«Έφερνε μια γεύση ευτυχίας και αγάπης για της γυναίκας σε κάτι που, πριν από αυτόν, ήταν μία τέχνη χωρίς αλήθεια, χωρίς αγάπη και χωρίς ευτυχία».
Αυτά τα λόγια χρησιμοποίησε ο Ρίτσαρντ Άβεντον, ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικάνους φωτογράφους, για να περιγράψει το έργο του Μάρτιν Μουνκάσι.
Ο Μουνκάσι ήταν ο φωτογράφος που έφερε την κίνηση και τη φυσικότητα στην τέχνη της φωτογραφίας.
Γεννήθηκε στην Τρανσυλβανία το 1896, αλλά μεγάλωσε στη Βουδαπέστη σε εβραϊκή οικογένεια.
Ασχολήθηκε με τη φωτογραφία για τις ανάγκες της δουλειάς του ως αθλητικογράφος., καθώς έπρεπε να φωτογραφίζει στιγμιότυπα του αγώνα.
Εκείνη την εποχή, οι αθλητικές φωτογραφίες περιορίζονταν σε στημένες πόζες των αθλητών, κάτω από δυνατά φώτα.
Δεν υπήρχε καμία φυσικότητα, καμία κίνηση.
Ο Μουνκάσι κάλυψε αυτό το κενό και μέσα σε ένα χρόνο έγινε ο πιο περιζήτητος φωτογράφος της Ουγγαρίας.
«Τον είδα δεμένο πάνω σε ένα αμάξι και να φωτογραφίζει έναν αγώνα ταχύτητας με άλογα, τρέχοντας παράλληλα με αυτά. «Τρελογωνία», έτσι τον φωνάζαμε», είπε ένας συνάδελφός του.
Το 1928 μετακόμισε στο Βερολίνο και έπιασε δουλειά σε γερμανικά περιοδικά.
Ταξίδευε σε όλο τον κόσμο και απαθανάτιζε καθημερινές στιγμές εξωτικών λαών.
Δίπλα στις φωτογραφίες του από μακρινές τοποθεσίες, όπως η Λιβερία, η Βραζιλία και η Αλγερία, βρίσκονταν εικόνες από τους δρόμους του Βερολίνου, όπου έμποροι διαλαλούσαν την πραμάτεια τους και ο κόσμος περπατούσε αμέριμνος.
Αναγκάστηκε να φύγει από τη Γερμανία το 1933, με την έλευση του Χίτλερ και τους νόμους κατά των Εβραίων.
Ο Μουνκάσι εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και βρήκε δουλειά στο περιοδικό «Harper’s Bazaar».
Οι φωτογραφίες του περιστρέφονταν γύρω από τη μόδα, αλλά οι χαρακτηριστικές λήψεις του ήταν εξίσου πρωτοποριακές.
Τον Νοέμβριο του 1933, λίγο καιρό αφότου είχε φτάσει στην Αμερική, φωτογράφησε τη Λουσίλ Μπροκάου, μία καλλονή της κοσμικής Νέας Υόρκης, σε μια παραλία του Long Island.
Αντί να της ζητήσει μία στατική πόζα, ο Μουνκάσι της είπε να τρέξει κατά μήκος της παραλίας και θα τη φωτογράφιζε εν κινήσει.
Το αποτέλεσμα έφερε την επανάσταση στον χώρο της μόδας.
Ποτέ άλλοτε τα μοντέλα δεν έδιναν ζωή και προσωπικότητα στα ρούχα που διαφήμιζαν.
«Οι γυναίκες του έτρεχαν στην αμμουδιά, αδιαφορούσαν για την κάμερα και απελευθερωμένες, πηδούσαν και προσγειώνονταν με τα γόνατα πάνω στο κρεβάτι μου», είπε ο φωτογράφος Ρίτσαρντ Άβεντον, αναφερόμενος στην οικειότητα που ένιωθε με τα μοντέλα του Μουνκάσι, τα οποία έμοιαζαν έτοιμα να πηδήξουν απ’ το χαρτί και να ζωντανέψουν.
Ο Μουνκάσι φωτογράφισε σταρ του Χόλιγουντ, όπως η Γκρέτα Γκάρμπο, η Κάθριν Χέπμπορν, Τζιν Χάρλοου και τον θρυλικό χορευτή Φρεντ Αστέρ.
Τους αποτύπωσε με την γνωστή λιτότητά του. Δεν τους φέρθηκε σαν σταρ και οι εικόνες του δεν είχαν ίχνος των τυποποιημένων, στυλιζαρισμένων φωτογραφιών των στούντιο.
Το 1944, το περιοδικό «Harper’s Bazaar» δημοσίευσε για πρώτη φορά γυμνές φωτογραφίες.
Ήταν ασφαλώς έργο του Μουνκάσι, ο οποίος διαφήμισε ένα ψάθινο καπέλο, χρησιμοποιώντας το γυμνό σώμα μιας κοπέλας.
Κατάφερε να χειριστεί το γυμνό με τέτοια κομψότητα που δεν υπήρξαν αντιδράσεις, παρά τη συντηρητικότητα της κοινωνίας του ’40.
Το άδοξο τέλος
Στα τέλη της δεκαετίας του ’30, ο Μουνκάσι ήταν στην κορυφή.
Το ετήσιο εισόδημά του έφτανε τα 100 χιλιάδες δολάρια, όταν ο μέσος Αμερικάνος έβγαζε μόλις 4 χιλιάδες.
Αγόρασε μία έπαυλη στο Long Island, όπου γείτονάς του ήταν ο αρχιμαφιόζος, Φρανκ Κοστέλο.
Η ζωή του όμως πήρε άσχημη πορεία μετά το ’40.
Πήρε διαζύγιο, έχασε την κόρη του από λευχαιμία και σπατάλησε όλα του τα χρήματα σε αποτυχημένες κινηματογραφικές παραγωγές.
Πέθανε το 1963 μόνος του στο διαμέρισμα του.
Για χρόνια το έργο του είχε ξεχαστεί, αλλά επανήλθε στο προσκήνιο το 2007 με εκθέσεις του Διεθνούς Κέντρου Φωτογραφίας.
Διαβάστε ακόμα στη “ΜτΧ”: Τα μίνι στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Η σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών στα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέσα από τον φακό ενός Αμερικανού.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr