Οι ιστορίες πίσω από τρεις επιτυχίες του Τσιτσάνη. «Χωρίσαμ’ ένα δειλινό», «Στην επάνω σκάλα της ζωής» και «Ο Χάρος έστησε χορό»

Οι ιστορίες πίσω από τρεις επιτυχίες του Τσιτσάνη. «Χωρίσαμ’ ένα δειλινό», «Στην επάνω σκάλα της ζωής» και «Ο Χάρος έστησε χορό»

Ο Βασίλης Τσιτσάνης μέσα από πολλά τραγούδια του αφηγούταν πραγματικά γεγονότα, προσωπικές στιγμές ή καταστάσεις που σημάδεψαν τον ίδιο αλλά και την κοινωνία.

1. «Χωρίσαμ’ ένα δειλινό»

Γράφτηκε το 1944, με διαφορετική μουσική από αυτή που γνωρίζουμε σήμερα, εμπνευσμένο από την ιστορία αγάπης του συνθέτη και στιχουργού Μπάμπη Μπακάλη με μια νεαρή κοπέλα, τη Ρεβέκκα.

Εκείνη την περίοδο, ο Μπακάλης και ο Απόστολος Καλδάρας περιόδευαν σε διάφορες ταβέρνες της Θεσσαλίας, παίζοντας μουσική, για να βγάζουν χρήματα.

Μαζί τους είχαν και τη Ρεβέκκα, μια νεαρή Εβραία, που προσπαθούσαν να προστατεύσουν από τους Ναζί. Για να μη θέσουν τη ζωή της σε κίνδυνο, την παρουσίαζαν ως Ελληνίδα και της είχαν δώσει το όνομα Μαριάννα.

Στα Τρίκαλα, συνεργάζονταν με τον μουσικό και στιχουργό Αλέκο Γκούβερη, ο οποίος είχε αναφέρει πως τα μαγαζιά, όπου έπαιζαν, ήταν γεμάτο με λαθρεμπόρους, ανθρώπους του υποκόσμου και αντάρτες. Οι τελευταίοι τα χρησιμοποιούσαν για μυστικές συναντήσεις.

Όταν η κατάσταση έγινε επικίνδυνη και υπήρχε ο φόβος ότι η Ρεβέκκα θα συλλαμβανόταν, αποφάσισαν να την απομακρύνουν. Σύμφωνα με μία εκδοχή, την έστειλαν σε ασφαλές μέρος στο βουνό.

Μια άλλη αφήγηση λέει ότι ο Μπακάλης τη μετέφερε στον Πειραιά και τη βοήθησε να φύγει με πλοίο για τη Μέση Ανατολή.

Ο Γκούβερης, βαθιά επηρεασμένος από τον αποχωρισμό, έγραψε εκείνο το βράδυ τους στίχους ενός τραγουδιού, τους οποίους παρουσίασε στον Μπακάλη το επόμενο πρωί στο καφενείο «Μαύρος Γάτος» στα Τρίκαλα.

Αρχικά, η μουσική του κομματιού συντέθηκε από τον Καλδάρα και τον Μπακάλη, αλλά αργότερα, όταν έφτασε στα χέρια του Βασίλη Τσιτσάνη στη Θεσσαλονίκη, η μελωδία άλλαξε.

Οι στίχοι παρέμειναν, αλλά για λόγους που δεν έχουν διευκρινιστεί, ο αρχικός στιχουργός, ο Γκούβερης, δεν αναφέρθηκε ποτέ επισήμως.

Το τραγούδι «Χωρίσαμ’ ένα δειλινό» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό το 1947, με τις φωνές του Πρόδρομου Τσαουσάκη και της Ιωάννας Γεωργακοπούλου, και έμελλε να γίνει ένα από τα πιο γνωστά και συγκινητικά κομμάτια του λαϊκού ρεπερτορίου.

«Χωρίσαμε ένα δειλινό

Με δακριά στα μάτια

Η αγάπη μασ ήταν γραφτό

Να γίνει δυό κομμάτια»

Σωτηρία Μπέλλου - Χωρίσαμε ένα δειλινό - Official Audio Release

2. «Στην επάνω σκάλα της ζωής»

Ο Βασίλης Τσιτσάνης όταν ακόμη ήταν Γυμνάσιο, ερωτεύτηκε τη συμμαθήτριά του Έλλη, κόρη μεγαλοδικηγόρου.

Επειδή ήταν από εύπορη οικογένεια, η εκείνη θεωρούσε πως δεν ήταν σωστό να συναναστρέφεται με άτομα χαμηλότερης κοινωνικής τάξης. Η συμπεριφορά της συχνά έδειχνε υπεροψία, και πολλές φορές, πιθανότατα για να εντυπωσιάσει τις φίλες της, προσέβαλε τον Τσιτσάνη.

Μια φορά, μετά το σχολείο, ενώ εκείνος την περίμενε στην αυλόπορτα, η Έλλη τον πλησίασε και, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, του είπε:

«Τι κοιτάς; Μήπως να κοιτάξεις τα παπούτσια σου που είναι τρύπια;»

Η κουβέντα αυτή πλήγωσε ανεπανόρθωτα τον Τσιτσάνη. Η Έλλη συνειδητοποίησε το λάθος της μετά από καιρό. Μίλησε με τον πατέρα της και την επόμενη ημέρα εκείνος του αγόρασε καινούργια παπούτσια ως ένδειξη συγγνώμης για την αδιαφορία της κόρης του.

Μετά την καταστροφή που υπέστη η οικογένειά της στον πόλεμο, η Έλλη μετακόμισε στην Αθήνα, όπου σπούδασε και αργότερα εργάστηκε στο Υπουργείο Εργασίας. Καθ’ όλη αυτή τη διάρκεια, συνέχισε να ακούει τα τραγούδια του Τσιτσάνη και να παρακολουθεί την καριέρα του.

Σε κάποιο σημείο, τον κάλεσε και συναντήθηκαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’50 και του ’60, κυρίως σε μαγαζιά όπου εκείνος τραγουδούσε.

Η Έλλη δεν παντρεύτηκε ποτέ και έζησε στην περιοχή της πλατείας Αττικής στην Αθήνα, μαζί με μια συνομήλική της γυναίκα, οικονόμο από τα Τρίκαλα.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, παρούσα ένα βράδυ στο «Χάραμα», άκουσε τον Τσιτάνη να τραγουδά:

«Κάποια φορά κι έναν καιρό τρελά σε αγαπούσα

μα εσύ μαζί μου γέλαγες κι άδικα ξενυχτούσα

Στην απάνω σκάλα της ζωής

πρέπει να ‘ρθεις αν γουστάρεις να με βρεις»

Στην απάνω σκάλα της ζωής - Βασίλης Τσιτσάνης

3. «Ο Χάρος έστησε χορό»

Το τραγούδι γράφτηκε ως αντίδραση στους τρομερούς σεισμούς του 1953 στο Ιόνιο , οι οποίοι διήρκεσαν από τις 7 έως τις 12 Αυγούστου.

Ο μεγαλύτερος σεισμός είχε ένταση 7,2 Ρίχτερ. Τρεις εβδομάδες αργότερα, ο Εγκέλαδος «χτύπησε» και την Κύπρο, κατά κύριο λόγο στην Πάφο, με 40 νεκρούς, 100 τραυματίες και 135 χωριά ισοπεδωμένα.

Στην Κεφαλονιά, η καταστροφή ήταν ολική με 386 νεκρούς και 730 τραυματίες. Περισσότερα από 11.000 σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς και περίπου 50.000 άνθρωποι βρέθηκαν άστεγοι.

Στην Ιθάκη, η καταστροφή ήταν πιο περιορισμένη με έναν νεκρό, 48 τραυματίες και 1.741 κατεστραμμένα σπίτια.

Στη Ζάκυνθο, οι συνέπειες ήταν ακόμη πιο τραγικές, με 455 νεκρούς, 912 τραυματίες, 29 αγνοουμένους και περίπου 25.000 σπίτια να έχουν ισοπεδωθεί.

Η Άννα Χρυσάφη ανέλαβε την ερμηνεία του τραγουδιού, το οποίο ξεκινούσε με τους παρακάτω στίχους:

«Ο χάρος έστησε χορό στου Άδη τα σκοτάδια

και τρία όμορφα νησιά μας τα’ κανε ρημάδια

Ιθάκη και Κεφαλλονιά και Φιόρε του Λεβάντε

κουράγιο και υπομονή στη συμφορά σας κάντε»

ΑΝΝΑ ΧΡΥΣΑΦΗ~Ο ΧΑΡΟΣ ΕΣΤΗΣΕ ΧΟΡΟ

Αρχική εικόνα: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Με πληροφορίες από «Βασίλης Τσιτσάνης», Λέσχη Αθανάτων, Ελευθεροτυπία

Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr