Πολύ πριν οι Τούρκοι υιοθετήσουν το λατινικό αλφάβητο, μια μερίδα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έγραφε τα τουρκικά με ελληνικά γράμματα.
Όσο οι γενιές περνούσαν, οι Έλληνες που ζούσαν υπό τον τουρκικό ζυγό στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας κινδύνευαν να ξεχάσουν τη γλώσσα τους και να χάσουν την εθνική τους ταυτότητα. Οι Τούρκοι δεν τους επέτρεπαν να μιλούν και να γράφουν στα ελληνικά. Η επίσημη γλώσσα ήταν μία: η τουρκική.
Έτσι, μεγάλο μέρος του πληθυσμού και κυρίως όσοι βρίσκονταν σε περιοχές μακριά από τα παράλια και από μεγάλα αστικά κέντρα, πάσχιζαν τη συνείδηση της φυλετικής τους αυτοτέλειας μόνο μέσω της θρησκείας. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν αρκετό. Αργά ή γρήγορα η γλωσσική αφομοίωση θα οδηγούσε στον πλήρη εξισλαμισμό τους.
Μία πρωτότυπη λύση στους φόβους αυτούς ήρθαν να δώσουν οι κάτοικοι της ανατολικής Μικράς Ασίας και της Καππαδοκίας, οι λεγόμενοι Καραμανλήδες.
Επινόησαν μία γραφή, η οποία συνδύαζε τουρκικά και ελληνικά. Τα καραμανλήδικα ήταν στην ουσία τουρκικά γραμμένα με ελληνικούς φθόγγους. Έτσι, οι τουρκόφωνοι Έλληνες θα μπορούσαν να διαβάζουν και να κατανοούν κείμενα που τους θύμιζαν έστω και οπτικά την ταυτότητά τους.
Η γραφή αυτή πολύ γρήγορα γνώρισε τεράστια απήχηση. Γρήγορα άρχισαν να τυπώνονται βιβλία και εφημερίδες, ενώ σταδιακά διδάσκονταν στα σχολεία των χριστιανικών κοινοτήτων.
Το παλαιότερο γνωστό καραμανλήδικο κείμενο είναι η λεγόμενη «Έκθεσις της χριστιανικής πίστεως», του πατριάρχη Γενναδίου Σχολαρίου.
Κατά τον 18o αιώνα κυκλοφόρησαν περίπου τριάντα εκδόσεις καραμανλήδικων βιβλίων θρησκευτικού περιεχομένου, οι οποίες είχαν τυπωθεί κυρίως στη Βενετία και στην Κωνσταντινούπολη. Οι περισσότερες από αυτές οφείλονταν στη συγγραφική, μεταφραστική και εκδοτική δραστηριότητα του Σεραφείμ Πισιδίου, μετέπειτα μητροπολίτη Αγκύρας. Πολύ σημαντικό ρόλο στη διάδοση της γραφής έπαιξε και ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης ο οποίος το 1851 άρχισε να εκδίδει στην Κωνσταντινούπολη την εφημερίδα Ανατολή.
Η εξάπλωσή της καραμανλήδειας γραφής ήταν τόσο ραγδαία που μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα το τουρκικό κράτος υποχρεώθηκε να την αναγνωρίσει.
Οι καραμανλήδικες εκδόσεις είχαν πολλαπλασιαστεί και πλέον παρουσίαζαν εκπληκτική ποικιλία, ως προς το περιεχόμενο, αφού περιελάμβαναν γραμματικές, ιστορικά και λογοτεχνικά έργα, ακόμα και αρχαίους συγγραφείς.
Το 1895 το Υπουργείο Δημοσίας Εκπαίδευσης έδωσε επίσημα έγκριση στον Ι. Χλωρό να εκδώσει ελληνοτουρκικό λεξικό γραμμένο στα καραμανλήδικα. Βέβαια, την ίδια περίοδο οι Έλληνες που ζούσαν σε τουρκικά εδάφη μπορούσαν πια να μιλάνε ελληνικά με σχετική ελευθερία.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η γραφή άρχισε να εκλείπει. Το τελευταίο έντυπο στα καραμανλήδικα κυκλοφόρησε το 1921.
Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης το 1923, οι περισσότεροι Έλληνες της Μικράς Ασίας μεταφέρθηκαν κατά την ανταλλαγή πληθυσμών στην Ελλάδα, κυρίως σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Εκεί δεν χρειαζόταν πια να «καμουφλάρουν» τα ελληνικά τους. Έτσι, σήμερα η γραφή αποτελεί κομμάτι της ιστορίας.
Αρχική εικόνα: Δήμητρα Στασινοπούλου
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Γιατί οι Μικρασιάτες πρόσφυγες, που ήρθαν ως ανταλλάξιμοι το 1924 δεν γνώριζαν τίποτα για την υποχρεωτική μετακίνηση. Ποιοι δεν μιλούσαν ελληνικά
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr