Ο Ηφαιστίων ήταν επιστήθιος φίλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Γεννήθηκε στην Πέλλα το 357 π.Χ και ήταν γιός του ευγενούς Αμύντορος. Ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερος από τον Αλέξανδρο και μεγάλωσαν μαζί με κοινό δάσκαλο τον Αριστοτέλη.
Ο Ηφαιστίων ήταν ένθερμος υποστηρικτής της ελληνοπερσικής αφομοιωτικής πολιτικής του Αλεξάνδρου. Το απέδειξε έμπρακτα στα Σούσα το 324 π.Χ.. όταν παντρεύτηκε Περσίδα, σύμφωνα με την επιθυμία του Μακεδόνα βασιλιά, που ήθελε τα παιδιά τους να είναι ξαδέλφια.
Ο Αλέξανδρος έλαβε ως δεύτερη σύζυγο την μεγάλη κόρη του Δαρείου, Στάτειρα και ο Ηφαιστίων την νεώτερη αδελφή της, Δρύπετι.
Μετά τους γάμους τους οι δυο φίλοι πήγαν στα Εκβάτανα, όπου το φθινόπωρο του 324 π.Χ. τελέστηκαν με μεγάλη μεγαλοπρέπεια τα Διονύσια. Τότε αρρώστησε ο Ηφαιστίων και την έβδομη ημέρα της γιορτής πέθανε.
Οι γιορτές διακόπηκαν και οι μάγοι έσβησαν την ιερή φωτιά στους ναούς, σαν να είχε πεθάνει βασιλιάς. Ο Αλέξανδρος ήταν απαρηγόρητος για τον χαμό του φίλου του και για τρεις ημέρες έμεινε νηστικός, και τον πενθούσε. Μέσω απεσταλμένων του ζήτησε να μάθει από το μαντείο του Άμμωνος Διός, αν μπορούσε να τιμάται ο νεκρός φίλος του ως ήρωας.
Η απάντηση ήταν θετική και ο νεκρός Ηφαιστίων μεταφέρθηκε στη Βαβυλώνα, όπου με διαταγή του Αλέξανδρου χτίστηκε μεγαλοπρεπέστατο οικοδόμημα και κάηκε μαζί με τη σορό του Ηφαιστίωνος.
Το μοιραίο γαμήλιο γλέντι, το τέλος του Ηφαιστίωνα και την αντίδραση του Μ. Αλεξάνδρου περιγράφει στο βιβλίο του “Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, ο μέγας στρατηλάτης της ιστορίας” ο συγγραφέας Peter Green (εκδόσεις Διόπτρα). Η περιγραφή του για τον Ηφαιστίωνα είναι η λιγότερο δοξαστική που γνωρίζουμε, αλλά περιλαμβάνει σημαντικές λεπτομέρειες:
Η γιορτή προς τιμήν του Διόνυσου είχε ξεχωριστή σημασία για τον Αλέξανδρο, ο οποίος κάλεσε στα Εκβάτανα τρεις χιλιάδες Έλληνες καλλιτέχνες και οργάνωσε μια λαμπρή και παρατεταμένη εορτή με μουσική και αθλητικούς αγώνες. Κάθε βράδυ γινόταν επική οινοποσία.
Μια από αυτές τις νύχτες ο Ηφαιστίωνας, οι επιδόσεις του οποίου στην κατανάλωση αλκοόλ συναγωνίζονταν εκείνες του Αλέξανδρου, κατέρρευσε και τον έβαλαν να ξαπλώσει έχοντας υψηλό πυρετό.
Ο γιατρός του συνέστησε αυστηρή δίαιτα και για μια βδομάδα ο Ηφαιστίωνας την τήρησε απαρέγκλιτα. Νωρίς ένα πρωί που αισθάνθηκε καλύτερα, μόλις ο γιατρός γύρισε την πλάτη του κι έφυγε, εκείνος σηκώθηκε, καταβρόχθισε ένα ολόκληρο βραστό κοτόπουλο, ήπιε περίπου δύο λίτρα κρύο κρασί, όπως συνήθιζε και αρρώστησε πολύ.
Ο Αλέξανδρος, όταν τον ενημέρωσαν ότι η κατάσταση του Ηφαιστίωνα είχε επιδεινωθεί, επέστρεψε εσπευσμένα από το στάδιο, όπου παρακολουθούσε τους αθλητικούς αγώνες των αγοριών. Όταν έφτασε στο προσκέφαλο του φίλου του, ο Ηφαιστίωνας ήταν ήδη νεκρός.
Η αντιζηλία του Ηφαιστίωνα με την Ολυμπιάδα
Το “alter ego” του βασιλιά δεν έμεινε στην ιστορία ως μια πολύ συμπαθής φυσιογνωμία. Ψηλός, ωραίος, κακομαθημένος, μνησίκακος, αυταρχικός και όχι πολύ έξυπνος, ήταν ένας αρκετά ικανός αξιωματικός, αλλά ανίκανος να διαχειριστεί μεγάλη εξουσία.
Το αντισταθμιστικό προσόν του ήταν η αφοσίωση στον Αλέξανδρο. Σε κάποιον που υποστήριξε ότι ο Κρατερός του έδειχνε την ίδια πίστη, ο βασιλιάς απάντησε: “Ο Κρατερός αγαπά τον βασιλιά. Ο Ηφαιστίων με αγαπά για μένα”.
Η Ολυμπιάδα, όπως θα περίμενε κανείς, φθονούσε σφοδρά τον αχώριστο σύντροφο του γιου της. Όταν τελείωνε τις κακολογίες της για τον Αντίπατρο στις επιστολές της, συχνά συνέχιζε με μια αιχμηρή ή απειλητική παράγραφο η οποία στρεφόταν εναντίον του Ηφαιστίωνα.
Στο τέλος, με επηρμένη αυτοπεποίθηση, ο Ηφαιστίωνας της έστειλε μια προσωπική επίπληξη, διατυπωμένη με βασιλικό πληθυντικό. Οι τελευταίες φράσεις της επιστολής ήταν: “Σταμάτησε να τσακώνεσαι μαζί μας και μην είσαι θυμωμένη ή απειλητική. Αν επιμένεις, δε θα ενοχληθούμε πολύ. Ξέρεις ότι ο Αλέξανδρος σημαίνει για μας περισσότερα από οτιδήποτε”.
Ο θρήνος του Αλέξανδρου
Αν ο Αλέξανδρος σήμαινε περισσότερα από οτιδήποτε για τον Ηφαιστίωνα, τότε το ίδιο συνέβαινε και με τον Ηφαιστίωνα για τον Αλέξανδρο. Η σφοδρότητα και η υπερβολή της θλίψης του βασιλιά ξεπερνούσε κάθε λογικό όριο.
Για μια μέρα και για μια νύχτα έμεινε πάνω στη σορό, κλαίγοντας: κανείς δε μπορούσε να τον παρηγορήσει. Διατάχθηκε γενικό πένθος σε ολόκληρη την Ανατολή. Απαγορεύτηκαν οι αυλοί και τα άλλα μουσικά όργανα στο στρατόπεδο. Ο Αλέξανδρος έκοψε τα μαλλιά του σε ένδειξη πένθους, όπως είχε κάνει και ο Αχιλλέας για τον Πάτροκλο κι έβαλε να κόψουν ακόμη και τις χαίτες και τις ουρές των αλόγων.
Ο δύσμοιρος γιατρός του Ηφαιστίωνα σταυρώθηκε κι ο ναός του Ασκληπιού στα Εκβάτανα ισοπεδώθηκε –μια γοργή χειρονομία αντιποίνων από έναν θεό εναντίον ενός άλλου. Στον ουρανό όπως και πάνω στη γη, ο Αλέξανδρος τιμωρούσε την ανικανότητα με συνοπτικές διαδικασίες.
Η σορός ταριχεύθηκε κι εστάλη στη Βαβυλώνα, με βασιλική συνοδεία υπό τις διαταγές του Περδίκκα. Μια κηδεία με τη μεγαλοπρέπεια που είχε ο Αλέξανδρος στο μυαλό του θα χρειαζόταν κάμποσο χρόνο να προετοιμαστεί. Τελικά τελέστηκε στις αρχές της άνοιξης του 323 και όλες οι επαρχίες της αυτοκρατορίας συνεισέφεραν για την κάλυψη του κόστους της.
Η πυρά ήταν τετράπλευρη, είχε ύψος πέντε ορόφων και μήκος πλευράς ένα στάδιο, ένα τεράστιο βαγκνερικό τερατούργημα διακοσμημένο με επίχρυσους αετούς και πλώρες πλοίων, λιοντάρια, ταύρους και κενταύρους. “Στην κορυφή όλων στέκονταν σειρήνες, κούφιες και ικανές να κρύψουν εντός τους άτομα που τραγουδούσαν μοιρολόγια σε ένδειξη πένθους για τον νεκρό”.
Μετά τον θάνατο του Ηφαιστίωνα δεν έγινε ποτέ διορισμός για να καλυφθεί η κενή επιτελική θέση στο ιιπικό των Εταίρων: η ιππαρχία ήταν ακόμη γνωστή ως “Ιππαρχία του Ηφαιστίωνα”.
Ο Αλέξανδρος έστειλε εκπροσώπους στη Σίβα για να ρωτήσει αν θα ήταν νόμιμο να λατρεύεται ο Ηφαιστίωνας σαν θεός. Αυτό όμως ήταν υπερβολικό ακόμη και για τον Άμμωνα. Όχι, απάντησε το μαντείο, αλλά ήταν επιτρεπτό να καθιερωθεί λατρεία ήρωα προς τιμή του.
Ο Αλέξανδρος έγραψε στον αχρείο Κλεομένη, κυβερνήτη της Αιγύπτου και του υποσχέθηκε ότι θα του έδινε χάρη αν έχτιζε ιερά του Ηφαιστίωνα στην Αίγυπτο και φρόντιζε ότι το όνομά του να εμφανιζόταν στα συμβόλαια των εμπόρων. Τελικά, αγνοώντας τις οδηγίες της Σίβα, ο Ηφαιστίωνας λατρευόταν ως “Θεός Βοηθός και Σωτήρας”.
Όλο αυτό το όργιο θλίψης στοίχισε πολύ ακριβά. Μόνο για τη νεκρική πυρά ο Αλέξανδρος κατέβαλε 10.000 τάλαντα και ο περίτεχνος τάφος του κόστισε ακόμη περισσότερα.
Το κείμενο προέρχεται από το βιβλίο “Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, ο μέγας στρατηλάτης της ιστορίας” του Peter Green, εκδόσεις Διόπτρα
Διαβάστε επίσης: Πώς ο Μέγας Αλέξανδρος μάντεψε σωστά τον πολεμικό τέχνασμα των ανυπότακτων Θρακών και τους αιφνιδίασε με την ευστροφία του
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr