Τον χαρακτήρισαν «Ρομπέν των Δασών» της Οκλαχόμα. Ήταν ο Τσαρλς Άρθουρ Φλόυντ, που ήταν γνωστός με το παρατσούκλι «Pretty Boy», δηλαδή «Ομορφόπαιδο».
Ο Φλόυντ ήταν εγκληματίας, ληστής τραπεζών και καταζητούμενος από το FBI, αλλά οι συντοπίτες του ποτέ δεν στράφηκαν εναντίον του.
Ήταν τόσο αγαπητός, που η κηδεία του πλημμύρισε από λουλούδια και κόσμο, που ξεπέρασε τους 30 χιλιάδες.
Ο νεαρός εγκληματίας
Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1904 στη Τζόρτζια, αλλά η οικογένειά του μετακόμισε στην Οκλαχόμα, όπου υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα να βρουν καλλιεργήσιμα χωράφια, για να συντηρήσουν την οικογένεια.
Ήταν μια δεμένη οικογένεια, που δούλευε σκληρά από το πρωί μέχρι το βράδυ, καλλιεργώντας βαμβάκι.
Ο Φλόυντ περνούσε μέχρι και 12 ώρες καθημερινά στα χωράφια, αλλά ονειρευόταν ένα διαφορετικό μέλλον.
Ήταν έξυπνος, κοινωνικός, φιλόδοξος και ιδιαίτερα αγαπητός από μικρούς και μεγάλους.
Σε ηλικία 10 ετών διέπραξε το πρώτο έγκλημα της ζωής του. Έκλεψε κουλουράκια από τον τοπικό φούρνο, χωρίς όμως να τιμωρηθεί αυστηρά.
Λάτρευε να κάνει πλάκες και ως έφηβος, οργάνωσε μία από τις πιο εντυπωσιακές φάρσες, που οι ντόπιοι τη θυμούνταν για πολλά χρόνια μετά το θάνατό του.
Η εκκλησία είχε οργανώσει εκδρομή, στην οποία συμμετείχε όλη η πόλη.
Αργά το απόγευμα, οι γυναίκες έβαλαν τα μωρά τους για ύπνο στα κάρα και επέστρεψαν αμέριμνες στη σύναξη.
Τα κοιμισμένα μωρά γέμισαν τρία κάρα.
Ο Φλόυντ και οι φίλοι του άλλαξαν τα μωρά και τα μετέφεραν σε διαφορετικά κάρα.
Όταν ο κόσμος επιβιβάστηκε στα κάρα, για να φύγει, ακούστηκε μια δυνατή κραυγή απ’ τις γυναίκες, που αντιλήφθηκαν ότι το μωρό στην αγκαλιά τους δεν ήταν το δικό τους.
Χρειάστηκαν 10 ώρες για να επιστρέψει το κάθε μωρό στη σωστή οικογένεια.
Τον Μάιο του 1922, ο ενήλικος Φλόυντ συμμετείχε για πρώτη φορά σε σοβαρή παρανομία.
Διέρρηξε το τοπικό ταχυδρομείο, αλλά για κακή του τύχη βρήκε μόνο ψιλά, που συνολικά έφταναν τα 3,5 δολάρια.
Ήταν ασήμαντη λεία και ο Φλόυντ κινδύνεψε να φυλακιστεί.
Ευτυχώς, οι μοναδικοί μάρτυρες ήταν φίλοι των γονιών του και αποφάσισαν να μην εμφανιστούν στο δικαστήριο, για να μην καταδικαστεί ο νεαρός.
Ο Φλόυντ όμως δεν έμαθε το μάθημά του.
Συνέχισε να εμπλέκεται σε παρανομίες, όπως την παραγωγή αλκοόλ, που αποτελούσε μία από τις πιο προσοδοφόρες ασχολίες την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης.
Βέβαια όλοι ήταν διατεθειμένοι να παραβλέψουν τη συγκεκριμένη παρανομία, καθώς ανάμεσα στους πελάτες του ήταν ακόμα και ο ιερέας της περιοχής.
Το 1921, ο Φλόυντ παντρεύτηκε την αγαπημένη του, Ρούμπι Χάργκροουβ, με την οποία απέκτησε ένα γιο.
Δυστυχώς δεν παρευρέθηκε στη γέννησή του παιδιού του, το 1925, καθώς βρισκόταν στη φυλακή.
Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά που ο Φλόυντ βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα.
Η πρώτη σύλληψη
Το 1925, η αγροτική κοινωνία της Αμερικής αντιμετώπιζε τεράστια οικονομικά προβλήματα.
Ο μεγάλος εχθρός τους ήταν οι τράπεζες, που έκαναν συνεχείς κατασχέσεις καλλιεργειών.
Ο Φλόυντ, αποφασισμένος να εγκαταλείψει την αγροτική ζωή, έψαχνε ένα τρόπο να βγάλει γρήγορα χρήματα, για να συντηρήσει την οικογένειά του.
Ένας γνωστός του, που αυτοαποκαλούνταν «Σεΐχης», του πρότεινε να κάνουν ληστείες τραπεζών.
Τον Αύγουστο του 1925, ο Φλόυντ αποχαιρέτησε την εγκυμονούσα σύζυγό του και έφυγε με τον «Σεΐχη».
Στις 11 Σεπτεμβρίου λήστεψαν ένα μεγάλο κατάστημα τροφίμων, απ’ όπου διέφυγαν με 11.500 δολάρια.
Άπειροι και ενθουσιασμένοι με την λεία τους, άρχισαν να περηφανεύονται για τον ξαφνικό πλουτισμό τους και προκάλεσαν τις υποψίες των αστυνομικών, που αναγνώρισαν τον «Σεΐχη».
Τους συνέλαβαν, οι ληστές ομολόγησαν και καταδικάστηκαν σε 5 χρόνια φυλάκισης.
Ο Φλόυντ αποφυλακίστηκε μετά από 3 χρόνια και ορκίστηκε ότι δεν θα επέστρεφε ποτέ πίσω από τα κάγκελα.
Προτιμούσε να πεθάνει απ’ το να περάσει άλλη μία στιγμή στη φυλακή.
Το «Ομορφόπαιδο»
Όταν αποφυλακίστηκε, ο Φλόυντ ήταν εμφανώς αλλαγμένος.
Όσο βρισκόταν στη φυλακή, «σπούδασε» δίπλα στους μεγαλύτερους εγκληματίες της πολιτείας.
Η σύζυγός του τον είχε χωρίσει και ο Φλόυντ, γεμάτος πικρία και απογοήτευση, αποφάσισε να ακολουθήσει το μονοπάτι της παρανομίας και του εύκολου χρήματος.
Συμμετείχε σε δεκάδες ληστείες, ο αριθμός των οποίων δεν έχει εξακριβωθεί, γιατί του χρεώνονταν και πολλές στις οποίες δεν είχε πάρει μέρος.
Ήταν ένας γοητευτικός εγκληματίας, που ποτέ δεν έθετε τη ζωή των υπαλλήλων σε κίνδυνο.
Πολλές φορές μοίραζε χρήματα σε πάμφτωχες οικογένειες και πάντα έστελνε μέρος των κλοπιμαίων στην οικογένειά του στην Οκλαχόμα.
Με τις δωρεές κέρδισε την εύνοια του απλού κόσμου, που πολλές φορές τον βοήθησε να ξεφύγει από την αστυνομία
Ο Φλόυντ απέφευγε την ένοπλη βία, αλλά στις 8 Μαρτίου του 1930 δεν είχε άλλη επιλογή.
Είχε επιστρέψει στην Οκλαχόμα όπου έπεσε σε αστυνομικό μπλόκο. Η αστυνομία σταμάτησε το αυτοκίνητό του.
Δύο απ’ τους άντρες του παραδόθηκαν, αλλά ο Φλόυντ άνοιξε πυρ εναντίον των αστυνομικών, τραυμάτισε θανάσιμα τον έναν και απομακρύνθηκε τρέχοντας.
Ο Φλόυντ εντοπίστηκε. Συνελήφθη την επόμενη μέρα και καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκισης.
Κατάφερε όμως να αποδράσει από το κινούμενο τρένο, που τον μετέφερε στη φυλακή.
Η αστυνομία τον καταδίωξε αλλά ξέφυγε.
Η φήμη του κορυφώθηκε, όταν λήστεψε την τράπεζα της πόλης όπου μεγάλωσε.
Ήταν τόσο σίγουρος για την αγάπη του κόσμου, που ειδοποίησε φίλους και συγγενείς, για να παρακολουθήσουν τη δράση.
Σχεδόν όλη η πόλη συγκεντρώθηκε απέναντι απ’ την τράπεζα και ζητωκραύγασε, όταν ο Φλόυντ εξήλθε χαμογελαστός απ’ το κτίριο και επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο διαφυγής.
Η αστυνομία όπως ήταν λογικό αφήνιασε.
Τον επικήρυξαν, δίνοντας αμοιβή 6 χιλιάδες δολάρια σε όποιον τον παρέδιδε στις αρχές, νεκρό ή ζωντανό. Ο Φλόυντ αποφάσισε να αποσυρθεί για ένα διάστημα, μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Αναζήτησε την πρώην γυναίκα του, Ρούμπι, τη συνάντησε και ο έρωτάς τους αναζωπυρώθηκε.
Από το Σεπτέμβριο του 1931 μέχρι και τον Φεβρουάριο, ο Φλόυντ συγκατοίκησε με την Ρούμπι και τον γιο τους, Ντέμψι.
Ήταν μία ήρεμη περίοδος της ζωής του.
Ο Φλόυντ παρίστανε έναν απλό πωλητή και συστηνόταν με το όνομα «Τζακ Χάμιλτον».
Ο γιος του γράφτηκε στο τοπικό σχολείο και η οικογένεια ζούσε ήσυχα και αγαπημένη.
Έξι μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1932, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι ο Χάμιλτον ήταν στην πραγματικότητα ο διαβόητος εγκληματίας Φλόυντ.
Το «Ομορφόπαιδο» πρόλαβε να φύγει, λίγο πριν αστυνομικοί κάνουν επιδρομή στο σπίτι του. Στις 3 Απριλίου του 1932, ο Φλόυντ σκότωσε άλλον έναν αστυνομικό, για να διαφύγει.
Ο αστυνομικός ονόματι Ερβ Κέλι, ήταν γνωστός στην Οκλαχόμα, οικογενειάρχης και σεβαστός απ’ τους συμπολίτες του.
Τα νέα του θανάτου του αμαύρωσαν τη φήμη του Φλόυντ, που μέχρι τότε αντιμετωπιζόταν περισσότερο ως λαϊκός ήρωας παρά ως στυγνός εγκληματίας.
Ο Φλόυντ ανέφερε συχνά τον Κέλι, ακόμα και σε συνεντεύξεις που έδωσε σε δημοσιογράφους και πάντα τόνιζε πόσο μετάνιωνε για την πράξη του.
Παρουσίαζε το φόνο ως έσχατη λύση, για να αποφύγει τη φυλακή.
Η σφαγή του Κάνσας
Στις 17 Ιουνίου του 1933, κακοποιοί πυροβόλησαν και σκότωσαν τέσσερις αστυνομικούς, που συνόδευαν τον γκάνγκστερ Φρανκ Νας στη φυλακή.
Η επίθεση αποδόθηκε στον Φλόυντ, ο οποίος δεν βρισκόταν καν στο Κάνσας εκείνη την περίοδο.
Βέβαια αυτό δεν ήταν ασυνήθιστο, καθώς πλήθος εγκλημάτων «φορτώθηκαν» στον Φλόυντ, αφού ήταν ο πιο διάσημος εγκληματίας της περιοχής.
Μετά τη σφαγή του Κάνσας, το «Ομορφόπαιδο» μπήκε στο στόχαστρο του Έντγκαρ Χούβερ, του μελλοντικού διευθυντή του FBI.
Ο Χούβερ ήθελε να ξεδιαλύνει την υπόθεση γρήγορα, για να εντυπωσιάσει τους ανώτερούς του.
Για ένα χρόνο, ο Φλόυντ κρυβόταν σε ένα διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη.
Τον Οκτώβριο του 1934, έκρινε ότι ήταν πια ασφαλές να ξεμυτίσει και ταξίδεψε μέχρι την Οκλαχόμα, για να δει τους δικούς του.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, στις 18 Οκτωβρίου του 1934, ο Φλόυντ μπήκε στο Οχάιο. Λόγω της πυκνής ομίχλης, το αυτοκίνητο έπεσε πάνω σε μία κολώνα.
Ο Φλόυντ με τον συνεργό του, Άνταμ Ριτσέτι, κρύφτηκαν στο δάσος και είπαν στις γυναίκες που τους συνόδευαν, να οδηγήσουν το αυτοκίνητο μέχρι το κοντινότερο συνεργείο.
Το επόμενο πρωί, περαστικοί είδαν τους δύο καλοντυμένους άντρες που κρύβονταν ανάμεσα τα δέντρα και κάλεσαν την αστυνομία.
Ο Ριτσέτι συνελήφθη, αλλά ο Φλόυντ διέφυγε τρέχοντας στο δάσος.
Τέσσερις μέρες αργότερα, επανεμφανίστηκε στο σπίτι μιας χήρας, της κυρίας Κονκλ.
Της ζήτησε φαγητό και η χήρα, χωρίς να αντιληφθεί ποιος ήταν, τον φιλοξένησε.
Ο Φλόυντ, ευγενικός όπως πάντα, χαρακτήρισε το δείπνο ως «αντάξιο βασιλιά» και της έδωσε 1 δολάριο, σημαντικό ποσό για την εποχή.
Ο αδελφός της χήρας προσφέρθηκε να τον μεταφέρει μέχρι την επόμενη πόλη, αλλά στο δρόμο τους σταμάτησαν δύο αυτοκίνητα.
Ο Φλόυντ κατάλαβε αμέσως ότι οι άντρες ήταν πράκτορες, άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και άρχισε να τρέχει.
Γύρω απ’ το δρόμο όμως, υπήρχαν τεράστιες εκτάσεις που ήταν χωράφια και ο Φλόυντ δεν μπορούσε να κρυφτεί πουθενά.
Ο πράκτορας Τσέστερ Σμιθ, που επιβιβαζόταν σε ένα από τα αυτοκίνητα που σταμάτησαν τον Φλόυντ, σημάδεψε και πυροβόλησε. Αργότερα δήλωσε ότι δεν σκόπευε να σκοτώσει τον εγκληματία, αλλά μόνο να τον τραυματίσει ελαφρά για να διακόψει τη φυγή του.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα των αρχών, ο Φλόυντ υπέκυψε στα τραύματά του ενώ τον ανέκριναν, στις 22 Οκτωβρίου 1934.
Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες όμως, ο εγκληματίας εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους πράκτορες, χωρίς να είναι οπλισμένος.
Η σωρός του μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο και δεν υπήρχε αστυνομικός στο Οχάιο που δεν εμφανίστηκε ξαφνικά στο δωμάτιο, για μία υποτιθέμενη δουλειά.
Δεκάδες αστυνομικοί ζήτησαν να τους φωτογραφήσουν δίπλα στο πτώμα του διάσημου εγκληματία.
Στην κηδεία του, που έγινε στην Οκλαχόμα, παρευρέθηκαν περισσότεροι από 30 χιλιάδες άνθρωποι και άδειασαν όλα τα ανθοπωλεία της περιοχής.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr