκειμένου να συλλέξουν όσα περισσότερα στοιχεία μπορούν. Η ταμίας του κινηματογράφου κατέθεσε ότι είδε “δύο τύπους περίεργους” και “της έκανε εντύπωση που ο ένας, ενώ έβγαλε εισιτήριο, έφυγε, χάθηκε στην άλλη πλευρά του τετραγώνου και γύρισε αργότερα για να μπει“.
“Ήταν δύο τύποι κοντοκουρεμένοι και ο ένας θυμάμαι ότι φορούσε πέτσινο σακάκι. Έδειχναν φασιστάκια“, ισχυρίστηκε ο 19χρονος τραυματίας, ενώ η αδερφή 16χρονου τραυματία στηλίτευσε τον τρόπο, με τον οποίο η αστυνομία διενεργούσε την προανάκριση:
“Τον ρωτούσαν αν πιστεύει ότι η βόμβα τοποθετήθηκε για πολιτική σκοπιμότητα ή για ανταγωνισμό. Επίσης τον ρώτησαν αν είδε κανέναν ύποπτο στην αίθουσα που να ήταν μαύρος. Και στο τέλος τον ρώτησαν αν επιθυμεί την ποινική δίωξη των βομβιστών“.
Ο κινηματογράφος “Έλλη” βρισκόταν στο ισόγειο και από πάνω στεγάζονταν τα γραφεία της Ελληνικής Νεολαίας Εθνικής Παρατάξεως (ΕΝΕΠ). Επρόκειτο για την νεολαία του φιλοβασιλικού και αντικομμουνιστικού κόμματος “Εθνική Παράταξις” και για πολλούς αυτό δεν ήταν άσχετο με τη βομβιστική επίθεση.
Η ΕΠ ιδρύθηκε το 1977 από τον Στέφανο Στεφανόπουλο, πρωθυπουργό της κυβέρνησης (1965-1966) και κέρδισε την είσοδό του στη Βουλή στις εκλογές του ίδιου έτους, με ποσοστό 6,82%.
Στις ομιλίες του, ο Στεφανόπουλος απέκρουε τους χαρακτηρισμούς “ακροδεξιοί“, “χουντικοί” και “βασιλοχουντικοί“.
Η βόμβα με τα κομματάκια από ρουλεμάν και οι υπόλοιπες εκρήξεις
Το δεύτερο “χτύπημα” των νεοφασιστών είχε στόχο τον κινηματογράφο “Ρεξ“. Η έκρηξη σημειώθηκε στις 21:50 το βράδυ, ακριβώς την ίδια ημέρα με το σεισμό των 6,5 Ρίχτερ που συντάραξε τη Θεσσαλονίκη και κατά τη διάρκεια της προβολής αντιχιτλερικής ταινίας.
15 από τους 150 περίπου θεατές τραυματίστηκαν. 14 μεταφέρθηκαν στο Λαϊκό Νοσοκομείο, αλλά δεν κινδύνεψε η ζωή κανενός. Σύμφωνα με τις αρχές, ο εκρηκτικός μηχανισμός στο “Ρεξ” ήταν παρεμφερής με εκείνον στην “Έλλη“, με τη διαφορά ότι στο εσωτερικό του είχαν τοποθετηθεί μπίλιες από ρουλεμάν.
Όπως και στην “Έλλη“, έτσι και στο “Ρεξ” η βόμβα εξερράγη 10 περίπου λεπτά μετά το τέλος του προγραμματισμένου διαλείμματος. Το σημείο που τοποθετήθηκε, δηλαδή κάτω από τα καθίσματα που ήταν συγκεντρωμένα αρκετά άτομα, δεν άφηνε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για τις προθέσεις των δραστών.
Το αποκορύφωμα των βομβιστικών επιθέσεων στην Αθήνα έφτασε τους επόμενους μήνες: στις 23 Ιουλίου 1978, ανήμερα της 4ης επετείου από την πτώση της Χούντας, σημειώθηκαν 13 εκρήξεις. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, οι βόμβες έσκασαν σε διάστημα 2 ωρών, σε διάφορα σημεία της Αθήνας και του Πειραιά.
Στις 6 Αυγούστου, 10 βόμβες έσκασαν σε μία νύχτα και στις 17 Δεκεμβρίου, καταγράφηκαν 39 εκρήξεις, για να “τιμηθεί” η μνήμη του Ευάγγελου Μάλλιου, βασανιστή της Χούντας που δολοφονήθηκε από την τρομοκρατική οργάνωση “17 Νοέμβρη“.
Οι συλλήψεις, ο μετριασμός της κατηγορίας και η δίκη
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι δράστες των βομβιστικών επιθέσεων παρέμεναν ασύλληπτοι. Οι εφημερίδες επέκριναν την κυβέρνηση Καραμανλή και ειδικότερα τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, Αναστάσιο Μπάλκο για τα “αργά αντανακλαστικά” που επέδειξαν.
Ένας από τους τραυματίες, ήταν λάβρος σε συνέντευξη που παραχώρησε δύο εβδομάδες μετά την έκρηξη στην “Έλλη“:
“Γιατί δεν πιάσανε ακόμα τους φασίστες; Αφού ξέρουνε πως από πάνω από τον κινηματογράφο έχουν τα γραφεία τους οι φασίστες. Γιατί δεν τους πιάνουνε; Για να σακατέψουν κι άλλα παιδιά; Δεν γυρεύω εκδίκηση, γυρεύω δικαιοσύνη“.
Στις 31 Ιουλίου 1978, οι αρχές ανακοίνωσαν ότι εξαρθρώθηκε ομάδα εννέα ατόμων για “κατάρτιση και συμμετοχή σε τρομοκρατική ομάδα προς διάπραξη εγκλημάτων δια της χρήσεως εκρηκτικών υλών“.
Σε έρευνες που έγιναν στα σπίτια τους, εντοπίστηκαν προκηρύξεις, εμβλήματα και φωτογραφίες με τους δράστες να φορούν στολές των SS. Κατηγορήθηκαν επίσης για σπάσιμο βιτρινών, αναγραφή φασιστικών συνθημάτων και επιθέσεις κατά γραφείων κομμάτων την τριετία 1975-1978.
Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν ο 21χρονος τότε, Νίκος Μιχαλολιάκος, το όνομα του οποίου απασχόλησε τις αρχές δύο χρόνια νωρίτερα, όταν μαζί με άλλους ομοϊδεάτες του επιτέθηκαν και τραυμάτισαν δημοσιογράφους που κάλυπταν την κηδεία του Μάλλιου.
Ο Μιχαλολιάκος συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος και όταν πραγματοποιήθηκε η δίκη για τα επεισόδια, είχε ήδη καταταγεί στο στρατό. Η ξεχωριστή δίκη δεν έγινε ποτέ, καθώς οι κατηγορίες παραγράφηκαν το 1981.
Τελικά, μόνο 4 από τους 9 συλληφθέντες έκατσαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Αν και αρχικά παραπέμφθηκαν σε δίκη με το νόμο 774/78 “Περί καταστολής της τρομοκρατίας“, δηλαδή σε βαθμό κακουργήματος, τελικά δικάστηκαν με βάση το νόμο 495/76 “Περί όπλων και εκρηκτικών υλών“, με άλλα λόγια για πλημμεληματικές πράξεις.
Με βάση τη δικογραφία, ο Μιχαλολιάκος φέρεται να έπαιζε κομβικό ρόλο στις βομβιστικές επιθέσεις, καθώς, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, έκλεψε πυρομαχικά και εκρηκτικά από στρατιωτική μονάδα στην Αττική, όπου υπηρετούσε πριν μετατεθεί στη Μυτιλήνη, για να προμηθεύσει τους συνεργούς του.
Η δίκη των τεσσάρων κατηγορουμένων πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1979. Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή τους μόνο για προπαρασκευαστικές ενέργειες και με το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
Ο Μιχαλολιάκος καταδικάστηκε σε 13 μήνες φυλάκιση και άλλος ένας σε 10 μήνες, με τις ποινές τους να ορίζονται ως εξαγοράσιμες. Οι άλλοι δύο ακροδεξιοί κρίθηκαν αθώοι.
Στο Εφετείο, η ποινή του Μιχαλολιάκου μειώθηκε στους 11 μήνες και μετά από λίγο καιρό αποφυλακίστηκε. Πολλά χρόνια αργότερα, διατεινόταν ότι η καταδίκη του για τις βόμβες “ήταν πέρα για πέρα άδικη και αποτελούσε μια ξεκάθαρη πολιτική δίωξη“.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr