1958: Η Βραζιλία αγωνίστηκε εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης στο Μουντιάλ της Σουηδίας και επικράτησε με 2-0. Εκεί για πρώτη φορά ο Ρώσος τερματοφύλακας Λεβ Ιβάνοβιτς Γιασίν δοξάστηκε από το κοινό και ξεκίνησε μία πορεία που άφησε εποχή στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας που έφευγε μακριά από τα δοκάρια και έπιανε την μπάλα με τα δύο χέρια. Οι αποκρούσεις του εκστασίαζαν το κοινό ενώ τα μαύρα αθλητικά ρούχα και γάντια του ήταν το χαρακτηριστικό του. Γι΄ αυτό και για τις αλτικές του ικανότητες απέκτησε τα προσωνύμια «Μαύρη αράχνη», «Μαύρος Πάνθηρας» και «Μαύρο χταπόδι».
Του άρεσε πολύ η βότκα και ήταν εθισμένος στο τσιγάρο. Το κοινό τον είχε συνηθίσει να αφήνει δίπλα στο τέρμα του τα τσιγάρα και την τραγιάσκα που έπαιρνε για γούρι στους αγώνες.
Κατέκτησε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο το 1956, το χρυσό στο πρώτο Γιούρο το 1960 και διεκδίκησε την 4η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο Αγγλίας το 1966.
Η Ντιναμό Μόσχας αγωνίστηκε εναντίον της Χιλής το 1962. Τότε ο Γιασίν έκανε μία από τις καλύτερες αποκρούσεις του. Εμπόδισε τον Χιλιανό επιθετικό Ονορίνο Λάντα να στείλει την μπάλα στα δίχτυα.
Αυτή και άλλες αποκρούσεις του θεωρήθηκαν οι επιτυχίες που του «χάρισαν» το ποδοσφαιρικό βραβείο της Χρυσής Μπάλας το 1963. Μέχρι και σήμερα είναι ο μόνος που το έχει κατακτήσει.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Ο Γιασίν γεννήθηκε το 1929 στη Μόσχα ανάμεσα σε δύο παγκοσμίους πολέμους. Στη Σοβιετική Ρωσία επικρατούσαν συνθήκες απόλυτης φτώχιας καθώς ο Στάλιν είχε εισάγει το Πενταετές Πρόγραμμα για την Κολλεκτιβοποίηση της γης. Με την οικογένειά του ζούσαν σε ένα εργατικό διαμέρισμα μαζί με μία ακόμα οικογένεια. Οι γονείς του δούλευαν σε εργοστάσιο για να ζήσουν.
Η μητέρα του πέθανε όταν εκείνος ήταν μόλις 6 ετών. Σε εκείνη την ηλικία ήρθε σε πρώτη επαφή με το ποδόσφαιρο παίζοντας με τους φίλους του στη γειτονιά. Μπάλες δεν υπήρχαν έτσι έφτιαχναν αυτοσχέδιες από κουρέλια και δέρματα ζώων.
Όταν έγινε 12, ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά. Έκανε άλλο ένα παιδί και όλοι μαζί μετακόμισαν στο Ουλιάνοφσκ. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνονταν και οι Γερμανοί είχαν φτάσει έξω από την Μόσχα.
Ο πόλεμος τον ανάγκασε να παρατήσει το σχολείο και να δουλέψει σε εργοστάσιο πυρομαχικών μαζί με τον πατέρα του. Πολλή δουλειά, φτώχια, κακουχίες και καθόλου όρεξη για παιχνίδι.
Το 1944 επέστρεψε με την οικογένειά του στη Μόσχα. Συνέχισε να δουλεύει σε εργοστάσιο. Ήταν περίπου 16 χρονών όταν μια μέρα είδε στη δουλειά μια αφίσα της ποδοσφαιρικής ομάδας Red October Factory Football Club. Έψαχναν για παίκτες. Πέρασε από δοκιμαστικό και ο προπονητής τον ξεχώρισε αμέσως για την δύναμη και τον έκανε τερματοφύλακα. Ήταν ψιλός και γεροδεμένος έτσι απέκτησε και το πρώτο παρατσούκλι του «Ο Πύργος του Άιφελ».
Κατάθλιψη και … νίκες
Μέχρι και τα 18 του η ζωή του κυλούσε με σκληρή δουλειά και ποδόσφαιρο.
Γρήγορα εξουθενώθηκε και έπεσε σε κατάθλιψη. Σταμάτησε να δουλεύει και να παίζει. Ήταν στο χείλος της φυλάκισης όταν σκέφτηκε έναν τρόπο να γλυτώσει: να καταταγεί στον στρατό.
Ο σοβιετικός στρατός ήταν σκληρός. Ατέλειωτες ώρες εκπαίδευσης και ιδεολογικό κήρυγμα κάθε μέρα.
Υπήρχε όμως και μια άλλη πτυχή που ο Γιασίν θα ανακάλυπτε σύντομα. Τα περισσότερα αθλητικά σωματεία ήταν υπό τον έλεγχο του στρατού και της αστυνομίας.
Έτσι, το 1949 έγινε μέλος της Ντιναμό Μόσχας και ασχολήθηκε εντατικά με το χόκεϊ και το ποδόσφαιρο. Προπονήθηκε από τον Αρκάντι Τσερνίσοφ που ήταν και συνιδρυτής της Λίγκας του Χόκεϊ επί Πάγου στην οποία ο Γιασίν ήταν εξίσου δυνατός παίκτης.
Το 1953 κατέκτησε το Κύπελλο ΕΣΣΔ, ενώ έναν χρόνο αργότερα αποφάσισε να εγκαταλείψει το Χόκεϊ και να αφιερωθεί στο ποδόσφαιρο.
Στην αθλητική του πορεία αγωνίστηκε συνολικά σε 812 παιχνίδια. Έπαιξε 21 χρόνια στην Ντιναμό Μόσχας από το 1950 έως το 1971. Κέρδισε 5 πρωταθλήματα ΕΣΣΔ ενώ χρίσθηκε διεθνής 74 φορές μέσα σε 13 χρόνια (1954-1967).
Το 1970 αποσύρθηκε από την δράση. Πέθανε σε ηλικία 60 ετών το 1990 από θρομβοφλεβίτιδα επειδή κάπνιζε υπερβολικά.
Ο κόσμος τον αποθέωσε
Έγινε γραμματόσημο στη Ρωσία και το 1968 έλαβε το Παράσημο του Λένιν. Ήταν το ανώτατο πολιτικό βραβείο για τους «Ήρωες της Σοβιετικής ένωσης» που με κάποιο επίτευγμά τους έκαναν τη χώρα τους να ξεχωρίζει.
Αγάλματά του στήθηκαν στο γήπεδο της Ντιναμό, στη Μόσχα ακόμη και στη Βραζιλία.
Από το 2019 καθιερώθηκε και το «Τρόπαιο Γιασίν» στη μνήμη του Λεβ Γιασίν. Είναι βραβείο ποδοσφαίρου που απονέμεται κάθε χρόνο από το περιοδικό France Football στον τερματοφύλακα με την καλύτερη απόδοση.
Διάσημοι Ρώσοι καλλιτέχνες όπως ο Βλαντίμιρ Βισότσκι, ο Ρόμπερτ Ροζντέστβενσκι και ο Γεβγκένι Γεφτουσένκο αφιέρωσαν τραγούδια και ποιήματα σε αυτόν. Πολλοί ακόμα τον μνημόνευσαν με ποιήματα, όπως ο Mr. Paul:
Από τις πιο ταπεινές απαρχές, του πόνου και της θυσίας,
Έρχεται λοιπόν μια ποδοσφαιρική ιστορία.
Είναι τέτοια η απεραντοσύνη που αψηφά,
Ένας «φύλακας θα μπορούσε να διατηρήσει τέτοια παρουσία..
Ω πώς μια σύγχρονη αυτοκρατορία κατέρρευσε κάποτε, με τον καιρό δανεισμένη
Και άφησε ένα χρέος που δεν πρέπει να αποπληρωθεί ποτέ.
Αυτοί που αγάπησαν, μετά μίσησαν, μετά λυπήθηκαν,
Αφήνονται να ζητιανεύουν και να αιμορραγούν και να απαγορεύονται.
Κάνε τον να μην είναι αποδιοπομπαίος τράγος
Για όσα έχουν προηγηθεί.
Ο μεγαλύτερος τερματοφύλακας του εικοστού αιώνα, επί λέξη,
Ο μοναδικός τερματοφύλακας που κέρδισε την πολυπόθητη Χρυσή Μπάλα.
Δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερος φόρος τιμής
Από αυτό που πληρώνεται σε Αυτόν
Ποιος ήταν, αξιοθαύμαστος και απόλυτος
Ως τερματοφύλακας ήταν γραφτό να γίνει.
Πόσα πέναλτι έχει αποκρούσει;
Πόσους λήπτες έχει ξεγελάσει;
Πολύ περισσότερα από όσα θα μπορούσαμε να λαχταρούσαμε ποτέ,
Ο Μαύρος Πάνθηρας της Ρωσίας αθωώθηκε.
Το μεξικανικό ροκ συγκρότημα La Lucha Libre κυκλοφόρησε το τραγούδι “Lev Yashin is USSR” αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του.
Παρακολουθήστε το εδώ:
Ο Γιώργος Κούδας του ΠΑΟΚ, που θεωρείται ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές αγωνίστηκε εναντίον του Γιασίν. Στην αυτοβιογραφία του «Της ζωής μου το παιχνίδι» περιγράφει τι ένιωσε ως αντίπαλός του:
«Ένα έχω να πω: Δεν υπάρχει επιθετικός παίκτης που να βρέθηκε κοντά στα καρέ του Γιασίν και να μην ένιωσε δέος. Ότι παίζει εναντίον ενός ανίκητου τερματοφύλακα. Γιατί έτυχε σε φάσεις να μπεις μέσα στην περιοχή ή και να διεκδικήσεις κάποια μπαλιά. Μέχρι εκεί όμως! {…} Σου κοβόταν η διάθεση, γιατί δεν υπήρχε καμιά ελπίδα να διεκδικήσεις κάτι. Έλεγες πως και… δέκα χρόνια να παίζουμε γκολ, δεν θα του βάλουμε».
Μπορείτε να παρακολουθήσετε μερικές από τις καλύτερες στιγμές του στο γήπεδο εδώ:
Πηγή εικόνας: Μηχανή του Χρόνου
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr