του συνεργάτη ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού
Το Μαλάουι είναι χώρα της Αφρικής που συνορεύει με τη Ζάμπια, την Τανζανία και τη Μοζαμβίκη. Έχει μία μικρή ελληνική κοινότητα περίπου 200 ατόμων, που είναι από τους πιο εύπορους κατοίκους της αφρικάνικης χώρας.
Σε ποσοστό 80% είναι συγγενείς μεταξύ τους και κατάγονται από το ίδιο χωριό της Λήμνου. Είναι ίσως η μόνη κοινότητα της ελληνικής διασποράς όπου η πλειοψηφία των μελών της είναι συγγενείς και συγχωριανοί.
Ιδρυτής της κοινότητας θεωρείται ο Νικόλαος Γιαννάκης που δημιούργησε περιουσία μαθαίνοντας στους ντόπιους να ψαρεύουν με τράτα.
Ο πατριάρχης της ελληνικής κοινότητας του Μαλάουι
Τη δεκαετία του 1920, ο Νικόλαος Γιαννάκης έφυγε από το χωριό του, τον Κοντιά της Λήμνου για να αναζητήσει την τύχη του στο εξωτερικό. Όπως χιλιάδες άλλοι Έλληνες έφθασε μέχρι και τις ΗΠΑ. Εκεί ζούσε η αδελφή του και θεωρούσε ότι θα μπορούσε να τον βοηθήσει να εγκατασταθεί στη χώρα.
Όμως, το αμερικανικό τμήμα αλλοδαπών ανακάλυψε ότι δεν είχε τα σωστά χαρτιά για παραμείνει στις ΗΠΑ και έτσι απελάθηκε στην Ελλάδα.
Όμως, ο Γιαννάκης ήταν αποφασισμένος να ζήσει στο εξωτερικό. Τελικά, μετανάστευσε στην Αφρική, και δούλεψε ως εργάτης στη Μοζαμβίκη και στη συνέχεια στη Ροδεσία που ήταν υπό βρετανικό έλεγχο.
Το 1928 ενώ ο Γιαννάκης ήταν στη Ροδεσία έμαθε ότι στο γειτονικό Μαλάουι, που ήταν και αυτό υπό βρετανική κυριαρχία και λεγόταν Νυασαλάνδη (Nyassaland), υπήρχε μία λίμνη που ήταν τόσο πλούσια σε ψάρια που οι ντόπιοι τα έπιαναν με τα χέρια!
Ο Γιαννάκης σκέφθηκε ότι θα μπορούσε να βγάλει ένα καλό εισόδημα ψαρεύοντας εκεί. Έτσι έφθασε στη λίμνη που βρίσκεται στα σημερινά σύνορα του Μαλάουι με τη Μοζαμβίκη και την Τανζανία και είναι γνωστή ως Μαλάουι ή Νυάσα. Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη λίμνη της Αφρικής.
Ψαρεύοντας στη λίμνη Μαλάουι
Ο Γιαννάκης ανακάλυψε ότι η λίμνη Μαλάουι πράγματι διέθετε πολλά ψάρια. Λέγεται ότι οι ντόπιοι τότε δεν χρησιμοποιούσαν δίχτυα στο ψάρεμα. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό πράγματι ισχύει. Πάντως, το βέβαιο είναι ότι οι ντόπιοι δεν γνώριζαν να ψαρεύουν με το σύστημα της τράτας.
Ο Γιαννάκης άρχισε να ψαρεύει με την τράτα, που προφανώς είχε μάθει στη Λήμνο και έπιανε τα περισσότερα απ’ όλους ψάρια.
Σύντομα έβγαλε αρκετά χρήματα να αγοράσει μία δική του βάρκα. Η βάρκα έγινε πλοιάριο και λίγα χρόνια αργότερα, ο Γιάνναρης είχε αποκτήσει ολόκληρο στόλο με ψαράδικα. Έμαθε τους ντόπιους που δούλευαν γι’ αυτόν να ψαρεύουν με το σύστημα της τράτας. Στην ανάπτυξη της επιχείρησης του Γιαννάκη βοήθησε από το 1932 και μετά, ο αδελφός του Χρήστος, τον οποίο έφερε στο Μαλάουι.
Κάθε μέρα οι δύο Έλληνες έβγαζαν μεγάλες ποσότητες αλιευμάτων που πωλούσαν στις ντόπιες αγορές. Δεν έμειναν όμως εκεί. Αγόρασαν φορτηγά με τα οποία μετέφεραν τα ψάρια τους και τα πωλούσαν και στη Ροδεσία, όπου υπήρχαν μεγάλες αγορές.
Μέχρι και το 1938, ο Νίκος Γιαννάκης είχε φέρει στο Μαλάουι, εκτός από τον Χρήστο, και τα υπόλοιπα οκτώ αδέλφια του για να τον βοηθούν στη δουλειά.
Όμως, ο κύκλος εργασιών του είχε αυξηθεί σε τέτοιο σημείο που εκτός από τα αδέλφια του έφερε από το χωριό του, τον Κοντιά της Λήμνου, και πολλούς άλλους συγγενείς του, ακόμη και κουμπάρους του.
Έτσι, στις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχε δημιουργηθεί στο Μαλάουι μία μικρή αλλά ακμάζουσα ελληνική κοινότητα που απαρτιζόταν σε μεγάλο βαθμό από συγγενείς και συγχωριανούς.
Έλληνες στο Μαλάουι πριν από τον Γιαννάκη
Σχεδόν ένα αιώνα αργότερα, ο Νικόλαος Γιαννάκης θεωρείται ο πατριάρχης της ελληνικής κοινότητας.
Βέβαια, και πριν από αυτόν, στις αρχές του 20ου αιώνα, στο Μαλάουι είχαν καταφθάσει και λίγοι άλλοι Έλληνες. Ήταν κυρίως έμποροι που εκμεταλλεύτηκαν το άνοιγμα μίας νέας αγοράς που ήταν το Μαλάουι μετά την επέκταση εκεί της σιδηροδρομικής γραμμής από τη Ροδεσία. Όμως, ο Γιαννάκης ήταν αυτός που δημιούργησε την κοινότητα, καλώντας στη χώρα τους δικούς του από τον Κοντιά.
Από τα ψάρια στα καπνά
Η υπεραλεία της λίμνης Μαλάουι από τα πλοιάρια του Γιαννάκη είχε σαν αποτέλεσμα τα ψάρια να αρχίζουν να περιορίζονται. Τότε η τοπική κυβέρνηση απαγόρευσε την αλιεία σε αυτή τους περισσότερους μήνες.
Ο Γιαννάκης και οι συγγενείς του επένδυσαν τα κέρδη τους σε άλλο παραγωγικό τομέα του Μαλάουι, τα καπνά. Στον τομέα αυτό είχε προηγηθεί ένας άλλος Έλληνας, ο Αντώνης Γιοκαρίνης από τη Σάμο που το 1926 άνοιξε το πρώτο εργοστάσιο τσιγάρων στη χώρα.
Τις δεκαετίες του 1940 και 1950 αρκετοί Έλληνες απέκτησαν φάρμες καπνών στη Ζόμπα, το Λίμπε, τη Ναμουέρα και το Μπλαντάιρ. Έτσι, κυριάρχησαν στον κλάδο των καπνών, κάτι που ισχύει και σήμερα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό αφού τα καπνά είναι το βασικό εξαγωγικό προϊόν του Μαλάουι και τα κέρδη του αντιπροσωπεύουν το 15% του ΑΕΠ της χώρας.
Αντώνης και Νίκος Τσέλινγκας
Από τους πρώτους μεγάλους καπνοπαραγωγούς του Μαλάουι ήταν ο Αντώνης Τσέλινγκας, γαμπρός του Νίκου Γιαννάκη, που ήρθε το 1946 στην αφρικανική χώρα. Αυτός ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με τα καπνά και έτσι απέκτησε σημαντική τεχνογνωσία πάνω στο προϊόν.
Το 1964 όταν το Μαλάουι έγινε ανεξάρτητη χώρα, ο Αντώνης Τσέλινγκας έγινε σύμβουλος του πρώτου πρόεδρου του Μαλάουι
Ο μεγαλύτερος παραγωγός καπνών σήμερα στο Μαλάουι, είναι ο Γιώργος Τσέλινγκας γιος του Αντώνη, με τεράστιο εύρος δραστηριοτήτων και αξιόλογη οικονομική επιφάνεια. Εκτός από τα καπνά, ο Γιώργος Τσέλινγκας δραστηριοποιείται οικονομικά και στη βιομηχανία πουλερικών και βοειδοειδή, κάτι που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του παράλληλα με την παραγωγή και εμπόριο καπνού.
Υπάρχουν και άλλοι Έλληνες στο Μαλάουι σήμερα που ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής και εξαγωγής καπνού. Επίσης, διαθέτουν πολλά καταστήματα και επιχειρήσεις αγροτικών προϊόντων.
Στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο του ιστορικού-ερευνητή Αντώνη Χαλδαίου, “The Greek Community of Malawi” (Η Ελληνική Κοινότητα του Μαλάουι), Αθήνα, 2021.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr