Στις 17 Ιουνίου του 1966, ώρα 2.30 τα ξημερώματα, δύο άντρες μπήκαν στο μπαρ Λαφαγιέτ της πόλης Πάτερσον του Νιου Τζέρσεϊ.
Άνοιξαν πυρ εναντίον των θαμώνων, σκοτώνοντας ακαριαία δύο άντρες και τραυματίζοντας έναν άντρα και μια γυναίκα, η οποία υπέκυψε στα τραύματά της λίγη ώρα αργότερα.
Η σκηνή ήταν φρικιαστική. Το πάτωμα ήταν γεμάτο αίματα και όταν ο οδηγός του ασθενοφόρου πέρασε την πόρτα του μπαρ, γλίστρησε μέχρι την άλλη άκρη το δωματίου.
Οι δύο τραυματίες είπαν στην αστυνομία ότι οι δράστες ήταν δύο μαύροι άντρες. Λίγα λεπτά αργότερα, ένας άλλος μάρτυρας δήλωσε ότι οι δράστες επιβιβάστηκαν σε ένα άσπρο αυτοκίνητο.
Ο τελευταίος μάρτυρας ονομαζόταν Άλφρεντ Μπέλο.
Έτυχε να βρίσκεται έξω από το μπαρ εκείνο το βράδυ, επειδή ερευνούσε την περιοχή για μία διάρρηξη, που σκόπευε να κάνει στο μέλλον.
Περίπου μισή ώρα μετά την επίθεση, η αστυνομία εντόπισε ένα άσπρο αυτοκίνητο με δύο μαύρους άντρες.
Οι αστυνομικοί είχαν σταματήσει το ίδιο αυτοκίνητο δέκα λεπτά μετά τους φόνους για εξακρίβωση στοιχείων, αλλά το άφησαν να φύγει γιατί δεν είχαν ακόμα αρκετές πληροφορίες.
Τη δεύτερη φορά, οι δύο άντρες οδηγήθηκαν στο τμήμα. Τα ονόματά τους ήταν Ρούμπιν Κάρτερ και Τζον Άρτις.
Ρούμπιν “Ο Τύφωνας” Κάρτερ
Ο Ρούμπιν Κάρτερ γεννήθηκε στις 6 Μαΐου του 1937 και από μικρός, παρουσίασε εξαιρετικά βίαιη και επιθετική συμπεριφορά.
Σε ηλικία 11 ετών, μαχαίρωσε έναν άντρα.
Αν και ο Κάρτερ ισχυρίστηκε ότι ο άντρας ήταν παιδόφιλος, το 11χρονο αγόρι δεν απέφυγε το αναμορφωτήριο.
Το 1954, κατατάχτηκε στον στρατό, για να μειώσει την ποινή του και εκεί ανακάλυψε το μεγάλο του ταλέντο. Το μποξ.
Ο θυμός, η δύναμη και η επιθετικότητά, που τον οδήγησαν στα αναμορφωτήρια, τον έκαναν και ένα αστέρι της πυγμαχίας.
Όταν έληξε η θητεία του, επέστρεψε στην παραβατική συμπεριφορά.
Μέχρι και το 1961, ο Κάρτερ μπαινόβγαινε σε αναμορφωτήρια και φυλακές για πλήθος παρανομιών, από μικροκλοπές μέχρι και ληστείες υπό απειλή όπλου.
Αποφυλακίστηκε το 1961 και πήρε μια σημαντική απόφαση. Όφειλε να αλλάξει τη ζωή του.
Η πυγμαχία ήταν το διαβατήριο για το νέο ταξίδι. Ήταν πολύ καλός και υπήρχαν αληθινές επαγγελματικές προοπτικές. Άλλωστε από τους αγώνες μπορούσε να κερδίσει περισσότερα από όσα έβγαζε σε μια ληστεία.
Αφοσιώθηκε στο μποξ, στο οποίο σύντομα διέπρεψε.
Ήταν τόσο επιθετικός και σαρωτικός στο ρινγκ, που τον αποκαλούσαν “Τυφώνα”.
Το 1963 κατατρόπωσε τον πρώην πρωταθλητή, Εμίλ Γκρίφιθ και θα είχε κερδίσει το πρωτάθλημα, αν δεν έχανε από τον Τζόι Γκάρφιλντ, τον Δεκέμβριο του 1964. Απλά προετοιμαζόταν για την επόμενη ευκαιρία.
Παρά την επιτυχία του στο ρινγκ όμως, ο Κάρτερ παρέμενε ένας “μαύρος με άσχημο παρελθόν”. Αυτή ήταν η άποψη της αστυνομίασ του Νιου Τζέρσεϊ και έτσι τον έβλεπαν πολλοί λευκοί κάτοικοι της πολιτείας.
Τη δεκαετία του ’60, οι κοινωνικές αναταραχές και ο ρατσισμός ήταν σε έξαρση και ο Ρούμπιν Κάρτερ προκαλούσε το μένος των λευκών.
Συμπεριφερόταν με αναίδεια και θράσος προς τους αστυνομικούς και έδειχνε εμφανώς την αντιπάθειά του για τους λευκούς.
Μάλιστα σε συνέντευξή του, ο Κάρτερ είχε δηλώσει ότι, θα ήθελε να πυροβολήσει αστυνομικούς κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης στο Χάρλεμ.
Έτσι, όταν στις 17 Ιουνίου του 1966, θεωρήθηκε ύποπτος για μια τριπλή ανθρωποκτονία, κανείς δεν εξεπλάγη.
Η καταδίκη
Ο Κάρτερ και ο Άρτις αφέθηκαν ελεύθεροι, γιατί ο μοναδικός επιζών της επίθεσης δεν τους αναγνώρισε και γιατί πέρασαν με επιτυχία το τεστ αλήθειας.
Παρέμεναν όμως ύποπτοι για τις αρχές, οι οποίες δέχονταν τεράστια πίεση να συλλάβουν τους δράστες της επίθεσης.
Ο δήμαρχος της πόλης είχε υποσχεθεί ότι θα βραβεύσει με αύξηση μισθού και προαγωγή τους αστυνομικούς που θα έβρισκαν τους ενόχους.
Τέσσερις μήνες μετά την πρώτη σύλληψη, ο Κάρτερ και ο Άρτις βρέθηκαν ξανά στο στόχαστρο της αστυνομίας.
Δύο μάρτυρες, ο Άλφρεντ Μπέλο και ο συνεργός του, Άρθουρ Ντέξτερ Μπράντλι, κατέθεσαν ότι είδαν τους Κάρτερ και Άρτις να βγαίνουν τρέχοντας από το μπαρ, οπλισμένοι, μετά την επίθεση.
Στις 29 Ιουνίου του 1967, χωρίς ατράνταχτα αποδεικτικά στοιχεία, οι δύο άντρες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη για τις δολοφονίες.
Η δεύτερη δίκη
Ο Κάρτερ δεν ήταν ένας υπάκουος κρατούμενος.
Αρνούνταν να φορέσει τις στολές των φυλακισμένων και απαιτούσε τον σεβασμό των φυλάκων, οι οποίοι δεν δέχονταν να τους μιλά με τέτοιο θράσος ένας κρατούμενος.
Ο πρώην μποξέρ κατέληγε συνεχώς στην απομόνωση, αλλά τίποτα δεν τον λύγιζε.
Όπως δήλωσε σε συνέντευξή του: “Έτρωγα τις ποινές σαν να ήταν η πιο νόστιμη και ζουμερή μπριζόλα”.
Παράλληλα όμως, ο Κάρτερ αφοσιώθηκε στις σπουδές του.
Είχε παρατήσει το σχολείο στα 13 και θεωρούσε τον εαυτό του σχεδόν αναλφάβητο.
Στη φυλακή άρχισε να μελετά νομική και αποφάσισε να γράψει την αυτοβιογραφία του, στην οποία έδωσε τον τίτλο “Ο 16ος Γύρος”.
Εκδόθηκε το 1975, απέσπασε εξαιρετικές κριτικές και ο Κάρτερ για πρώτη φορά κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια του κόσμου, χωρίς να χτυπήσει κανέναν. Διηγήθηκε απλά τη ζωή του και τα αίτια που τον οδήγησαν στη φυλακή.
Την ίδια περίοδο, η υπόθεση του Κάρτερ επανεξεταζόταν, γιατί είχαν έρθει στο φως καινούρια στοιχεία.
Βρέθηκε μία κασέτα, στην οποία οι κατήγοροι προσέφεραν ελαφρύνσεις στους δύο μάρτυρες, Μπέλο και Μπράντλι, για να καταθέσουν εναντίον των κατηγορούμενων.
Σχεδόν αμέσως, οι Μπέλο και Μπράντλι αναίρεσαν τις καταθέσεις τους και ο Κάρτερ βρέθηκε πάλι στο δικαστήριο.
Αυτή τη φορά όμως ο κόσμος τον αντιμετώπιζε ως ένα αδικημένο παιδί του λαού, ένα θύμα του κατεστημένου.
Ο Κάρτερ είχε μάλιστα την υποστήριξη του θρυλικού Μοχάμεντ Άλι, αλλά και του Μπομπ Ντίλαν, ο οποίος επισκεπτόταν τον Κάρτερ στη φυλακή και έγραψε το τραγούδι “Hurricane” για αυτόν.
Παρά την υποστήριξη, η δίκη είχε άσχημη εξέλιξη.
Ο Κάρτερ, απογοητευμένος από το δικαστικό σύστημα, αρνήθηκε να καταθέσει, γιατί ήταν σίγουρος ότι θα καταδικαζόταν.
Και είχε δίκιο.
Ο μάρτυρας Μπέλο, αφού αναίρεσε την αρχική του κατάθεση, επέστρεψε και υποστήριξε για ακόμα μία φορά, ότι είδε τους Κάρτερ και Άρτις να βγαίνουν από το μπαρ.
Οι κατήγοροι παρουσίασαν την επίθεση της 17ης Ιουνίου ως εκδίκηση για την δολοφονία ενός μαύρου από λευκούς, που είχε διαπραχθεί λίγες μέρες πριν.
Η τρίτη δίκη και η απελευθέρωση
Ο Κάρτερ είχε εγκαταλείψει κάθε ελπίδα, όταν το 1980, έλαβε ένα γράμμα από έναν νεαρό, ονόματι Λέζρα Μάρτιν, που είχε διαβάσει την αυτοβιογραφία του.
Ο Μάρκιν έμενε σε ένα κοινόβιο στον Καναδά και συγκινήθηκε τόσο από την ιστορία του Κάρτερ, που αποφάσισε να του γράψει.
Ο Κάρτερ απάντησε και μετά από λίγο καιρό, ο Μάρτιν τον επισκέφτηκε στη φυλακή.
Με τη βοήθεια του Μάρτιν και των άλλων μελών του κοινόβιου, που έψαξαν νομικά την υπόθεση και βρήκαν καινούρια στοιχεία, ο Κάρτερ κέρδισε επιτέλους την ελευθερία του.
Χρειάστηκαν πέντε χρόνια και ατελείωτες ώρες εργασίας, αλλά οι δικηγόροι του Κάρτερ εξασφάλισαν άλλη μια επανεξέταση.
Η τρίτη φορά ήταν η λυτρωτική.
Ο δικαστής κατέληξε ότι οι προηγούμενες αποφάσεις είχαν επηρεαστεί από ρατσιστικό μίσος και ότι οι καταθέσεις των μαρτύρων είχαν αλλοιωθεί.
Στις 7 Νοεμβρίου του 1985, μετά από 20 χρόνια κάθειρξης, ο Ρούμπιν Κάρτερ αποφυλακίστηκε.
Ο Τζον Άρτις είχε ήδη αποφυλακιστεί με περιορισμούς το 1981, αλλά το 1986 συνελήφθη για κατοχή ναρκωτικών και πέρασε άλλα έξι χρόνια στη φυλακή.
Ο Κάρτερ πέθανε από καρκίνο στις 20 Απριλίου του 2014, σε ηλικία 76 ετών. Είχε αφιερώσει τη ζωή του την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Μετά την αποφυλάκιση του, ήταν πλέον πολύ μεγάλος για να επιστρέψει στα ρινγκ, αλλά κατάφερε να γίνει ένας αληθινός θρύλος.
Κέρδισε τους δυσκολότερους αντιπάλους που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει. Το ρατσισμό και τη στημένη δικαιοσύνη.
*Το 1999, κυκλοφόρησε η ταινία “Τυφώνας: Η Αληθινή Ιστορία” με πρωταγωνιστή τον Ντένζελ Ουάσινγκτον, που υποδύθηκε τον μποξέρ.
Της Αθηνάς Τζίμα
Πηγή χαρακτηριστικής εικόνας: Wikimediamtx Commons
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: «Οργισμένο Είδωλο». Η θρυλική ταινία που δεν ήθελε να σκηνοθετήσει ο Σκορτσέζε επειδή σιχαινόταν το μποξ. Πώς του άλλαξε γνώμη ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, που πήρε 27 κιλά
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr