Διάλογος δημοσιογράφου και νεαρού στην είσοδο ενός κλαμπ της Αθήνας στα 90’s:
Δημοσιογράφος: Ποια είναι η στιγμή που αισθάνεσαι να εκφράζεσαι πιο δυνατά, πιο έντονα;
Μαθητής: Να κάθομαι και να κοιμάμαι;
Δημοσιογράφος: Πώς κοιμάσαι εδώ;
Μαθητής: Κλείνω τα μάτια μου και κοιμάμαι.
Δημοσιογράφος: Βλέπεις όνειρα; Τι βλέπεις;
Μαθητής: Βλέπω ναι. Κύκλους.
Η συνέντευξη έγινε κατά τη διάρκεια ενός ρέιβ πάρτι στην Αθήνα το 1995 στο πλαίσιο μιας τηλεοπτικής έρευνας του Αργύρη Ντινόπουλου με τίτλο “Η Γενιά των Ρέιβερς”. Θιασώτες αυτών των πάρτι ήταν κυρίως νεαροί και νεαρές ηλικίας από 15 έως 25 ετών. Οι ρέιβερς έκλειναν τα μάτια και χόρευαν στους ρυθμούς της ηλεκτρονικής μουσικής. Τέκνο, χάουζ, τρανς και ντάπστεπ ήταν από τα πιο γνωστά είδη μουσικής που ξεσήκωναν τους νέους της δεκαετίας του ΄90. Τα τραγούδια δεν είχαν στίχους. Ο έντονος ρυθμός τους ήταν αρκετός. Τη μουσική συνόδευαν φώτα που αναβόσβηναν, λέιζερ και μηχανές παραγωγής ομίχλης.
Τα πιο “soft” πάρτι γίνονταν με χάουζ μουσική, ενώ για τους πιο σκληρούς ήταν η τρανς που παιζόταν κυρίως στα λεγόμενα “αφτεράδικα” μετά τις 5 το πρωί. Τα ρέιβ πάρτι έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους στη Βρετανία. Σύντομα εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη. Στην Ελλάδα έφτασαν στις αρχές της δεκαετίας του ΄90.
Η λέξη ρέιβ σημαίνει παραμιλώ, παραληρώ, ουρλιάζω. Όμως, δεν ήταν απλώς μια ονομασία για να χαρακτηριστούν τα πάρτι με ηλεκτρονική μουσική.
Ήταν το νέο κίνημα της νεολαίας. Βασικό σύνθημά τους ήταν “ειρήνη, αγάπη, ενότητα και να περνάς καλά”. Υποστήριζαν την ανοχή προς όλες τις κοινωνικές ομάδες. Δεν κατέκριναν τη διαφορετικότητα, καθώς ήταν και αυτοί μέρος της. Έλεγαν ότι ήθελαν την επιστροφή στη φύση.
Οι νεοχίπις
Κάποιοι τους αποκάλεσαν “νεοχίπις” ή “χίπις” της δεκαετίας του 1990. Περιφρονούσαν την πολιτική και τους ηγέτες της. Ήταν κατά της βίας. Ο μοναδικός τρόπος εκτόνωσης ήταν ο χορός.
“Ο νέος θέλει δυνατά κομμάτια για να ξεσπάσει. Ίσως νιώθει κλεισμένος από την κοινωνία” είχε πει ένας ρέιβερ της εποχής.
Ήταν η μόδα της εποχής. Οι ρέιβερς φορούσαν πολύχρωμα ρούχα, μπλουζάκια με στάμπες, αθλητικά ή χοντροκομμένες μπότες και γυαλιά ηλίου, ακόμη και αν ήταν βράδυ. Πολλοί είχαν τρύπα στη μύτη, σέπτουμ στο φρύδι ή κάτω από το χείλος τους. Στο απέναντι στρατόπεδο ήταν οι “κυριλέ”. Ήταν όσοι προτιμούσαν να διασκεδάζουν με ποπ ή ροκ, ξένη και ελληνική μουσική σε μπουζούκια και ντισκοτέκ. “Στις ντισκοτέκ είναι πιο κυριλέδες. Γραβατάκι, κουστουμάκι, γκομενίτσα”, είχε πει ένας νεαρός ρέιβερ στον Αργύρη Ντινόπουλο.
Το πρώτο χάουζ κλαμπ που άνοιξε στην Ελλάδα ήταν το “FAz” στην πλατεία Μαβίλη, το οποίο άνοιξε στα τέλη της δεκαετίας του ΄80. Εκεί έγιναν τα πιο ξέφρενα ρέιβ πάρτι της Αθήνας. Πάρτι διοργανώνονταν και σε εγκαταλελειμμένα κτίρια, ψηλοτάβανες αποθήκες και υπαίθριους χώρους. Δεν τους ενδιέφερε πού θα γίνει. Αρκεί να είχαν τη μουσική που τους εκφράζει. Από τα πιο γνωστά σημεία που συγκεντρώνονταν οι ρέιβερς ήταν η “Φάρμα” στα Οινόφυτα. Ήταν κυριολεκτικά ένα αγρόκτημα στη μέση του πουθενά. Η “Φάρμα” ξεκίνησε με ένα πάρτι σε κλειστό κύκλο τα Χριστούγεννα του 1993 και έφτασε να μαζεύει κόσμο από όλη την Αττική.
Οι ρέιβερς μάθαιναν για τα πάρτι που διοργανώνονταν από “φέιγ βολάν”, δηλαδή φυλλάδια που μοιράζονταν σε ρέιβ στέκια και έξω από τα μαγαζιά.
Όπως ανέφερε ο Λουκάς Νικολόπουλος, προγραμματιστής και γραφίστας της εποχής, τα φυλλάδια που αφορούσαν πάρτι με χάουζ μουσική ήταν πολύχρωμα και χαρούμενα, ενώ εκείνα που ενημέρωναν για τρανς πάρτι είχαν “χαοτικά σχέδια, εικόνες με ιππότες, διαστημανθρώπους και εξωγήινους, πράγματα που δεν συμβαδίζουν με την πραγματικότητα”. Συνήθως, η είσοδος ήταν από 1 έως 3 χιλιάρικα. Τα πάρτι κρατούσαν έως τις πρώτες πρωινές ώρες, ενώ κάποια διοργανώνονταν μέχρι το πολύ τις 12 η ώρα το βράδυ για όσους δεν τους άφηναν οι γονείς τους να ξενυχτήσουν.
Τα ναρκωτικά και οι αντιδράσεις
Οι φανς της ψυχεδελικής μουσικής του ΄60 συνδέθηκαν με το LSD. Οι πανκ του 80 με τις αμφεταμίνες. Οι ρέιβερς με το χάπι “έκσταση”.
Οι νέοι της δεκαετίας του ΄90 κατηγορήθηκαν ότι έπαιρναν έκσταση (MDMA) και άλλα παραισθησιογόνα ναρκωτικά για να έχουν ενέργεια και να χορεύουν στους ρυθμούς της ηλεκτρονικής μουσικής. Όμως, οι ρέιβερς το αρνούνταν. Έλεγαν ότι δεν χρειάζονταν να πιουν ούτε ποτό για να έχουν διάθεση να χορέψουν. Παραδέχονταν ότι υπήρχαν αρκετοί που έκαναν χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια των πάρτι, αλλά έλεγαν ότι ο συσχετισμός του ρέιβ με το έκσταση είναι άτοπος. Ό,τι και να έλεγαν οι νέοι, οι γονείς δήλωναν ανήσυχοι για την υγεία των παιδιών του και το μέλλον τους. Χαρακτηριστική φιγούρα η “μητέρα raver”, που είχε μιλήσει σε παράθυρο στο δελτίο ειδήσεων του Σκάι με τον Νίκο Ευαγγελάτο.
Η αστυνομία άρχισε να εισβάλλει μέσα στα πάρτι για να κάνει συλλήψεις. Στις 31 Δεκεμβρίου του 1996, οι ρέιβερς της Αθήνας είχαν διοργανώσει ένα πάρτι σε μια οικοδομή στο Μεταξουργείο. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Mega μια ομάδα νέων το νοίκιασαν από τον ιδιοκτήτη με την “πρόφαση ότι θα το χρησιμοποιούσαν στούντιο ηχογραφήσεων”. Ενώ οι νέοι χόρευαν στους έξαλλους ρυθμούς της ηλεκτρονικής μουσικής, αστυνομικοί έκαναν έφοδο και συνέλαβαν 32 άτομα. Με κουκούλες στο κεφάλι τους οδήγησαν στα περιπολικά που είχαν περικυκλώσει το κτίριο και τους μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα.
Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν και ένας απότακτος αστυνομικός, ο οποίος δέχτηκε κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος.
Στις 8 Ιουνίου 1998 αστυνομικοί εισέβαλαν και σε κλαμπ στη Ράχη στη Στενή Χαλκίδας. Στήθηκε ολόκληρη επιχείρηση με 50 αστυνομικούς, οι οποίοι συνέλαβαν 35 άτομα. Και στις δυο περιπτώσεις βρέθηκαν μικροποσότητες ναρκωτικών ουσιών.
Η μόδα του ρέιβ άρχισε να “ξεθωριάζει” στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Άλλωστε, η μετάβαση στον 21ο αιώνα σηματοδοτούσε το τέλος μιας εποχής.
Διαβάστε επίσης στην ΜτΧ: Τα ξέφρενα πάρτι της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του ’90 που κάθε εβδομάδα είχαν διαφορετικό θέμα. Σαδομαζοχιστικά, γκέι, ημίγυμνα, καρναβαλικά. Συνοδεύονταν από ναρκωτικά, αλκόολ και πολλή μουσική
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr