Ήθελαν να δημιουργήσουν μια μεγάλη και ευτυχισμένη οικογένεια με πολλά και πρέσβευαν την αγάπη και την ευγένεια της ψυχής. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν δύο αδίστακτες δολοφόνοι.
Ο λόγος για την Τζένιφερ και Σάρα Χαρτ, που υιοθέτησαν έξι παιδιά και μετέτρεψαν τη ζωή τους σε κολαστήριο.
Φαίνονταν υποσιτισμένα, συχνά έφεραν μελανιές στο σώμα τους και δεν τα ξαναέστειλαν στο σχολείο, όταν τόλμησαν να ψιθυρίσουν ότι κακοποιούνται.
Για τις αστυνομικές αρχές, τα στοιχεία δεν ήταν ποτέ αρκετά ώστε να επέμβουν. Το τέλος ήταν τραγικό και πέρα από κάθε φανστασία.
Εγκατέλειψαν το πρώτο τους παιδί
Η Τζένιφερ Χαρτ και η Σάρα Γκέγκλερ γνωρίστηκαν στο Βορειοδυτικό πανεπιστήμιο του Σικάγο. Έγιναν φίλες και σύντομα ερωτεύτηκαν.
Όταν η Σάρα αποφοίτησε, το 2002, η Τζένιφερ παράτησε τις σπουδές της και μετακόμισαν στην Αλεξάνδρεια της Μινεσσότα.
Έπιασαν δουλειά στην αλυσίδα πολυκαταστημάτων “Herberger’s”, αγόρασαν το δικό τους σπίτι και ήταν έτοιμες για το “επόμενο βήμα”.
Το 2004 υιοθέτησαν τη Λι, ένα κορίτσι 15 χρονών, του οποίου οι γονείς δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να μεγαλώσουν.
“Τους πρώτους έξι μήνες ήταν πολύ ωραία. Πηγαίναμε εκδρομές, κάναμε πράγματα που δεν είχα ξανακάνει ποτέ στη ζωή μου, όπως κάμπινγκ… ήμασταν διαρκώς σε κίνηση” είχε δηλώσει σε συνέντευξή της στη Seattle Times.
Οι Χαρτ, όμως, ονειρεύονταν μια πραγματικά μεγάλη οικογένεια. Έτσι, ξεκίνησαν να αναζητούν αδέρφια μικρής ηλικίας προς υιοθεσία.
Στη Λι είχαν ανακοινώσει τα σχέδιά τους και αφού είχαν συμφωνήσει πως θα μείνει μαζί τους μέχρι την ενηλικίωσή της, της υποσχέθηκαν τον ρόλο της “μεγάλης αδερφής”.
Οι γυναίκες ταξίδεψαν στο Τέξας, προκειμένου να γνωριστούν με τα τρία εν δυνάμει παιδιά τους.
Όταν επέστρεψαν, αμέσως έδειξαν φωτογραφίες των παιδιών στη Λι και όπως η ίδια θυμάται “ήμασταν όλες ενθουσιασμένες”.
Μια εβδομάδα πριν την άφιξη των παιδιών, οι Χαρτ συνόδευσαν τη Λι στο ραντεβού της με τον ψυχαναλυτή, όπου την παράτησαν.
Ο γιατρός ενημέρωσε την καταρρακωμένη κοπέλα πως σύντομα θα αναλάβουν άλλοι την ανατροφή της.
Όταν η νέα οικογένεια παρέλαβε τη Λι και τη μετέφερε στο νέο της σπίτι, όλα της τα υπάρχοντα βρίσκονταν ήδη εκεί.
Η Τζένιφερ και η Σάρα Χαρτ ισχυρίστηκαν ότι η Λι συνήθιζε να τρώει από τα σκουπίδια και ότι ήταν “αυτοκτονική”, κάτι που δεν μπορούσαν να ανεχτούν με την έλευση των παιδιών απ’ το Τέξας.
Η μεγάλη οικογένεια εξελίχθηκε σε κόλαση
Η επίσημη υιοθεσία των Άμπι, Άννα και Μαρκίς υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 2006. Τα τρία αδέρφια από το Κολοράντο του Τέξας, όταν εγκαταστάθηκαν στη Μινεσότα, ήταν δύο, τεσσάρων και οκτώ ετών, αντίστοιχα.
Τον Ιούνιο του 2008, οι Χαρτ υιοθέτησαν ακόμα τρία αδέρφια, αυτή τη φορά από το Χιούστον. Τη Σιέρα, ηλικίας τριών ετών, τον Τζέρεμι, ηλικίας τεσσάρων ετών και τον, πέντε ετών, Ντεβόντε.
Το ζευγάρι δεν πληρούσε ούτε τα εισοδηματικά ούτε τα ηλικιακά κριτήρια, για την υιοθεσία έξι παιδιών. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ο συγκεκριμένος οργανισμός υιοθεσίας μετρούσε αρκετές παραβιάσεις στο βιογραφικό του, καθώς για το οικονομικό όφελος, προτιμούσε να “κλείνει συμφωνίες” κι ας μην είχαν ολοκληρωθεί οι ελεγκτικές διαδικασίες.
Και όπως αποδείχτηκε, η τακτική της εταιρείας επρόκειτο να προβεί μοιραία για τις ζωές έξι αθώων ανηλίκων.
Το 2008 και ενώ τα παιδιά πήγαιναν σχολείο, μία από τις δασκάλες πλησίασε την Άννα και την ρώτησε από που προέρχονται οι μελανιές στο αριστερό της χέρι. Εκείνη απάντησε πως η Τζένιφερ Χαρτ την είχε χτυπήσει με τη ζώνη της. Τα παιδιά αποσύρθηκαν από το σχολείο για έναν χρόνο και, όπως έγινε αργότερα γνωστό, η άτυπη κατάθεση της τετράχρονης Άννα δεν καταγράφηκε πουθενά.
Το 2010, η ‘Αμπι είπε στη δασκάλα της ότι είχε χτυπήματα στην πλάτη και το στομάχι της. Όπως αφηγήθηκε, η Τζένιφερ της έβαλε το κεφάλι κάτω απ’ τον νιπτήρα, “άνοιξε” το κρύο νερό και ξεκίνησε να την χτυπά. Όταν ειδοποιήθηκαν οι αρχές και μίλησαν με κάθε παιδί ξεχωριστά, κοινή ομολογία όλων ήταν η συνεχής σωματική βία και η έλλειψη φαγητού.
Η Σάρα Χαρτ κρίθηκε ένοχη και καταδικάστηκε σε κοινωφελή εργασία για έναν χρόνο.
Την επόμενη χρονιά και ενώ η Σάρα είχε επιστρέψει στη Μινεσσότα, η Άννα εμπιστεύτηκε σε μία σχολική νοσοκόμα πως ήταν όλη μέρα νηστική. Η Σάρα κλήθηκε στο σχολείο και εξήγησε πως πρόκειται για τα “κλασσικά παιχνίδια” της κόρης της και πρότεινε να της δώσουν λίγο νερό.
Λίγες μέρες αργότερα, και τα έξι παιδιά εγκατέλειψαν οριστικά το σχολείο και αναγκάστηκαν σε διδασκαλία κατ’ οίκον.
“Φοβούνταν μέχρι θανάτου την Τζεν”
Το 2013 η οικογένεια μετακόμισε στο Όρεγκον. Οι αρχές, αφού ειδοποιήθηκαν από τους αρμόδιους της Μινεσσότα, προχώρησαν σε ξεχωριστή έρευνα, παίρνοντας συνεντεύξεις από γνωστούς και φίλους των Χαρτ.
“Φοβούνταν την Τζεν μέχρι θανάτου. Λειτουργούσαν σαν εκπαιδευμένα ρομπότ“, ανέφεραν οι περισσότεροι.
Δύο οικογενειακοί φίλοι είπαν στην κατάθεσή τους, ότι τα παιδιά αναγκάζονταν να σηκώνουν το χέρι πριν μιλήσουν, απαγορεύονταν να εύχονται “χρόνια πολλά” και να γελούν στο τραπέζι ενώ κάποιοι άλλοι δήλωσαν, πως η διατροφή των παιδιών ήταν πενιχρή και φαίνονταν αρκετά νεότερα της ηλικίας τους.
“Η Τζεν είχε παραγγείλει πίτσα για τα παιδιά, αλλά το κάθε παιδί δικαιούνταν μόνο μια μικρή φέτα. Όταν η Τζεν ανακάλυψε ότι τα παιδιά έφαγαν όλη την πίτσα, προέβη σε δύο εξωφρενικές τιμωρίες. Έκοψε το πρωινό φαγητό και τους ανάγκασε να ξαπλώσουν στο κρεβάτι για πέντε ώρες“, είχε αναφέρει ένας άλλος οικογενειακός φίλος στη συνέντευξή του.
Ωστόσο, οι συνεντεύξεις των ίδιων των παιδιών δεν αποκάλυψαν νέα περιστατικά κακοποίησης, ούτε ανέφεραν κάτι που είχε συμβεί στη Μινεσσότα ενώ η Τζένιφερ Χαρτ τόνισε ότι τυχόν οικογενειακά προβλήματα ήταν αποτέλεσμα των διακρίσεων που δέχονται λόγω της ομοφυλοφιλίας τους.
Έτσι, καθώς οι συνεντεύξεις παρουσίαζαν απόκλιση μεταξύ τους, οι αρμόδιοι ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούσαν να αποδείξουν την ενοχή της Τζένιφερ και Σάρα Χαρτ.
Influencers αγάπης και ειρήνης
Παράλληλα, η Τζένιφερ Χαρτ διατηρούσε ενεργό λογαριασμό στο Facebook, στον οποίο ανέβαζε συνεχώς φωτογραφίες από “ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές”.
Το 2014, η οικογένεια ήρθε στο φως της δημοσιότητας, όταν ο 12χρονος Ντεβόντε, φωτογραφήθηκε να κλαίει στην αγκαλιά ενός αστυνομικού, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης ενάντια στην αστυνομική βία. Η φωτογραφία έκανε τον γύρο του διαδικτύου και οι Χαρτ βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία να ξεγράψουν οτιδήποτε είχε ακουστεί εις βάρος τους μέχρι στιγμής.
Ο Ντεβόντε έγινε διάσημος. Κυκλοφορούσε στις διαδηλώσεις με μια ταμπέλα “Free Hugs” και με πλακάτ που έγραφαν ειρηνικά συνθήματα.
Μέσω αυτού, οι δύο γυναίκες διατυμπάνιζαν τα ιδανικά της ειρήνης και της αγάπης, χωρίς ωστόσο να τα εφαρμόζουν οι ίδιες στα παιδιά τους.
Όσο, όμως, οι φωτογραφίες του 12χρονου κυκλοφορούσαν στο διαδίκτυο και την τηλεόραση, τόσο περισσότεροι δημοσιογράφοι προσέγγιζαν την οικογένεια και ζητούσαν μία συνέντευξη από τον Ντεβόντε. Οι Χαρτ δεν επέτρεψαν πότε κάτι τέτοιο, λέγοντας ότι “θέλουν να προστατεύσουν το παιδί τους” ενώ λίγο καιρό αργότερα, μετακόμισαν, καθώς ισχυρίστηκαν ότι δέχονται συνεχείς απειλές κατά της ζωής τους.
Οι αρχές δεν εντόπισαν ποτέ καμία απειλή.
Απόπειρα διαφυγής
Το 2017 η οικογένεια μετακόμισε στο Γούντλαντ της Καλιφόρνια, σε ένα σπίτι αρκετά απομονωμένο και μακριά από τον πολιτισμό.
Οι μοναδικοί γείτονες ήταν η οικογένεια Ντε Καλμπ (DeKalb), οι οποίοι αργότερα δήλωσαν πως δεν είχαν δει ποτέ τα παιδιά να βγαίνουν απ’ το σπίτι ενώ τα παντζούρια παρέμεναν πάντα κλειστά.
Ένα βράδυ του Αυγούστου, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, η Άννα Χαρτ, αφού περίμενε όλους να κοιμηθούν, πήδηξε από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς της και έτρεξε στο σπίτι των Ντε Καλμπ. Χτύπησε την πόρτα και κλαίγοντας ζήτησε βοήθεια.
“Είναι ρατσιστές και μας κακοποιούν!”, είπε με αναφιλητά στον Μπρους ντε Καλμπ που έτρεξε να δει τι συμβαίνει.
Σύντομα, η Τζένιφερ Χαρτ αντιλήφθηκε τί έχει συμβεί και έσπευσε να πάρει την Άννα στο σπίτι.
Την επόμενη μέρα, όλη η οικογένεια Χαρτ εμφανίστηκε στην εξώπορτα των Ντε Καλμπ και απολογήθηκε για την “ατυχή συμπεριφορά της μικρής”. Μάλιστα, η Άννα έδωσε ένα σημείωμα στον Μπρους, στο οποίο ζητούσε συγγνώμη για τη χθεσινή αναστάτωση και παραδεχόταν ότι όσα είπε είναι ψέματα. Φυσικά, το σημείωμα το είχαν γράψει η Τζένιφερ και Σάρα Χαρτ.
Παρά τον αρχικό δισταγμό, οι Ντε Καλμπ άρχισαν να αντλούν πληροφορίες από τον Ντεβόντε, ο οποίος πήγαινε κάθε τόσο να ζητήσει φαγητό.
Ο ίδιος τους είπε, ότι οι θετές μητέρες του, κρατούσαν το φαγητό ως τιμωρία και αρκετές φορές τον έχουν χτυπήσει.
Οι Ντε Καλμπ απευθύνθηκαν στις αρχές και στην αρμόδια υπηρεσία για την προστασία του παιδιού (Child Protective Services).
Παρά τις επίμονες προσπάθειες, οι υπάλληλοι της υπηρεσίας δεν έφτασαν ποτέ στα ίχνη των Χαρτς.
Στις 23 Μαρτίου 2018, οι Τζένιφερ και Σάρα Χαρτ, μαζί με τα έξι παιδιά τους, εγκατέλειψαν οριστικά το σπίτι.
Ο θάνατος
Τρεις μέρες αργότερα, στις 26 Μαρτίου 2018, ένας Γερμανός τουρίστας κάλεσε την αστυνομία, όταν είδε ένα αυτοκίνητο να έχει πέσει στο γκρεμό.
Το αυτοκίνητο ήταν της οικογένειας Χαρτ. Οδηγός ήταν η Τζένιφερ και συνοδηγός η Σάρα. Στο όχημα επέβαιναν και τα έξι θετά παιδιά τους.
Οι έρευνες έδειξαν πως δεν ήταν ατύχημα. Οι Χαρτ οδήγησαν συνειδητά έξι παιδιά στον θάνατο.
Τα πτώματα των γυναικών και των πέντε παιδιών βρέθηκαν μέσα ή κοντά στο όχημα. Του Ντέβοντ δεν βρέθηκε ποτέ.
αρχική φωτογραφία: Youtube
Διαβάστε ακόμα στη “ΜτΧ”: Η εγκληματική οικογένεια που δολοφόνησε 20 ταξιδιώτες. Η μάνα δολοφονούσε τους άνδρες της και είχε σκοτώσει τρία από τα 12 παιδιά της. Η ιστορία που συγκλόνισε τις ΗΠΑ
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr