Ο ήχος από το κουδούνισμα του φορτηγού που πούλαγε παγωτά στις γειτονιές, μόνο χαρά έφερνε. Όμως, στη Γλασκώβη των δεκαετιών του 1970 και 1980, αυτά τα κουδούνια δεν ηχούσαν πάντα για καλό.
Οι πωλητές δεν πουλούσαν μόνο παγωτά. Παρείχαν, επίσης, τρόφιμα παντοπωλείου και άλλα είδη πρώτης ανάγκης σε φτωχές οικογένειες που διέμεναν σε εργατικές κατοικίες στην ευρύτερη περιοχή της Γλασκώβης, όπου δεν είχαν πρόσβαση σε καταστήματα.
Οι κατοικίες κατασκευάστηκαν μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν μια καλοπροαίρετη δημόσια πολιτική στέγασης που είχε στόχο να αραιώσουν τα αστικά κέντρα και να καταπολεμηθεί το φαινόμενο των παραγκουπόλεων.
Οι πόλεμοι επικράτησης των συμμοριών
Τα βανάκια γρήγορα μετατράπηκαν σε “βιτρίνα” για πώληση ναρκωτικών και λαθραίων. “Εάν κάποιος τα πήγαινε καλά στη διαδρομή του, θα μπορούσε να βγάλει το ψωμί του αξιοπρεπώς. Αλλά, αν ήταν διατεθειμένος να πουλήσει κλεμμένα προϊόντα, ας πούμε τσιγάρα, τότε θα μπορούσε να αυξήσει τα κέρδη του“, αναφέρει ο δημοσιογράφος Ντάγκλας Σκέλτον.
Οι διαμάχες ανάμεσα στις συμμορίες ήταν σφοδρές, για να κερδίσουν περισσότερα εδάφη και να προστατεύσουν τις περιοχές τους. Οι συμμορίες χρησιμοποιούσαν πέτρες, μαχαίρια, καραμπίνες, ακόμη και τσεκούρια για να εκφοβίσουν τους ανταγωνιστές τους.
Τα περιστατικά βίας σόκαραν τη Γλασκώβη και το φαινόμενο περιγράφτηκε με τον όρο οι “Πόλεμοι του Παγωτού στη Γλασκώβη“.
Η δολοφονία έξι αθώων ανθρώπων που προκάλεσε δημόσια κατακραυγή
Στις αρχές του 1984, οι “πόλεμοι του παγωτού” κλιμακώθηκαν. Ο Άντριου Ντόιλ, ένας 18χρονος οδηγός της εταιρείας Μαρκέτι με το παρατσούκλι “χοντρό αγόρι”, δεν ενέδωσε στους εκβιασμούς να πουλήσει ναρκωτικά.
Συμμορίες τού υπέδειξαν να αλλάξει διαδρομή και του έριξαν σφαίρες στο παρμπρίζ, αλλά εκείνος δεν υποχώρησε.
Στις 2 τα μεσάνυχτα της 16ης Απριλίου 1984, δόθηκε το τελειωτικό “χτύπημα”. Έριξαν βενζίνη στην είσοδο του διαμερίσματος που έμενε ο Ντόιλ με την οικογένειά του.
Η φωτιά “τύλιξε” το σπίτι και έξι άτομα της οικογένειας Ντόιλ πέθαναν από τον εμπρησμό. Ο ίδιος ο Ντόιλ, ο 53χρονος πατέρας του, δύο αδέλφια του, ηλικίας 23 και 14 ετών, η 25χρονη αδερφή του και το 18 μηνών βρέφος της.
Η δίκη των 27 ημερών
Η δημόσια κατακραυγή για το φόνο έξι αθώων ανθρώπων ήταν μεγάλη. Το περιστατικό συγκλόνισε την κοινή γνώμη και η αστυνομία δέχθηκε πιέσεις να βρει τους ενόχους. Κατέληξε σε δύο άτομα, τον Τζο Στιλ και τον Τόμας Κάμπελ.
Η δίκη κράτησε 27 μέρες και οι Στιλ-Κάμπελ καταδικάστηκαν σε 20 χρόνια φυλάκισης. Ο Κάμπελ καταδικάστηκε σε άλλα 10 έτη για συμμετοχή σε επίθεση με καραμπίνα.
Η ετυμηγορία βασίστηκε σε τρία στοιχεία:
- Ο Γουίλιαμ Λαβ παρουσιάστηκε ως μάρτυρας και ισχυρίστηκε ότι άκουσε τους Στιλ και Κάμπελ, μαζί με άλλους σε ένα μπαρ, να συνομιλούν για το πώς θα έδιναν ένα μάθημα στον Ντόιλ.
- Τέσσερις αστυνομικοί υποστήριξαν ότι κατέγραψαν σε σημειωματάρια τον Κάμπελ να λέει: “Ήθελα μόνο να πυροβολήσω τα παρμπρίζ. Η φωτιά στου “χοντρού αγοριού” προοριζόταν μόνο για να τρομάξει, αλλά παρατράβηξε”.
- Η αστυνομία ανέφερε ότι στο διαμέρισμα του Κάμπελ βρέθηκε ένας οδικός χάρτης, στον οποίο το σπίτι του Ντόιλ ήταν σημαδεμένο με Χ.
Μια ατέλειωτη δικαστική διαμάχη
Ο Στιλ και ο Κάμπελ δεν σταμάτησαν ποτέ να επιμένουν ότι ήταν αθώοι. Στη δίκη, ο Στιλ είπε ότι είχε άλλοθι τη νύχτα της πυρκαγιάς. Ο Κάμπελ περιέγραψε τον Λαβ ως “κακοποιό” που, για να μείνει έξω από τη φυλακή με εγγύηση για μερικούς μήνες, ήταν πρόθυμος να δακτυλοδείξει οποιονδήποτε.
Μετά την καταδίκη τους, πραγματοποίησαν εκστρατείες διαμαρτυρίας. Ο Στιλ δραπέτευσε πολλές φορές από τη φυλακή και έφτασε να “κολλήσει” στα κάγκελα του Μπάκιγχαμ. Ο Κάμπελ έμεινε στη φυλακή, έκανε απεργία πείνας και παρέμεινε ακούρευτος.
Άσκησαν έφεση το 1985, αλλά απορρίφθηκε. Το 1997, οι Στιλ-Κάμπελ αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους εν όψει της εκδίκασης μιας νέας έφεσης. Απορρίφθηκε και αυτή και το 1998 ξαναμπήκαν στη φυλακή.
Η ανατροπή των δεδομένων
Το 1992, οι δημοσιογράφοι Ντάγκλας Σκέλτον και Λίζα Μπράουνλι έριξαν “φως” στην υπόθεση με το βιβλίο “Frightener”. Πήραν συνέντευξη από τον Λαβ, ο οποίος παραδέχθηκε ότι είπε ψέματα.
Αφού υπέγραψε ένορκες βεβαιώσεις, υποστήριξε ότι η αστυνομία τού άσκησε πίεση να δώσει στοιχεία για τον Κάμπελ. Το κοινό άρχισε να αμφιβάλλει για την ενοχή των δύο αντρών.
Το 2001, η νεοσύστατη Επιτροπή Αναθεώρησης Εγκληματικών Υποθέσεων αποφάσισε να στείλει την υπόθεση ξανά στο εφετείο.
Ο άνθρωπος-κλειδί και η ανατροπή της απόφασης
Το 2004, είχαν συμπληρωθεί 20 χρόνια δικαστικής διαμάχης. Σε μια τελευταία ακρόαση, ο καθηγητής γνωστικής ψυχολογίας, Μπράιαν Κλίφορντ εμφανίστηκε ενώπιον των δικαστών.
Αμφισβήτησε την κατάθεση της αστυνομίας λέγοντας ότι ήταν εξαιρετικά αμφίβολο, αν όχι απίθανο, όλοι οι αστυνομικοί να είχαν σημειώσει τις ίδιες λέξεις με τον ίδιο τρόπο.
Ο Κλίφορντ είχε πραγματοποιήσει μελέτες όπου εξέτασε ανθρώπους στη Σκωτία και την Αγγλία σχετικά με την ικανότητά τους να θυμούνται μια δήλωση που μόλις είχαν ακούσει.
Τα αποτελέσματά του ήταν ότι οι άνθρωποι ανακαλούσαν μόνο το 30% έως το 40% των πραγματικών λέξεων. Στο δείγμα του συμπεριέλαβε δεκατέσσερις αστυνομικούς.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ικανότητά τους να ανακαλούν φράσεις δεν διέφερε σημαντικά από αυτή των υπολοίπων ανθρώπων. Κανείς δεν μπορούσε να θυμηθεί το 100% των λέξεων που άκουσε, είπε ο καθηγητής.
Οι δικαστές πείστηκαν από τα στοιχεία του Κλίφορντ. Κατέληξαν ότι ο Στιλ και ο Κάμπελ έπεσαν θύματα δικαστικής πλάνης και η αστυνομία είχε συνωμοτήσει εναντίον τους. Στις 17 Μαρτίου 2004, ο Στιλ και ο Κάμπελ αθωώθηκαν.
Ο Κάμπελ δήλωσε έξω από το δικαστήριο:
“Ήταν δύσκολο να φτάσουμε εδώ και δεν υπάρχουν πανηγυρισμοί, δεν υπάρχει ευτυχία, γιατί νιώθω ότι υπάρχουν μόνο χαμένοι σε αυτή την περίπτωση. Όλοι έχουν χάσει. Οι Ντόιλ έχασαν την οικογένειά τους, χαραμίσαμε τη ζωή μας στη φυλακή και για 20 χρόνια η δικαιοσύνη έχει αποτύχει. Και ο λαός της Σκωτίας έχει χάσει το δικαστικό σύστημα”.
Οι ένοχοι δεν βρέθηκαν ποτέ
Ο Στιλ δήλωσε αθώος, αλλά δεν υπερασπίστηκε τον Κάμπελ. Όπως είχε πει, “όλο αυτό το διάστημα, ο κόσμος πίστευε ότι ο Κάμπελ και εγώ ήμασταν στενοί φίλοι. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήμασταν ποτέ φίλοι.
Τον μισούσα για χρόνια και τον κατηγορώ που κατέστρεψε τη ζωή μου. Έφτασα σε σημείο όπου δεν άντεχα καν να δω το πρόσωπό του. Είχα απαλλαγεί 100% από κάθε αδίκημα που αφορούσε τους Ντόιλ και δεν είχα ποτέ καμία σχέση με φορτηγά παγωτού“.
Ο Κάμπελ πέθανε από φυσικά αίτια τον Ιούνιο του 2019 και, ενώ έζησε τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του ελεύθερος, η αθωότητά του δεν ήταν ποτέ βέβαιη στο μυαλό πολλών. “Ο Κάμπελ ήταν μέχρι το λαιμό του σε αυτή την επιχείρηση“, υποστήριξε ο Στιλ.
Πριν πεθάνει ο Κάμπελ, ζήτησε να διεξαχθεί νέα έρευνα υποδεικνύοντας ως “εγκέφαλο” της πυρκαγιάς τον εγκληματία και διακινητή ναρκωτικών, Τόμας ΜακΓκρό. Όμως, η υπόθεση δεν “ξανάνοιξε”.
Ο Στιλ υπέδειξε και εκείνος τον ΜακΓκρό, αλλά δεν ζήτησε να γίνει έρευνα. “Δεν μπορώ να πάρω τα 20 μου χρόνια πίσω και κανένα χρηματικό ποσό δεν μπορεί ποτέ να το αντισταθμίσει“, συμπλήρωσε.
Η υπόθεση έμεινε στο “σκοτάδι” και οι πραγματικοί ένοχοι δεν βρέθηκαν. Έξι αθώοι άνθρωπο δεν δικαιώθηκαν ποτέ. Ήταν ένα τεράστιο πλήγμα στην αξιοπιστία του σκωτσέζικου δικαστικού συστήματος.
Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Youtube
Ειδήσεις σήμερα:
- Ηλιοφάνεια, χωρίς βροχές με σταθερές θερμοκρασίες. Αναλυτική πρόγνωση
- “Όχι” της Χαμάς για σύντομη εκεχειρία στη Γάζα. Τι ζητά η οργάνωση
- Σερβία. Στους 14 οι νεκροί από κατάρρευση οροφής στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ (βίντεο)
- Απεργία πείνας ξεκινά ο πρώην πρόεδρος της Βολιβίας, Έβο Μοράλες. Οι λόγοι που τον ώθησαν
Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ