του ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού
Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-1941), οι μοίρες παρατήρησης της ελληνικής αεροπορίας συνεργάζονταν στενά με το πεζικό σε ρόλο υποστήριξης και αναγνώρισης.
Τα αεροπλάνα τους, δηλ. το πανάρχαιο Bregeut 19 και το πιο σύγχρονο Henschel Hs126K-6, έφεραν μικρές βόμβες που οι αεροπόροι έριχναν σε χαμηλό ύψος πάνω στις ιταλικές θέσεις στην πρώτη γραμμή.
Έτσι, οι εμφανίσεις των αεροπλάνων των μοιρών παρατήρησης εκτός από την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων ανέβαζαν το ηθικό των Ελλήνων φαντάρων στο μέτωπο καθώς τα περισσότερα αεροπλάνα που έβλεπαν πάνω από τα κεφάλια τους ήταν εχθρικά. Όμως, οι αποστολές των συγκεκριμένων μοιρών ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες αφού προκειμένου να τις εκτελέσουν οι Έλληνες αεροπόροι έπρεπε να κατεβαίνουν σε χαμηλό ύψος και γίνονταν έτσι εύκολοι στόχοι των ιταλικών αντιαεροπορικών και καταδιωκτικών.
Από το Νοέμβριο του 1940, οι ελληνικές εφημερίδες άρχισαν να δημοσιεύουν συνεντεύξεις ενός πιλότου σε μοίρα παρατήρηση με το παρατσούκλι «Δερβίσης» (ή «Ντερβίσης»). Το προσωνύμιο είχε αποκτήσει εξαιτίας των επικίνδυνων ακροβατικών του που θύμιζαν τα στροβιλίσματα των δερβίσιδων. Μάλιστα, ήταν ο μόνος αεροπόρος του ελληνοϊταλικού πολέμου που οι εφημερίδες ανέφεραν με παρατσούκλι.
Όπως είναι φυσικό, στη διάρκεια του πολέμου κανένα δημοσίευμα δεν κατέγραψε το πραγματικό του όνομα. Ήταν όμως ήδη γνωστό σε πολλούς από τότε ότι ο «Δερβίσης» ήταν ο Σμηναγός Δημήτριος Παληατσέας της 3ης Μοίρας Παρατήρησης που πετούσε με Henschel Hs126K-6.
Ο Παληατσέας διέθετε μεγάλη ευφράδεια και αίσθηση του χιούμορ με αποτέλεσμα οι δημοσιογράφοι να καταγοητευθούν μαζί του. Έτσι μέχρι και τις 6 Ιανουαρίου 1941, όταν οι Ιταλοί κατάφεραν να καταρρίψουν το αεροπλάνο του και να τον σκοτώσουν πάνω από το Πόγραδετς, ενεργούσε τρόπο τινά ως «εκπρόσωπος τύπου» όλων των Ελλήνων αεροπόρων στο μέτωπο.
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το Δεκέμβριο του 1940 σε ημερήσια αθηναϊκή εφημερίδα. Μεταπολεμικά, ο Ζαλοκώστας το συμπεριέλαβε στο βιβλίο του «Πίνδος» και οι Χατζηπατέρας & Φαφαλιού στο «Μαρτυρίες ’40-’41» (σελ. 318).
“….Ο Δερβίσης χαμογελάει:
– «Ένα βομβαρδιστικό έχουμε, όλο-όλο, μα το μασκαρεύουμε για να ξεγελιούνται οι Ιταλοί, όπως γελασθήκατε και σεις. Μία το βάφουμε πράσινο, μία γκρίζο, μία τού κολλάμε ψεύτικες έλικες. Αν ρωτήσης τούς Ιταλούς, θα σού πουν ότι έχουμε δέκα αεροπλάνα στην Κορυτσά, γιατί τούς μπερδέψαμε».
Είναι τόσο ζωντανός ο τρόπος πού περιγράφει τα πράματα, τόσο κωμικές οι γκριμάτσες κ’ οι χειρονομίες πού κάνει, ώστε οι φαντάροι ξεσπούν σέ γέλια και ξενυχτούν δίπλα του, χωρίς να το καταλάβουν.
– «Ζωή νάχης», τού λέει ο Αντώνης και τον χτυπά στον ώμο, «μάς έκανες να ξεκαρδισθούμε. Έτσι πάντα γελάς, εσύ;»
– «Έτσι βέβαια. Μόνο μία φορά έκλαψα στην ζωή μου».
– «Πώς τό ‘παθες;»
– «Μέσα Νοεμβρίου, τότε όπου σεις πολεμούσατε στην Μόροβα. Είχαμε βγη να βομβαρδίσουμε το Ιβάν, όταν μάς ρίχθηκαν εννέα Φίατ. Μάς έκαναν κόσκινο την καμπίνα. Μαζί μου είχα για πολυβολητή ένα παιδάκι είκοσι χρονών. Κάποτε τον ακούω να μού λέη: «Πληγώθηκα, κύριε σμηναγέ». «Πού;» τον ρωτάω. «Στο πόδι». Τον διατάζω ν’ αφήση το πολυβόλο και να δέση την πληγή του. Για ν’ αποφύγω τα καταδιωκτικά, χώθηκα κατά το σύστημά μου, στις χαράδρες. Ώσπου να βγούμε από την άλλη άκρη του βουνού, τον ακούω να μού λέει: «Έτοιμος, κύριε σμηναγέ». Άμα βγήκαμε στον κάμπο, μάς επιτέθηκαν πάλι τα καταδιωκτικά.
Η μία πίσω από την άλλη μάς πετυχαίνουν οι ριπές των πολυβόλων τους. «Πληγώθηκα, κύριε σμηναγέ» μού ξαναλέει το παιδί. Κάνω στροφή και ξαναμπαίνω στις χαράδρες. «Δέσε τώρα την πληγή σου» τον διατάζω. «Δεν μπορώ», μού αποκρίνεται, «λαβώθηκα βαριά, στην κοιλιά». Καθώς ήμουν υποχρεωμένος να προσέχω τα ρεύματα του αέρα, τίς στροφές τής χαράδρας και τα Φίατ, δεν κατάφερα ούτε μία στιγμούλα να γυρίσω το κεφάλι να δω πίσω μου τον τραυματία. Σέ λίγο, τον ακούω να μού ζητάη βοήθεια.
«Τί θέλεις, μωρέ;» τού κάνω. «Πνίγηκα στα αίματα, κύριε σμηναγέ. Σώστε με».
Άμα είδα πώς η φωνή του εξασθενούσε, συλλογίσθηκα ότι θα ήταν προτιμότερο ν’ αψηφήσω τα Φίατ και να τον πάω γρήγορα στ’ αεροδρόμιό μας. Μισή ώρα βάσταξε ο γυρισμός, μα μού φάνηκε ένας αιώνας γύρω μου να σφυρίζουν οι σφαίρες, να τις βλέπω να γαζώνουν τα φτερά μου, και πίσω μου, ν’ ακούω αυτόν τον δυστυχισμένο να βογγάη και πότε -πότε να φωνάζει «βοήθεια, κύριε σμηναγέ … μη μ’ αφήνετε έτσι». Μα δεν μπορούσα να κουνήσω από την θέση μου. Όταν έπαψε ο βόγγος του, φοβήθηκα μήπως ξεψύχησε και τον φώναξα. Δεν έλαβα απάντηση. Τότε κατάλαβα πώς είχε πεθάνει και μ’ επήραν τα δάκρυα. Σαν έφθασα στο αεροδρόμιο και τον έβγαλα από την καμπίνα, νεκρό, οι συνάδελφοί μου με βρήκαν να κλαίω σαν μωρό.
Άς είναι … αυτά πέρασαν! Καθίστε τώρα, να σάς πω το λούσιμο πού έδωσε ο Ντούτσε στον Τσιάνο, μόλις έπεσε η Κορυτσά …”
Αρχική Εικόνα: pasoipa
Διαβάστε επίσης στη «ΜτΧ»: Το «αόρατο» αεροδρόμιο των ανταρτών, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η λίμνη Πλαστήρα. Λειτουργούσε μόνο νύχτα και οι Γερμανοί δεν το βρήκαν ποτέ! Οι μυστικές αποστολές
Ειδήσεις σήμερα:
- Ο Μητσοτάκης διέγραψε από τη ΝΔ τον Αντώνη Σαμαρά. Τι του καταλογίζει o πρωθυπουργός. Η απάντηση Σαμαρά
- Η έκκληση του επικεφαλής του ΟΗΕ για το κλίμα. Σε εξέλιξη η διάσκεψη COP29. Τι αναφέρει
- Συνεχίζονται και κορυφώνονται αύριο οι εκδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr