Στις 17 Αυγούστου του 1962, η Δυτικογερμανίδα φοιτήτρια Μαργκίτ Χοσεϊνι βρισκόταν σε μια καφετέρια κοντά στο τείχος του Βερολίνου για να γιορτάσει τα γενέθλιά της.
Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους να δει τι συνέβη.
Η Χοσεϊνι αντίκρισε το τραυματισμένο σώμα ενός νεαρού Γερμανού πεσμένο στο έδαφος, ανάμεσα στον τοίχο και το συρματόπλεγμα που τον χώριζε από το δυτικό Βερολίνο.
Άκουσε τις απεγνωσμένες κραυγές του και παρακολουθούσε παγωμένη, καθώς ο νεαρός ξεψυχούσε μπροστά στα μάτια της.
Πενήντα λεπτά αργότερα, οι κραυγές του έπαυσαν.
Το όνομά του ήταν Πίτερ Φέχτερ και ήταν μόλις 18 ετών.
Η απόδραση του Πίτερ Φέχτερ
Ο Πίτερ Φέχτερ γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1944 στο Βερολίνο.
Η οικογένειά του ήταν φτωχή, αλλά ζούσαν αξιοπρεπώς.
Είχε δύο μεγαλύτερες αδελφές, η μία απ’ τις οποίες παντρεύτηκε και ζούσε στο δυτικό Βερολίνο.
Η οικογένεια επισκεπτόταν συχνά την αδελφή του, αλλά οι επισκέψεις διακόπηκαν με την ανύψωση του τείχους το 1961.
Ο Πίτερ εγκατέλειψε το σχολείο σε ηλικία 14 ετών και άρχισε να εργάζεται ως οικοδόμος, αφού το επάγγελμα είχε μεγάλη ζήτηση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Φίλος και συνάδελφός του ήταν ο Χέλμουτ Κούλμπεϊκ, στον οποίο εκμυστηρεύτηκε την επιθυμία του να διαφύγει στο δυτικό Βερολίνο.
Ο Κούλμπεϊκ μοιραζόταν την ίδια επιθυμία και οι δύο νέοι αποφάσισαν να την υλοποιήσουν.
Το σχέδιο της απόδρασης
Στις 15 Αυγούστου του 1962 παρατήρησαν ένα εγκαταλειμμένο κτίριο απέναντι από το τείχος, που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ως κρησφύγετο.
Δύο μέρες αργότερα, όταν σχόλασαν από τη δουλειά, μπήκαν στο κτίριο και κλείστηκαν μέσα.
Παρακολουθούσαν τους φρουρούς του τείχους, όταν άκουσαν φασαρία στο δρόμο.
Φοβήθηκαν ότι τους εντόπισε η αστυνομία και έντρομοι βγήκαν και άρχισαν να τρέχουν προς το τείχος.
Οι φρουροί τους αντιλήφθηκαν και πυροβόλησαν χωρίς προειδοποίηση.
Ο Κούλμπεϊκ κατάφερε να σκαρφαλώσει στο τείχος και να περάσει στη δυτική πλευρά.
Νόμιζε ότι ο Φέχτερ τον ακολουθούσε και του φώναξε να κινηθεί πιο γρήγορα, αλλά δεν πήρε απάντηση.
Κοίταξε πίσω του και είδε τον φίλο του να κείτεται αιμόφυρτος στο έδαφος.
Μία σφαίρα τον είχε πετύχει στη λεκάνη.
Σύμφωνα με την αναφορά της αστυνομίας, όταν χτυπήθηκε ο Φέχτερ στεκόταν όρθιος, στηριζόμενος στο τείχος και οι φρουροί δεν σταμάτησαν να πυροβολούν, μέχρι που ο νεαρός σωριάστηκε στο έδαφος.
Για περίπου μία ώρα ο Φέχτερ ζητούσε βοήθεια, αλλά κανείς δεν τον πλησίασε.
Η μία πλευρά φοβόταν τα αντίποινα της άλλης, σε περίπτωση που έκανε οποιαδήποτε κίνηση.
Αργότερα αποδείχτηκε ότι ακόμα και αν είχε έρθει ιατρική βοήθεια, ο Φέχτερ θα είχε πεθάνει, καθώς υπήρχε εσωτερική αιμορραγία. Όμως, κανείς απ’ τους πολίτες και τους στρατιώτες που έβλεπαν τον τραυματισμένο νέο δεν το γνώριζε, όταν ο 18χρονος ικέτευε για βοήθεια.
Οι εντολές και των δύο πλευρών ήταν να μην πλησιάσει κανείς και ούτε ένας δεν τόλμησε να τις παρακούσει.
Ο Πίτερ Φέχτερ πέθανε στις 17 Αυγούστου του 1962 σε κοινή θεά.
Μία ώρα αργότερα, το άψυχο σώμα του μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο του ανατολικού Βερολίνου.
Το επεισόδιο προκάλεσε τεράστια κοινωνική κατακραυγή, η οποία έλαβε την εξής απάντηση από τον δημοσιογράφο του ανατολικού Βερολίνου, Καρλ Έντουαρντ βον Σνίτσλερ:
«Η ζωή καθενός από τους γενναίους μας στρατιώτες είναι πιο σημαντική από τη ζωή ενός παραβάτη. Αν μείνετε μακριά από τα σύνορα του κράτους μας, τότε το αίμα, τα δάκρυα και οι κραυγές μπορούν να αποφευχθούν».
Τον Ιούλιο του 1990, μετά την πτώση του τείχους, η αδελφή του Φέχτερ, Ρουθ, άσκησε μήνυση εναντίον των φρουρών που πυροβόλησαν, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε 20 μήνες φυλάκισης.
Της Αθηνάς Τζίμα
Πηγή χαρακτηριστικής εικόνας: Wikimediamtx Commons
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Πώς οι Ανατολικογερμανοί δραπέτευαν στο Δυτικό Βερολίνο μέσω διαμερισμάτων που βρίσκονταν ακριβώς πάνω στη συνοριακή γραμμή. Επιστράτευαν ακόμα και πυροσβεστικό δίχτυ για να πηδήσουν από μεγάλο ύψος
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr