«Αν τους παρεδίδομεν εις τον Μουσταφά Κεμάλ θα τους μεταχειρίζετο ίσως καλλίτερον», έγραφε η “Εφημερίς των Βαλκανίων” το 1920 για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες που στέλνονταν στο λοιμοκαθαρτήριο της Καλαμαριάς. Το Καραμπουρνάκι, όπως ονομάζεται, παρομοιαζόταν ακόμα και με το Άουσβιτς.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το ελληνικό κράτος κλήθηκε να εντάξει εκατομμύρια ξεριζωμένους στην επικράτειά του. Πέρα από την δυσκολία της στέγασης, κυριαρχούσε ο φόβος ότι οι άνθρωποι αυτοί κουβαλούσαν ασθένειες.
Έτσι, προκειμένου να προλάβει μία ενδεχόμενη επιδημιολογική κρίση, οι πρόσφυγες οδηγήθηκαν αρχικά σε απολυμαντήρια. Ήταν στην ουσία δομές απομόνωσης, που λειτουργούσαν σε νησιά και σε ορισμένα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι Μικρασιάτες έφευγαν υγιείς από την πατρίδα τους. Ο συνωστισμός κατά τη μεταφορά τους και οι άθλιες συνθήκες υγιεινής ήταν οι δύο βασικοί παράγοντες που καθιστούσαν υγειονομικές βόμβες τα πλοία με τα οποία κατέφταναν στην Ελλάδα.
Οι καραβιές στο Καραμπουρνάκι
Στη Θεσσαλονίκη, το προσφυγικό φορτίο ήταν τεράστιο. Άνθρωποι στοιβάζονταν κατά χιλιάδες σε μικρά πλοία και μεταφέρονταν στην παραλία της Καλαμαριάς. Στην τοποθεσία Καραμπουρνάκι, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου, οι Αγγλογάλλοι είχαν φτιάξει υγειονομικές εγκαταστάσεις για τις ανάγκες του λεγόμενου Μακεδονικού μετώπου του Α Παγκοσμίου πόλεμου. Το ελληνικό κράτος αποφάσισε να τις αξιοποιήσει ως απολυμαντήριο. Εξάλλου δεν υπήρχαν άλλες υποδομές.
Στήθηκαν σκηνές και συμπληρώθηκαν με ξύλινες κατασκευές. Επρόκειτο για παραπήγματα, ενώ τα τρία μεγαλύτερα κτίσματα χρησιμοποιήθηκαν ως υγειονομικές μονάδες. Η διαδικασία εισαγωγής και εγκατάστασης στους πρώην στρατώνες ήταν μια μεγάλη περιπέτεια. Όλοι οι πρόσφυγες περνούσαν από δύο μεγάλες παράγκες που είχε στήσει ο Ερυθρός Σταυρός στην παραλία. Εκεί γινόταν η αρχική απολύμανση.
Στη μία παράγκα υπήρχε το λουτρό όπου πλένονταν οι άνθρωποι και στην άλλη, καζάνια με καυτό νερό όπου καθαρίζονταν τα ρούχα και τα σεντόνια.
Από τις περιγραφές όσων πέρασαν, μαθαίνουμε ότι η διαδικασία ήταν απάνθρωπη.
Αρχικά τους έγδυναν εντελώς. Ιδιαίτερα για τις γυναίκες, η γύμνια ήταν πολύ απαξιωτική. Αισθάνονταν ταπεινωμένες και ατιμασμένες. Έπειτα, τους έβαζαν στο λουτρό μαζικά για να πλυθούν. Ταυτόχρονα, τα ρούχα τους περνούσαν από το απολυμαντήριο. Εξαιτίας της έντονης αποστείρωσης, πολλά έβγαιναν κομματιασμένα.
Το κούρεμα με την “ψιλή”
Τελευταίο στάδιο ήταν το κούρεμα. Κούρευαν άντρες και γυναίκες με την ψιλή, χρησιμοποιώντας τις κουρευτικές μηχανές που είχαν για τα ζώα.
Για πολλές γυναίκες αυτή ήταν η χαριστική βολή. Υπάρχουν καταγραφές μέχρι και για απόπειρες αυτοκτονίας. Ιδιαίτερα οι Πόντιες που συνήθιζαν να έχουν πολύ μακριά μαλλιά. Υπήρχαν κοπέλες που δεν είχαν κόψει ποτέ την κόμη τους.
Ήταν ο ύψιστος ατιμασμός. Γι’ αυτό και όσες είχαν καταφέρει να φέρουν μαζί τους χρήματα, “λάδωναν” το φυλαχτικό προσωπικό να τις αφήσουν να περάσουν.
Μέσα στο λοιμοκαθαρτήριο
Μετά την απολύμανση, οι πρόσφυγες οδηγούνταν στους μεγάλους θαλάμους, της παραγκούπολης. Περιμετρικά, το λοιμοκαθαρτήριο ήταν περιφραγμένο με συρματοπλέγματα και φυλασσόταν από οπλισμένους στρατιώτες. Επρόκειτο για περιχαρακωμένο στρατόπεδο και στην πράξη λειτουργούσε ως γκέτο.
Η καθημερινότητα εντός ήταν απελπιστική για τους πρόσφυγες. Τα τρόφιμα ήταν λιγοστά, ενώ στερούνταν ακόμη και είδη πρώτης ανάγκης. Δεν είχαν άμεση επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Ό,τι επιπλέον χρειάζονταν το ζητούσαν από τους φρουρούς, δίνοντάς τους χρήματα.
Στους θαλάμους δεν υπήρχε ιδιωτικότητα. Ανά θάλαμο μπορεί να έμεναν μέχρι και 80 άτομα. Ορισμένες οικογένειες κρεμούσαν υφάσματα ή κουρελούδες για να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση του προσωπικού χώρου. Το σύστημα εξαερισμού ήταν απαρχαιωμένο, με αποτέλεσμα το καλοκαίρι η ζέστη να είναι αβάσταχτη και το χειμώνα να κάνει παγωνιά. Μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης ήταν τα λιγοστά μαγκάλια.
Οι μαρτυρίες προσφύγων που έχουν σωθεί και φυλάσσονται στο Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού Καλαμαριάς είναι αποκαλυπτικές. Ο Παναγιώτης Ευθυμιάδης ήταν ένας από τους πρόσφυγες που έζησε τη φρίκη από κοντά:
«Βάζαμε τσουβάλια και χαρτιά και κάναμε ένα μέρος για δέκα άτομα. Κοιμόμασταν όλοι στρωματσάδα. Άλλος ξεφυσούσε. Το άκουγες δίπλα. Βρωμούσαν. Τόσες οικογένειες μέσα σε μια παράγκα. Καμιά φορά άρπαξαν φωτιά και κάηκαν πολλοί.
Είχαμε ένα μαγκάλι, βάζαμε φωτιά μέσα, ανάβαμε τα κάρβουνα και καθόμασταν καταγής, κάτω από το πάπλωμα και ζεσταινόμασταν. Δεν μπορούσαμε να ανάψουμε φωτιά μέσα. Οι περισσότεροι θάλαμοι που κάηκαν ήταν από τα καντήλια, που άναβαν οι γυναίκες».
Τον Ιούλιο του 1924, ρεπορτάζ της εφημερίδας «Μακεδονικά Νέα» περιέγραφε την κατάσταση στο Καραμπουρνάκι:
Χθες ώραν 1 μ.μ. κατέπεσεν η σκεπή του θαλάμου αρ. 96 με βάρος 3 χιλ. κεράμων περίπου, όπου κατοικούσαν περί τας 7 οικογενείας.
Εφόσον θα εξακολουθήση η παρούσα αδιαφορία των αρχών στο προσεχές μέλλον και προ παντός τον χειμώνα με τον Βαρδάρη και τες πολλές βροχές θα έχωμεν να θρηνήσωμεν πολλά θύματα, διότι όλοι οι θάλαμοι είναι ετοιμόρροποι και τότε θα είναι πλέον αργά και ανεπανόρθωτοι αι συμφοραί.
Ένα από τα ενδεικτικότερα άρθρα όμως είναι αυτό της Εφημερίδας των Βαλκανίων:
Οι δυστυχείς Καυκάσιοι λιμοκτονούν και πάλιν, παρά τας διαφόρους διαβεβαιώσεις, ότι ελήφθη πάσα φροντίς να μη μένωσι νηστικοί, ότι θα γίνουν πρατήρια, ότι, ότι, τέλος δεν θ’αποθάνουν από την πείνα και το κρύο. Μετά φρίκης μανθάνομεν ότι αποθνήσκουν 44 καθ’εκάστην!!
Εδόθη επί 3 ή 4 ημέρας ψωμί και πάλιν διεκόπη.
Απολογισμός
Οι συνθήκες ζωής στο Καραμπουρνάκι ήταν από τις χειρότερες συγκριτικά με τα υπόλοιπα λοιμοκαθαρτήρια της χώρας. Προφανώς γιατί η άφιξη των προσφύγων είχε μαζικό χαρακτήρα. Υπολογίζεται ότι καθόλη την περίοδο λειτουργίας του, πέρασαν τις πύλες του περί το μισό εκατομμύριο πρόσφυγες!
Ο αριθμός αυτών που πέθαναν από τις κακουχίες εντός των θαλάμων δεν έχει υπολογιστεί με ακρίβεια. Οι εκτιμήσεις αναφέρουν για 5 έως και 20 χιλιάδες νεκρούς.
Οι εγκαταστάσεις στο Καλαμπουρνάκι γκρεμίστηκαν το 1967. Το μόνο που θυμίζει την περίοδο εκείνη είναι η στάση του λεωφορείου. Ονομάζεται “Στάση Απολυμαντήριο”.
Σήμερα γίνονται προσπάθειες από τοπικές συλλογικότητες, προκειμένου να ανεγερθεί μνημείο προς τιμήν των άγνωστων νεκρών του λοιμοκαθαρτηρίου.
Το άρθρο αποτελεί μέρος της έρευνας της εκπομπής της Μηχανής του Χρόνου με θέμα τα Λοιμοκαθαρτήρια στην Ελλάδα. Η εκπομπή προβάλλεται κάθε Δευτέρα στις 21.00 και σε επανάληψη κάθε Κυριακή στις 17.00, στο COSMOTE HISTORY HD. Όλα τα επεισόδια της σειράς είναι διαθέσιμα on demand στην υπηρεσία COSMOTE TV PLUS.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr