Του συγγραφέα Άκη Παρισιάδη
Τζέιμς Γκάρφιλντ. Ο 20ος πρόεδρος των ΗΠΑ και ο δεύτερος που δολοφονήθηκε. Φτωχός και ορφανός στην παιδική του ηλικία βίωσε την ειρωνεία και την άσχημη συμπεριφορά από τους συνομηλίκους του.
Δίδαξε αρχαία ελληνικά και παντρεύτηκε μία μαθήτριά του. Ενεπλάκη σε ερωτικό σκάνδαλο όσο ήταν παντρεμένος, αλλά και στο οικονομικό σκάνδαλο των σιδηροδρόμων. Η θητεία του ως πρόεδρος κράτησε λιγότερο από εφτά μήνες, καθώς δολοφονήθηκε από τον Τσαρλς Γκουιτό, επειδή δεν τον διόρισε πρόξενο στο Παρίσι. Αρχικά επέζησε της απόπειρας και πέθανε από αμέλεια των γιατρών. Επιστρατεύτηκε μέχρι και ο Γκράχαμ Μπελ για να τον γλιτώσει από το θάνατο.
Φτωχός και ορφανός
Έχασε τον πατέρα του όταν ήταν μόλις ενός έτους και μεγάλωσε μέσα σε ένα πολύ φτωχικό περιβάλλον. Ωστόσο, η μητέρα του, Ελίζα, προσπάθησε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των παιδιών της, παρά τις δυσκολίες. Στον Τζέιμς έδειχνε μια κάπως μεγαλύτερη αδυναμία και το δέσιμό τους ήταν ισχυρό. Όπως φανερώνει και το ημερολόγιό του, όταν η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε του κόστισε πολύ. Ο δεύτερος αυτός γάμος δεν κράτησε για καιρό, κάτι που ικανοποίησε τον μικρό Τζέιμς. Η μητέρα του, με ισχυρή προσωπικότητα, θα παίξει σημαντικό ρόλο σε όλη τη μετέπειτα ζωή του.
Σε όλη την παιδική του ηλικία δεν μπόρεσε να αναπτύξει παρέες, καθώς οι συνομήλικοι του τον απέφευγαν για τον λόγο ό,τι ήταν φτωχός και ορφανός. Αυτήν η απόρριψη έκανε τον Τζέιμς Γκάρφιλντ πολύ ευαίσθητο στα καταπιεσμένα στρώματα της τότε αμερικανικής κοινωνίας. Διέξοδο έβρισκε στην ανάγνωση βιβλίων και παρότι μέχρι τότε δεν είχε λάβει κάποια σοβαρή σχολική μόρφωση, μόνος του κατάφερε να αποκτήσει πολυεπίπεδες γνώσεις. Στην ηλικία των δεκαέξι έφυγε από το σπίτι του ώστε να δουλέψει στο λιμάνι του Κλίβελαντ, αλλά μια ασθένεια τον ανάγκασε να γυρίσει πίσω. Η επιστροφή του συνοδεύτηκε από την απόφαση να λάβει πλέον συστηματική και ακαδημαϊκή μόρφωση.
Ακαδημαϊκή ανέλιξη
Γρήγορα αναδείχτηκε ως ένας πολύ επιμελής φοιτητής, δείχνοντας την κλίση του στην εκμάθηση γλωσσών, αλλά και στην παιδαγωγική. Εντρύφησε στα λατινικά και στα αρχαία ελληνικά. Μάλιστα, εκείνα τα χρόνια φανερώθηκε και το ρητορικό του ταλέντο μπροστά σε πολυάριθμο κοινό. Έπειτα γράφτηκε στο Ινστιτούτο Western Reserve. Και εκεί εντυπωσίασε τους καθηγητές του με την πρόοδό του, δίνοντάς του τη δυνατότητα να διδάξει Αρχαία Ελληνικά, αν και ο ίδιος ήταν ακόμα φοιτητής. Μαθήτριά του ήταν και η Λουκρητία Ρούντολφ, με την οποία αναπτύχθηκε ένα ειδύλλιο, όπου τελικά λίγα χρόνια αργότερα κατέληξε και στο γάμο. Έκαναν εφτά παιδιά, όμως τα πέντε πέθαναν είτε στη βρεφική είτε στην παιδική τους ηλικία.
Κατάφερε σε μικρό χρονικό διάστημα να χτίσει μια αξιόλογη ακαδημαϊκή καριέρα. Θεωρούσε πως η εκπαίδευση είναι ένα προνόμιο που δεν είναι για τους λίγους. Δε δυσκολεύτηκε να ανακηρυχθεί πρόεδρος του Ινστιτούτου και έδειξε έναν ιδιαίτερο σεβασμό στη διαφορετικότητα, αγνοώντας την καταγωγή και την κοινωνική προέλευση κάθε φοιτητή, ανοίγοντας τις διόδους της μόρφωσης σε όσους περισσότερους ήταν δυνατόν. Έτσι μέσα σε έντονες πολιτικές και κοινωνικές ζυμώσεις, το 1858 λίγα χρόνια πριν από την έναρξη του αμερικανικού εμφυλίου, ο Τζέιμς Γκάρφιλντ θα δεχτεί από τους φορείς του Ρεπουμπλικανικού κόμματος του Οχάιο τη θέση του υπευθύνου του κόμματος, όπου και έμεινε σε αυτή τη θέση ως το 1861.
Συνταγματάρχης χωρίς εκπαίδευση
Με την έναρξη του εμφυλίου πολέμου ο Γκάρφιλντ τάχθηκε δίπλα στον Αβραάμ Λίνκολν, καθώς θεωρούσε ιερή υποχρέωση την εξάλειψη της δουλείας. Αρχικά, λόγω της ευγλωττίας του, βοήθησε τον Στρατό της Ένωσης με ομιλίες σε πόλεις και χωριά για την ανάγκη εθελοντικής ένταξης όλων των ανδρών. Αν και δεν είχε κάποια στρατιωτική εκπαίδευση ή εμπειρία η κυβέρνηση τον ονόμασε συνταγματάρχη και με γρήγορες διαδικασίες κατάφερε να στρατολογήσει πολλούς από γείτονές του μέχρι και φοιτητές στους οποίους δίδασκε. Επειδή η εκπαίδευση των ανδρών των οποίων ηγούνταν ήταν ανεπαρκής, παραπλανούσε με διάφορους σχηματισμούς και αλλαγή πορείας τον εχθρό, κάτι που πέτυχε απόλυτα καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η μοναδική φορά που μπλέχτηκε σε πραγματική μάχη ήταν τον Ιανουάριο του 1862.
Ερωτικό σκάνδαλο
Το καλοκαίρι του 1862 ο Γκάρφιλντ νόσησε από ίκτερο. Αναγκάστηκε να αποσυρθεί στο σπίτι του, όπου η σύζυγός του Λουκρητία ανέλαβε τη φροντίδα του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους, αφού η υγεία του αποκαταστάθηκε, στάλθηκε στην Ουάσινγκτον και περίμενε διαταγές για κάποια νέα αποστολή. Εκεί, γνώρισε μια άλλη γυναίκα. Οι φήμες για τη σύναψη εξωσυζυγικής σχέσης έφτασε μέχρι τη Λουκρητία και προκάλεσε αρχικά τριγμούς στον γάμο τους. Όμως τελικά, η σύζυγός του τον συγχώρησε και έτσι σώθηκε η σχέση τους, αλλά και η πολιτική καριέρα, καθώς τον ίδιο χρόνο εκλέχτηκε ως αντιπρόσωπος του Οχάιο στο Κογκρέσο. Περισσότερες λεπτομέρειες για το τρίτο πρόσωπο δεν είναι γνωστές, ωστόσο καθ’ όλη τη διάρκεια της υπόλοιπης πολιτικής του ζωής, επιμελώς αυτό το σκάνδαλο παρέμενε κρυμμένο.
Στη ριζοσπαστική πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων
Ο Γκάρφιλντ έδειξε έντονα τη δυσαρέσκειά του προς τον πρόεδρο Λίνκολν. Θεώρησε ότι ο Λίνκολν έδειχνε μια ήπια στάση απέναντι στους Νότιους, ειδικά προς το τέλος του πολέμου. Ο στρατός της Ένωσης, ως νικητής, θεώρησε ότι έπρεπε άμεσα να επιδιώξει την κατάργηση της δουλείας, καθώς και την άνευ όρων παράδοση των ηγετών του Νότου και την παύση κάθε συνταγματικού τους δικαιώματος. Υποστήριξε με σθένος την κατάσχεση της καλλιεργήσιμης γης όλων των νότιων περιοχών που εξεγέρθηκαν εναντίον της κυβέρνησης, καθώς και την καταδίκη σε θάνατο των αρχηγών των αντιπάλων. Επίσης, κατέθεσε πρόταση στο Κογκρέσο να αποκτήσει περισσότερες εξουσίες, βάζοντας τις προεδρικές αρμοδιότητες στο περιθώριο. Ωστόσο, ο Λίνκολν ήταν ανένδοτος να συναινέσει και μάλιστα λίγο καιρό πριν από τις εκλογές. Παρά τις διαφωνίες τους όμως ο Γκάρφιλντ βοήθησε με τον τρόπο του στην επανεκλογή του στη δεύτερη θητεία.
Οικονομικό σκάνδαλο
Στα τέλη δεκαετίας του 1860 και στις αρχές του 1870 εξελίχθηκε το σκάνδαλο των σιδηροδρόμων, όταν πρόεδρος ήταν ο στρατηγός και Ρεπουμπλικάνος Οδυσσεύς Γκραντ. Η Credit Mobilier of America που είχε αναλάβει να κατασκευάσει τους σιδηροδρόμους στην ενδοχώρα των ΗΠΑ ήταν ουσιαστικά μια εταιρεία φάντασμα, καθώς είχε εξαγοραστεί από μετόχους, διευθυντές και υπαλλήλους της Union Pacific. Τα τιμολόγια για τις εργασίες και τα υλικά ήταν υπερκοστολογημένα και τα χρήματα καλύφτηκαν από ομοσπονδιακά κεφάλαια.
Επίσης στη Credit Mobilier δόθηκε η δυνατότητα να εξαγοράσει κινητές περιουσίες της Pacific Union σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την πραγματική τους αξία. Τα έξοδα της κατασκευής διογκώθηκαν κι έτσι το Κογκρέσο διέθεσε περισσότερα κεφάλαια από τον αρχικό σχεδιασμό. Μέσα σε όλα αυτά ο κυβερνήτης της Μασαχουσέτης Oakes Ames προσέφερε σε πολύ στενούς του φίλους τη δυνατότητα να αγοράσουν μετοχές της Credit Mobiler σε εντελώς εξευτελιστική τιμή σε σχέση με την πραγματική ονομαστικής τους αξία.
Το σκάνδαλο φανερώθηκε το 1872 και μέσα σε πολλά σημαίνοντα πρόσωπα της πολιτικής ζωής των ΗΠΑ, εμπλέχθηκε και το όνομα του Γκάρφιλντ. Ο Γκάρφιλντ βρέθηκε με δέκα μετοχές της Credit Mobilier. Έναντι της ειδικής επιτροπής που συντάχθηκε, ο Γκάρφιλντ υποστήριξε ότι ο κυβερνήτης Ames του προσέφερε αυτές τις μετοχές, αλλά ο ίδιος τις αρνήθηκε. Κάτι παρόμοιο δήλωσε και ο Ames, αλλά λίγες εβδομάδες αργότερα αναίρεσε τα λεγόμενά του και είπε πως τελικά έδωσε στον Γκάρφιλντ τις μετοχές, αλλά τις κατέβαλε ως δάνειο σ’ εκείνον από τα πολλά αποθέματα τους κέρδους που είχε. Η αλήθεια εν τούτοις δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως. Οι περισσότεροι ιστορικοί και μελετητές, καταλήγουν στο ότι ο Γκάρφιλντ είπε μεν αλήθεια, αλλά δεν είπε όλη την αλήθεια.
Με το ζόρι υποψήφιος;
Πολλοί Ρεπουμπλικάνοι έβλεπαν στον Τζέιμς Γκάρφιλντ τον ιδανικό υποψήφιο για πρόεδρο των εκλογών του 1880. Ο ίδιος είχε όμως δηλώσει κατηγορηματικά πως δεν ενδιαφέρεται για το αξίωμα και πως θα υποστήριζε τον Σέρμαν, που τον είχε βοηθήσει να εκλεγεί στη γερουσία. Ωστόσο, η ανάδειξη του υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων δεν ήταν καθόλου εύκολη καθώς ήταν μοιρασμένοι ανάμεσα στο Σέρμαν, τον Μπλέινι και τον Γκραντ, που ήδη είχε εκλεγεί δύο φορές πρόεδρος. Τότε δεν υπήρχε γραπτή απαγόρευση από το σύνταγμα για μάξιμουμ δύο θητείες να και ο άτυπος κανόνας του Τζορτζ Ουάσινγκτον απαιτούσε δύο θητείες. Συνταγματικά ψηφίστηκε το 1947 κανένας από τους τρεις δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία.
Ορισμένοι σύνεδροι, μπροστά στο αδιέξοδο που προέκυψε και θεωρώντας τον Γκάρφιλντ ως τον ικανότερο, του έδωσαν εν αγνοία του τις απαιτούμενες πενήντα ψήφους και έτσι μπήκε και αυτός στην κούρσα του χρίσματος. Παρά τις αντιρρήσεις του συμμετείχε κανονικά στην ψηφοφορία και οι υποστηρικτές του Σέρμαν και του Μπλέινι μετατοπίστηκαν στον Γκάρφιλντ, αναδεικνύοντας τον υποψήφιο πρόεδρο.
Μετέπειτα, πολλοί θεώρησαν ότι η αρχική του άρνηση ήταν μια μπλόφα, ώστε σίγουρος για το αδιέξοδο των ψηφοφοριών να φανεί ο ίδιος ως η μοναδική και αξιόπιστη λύση. Άλλωστε ο Σέρμαν, που τον βοήθησε στην εκλογή του ως γερουσιαστή ένιωσε προδομένος από τη στάση του, όσο κι αν ο Γκάρφιλντ διαβεβαίωνε ότι δεν είχε μια τέτοια πρόθεση.
Νικητής με 2000 ψήφους διαφορά
Ο Γκάρφιλντ αναδείχθηκε πρόεδρος με λιγότερες από δύο χιλιάδες ψήφους διαφορά, από τον αντίπαλό του Γουίνφιλντ Σκοτ Χάνκοκ, αλλά με βάση τους εκλέκτορες πέτυχε μια άνετη νίκη.
Ένας ναρκισσιστής δολοφόνος
Ο Γκουιτό, χωρίς σταθερό επάγγελμα, αποφάσισε στις προεδρικές εκλογές να υποστηρίξει τους Ρεπουμπλικάνους. Εκφωνούσε ομιλίες υπέρ του Γκάρφιλντ, αν και τις περισσότερες δεν μπορούσε να τις ολοκληρώσει λόγω της ανισόρροπης ψυχικής του υγείας κι έτσι συνήθως γίνονταν περίγελος των ακροατών. Ωστόσο, ο ίδιος έκρινε ότι η δική του συμβολή στην εκλογή του Γκάρφιλντ ήταν σημαντική και απαίτησε το διορισμό του ως προξένου στο Παρίσι, άσχετα βέβαια αν δε γνώριζε Γαλλικά ούτε κάποια άλλη ξένη γλώσσα. Λέγεται μάλιστα ότι ο Γκάρφιλντ συνάντησε μια φορά σε ακρόαση στο γραφείο του τον Γκουιτό, χωρίς να εντυπωσιαστεί ιδιαίτερα από τα προσόντα του.
Αν και ήταν ακόμα νωπή στη μνήμη των Αμερικανών η δολοφονία του Λίνκολν, τα μέτρα ασφαλείας στη φύλαξη του προέδρου ήταν ελάχιστα, καθώς η ενέργεια εναντίον του είχε θεωρηθεί ως απότοκο μίσους του εμφυλίου πολέμου. Μάλιστα τα ταξίδια, αλλά και η πορεία που ακολουθούσε ο Γκάρφιλντ στις συναντήσεις του αποτυπώνονταν με λεπτομέρειες στις εφημερίδες. Ο Γκουιτό ακολουθούσε συχνά τον πρόεδρο, αλλά είτε λόγω συγκυριών είτε επειδή έχανε την ψυχραιμία του δεν προχώρησε στη δολοφονία νωρίτερα. Εκείνο το πρωινό όμως βρήκε την ευκαιρία και την ηρεμία που έψαχνε.
Ενώ ο Γκάρφιλντ ανέμενε το τρένο και συνομιλούσε με τον υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Μπλέινι, στις 9.30 ακριβώς, ο Γκουιτό πλησίασε τον πρόεδρο, έβγαλε το περίστροφο και τον πυροβόλησε δύο φορές. Η μία σφαίρα τον τραυμάτισε στην πλάτη και η άλλη στο χέρι. Ο Γκάρφιλντ φαίνεται να αναφώνησε μετά την απόπειρα: “Θέε μου, τι είναι αυτό;” Ο Γκουιτό προσπάθησε να διαφύγει, αλλά συνελήφθη γρήγορα. Ουσιαστικά ήταν μια δολοφονία δίχως εμφανή πολιτικά κίνητρα και πιστεύεται ότι περισσότερο πρέπει να θεωρηθεί ως ξεκαθάρισμα προσωπικών διαφορών, μετά τη δυσαρέσκεια του Γκουιτό για τη μη ανάληψη της θέσης του προξένου στο Παρίσι. Κατά καιρούς, ψυχίατροι περιέγραψαν τον Γκουιτό ως μια κλινική περίπτωση ψυχοπαθούς, ενώ άλλοι τον χαρακτήρισαν σχιζοφρενή ναρκισσιστή. Τελικά, απαγχονίστηκε μετά από έναν χρόνο.
Ο Γκράχαμ Μπελ ψάχνει τη σφαίρα
Ο τραυματισμένος πρόεδρος μεταφέρθηκε σ’ ένα κοντινό γραφείο. Εκεί, κάποιοι γιατροί εξέτασαν τις πληγές του, δίχως όμως να λάβουν κανένα αντισηπτικό μέτρο. Ακόμα κι όταν μεταφέρθηκε στο Λευκό Οίκο για πιο ενδελεχή εξέταση, λέγεται ότι δώδεκα γιατροί προσπάθησαν να βρουν τη σφαίρα, βάζοντας τα γυμνά τους χέρια μέσα στα τραύματά του.
Παρόλο που αρχικά φάνηκε ότι ο Γκάρφιλντ είχε διαφύγει τον κίνδυνο, σύντομα ανέβασε πυρετό και έχανε πολύ βάρος. Η σφαίρα ήταν ακόμα στο σώμα του και κανένας γιατρός δεν είχε καταφέρει να την εντοπίσει. Τότε κάλεσαν τον εφευρέτη Γκράχαμ Μπελ να δώσει λύση. Είχε δημιουργήσει έναν πρωτότυπο ανιχνευτή μετάλλων και με αυτόν θα έβρισκε τη σφαίρα. Όμως, η προσπάθειά του απέτυχε και ο πρόεδρος χειροτέρευε διαρκώς.
Το τέλος
Για να απαλλαγεί από το γεμάτο υγρό κλίμα της Ουάσινγκτον ο Γκάρφιλντ μεταφέρθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ. Αν και στην πρωτεύουσα νοσηλευόταν σ’ ένα δωμάτιο όπου το παράθυρο σφραγιζόταν με μια στήλη πάγου και τεχνικός αέρας διοχέτευε τη δροσιά προς το εσωτερικό –μια πρώτη μορφή κλιματιζόμενου χώρου- η υγεία του χειροτέρευε. Εν τέλει, στις 19 Σεπτεμβρίου του 1881 ο Τζέιμς Γκάρφιλντ κι ενώ μαζί του βρισκόταν ο επικεφαλής του προσωπικού Ντέιβιντ Σουάμ, ο Πρόεδρος φώναξε: “Τι απαίσιος πόνος Σουάμ, πίεσε το στήθος μου. Δε μπορείς να το σταματήσεις αυτό;”. Έπειτα έχασε τις αισθήσεις του και δεν επανήλθε ποτέ.
Πιθανόν ο Τζέιμς Γκάρφιλντ πέθανε από τη μόλυνση των τραυμάτων που προήλθε από τη μηδαμινή πρόληψη των γιατρών στα αντισηπτικά μέτρα, λόγω άγνοιας. Με βάση τον ιατρικό του φάκελο που έχει μελετηθεί και τη σύγχρονη εποχή ο καθηγητής ιατρικής Ρατκόβ του πανεπιστημίου του Νιου Τζέρσεϊ δήλωσε πως αν συνέβαινε αυτό σήμερα με τα συγκεκριμένα τραύματα, ο ασθενής θα γυρνούσε στο σπίτι του σε δύο ή τρεις ημέρες. Βέβαια υπήρξαν κι εκείνοι που υποστήριξαν, ότι ήταν τέτοια η πορεία της σφαίρας μέσα στο σώμα του, που έπληξε ζωτικά όργανα και κατά συνέπεια, ο θάνατος θα ήταν αναπόφευκτος.
Ο Τζέιμς Γκάρφιλντ έμεινε στην ιστορία ως ο δεύτερος πρόεδρος των ΗΠΑ που δολοφονήθηκε και ο δεύτερος πρόεδρος με την πιο ολιγόχρονη θητεία.
Πηγή φωτογραφιών: YouTube, Wikipedia, Wikimediamtx Commons
Σημείωση: Η «Μηχανή του Χρόνου» δέχεται κείμενα αναγνωστών και αν είναι στο πνεύμα της σελίδας, τα δημοσιεύουμε. Φυσικά δεν παρεμβαίνουμε ουσιαστικά στα κείμενα, ούτε και φέρουμε ευθύνη για τυχόν ανακρίβειες. Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενα με ένα σύντομο βιογραφικό σας στο nfo@mixanitouxronou.gr
Διαβάστε επίσης στη “ΜτΧ”: Τραγική ειρωνεία της ιστορίας: ο αδελφός του ανθρώπου που δολοφόνησε τον πρόεδρο Λίνκολν του έσωσε μετά από χρόνια τον γιο …
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr