Την 26η Απριλίου του 1986, μια σειρά εκρήξεων κατέστρεψε τον αντιδραστήρα του τέταρτου ενεργειακού μπλοκ στον πυρηνικό σταθμό του Τσέρνομπιλ.
Το ατύχημα αυτό χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη τεχνολογική καταστοφή του 20ου αιώνα.
Η Λευκορωσίδα συγγραφέας Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, δέκα χρόνια μετά το «ατύχημα», περιπλανήθηκε στην απαγορευμένη ζώνη, μίλησε με δεκάδες ανθρώπους.
Εκατό από αυτές τις μαρτυρίες αποτέλεσαν το βιβλίο της, «Τσέρνομπιλ, Ένα Χρονικό του Μέλλοντος».
Το 2015, η Αλεξίεβιτς βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Τσέρνομπιλ, Ένα Χρονικό του Μέλλοντος», Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ.
Μονόλογος για μια ζωή χαραγμένη πάνω σε μια πόρτα
«Θέλω να καταθέσω τη μαρτυρία μου.
Θέλω να μιλήσω για όλα όσα έγιναν τότε, πριν από δέκα χρόνια και δε μ’ αφήνουν ακόμη σε ησυχία.
Ζούσαμε στο κέντρο της πόλης…
Όπως όλοι, πήγαινα κάθε πρωί στη δουλειά μου και επέστρεφα το βράδυ.
Έπαιρνα έναν μέσο μισθό. Πήγαινα διακοπές κάθε χρόνο.
Και ξαφνικά ένα πρωί, έγινα «ένας άνθρωπος από το Τσέρνομπιλ», κάτι το αξιοπερίεργο!
Αλλά δεν μπορώ… Δεν γίνεται… Με κοιτάζουν διαφορετικά.
Εγκαταλείψαμε το σπίτι μας την Τρίτη μέρα.
Το ανακοίνωσαν στο ραδιόφωνο: «Απαγορεύεται να πάρετε μαζί σας τις γάτες σας!
Εγώ ήθελα να κρύψω τη γάτα μου σε μία βαλίτσα.
Δεν ήθελε όμως να μπει και μας καταγρατζούνισε όλους.
«Απαγορεύεται να πάρετε μαζί σας τα προσωπικά σας είδη!» έλεγαν.
Κανένα πρόβλημα. Δε σκόπευα να πάρω τίποτε άλλο μαζί μου, εκτός από ένα πράγμα – την πόρτα του σπιτιού μου.
Έπρεπε να βγάλω και να κουβαλήσω μαζί μου την πόρτα του σπιτιού με κάθε τίμημα.
Δεν μπορούσα ν’ αφήσω πίσω αυτή την πόρτα.
Την πόρτα μας… είναι το οικογενειακό φυλαχτό μας, κειμήλιο γενεών.
Όταν πέθανε ο πατέρας μου, πάνω σ’ αυτή την πόρτα τον απόθεσαν.
Δεν ξέρω από πού κρατάει το έθιμο – δεν το ακολουθούν όλοι.
Η μητέρα μου όμως μου διηγήθηκε πως, μέχρι να φτάσει το φέρετρο, απόθεταν πάνω στην ίδια πόρτα το σώμα κάθε νεκρού σε αυτό το σπίτι.
Πέρασα όλη τη νύχτα δίπλα στο σώμα του νεκρού πατέρα μου, που βρισκόταν πάνω σ’ αυτή την ξύλινη πόρτα.
Το σπίτι είχε μείνει ορθάνοιχτο όλη τη νύχτα.
Η πόρτα αυτή είναι γεμάτη σημάδια: σημάδια από το ύψος μου όσο μεγάλωνα, σημάδια με μία σημείωση δίπλα: Α’ Δημοτικού, Β’ Δημοτικού, Α’ Γυμνασίου, φαντάρος…
Και δίπλα σ’ αυτά τα σημάδια, βρίσκονται τα σημάδια του γιου μου και της κόρης μου.
Μια ολόκληρη ζωή χαραγμένη στην πόρτα… Πώς μπορούσα να την αφήσω πίσω;
Ζήτησα από τον γείτονα που είχε αυτοκίνητο να με βοηθήσει.
Μου είπε πως είμαι τρελός. Εγώ όμως την πήρα τελικά την πόρτα…
Την πήρα μια νύχτα, δυο χρόνια μετά, με μοτοσικλέτα.
Το σπίτι μας είχε ήδη αδειάσει απ’ τους κλέφτες. Δεν είχε μείνει τίποτε εκτός απ’ την πόρτα.
Η στρατιωτική αστυνομία με κυνήγησε μέσα στο δάσος:
«Αλτ, θα πυροβολήσουμε! Αλτ!».
Φυσικά, με είχαν πάρει για κλέφτη. Εγώ όμως έκλεβα την πόρτα του ίδιου του σπιτιού μου…
Η γυναίκα και η κόρη μου μπήκαν στο νοσοκομείο.
Τα σώματά τους είχαν γεμίσει μαύρες κηλίδες στο μέγεθος νομισμάτων που πότε εμφανίζονταν και πότε εξαφανίζονταν.
Δεν πονούσαν όμως.
Όταν τέλειωσαν οι εξετάσεις, ζήτησα από τους γιατρούς τα αποτελέσματα:
-Δε σας αφορά, μου απάντησαν.
-Αν δεν αφορά εμένα, τότε ποιον αφορά; τους είπα.
Την εποχή εκείνη έλεγαν ότι όλοι θα πεθάνουμε κι ότι μέχρι το 2000 θα έχουν πεθάνει όλοι οι Λευκορώσοι.
Η κόρη μου ήταν τότε έξι χρονών.
Την έβαζα στο κρεβάτι και μου ψιθύριζε στο αυτί: «Μπαμπά, θέλω να ζήσω. Είμαι ακόμη πολύ μικρή…».
Κι εγώ που νόμιζα πως δεν καταλάβαινε…
Μπορείτε να φανταστείτε την εικόνα επτά φαλακρών κοριτσιών στον ίδιο θάλαμο;
Στον θάλαμο όπου βρισκόταν η κόρη μου, υπήρχαν άλλα έξι φαλακρά κορίτσια σαν κι αυτή.
Αρκετά! Δεν μπορώ να συνεχίσω…
Όταν μιλάω γι’ αυτά, έχω την αίσθηση ότι την προδίδω.
Ξέρετε γιατί; Γιατί πρέπει να μιλήσω γι’ αυτή σαν να ήταν ξένη.
Ξέρετε πόσο υπέφερε;
Η γυναίκα μου δεν μπορούσε να την βλέπει στο νοσοκομείο: «Καλύτερα να πεθάνει παρά να υποφέρει έτσι το κορίτσι μας. Προτιμώ να πεθάνω παρά να τη βλέπω έτσι!».
Όχι! Δεν μπορώ να σας μιλήσω άλλο. Δεν μπορώ!
Την ξαπλώσαμε πάνω στην πόρτα – την ίδια πόρτα πάνω στην οποία είχαμε αποθέσει νεκρό τον πατέρα μου.
Έμεινε εκεί μέχρι να έρθει το μικροσκοπικό φέρετρο… Δεν ήταν μεγαλύτερο από ένα κουτί κούκλας…
Θέλω να σας πω πως η κόρη μου πέθανε απ’ το Τσέρνομπιλ.
Όλοι τώρα μας λένε πως πρέπει να ξεχαστούν όλα αυτά για πάντα… Πώς όμως;»
Νικολάι Φόμιτς Καλούγκιν, πατέρας
ΠΗΓΗ: «Τσέρνομπιλ, Ένα Χρονικό του Μέλλοντος», Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
Αρχική φωτογραφία: George Kourounis
Διαβάστε ακόμα στη “ΜτΧ”: Τα 10 πιο στοιχειωμένα μέρη στον κόσμο. Εντυπωσιακές φωτογραφίες από περιοχές που ο χρόνος δεν αλλάζει ποτέ.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr