Ένα κράμα μουσουλμανικής πίστης, χριστιανικού ορθόδοξου μοναχισμού και τεκτονικών πρακτικών. Έτσι ορίζεται συνοπτικά το τάγμα των Μπεκτασήδων, μίας από τις μεγαλύτερες αιρετικές αδελφότητες του Ισλάμ στα Βαλκάνια.
Οι πιστοί της αίρεσης τιμούν τη δική τους, μουσουλμανική “αγία τριάδα”, είναι μονογαμικοί και τρώνε χοιρινό κρέας.
Οι Τούρκοι στην πλειοψηφία τους ήταν ανέκαθεν Σουνίτες. Όσοι δεν ασπάζονταν με ευλαβική πειθαρχία κάθε πτυχή της ορθόδοξης μουσουλμανικής πίστης, όπως την αντιλαμβανόταν ο σουλτάνος και οι θρησκευτικοί ηγέτες, διώκονταν.
Οι Μπεκτασήδες ήταν μία από τις κοινότητες αυτές. Ωστόσο, παρά τις διώξεις, μέχρι τον 20ο αιώνα είχαν εξελιχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες, πιο μυστικιστικές και ετερόδοξες σέκτες του Ισλάμ.
“Πατέρας” των Μπεκτασήδων, “νονός” των Γενίτσαρων
Ιδρυτής της αίρεσης θεωρείται ο Χατζή Μπεκτάς Βελή, ένας περιπλανώμενος δερβίσης που έζησε τον 13ο αιώνα μ.Χ. Ελάχιστα είναι γνωστά για τη ζωή του. Ορισμένοι μελετητές έχουν μάλιστα υποστηρίξει ότι δεν πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο.
Σύμφωνα με τη δερβίσικη παράδοση, ο Χατζή Μπεκτάς γεννήθηκε στο Χορασάν, μεταξύ Ιράν και Αφγανιστάν, το 1207. Ένθερμος οπαδός του σεΐχη Αχμέτ Γιεσεβί, τον ιδρυτή του τάγματος των γεβεσήδων, της αρχαιότερης τουρκικής αδελφότητας στη Μικρά Ασία, μυήθηκε από πολύ νέος στη μυστικιστική μουσουλμανική παράδοση.
Η κοσμοθεωρία που διαμόρφωσε, αντιτίθετο στο ορθόδοξο μουσουλμανικό δόγμα που προωθούσε έναν άκαμπτο και πουριτανικό θρησκευτικό νόμο στον οποίο όλοι όφειλαν να πειθαρχούν τυφλά.
Από την άλλη, η αδελφότητα που οραματιζόταν ο Χατζή Μπεκτάς βασιζόταν σε μία αντιιεραρχική αντίληψη της θρησκείας, όπου στο κέντρο θα βρισκόταν ο άνθρωπος.
«Πυξίδα» των πιστών δε θα ήταν ο φόβος της τιμωρίας, αλλά η ανάγκη για ψυχική ανύψωση.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Χατζή Μπεκτάς έκανε πολλά ταξίδια. Περιπλανήθηκε στις επαρχίες της Ανατολής, ήρθε σε επαφή με τις διαφορετικές παραδόσεις, συμβίωσε με τους ντόπιους και αφομοίωσε στοιχεία από κάθε πολιτισμό.
Παράλληλα, διακήρυττε τις διδαχές του Δερβίσικου τάγματος που οραματιζόταν. Η φήμη του εξαπλωνόταν και σιγά σιγά αποκτούσε επιφανείς οπαδούς.
Λέγεται ότι λίγο πριν το θάνατό του, ο σουλτάνος ζήτησε από τον σοφό δάσκαλο να δώσει την ευλογία του σε ένα νεοσύστατο στρατιωτικό σώμα. Ο Χατζή Μπεκτάς δέχτηκε και μάλιστα, έγινε «νονός». Του έδωσε το όνομα γενί τσερί (νέο στράτευμα), συνδέοντας έτσι άρρηκτα το όνομά του με το τάγμα των Γενίτσαρων.
Η εξάπλωση των Μπεκτασήδων
Παρότι ο Χατζή Μπεκτάς Βελή έζησε και έδρασε κατά τον 13ο αιώνα, η αδελφότητα άρχισε να επεκτείνεται ραγδαία τουλάχιστον τριακόσια χρόνια μετά το θάνατό του.
Τον 16ο αιώνα, όταν ηγούμενος στον τεκέ του Χατζή Μπεκτάς στο Σουλουτζά ήταν ο Μπαλίμ Σουλτάν, οι οπαδοί του μωαμεθανού διδάσκαλου, βρήκαν τον χώρο και το βήμα να διαδώσουν τις αντιλήψεις του. Έτσι, επί Μπαλίμ Σουλτάν, οι Μπεκτασήδες μύησαν ακόμη και Χριστιανούς της Μακεδονίας, της Θράκης και της Αλβανίας στο τάγμα τους, ενώ ο ηγούμενος του τεκέ φρόντισε για πρώτη φορά να τους συσπειρώσει και να συντονίσει την προσπάθεια.
Αρχικά καθόρισε τον τρόπο διοίκησής της αδελφότητας, καθώς και το “τυπικό” της λατρευτικής ζωής των Μπεκτασήδων. Οι καινοτομίες που εισήγαγε διακατέχονται από εμφανείς χριστιανικές επιρροές.
Καθιερώθηκε η χρήση κρασιού στις μυστηριακές τελετές, θεμελιώθηκε η λατρεία της “αγίας τριάδας” Αλλάχ-Μωάμεθ-Αλή, καθώς των δώδεκα ιμάμηδων -κατ’ αντιστοιχία με τους δώδεκα αποστόλους. Ακόμα, τέθηκε ως απαράβατος κανόνας η τήρηση της μονογαμίας για τους απλούς Μπεκτασήδες και η αγαμία για τους ιερωμένους και τους βαθμούχους.
Η τελετή μύησης θύμιζε επίσης αρκετά το χριστιανικό βάπτισμα, αφού αποτελούταν από ένα συμβολικό πλύσιμο και ράντισμα του υποψήφιου μέλους. Σημαντικό στοιχείο ήταν τέλος, η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στις τελετές.
Έτσι, με αφετηρία τα Βαλκάνια του 16ου αιώνα, η μουσουλμανική σέκτα άρχισε να εξαπλώνονται ραγδαία. Παρότι οι αιρετικές πρακτικές της έρχονταν σε αντίθεση με τον ορθόδοξο και πουριτανικό Σουνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Μπεκτασήδες συνέβαλαν καθοριστικά στον εξισλαμισμό πολλών χριστιανικών πληθυσμών της ευρύτερης περιοχής.
Χάρη στη διαλλακτικότητα της αίρεσης, οι Χριστιανοί έβλεπαν ότι μπορούσαν να ασπαστούν το Ισλάμ και να έχουν τα προνόμια των μουσουλμάνων πολιτών, διατηρώντας παράλληλα πολλά δικά τους ήθη και έθιμα.
Διαβάστε ακόμα: Οι απώλειες των Ελλήνων στην Επανάσταση του 1821. Οι ειδικοί υπολογίζουν από 230 ως 600 χιλιάδες. Γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη απόκλιση
Για τον ίδιο λόγο, οι Γενίτσαροι, που ούτως ή άλλως ως τάγμα είχαν λάβει το βάπτισμα του πυρός από τον Χατζή Μπεκτάς, παρέμειναν κοντά στο αιρετικό μουσουλμανικό δόγμα. Οι θρησκευτικές λειτουργίες και το φιλελεύθερο πνεύμα των Μπεκτασήδων δεν απείχε από τα χριστιανικά ακούσματα των παιδικών τους χρόνων, προτού δηλαδή καταταχθούν δια της βίας στο στρατιωτικό σώμα.
Ασφαλώς, αυτή η ανεκτικότητα και ενίοτε συμπάθεια μεταξύ Μπεκτασήδων και Χριστιανών δυσαρεστούσε την Υψηλή Πύλη.
Οι Μπεκτασήδες δρούσαν κατά κανόνα με μεγάλη μυστικότητα. Ωστόσο, σε περιοχές όπου το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ασπαζόταν το δόγμα, οι λατρευτικές πρακτικές και οι πεποιθήσεις τους εκδηλώνονταν με μεγαλύτερη ελευθερία σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας.
Έτσι, αρκετοί σουλτάνοι είχαν κατά καιρούς εξαπολύσει διώξεις εναντίον τους. Αποκορύφωμα ήταν η στοχευμένη και καθολική προσπάθεια αφανισμού τους από τον Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο Κεμάλ αντιμετώπισε τα μοναστικά τάγματα του Ισλάμ ως μεσαιωνικές οργανώσεις και προχώρησε με νόμο στη διάλυσή τους. Έκλεισε πάνω από 300 μοναστήρια (τεκέδες) και έδωσε εντολή να αντιμετωπίζονται ως τελετές μαγείας οι μυστικιστικές τελετές των Μπεκτασήδων.
Αποτέλεσμα της καταδιωκτικής νεοτουρκικής πολιτικής ήταν εκατομμύρια Μπεκτασήδες να εισχωρήσουν ακόμη βαθύτερα στο μυστικισμό και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι να εγκαταλείψουν την Τουρκία. Οι περισσότεροι εποίκησαν περιοχές της ανέκαθεν ανεκτικής Αλβανίας. Η σέκτα τους τελευταίους αιώνες είχε ριζώσει βαθιά σε πολλές πόλεις και χωριά της χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αλή Πασάς Τεπελενλής υπήρξε νεοφώτιστος του τάγματος.
Αρκετές χιλιάδες εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο, τη Συρία, καθώς και στα ευρύτερα Βαλκάνια.
“Μια μειονότητα μέσα στη μειονότητα”
Σήμερα οι Μπεκτασήδες λογίζονται ως «παρακλάδι» του Σούφι Ισλάμ. Ο όρος αυτός αναφέρεται στις ασκητικές μουσουλμανικές κοινότητες που εγκατέλειψαν τα εγκόσμια και υιοθέτησαν έντονα το μυστικιστικό στοιχείο. Οι κοινότητες των Σούφι επηρεάστηκαν ριζικά από τις αρχαιότερες παραδόσεις και φιλοσοφίες της Ανατολής και της Μεσογείου, όπως τον γνωστικισμό, το βουδισμό και φυσικά τον χριστιανισμό. Σύμφωνα με τους Σούφι «όλες οι παραδόσεις οδηγούν στην μια και μόνη αλήθεια».
Στην Ελλάδα οι Μπεκτασήδες αποτελούν μειονότητα μιας άλλης μειονότητας: της μουσουλμανικής. Σύμφωνα με έκθεση του State Department το 2009, στα ορεινά χωριά της Ροδόπης και του Έβρου κατοικούν περίπου 3000 Μπεκτασήδες. Δίπλα στο χωριό Ρούσσα βρίσκεται ο Τεκές του Σεγίτ Αλή Σουλτάν, ενώ εγκαταλελειμμένοι και ερειπωμένοι τεκέδες εντοπίζονται και σε άλλα μέρη της Θράκης.
Από την άλλη, ο αριθμός των Μπεκτασήδων παγκοσμίως υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 7 εκατομμύρια, με τους περισσότερους να ζουν στην Τουρκία και τα Βαλκάνια.
Παρά το πληθυσμιακό μέγεθος, εξακολουθούν να διατηρούν τα τελετουργικά τους υπό πλήρη μυστικότητα. Αφενός διότι δεν παύουν να αποτελούν μία σέκτα. Αφετέρου γιατί οι κοσμικές, εξευρωπαϊσμένες και αντιδογματικές απόψεις τους δεν τους κατατάσσουν μεταξύ των “φίλων” της εθνικιστικής τουρκικής κυβέρνησης.
αρχική εικόνα: Flickr
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Τα χριστιανικά μνημεία της Κωνσταντινούπολης που σήμερα λειτουργούν ως μουσεία ή τζαμιά. Ποιος ήταν ο πρώτος ναός που κτίστηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο και τι απέγινε
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr