Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί θεωρούσαν ότι μέσω των αεροπορικών επιθέσεων μπορούσαν να πλήξουν αποφασιστικά τη Γερμανία. Έτσι, βελτίωσαν και αύξησαν την εμβέλεια των βομβαρδιστικών.
Αρχικά η Βιέννη δεν ήταν στο στόχαστρο των Συμμάχων. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1942, ο Χίτλερ έδωσε εντολή να κατασκευαστούν στην περιοχή αντιαεροπορικοί πύργοι.
Η διοίκηση της Πολεμικής Αεροπορίας έκρινε ότι κατάλληλες τοποθεσίες ως εργοτάξια ήταν το Schmelz , το Prater και το Floridsdorf. Ο Φύρερ δεν συμφώνησε, καθώς οι περιοχές μεταξύ τους απείχαν πολύ και το κέντρο της πόλης θα έμενε απροστάτευτο.
Συνολικά στη Γερμανία και στην Αυστρία κατασκευάστηκαν οκτώ πύργοι. Στο Βερολίνο, τη Βιέννη και το Αμβούργο.
Κατασκευαστικά διέφεραν μεταξύ τους. Άλλοι είχαν μεγαλύτερο ύψος που έφτανε τα 54 μέτρα και άλλοι μεγαλύτερο διάμετρο μέχρι 70 μέτρα.
Στη στέγη τους τοποθετήθηκαν πολύ ισχυρά αντιαεροπορικά. Στο σύνολο τους έριχναν στον αέρα μέχρι και 8,000 βλήματα το λεπτό, ενώ τα μεγάλου διαμετρήματος κανόνια κτυπούσαν στόχους ακόμη και από απόσταση 15.000μέτρων.
Τα τοιχώματα αποτελούνταν από οπλισμένο σκυρόδεμα πάχους οκτώ μέτρων
Κάθε πύργος ήταν αυτοδύναμος, καθώς διάθετε τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών και υποστηριζόταν από ένα μικρότερο σε όγκο πύργο-παρατηρητήριο, όπου υπήρχε αναδυόμενο σύστημα ραντάρ και μια σειρά από ελαφρά αντιαεροπορικά όπλα.
Στο εσωτερικό τους υπήρχαν συστήματα ενδοεπικοινωνίας και εξαερισμού, ανελκυστήρες και γεννήτριες, ενώ λειτουργούσε και τμήμα νοσοκομείου.
Η οχύρωση της Βιέννης
Τελικά, αποφασίστηκε να κατασκευαστούν τρία ζεύγη πύργων, με αμυντική ακτίνα όπλου περίπου 20 χλμ, που υποτίθεται ότι σχημάτιζαν ένα αμυντικό τρίγωνο, με κέντρο τον καθεδρικό ναό του Αγίου Στεφάνου. Οι περιοχές επιλέχθηκαν, επειδή υπήρχε η δυνατότητα να δημιουργηθούν σιδηροδρομικές συνδέσεις.
Το σχέδιο ήταν να καλύψουν με μάρμαρο τους αντιαεροπορικούς πύργους, μετά τη νικηφόρα λήξη του πολέμου και να τους αφιερώσουν ως μνημεία στους πεσόντες Γερμανούς στρατιώτες.
Υπεύθυνος για τον σχεδιασμό των αντιαεροπορικών πύργων ήταν ο Friedrich Tamms, ο οποίος έστειλε στη Βιέννη ως εκπρόσωπο τον Anton Ruschitzka. Τα αναγκαία υλικά τα προμήθευσε η ναζιστική κατασκευαστική οργάνωση Todt .
Κάθε ζεύγος αντιαεροπορικών πύργων αποτελούνταν από τον μεγάλο πύργο μάχης εξοπλισμένο με βαριά και ελαφριά πυροβόλα όπλα και έναν μικρότερο πύργο ελέγχου για επικοινωνίες και προβολείς.
Κάθε πύργος μπορούσε να φιλοξενήσει έως και 30.000 άτομα.
Ο πύργος ελέγχου μάχης και πυρκαγιάς χτίστηκε μεταξύ Ιουλίου 1944 – Ιανουαρίου 1945. Ο πύργος μάχης είναι δύο μέτρα υψηλότερος από τον δωδεκαώροφο πύργο ελέγχου και αποτελεί τον ψηλότερο από όλους τους αντιαεροπορικούς πύργους.
Δείτε τους αντιαεροπορικούς πύργους του Τρίτου Ράιχ μέσα από τα πλάνα του συνεργάτη μας CHRIS.P-LifeAfterGravity:
Μετά το τέλος του πολέμου έγιναν προσπάθειες να καταστραφούν, όμως παρά τις τεράστιες ποσότητες εκρηκτικών που χρησιμοποιήθηκαν, έμειναν αλώβητοι.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr