του συνεργάτη μας, ιστορικού ερευνητή Στέφανου Μίλεση
Η Μύκονος περίπου το 1700, έγινε θέατρο απίστευτων σκηνών, που καταγράφηκαν στο ημερολόγιο ενός Γάλλου περιηγητή.
Πρόκειται για τον Γάλλο συγγραφέα περιηγητή Τουρνεφόρ (Joseph Pitton de Tournefort), που ταξίδεψε στην Ελλάδα και κυρίως στα νησιά των Κυκλάδων. Αργότερα έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Ταξίδι στην Ανατολή» στο οποίο περιέγραφε τα όσα είδε και άκουσε στην Μύκονο για την περίπτωση ενός πραγματικά απίστευτου περιστατικού.
Ο Τουρνεφόρ διηγείται
«Υπήρξαμε μάρτυρες στην Μύκονο» έγραψε ο Τουρνεφόρ «μιας σκηνής πολύ παράδοξης που αφορά την επιστροφή στον κόσμο ενός νεκρού και ενταφιασμένου!
Τέτοιου είδους φαντάσματα οι βόρειοι λαοί τα ονομάζουν «βαμπίρ» ενώ οι Έλληνες «βρυκόλακες».
Ο Βρυκόλακας, για τον οποίο πρόκειται εδώ, ήταν ένας χωρικός της Μυκόνου που όταν ζούσε, είχε μαλώσει με όλους και ήταν γενικά γκρινιάρης.
Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε -ως προαπαιτούμενο σε τέτοιες περιστάσεις- είναι ότι ο χωρικός αυτός βρέθηκε μια ημέρα σκοτωμένος στην εξοχή, άγνωστο πώς και από ποιες περιστάσεις» έγραψε ο Τουρνεφόρ.
Μετά την ταφή αρχίζουν τα προβλήματα
Δύο ημέρες μετά τον ενταφιασμένο του, κυκλοφόρησε μια φήμη στο νησί της Μυκόνου, σύμφωνα με την οποία, πολλοί τον είχαν δει να περιφέρεται τη νύχτα.
Με μεγάλα βήματα τον διέκριναν στους δρόμους, να εισέρχεται σε σπίτια, να αναποδογυρίζει έπιπλα, να σβήνει λάμπες και άλλα πολλά. Στην αρχή οι Μυκονιάτες δεν πίστευαν στις διαδόσεις και μάλιστα γελούσαν με αυτές.
Γρήγορα όμως οι φήμες άρχισαν να λαμβάνουν σοβαρότερες διαστάσεις, καθώς αξιόπιστοι άνθρωποι της Μυκονιάτικης κοινωνίας άρχισαν να τις αποδέχονται. Οι κάτοικοι προσέφυγαν στους ιερείς και τους ζήτησαν να ψάλουν λειτουργίες και να κάνουν εξορκισμούς χωρίς όμως να καταφέρουν να σταματήσουν τις φήμες.
Ο δολοφονημένος Μυκονιάτης εξακολουθούσε να περιφέρεται τις νύχτες και να παρενοχλεί διαβάτες ή απομονωμένους κατοίκους.
Το συμβούλιο των Δημογερόντων
Τότε όπως καταγράφει ο Τουρνεφόρ, οι διαδόσεις προκαλούν τη σύγκληση του συμβουλίου των Δημογερόντων της νήσου.
Σε αυτό παρευρέθηκαν και ιερείς που πρότειναν στους δημογέροντες να μη λάβουν καμία απόφαση, εάν πρώτα δεν άφηναν να περάσουν εννέα μερόνυχτα από την μέρα της ταφής του δολοφονημένου Μυκονιάτη.
Την δέκατη ημέρα, και ενώ μόλις είχε τελειώσει λειτουργία στο ναΐσκο του κοιμητηρίου, κάποιοι πήγαν στο μνήμα του δολοφονημένου Μυκονιάτη. Αφού ξέθαψαν το σώμα του άρχισαν να το παρατηρούν από κοντά. Από τη στιγμή εκείνη οι φήμες χειροτέρεψαν καθώς άλλοι έλεγαν πως το σώμα του διατηρείτο αναλλοίωτο, ενώ άλλοι υποστήριζαν πως η μυρωδιά που εξήλθε από το ανοιγμένο μνήμα ήταν πραγματικά ανυπόφορη.
Οι καθημερινές εμφανίσεις του δολοφονημένου Μυκονιάτη
Ωστόσο, ο Μυκονιάτης βρυκόλακας, όπως περιγράφει ο Γάλλος Τουρνεφόρ, συνέχιζε να φανερώνεται και να πειράζει τους διαβάτες. Καθημερινά εμφανίζονταν άνθρωποι που ισχυρίζονταν ότι τους έσπασε την πόρτα ή το παράθυρο, ότι άδειαζε κανάτες και μπουκάλια, ενώ άλλους μάλιστα τους χτυπούσε!
Η φαντασία του κόσμου είχε εξεγερθεί από τις διηγήσεις αυτές που ολοένα, όσο περνούσε ο καιρός, θέριευαν ακόμα περισσότερο.
Στο τέλος ένα είδος επιδημικής παράκρουσης είχε απλωθεί σε όλη την Μύκονο και δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην ισχυριζόταν ότι εκείνος είχε πέσει θύμα του Μυκονιάτη βρυκόλακα.
Οικογένειες ολόκληρες που ζούσαν κάπως απομονωμένες στην εξοχή, αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους και να μετακομίσουν σε συγγενείς τους για ασφάλεια. Οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν πολλοί μαζί για να νιώθουν σίγουροι και ασφαλείς!
Οι ομάδες επαγρύπνησης
Οι κάτοικοι της Μυκόνου άρχισαν να συγκροτούν συμβούλια, να τελούν λιτανείες, υποχρέωναν τους καλόγερους και τους ιερείς του νησιού να κρατούν τριήμερες νηστείες, ενώ οι ιερείς γύριζαν με τις αγιαστούρες από σπίτι σε σπίτι και τα ράντιζαν.
Ένας ολόκληρος νησιωτικός πληθυσμός είχε πέσει θύμα ομαδικής παράκρουσης.
Όπως σημειώνει ο Γάλλος περιηγητής «οι ξένοι λάβαμε την απόφαση να μην παρέμβουμε και να μην εκφράσουμε γνώμη, γιατί όχι μόνο θα μας ονόμαζαν γελοίους, αλλά θα μας κακομεταχειρίζονταν ως απίστους. Ο φανατισμός δεν έχει λογική…».
Κάθε ημέρα λοιπόν μια νέα ιστορία κυκλοφορούσε για τον βρυκόλακα, ενώ κάποιοι Μυκονιάτες αποφάσισαν να συγκροτήσουν ομάδες επαγρύπνησης. Έστηναν καρτέρι για να πιάσουν επ’ αυτοφώρω στις νυχτερινές περιηγήσεις του τον υποτιθέμενο βρυκόλακα.
Οι νησιώτες δοκίμαζαν κάθε τρόπο που υπεδείκνυαν οι παραδόσεις και οι θρύλοι. Άλλοι κάρφωναν σπαθιά στον τάφο του υποτιθέμενου βρυκόλακα, άλλοι σταυρούς και κάθε άλλη υποδεικνυόμενη μέθοδος.
Η φωτιά λυτρώνει
Στο τέλος οι Μυκονιάτες αφού είδαν κι αποείδαν, αγανακτισμένοι συγκεντρώθηκαν σε ένα σημείο και αποφάσισαν να κάψουν το σώμα του για να εξαλείψουν το κακό.
Την ίδια νύχτα» σε μια ερημική ακτή της Μυκόνου, μάζεψαν ξύλα, ξεράγκαθα, θειάφι και κατράμι και άναψαν μια τεράστια φωτιά.
Αφού ξέθαψαν το σώμα του βρυκολακιασμένου, το κουβάλησαν στην ακτή και το πέταξαν πάνω στη φωτιά. «Ήμασταν παρόντες» γράφει ο Τουρνεφόρ, «στη μακάβρια αυτή σκηνή».
Την Πρωτοχρονιά του 1701 το πτώμα του Μυκονιάτη βρυκόλακα κάηκε, έγινε στάχτη που στη συνέχεια ρίχθηκε στη θάλασσα.
Τότε μόνο ξαναγύρισαν όλοι πίσω στα σπίτια τους και δεν ακούστηκε ποτέ ξανά κανένα παράπονο για τον βρυκόλακα. Αυτά κατέγραψε ο Τουρνεφόρ στο ταξιδιωτικό του βιβλίο.
Πηγή αρχικής εικόνας ανάρτησης: Η “Μικρή Βενετία” στη Μύκονο το 1935, από το Ίδρυμα Λασκαρίδη
Ειδήσεις σήμερα:
- Πρωτοπορεί η Σερβία. Τα μέσα μεταφοράς θα είναι δωρεάν από την 1η Ιανουαρίου στην πρωτεύουσα
- Επικύρωσε το δικαστήριο την καταδίκη του Νικολά Σαρκοζί. Θα εκτίσει την ποινή του με ηλεκτρονικό βραχιολάκι
- Μάτι. «Δεν έχω σχέση με τη φωτιά. Απαλλάξτε με» λέει ο άνδρας που κατηγορείται ότι προκάλεσε την πυρκαγιά
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr