Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973, οι περισσότεροι Έλληνες είχαν την ελπίδα ότι η χώρα είχε μπει στην τελική ευθεία για την επιστροφή στη δημοκρατία.
Τα δύο νέα, αποκαλυπτικά βιβλία του Αντώνη Κλάψη και του Αλέξη Παπαχελά, που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο ρίχνουν φως σε άγνωστα γεγονότα της μεταβατικής περιόδου που διέψευσε τις προσδοκίες και κατέληξε στη χούντα του αδίστακτου Ιωαννίδη.
Από τα μέσα του 1973 η κακή οικονομική κατάσταση της χώρας, ο πληθωρισμός και η πετρελαϊκή κρίση είχαν διαλύσει τον μύθο περί “ανάπτυξης και ευημερίας” και είχαν διογκώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Η δυσαρέσκεια ήταν ιδιαίτερα έντονη στις τάξεις του Στρατού Ξηράς, που αποτελούσε τον πιστό πυρήνα της 21ης Απριλίου. Ολοένα και περισσότεροι αξιωματικοί εμφανίζονταν απογοητευμένοι από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και τις επιλογές του. Κατηγορούσαν τον δικτάτορα ότι δεν διακρινόταν πλέον από “επαναστατική ορμή”, κάλυπτε σκάνδαλα διαφθοράς και καλλιεργούσε ένα καθεστώς ευνοιοκρατίας στις τάξεις του καθεστώτος. Το σχέδιό του για “πολιτικοποίηση” του καθεστώτος ήταν αυτό που τους έκανε πιο αποφασιστικούς απέναντί του.
Σταδιακά οι δυσαρεστημένοι άρχισαν να συσπειρώνονται γύρω από τον σκληροπυρηνικό ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη.
Συνωμότες
Σύμφωνα με το βιβλίο “Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974” του Αλέξη Παπαχελά, ο Ιωαννίδης οργάνωνε συχνά συναντήσεις κλειστού κύκλου στο σπίτι της αδελφής του, στις οποίες παρίσταντο αξιωματικοί και στελέχη του καθεστώτος που ήθελαν την ανατροπή του Παπαδόπουλου.
Το φθινόπωρο του 1973 προχώρησε σε μία παραπλανητική κίνηση. Ζήτησε από δύο βασικούς του συνεργάτες, τον Χαράλαμπο Παλαΐνη και τον Μιχαήλ Πηλιχό, να προσκαλέσουν στη συνωμοτική συνάντηση τόσο “ιωαννιδικούς” όσο και “παπαδοπουλικούς”. Τους προειδοποίησε παράλληλα να μην μιλάνε πολύ όσο οι υπόλοιποι θα καταφέρονταν εναντίον του δικτάτορα.
Πράγματι, κατά τη διάρκεια της συνάντησης, πολλοί άρχισαν να διασύρουν και να βρίζουν τον Παπαδόπουλο. Ο Ιωαννίδης σχολίαζε διστακτικά:
“Έλα, υπερβολικά είναι αυτά που λέτε”.
Οι δύο συνεργάτες του παρέμειναν σιωπηλοί, όπως τους είχε δασκαλέψει. Τόσο σιωπηλοί, που κίνησαν τις υποψίες ορισμένων εκ των παρευρισκομένων. Στο τέλος της βραδιάς, πολλοί τους ρώτησαν: “Εσείς γιατί δεν μιλήσατε;”.
Ο Ιωαννίδης είχε ηχογραφήσει όλη τη συνομιλία και αργότερα την άφησε να διαρρεύσει στον Παπαδόπουλο. Ήταν μία κίνηση που απέβλεπε στο να κερδίσει την εμπιστοσύνη του και ταυτόχρονα να ενισχύσει την τάση του δικτάτορα να βλέπει παντού “φαντάσματα”, πράγμα που τον έκανε να έχει περιορίσει ασφυκτικά τον κύκλο του.
Εκ του αποτελέσματος, τα κατάφερε. Παρά τις προειδοποιήσεις πολλών συνεργατών του ότι ο Ιωαννίδης κινούνταν στο σκοτάδι εναντίον του, ο Παπαδόπουλος τον εμπιστευόταν. Δεν είναι τυχαίο ότι τις πρώτες μέρες των διαδηλώσεων στο Πολυτεχνείο, ο δικτάτορας τηλεφώνησε στον Ιωαννίδη.
Ο Σταύρου, που ήταν διευθυντής του γραφείου του, τον θυμάται να λέει:
“Κόψε το ρεύμα και το νερό, και θα πεταχτούν έξω σαν τα ποντίκια.”
«Πρέπει να τους αφήσουμε να εκτονωθούν», αποκρίθηκε ο Παπαδόπουλος. «Άκουσέ με, είναι κομμουνιστές μέσα, θα μπλέξουμε», επέμεινε ο Ιωαννίδης.
Το βράδυ της κορύφωσης των γεγονότων ο Παλαΐνης θυμάται ότι συμμετείχαν σε σύσκεψη ενός άλλου αξιωματικού στου Ζωγράφου. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Δημήτριος Ζαγοριανάκος τηλεφώνησε ψάχνοντας τον Ιωαννίδη και του μετέφερε την πρόθεση του Παπαδόπουλου να καταστείλουν την εξέγερση. Εκείνος συνέστησε:
Να μην μπλέξετε τον στρατό και να τα κάνετε όσο μπορείτε ήρεμα όλα.
Αργότερα το ίδιο βράδυ, μπήκε στο αυτοκίνητό του μαζί με τον Παλαΐνη και πέρασαν από το Πολυτεχνείο, αφού είχε εισβάλει το άρμα. Τσαντισμένος σχολίασε: «Είδες τι μας έκανε ο …;». Βασικός του φόβος ήταν το γεγονός πως, λόγω των εξελίξεων, είχαν μετακινηθεί στην Αττική μονάδες των οποίων οι διοικητές δεν είχαν μυηθεί στο επικείμενο πραξικόπημα.
Τελευταίες προειδοποιήσεις
Το Πολυτεχνείο επιτάχυνε τα σχέδια του Ιωαννίδη. Ο Στυλιανός Παττακός, που υποψιαζόταν από καιρό τον ταξίαρχο, προσπάθησε για ακόμα μία φορά να προειδοποιήσει τον Παπαδόπουλο. Οι ανησυχίες του κορυφώθηκαν όταν έλαβε σχετικές πληροφορίες από ξένες πρεσβείες.
Στις 23 Νοεμβρίου του 1973 επικοινώνησε με τον Παπαδόπουλο και του είπε:
«Γιώργη, αυτές τις μέρες θα σε ρίξει ο Ιωαννίδης. Είμαι βέβαιος ότι κάτι ετοιμάζουν. Είναι και αυτά που μου είπαν οι πρέσβεις ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας, ότι κάτι ακούγεται, και είναι βέβαιο ότι ο Ιωαννίδης ετοιμάζει την ανατροπή σου».
Ο Παττακός είχε προγραμματίσει εκείνες τις μέρες να πάει στην Κρήτη για μία βάφτιση. Ρώτησε τον Παπαδόπουλο αν έπρεπε να μείνει. Εκείνος τον προέτρεψε να πάει. Θα συναντιόντουσαν στις 26 Νοεμβρίου.
“Την Τρίτη που γύρισα τον βρήκα φρουρούμενο από τανκς στο Λαγονήσι”, διηγήθηκε ο Παττακός.
Το πραξικόπημα
Όπως εξιστορεί ο ιστορικός Αντώνης Κλάψης στο βιβλίο του “1974: Μεταπολίτευση”, τα ξημερώματα της 25ης Νοεμβρίου 1973 ο Ιωαννίδης προχώρησε στην ανατροπή του Παπαδόπουλου. Οι συνωμότες ενήργησαν ταχύτατα και με μεγάλη αποφασιστικότητα, καταλαμβάνοντας την εξουσία δίχως να συναντήσουν πραγματική αντίδραση.
Ο Παπαδόπουλος, ο οποίος είχε αγνοήσει όλες τις προειδοποιήσεις για το σχέδιο του Ιωαννίδη, τέθηκε αμέσως σε κατ’ οίκον περιορισμό. Η κυβέρνηση του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη, στον οποίο ο Παπαδόπουλος είχε αναθέσει να υλοποιήσει το σχέδιο της «πολιτικοποίησης», καταργήθηκε χωρίς αντίσταση.
Μία από τις πρώτες ενέργειες των νέων σφετεριστών της εξουσίας ήταν να διατάξουν να κατέβουν οι φωτογραφίες του Παπαδόπουλου, που έως τότε βρίσκονταν υποχρεωτικά σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. Το ίδιο πρωί δόθηκε στη δημοσιότητα διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, το οποίο ήταν ανυπόγραφο και αποδιδόταν συλλήβδην στις «Ένοπλες Δυνάμεις».
Στην ουσία, δήλωναν ότι αναλάμβαναν να «βγάλουν τη χώρα από το αδιέξοδο» και να «εκκαθαρίσουν την κατάσταση». Επιπλέον, κατήγγειλαν την «εκλογική σκηνοθεσία» που είχε δρομολογήσει ο Παπαδόπουλος μέσω του σχεδίου της «πολιτικοποίησης». Ένα σχέδιο που οι στρατιωτικοί δεν είδαν ποτέ θετικά.
1974
Το διάγγελμα δεν μπορούσε να κρύψει την πραγματική πρόθεση του Ιωαννίδη: την επιθυμία του να επιβάλει τη δική του εκδοχή ενός καθεστώτος που θα ήταν πιο σκληρό και αυταρχικό. Τα γεγονότα που ακολούθησαν έδειξαν ότι το εννοούσε.
Το 1974 σηματοδότησε το τέλος μιας εποχής και την απαρχή μιας εντελώς διαφορετικής. Ο μεταβατικός χαρακτήρας αυτού του έτους αποτυπώθηκε με τον πιο γλαφυρό τρόπο στις αντιφάσεις του. Ήταν ταυτόχρονα annus horribilis και annus mirabilis.
Το 1974 ήταν ολέθριο, διότι το πρώτο μισό του σημαδεύτηκε από την πιο σκοτεινή εκδοχή του δικτατορικού καθεστώτος, που προκάλεσε την ανεπανόρθωτη εθνική συμφορά στην Κύπρο, η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην κατάρρευσή του.
Το ίδιο έτος όμως ήταν και καταπληκτικό, διότι πάνω στα ερείπια της χούντας ανοικοδομήθηκε με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα η πιο επιτυχημένη εκδοχή της ομαλής δημοκρατικής ζωής στο ελληνικό κράτος.
Το βιβλίο του Αντώνη Κλάψη, “1974: Μεταπολίτευση“ ρίχνει φως σε άγνωστες πτυχές του κομβικού αυτού έτους. Εντάσσεται στη σειρά βιβλίων “Χρονιές που σημάδεψαν τη Νεοελληνική Ιστορία”, οι συγγραφείς των οποίων καταπιάνονται με τις πιο επεισοδιακές και αμφιλεγόμενες χρονιές στην ιστορία της χώρας. Παρουσιάζουν όλα τα σημαντικά γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια καθεμιάς από αυτές και αποδεικνύουν την ξεχωριστή σημασία τους στον ρου της ιστορίας.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr