Του Χρήστου Θ. Πετρόπουλου
Την περίοδο 1942 – 1943 στην κατοχική Αθήνα έδρασε η ολιγομελής αντιστασιακή οργάνωση Ελληνική Πατριωτική Υπηρεσία, με την κωδική ονομασία «Υπηρεσία 5 – 165».
Η προσφορά της ήταν σημαντική, καθώς απέσπασε απόρρητες πληροφορίες από τους Γερμανούς, που οδήγησαν τους Συμμάχους σε συντριπτικά χτυπήματα κατά του Άξονα.
Η δοτή κυβέρνηση Ράλλη κατάφερε καίριο πλήγμα στην «5 – 156», χάρη στην επανασύσταση της Ειδικής Ασφάλειας. Την υπηρεσία που είχε συστήσει ο Ελ. Βενιζέλος για την εκδίωξη των κομμουνιστών και συνέχισε την λειτουργία της ο Ιωάννης Μεταξάς. Ήταν αυτή που “έδινε” τους αγωνιστές της οργάνωσης στη Γκεστάπο. Ο Ράλλης για την στρατολόγηση στην Ειδική Ασφάλεια, με διοικητή τον διαβόητο Λάμπου, χορήγησε γενική αμνηστία. Έτσι, η στελέχωση έγινε από «κάθε καρυδιάς καρύδι» του υποκόσμου και η Ειδική έπαιρνε εντολές απευθείας από τους κατακτητές.
Κάποιος έπρεπε να σώσει την κατάσταση και να συνεχιστεί απρόσκοπτα η ροή απόρρητων πληροφοριών, μέσα από τα γραφεία της Γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης της χώρας, προς την Ελληνική Κυβέρνηση στο Κάιρο και τους Συμμάχους.
Και φυσικά να προστατέψει την αντιστασιακή οργάνωση από την ομάδα χαφιέδων της Ειδικής.
Αυτός δεν ήταν άλλος από τον απότακτο υπαστυνόμο Νικόλαο Αγραφιώτη, που μετά τη φυγή του στη Μέση Ανατολή στις αρχές του 1943, επέστρεφε περίπου εννέα μήνες μετά, με σκοπό να βοηθήσει την «Υπηρεσία 5 – 165».
Για να τα καταφέρει, θα έπρεπε να δουλέψει μαζί με τους προδότες της Ειδικής Ασφάλειας, που τόσο σιχαινόταν.
«Ο Αγραφιώτης ήθελε πολύ καιρό να βρει και να ξεκάνει τον χωροφύλακα που είχε καρφώσει στην Γκεστάπο, τον αεροπόρο – σαμποτέρ Κώστα Περρίκο. Ένα χρόνο πριν, ο Περρίκος είχε τινάξει στον αέρα τη διαβόητη ΕΣΠΟ, σκοτώνοντας δεκάδες μέλη της, μαζί με Γερμανούς στρατιωτικούς. Πόσο ήθελε να του σφίξει το χέρι πριν τον οδηγήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα!», διαβάζουμε για τα αισθήματα του ήρωα προς τον κατακτητή και τους αγωνιστές της αντίστασης.
Ο υπαστυνόμος Αγραφιώτης θα έπαιζε κορώνα – γράμματα τη ζωή του. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό το πρόβλημα του.
Στην επιστροφή του στην Ελλάδα, έχασε τα ίχνη της γυναίκας που τον ακολούθησε στη Μέση Ανατολή και αιχμαλωτίστηκε από τη Βέρμαχτ. Και μέσα σε όλα αυτά, ως καταταγμένος στις τάξεις της Ειδικής Ασφάλειας, του ανατίθεται η εξιχνίαση της απαγωγής δύο παιδιών, που έπαιζαν πάντα μαζί. Της κόρης του Ανώτερου Γερμανού Διπλωμάτη στην Αθήνα και του γιου του Έλληνα κηπουρού, ο οποίος φρόντιζε το σπίτι της γερμανικής οικογένειας στο Ψυχικό.
Όλα αυτά τα γεγονότα συνδέονται μεταξύ τους, στο αστυνομικό μυθιστόρημα «Τα λύτρα» από τις εκδόσεις Διόπτρα, που διαδραματίζεται στην καρδιά της κατοχής.
Πρόκειται για το νέο βιβλίο του Πάνου Αμυρά, το οποίο είναι η συνέχεια της περιπέτειας του ηρωικού υπαστυνόμου, όπως τον γνώρισε το αναγνωστικό κοινό, στο best seller του συγγραφέα, «Ο Λιμός».
Τότε ο Αγραφιώτης είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στον επισιτισμό των Ελλήνων που πέθαιναν από την πείνα αλλά και στην εξιχνίαση εγκλημάτων.
Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε το όνομα του πρωταγωνιστή του, από τα Αναφιώτικα. «Αναφιώτης, Αναφιώτης, δεν μου κόλλαγε. Τότε σκέφτηκα το Αγραφιώτης, που είναι εύηχο και χαρακτηριστικό επίθετο», λέει ο Πάνος Αμυράς.
Αγραφιώτης όμως, ίσως και να σημαίνει «άγρα του φωτός», όπως παρατήρησε εύστοχα μια νεαρή φοιτήτρια Νομικής, στην παρουσίαση του βιβλίου.
Γιατί στην πραγματικότητα αυτό κάνει ο πρωταγωνιστής του. Προσπαθεί να αρπάξει λίγο φως, να σπάσει το απόλυτο σκοτάδι που ζει, συνεργαζόμενος με τους Γερμανούς κατακτητές και την προδοτική Ειδική Υπηρεσία.
Να αρπάξει το φως που χρειάζεται για να μην χάσει τη ψυχή του στους σκοτεινούς διαδρόμους των γραφείων του κατακτητή και στα στέκια της παράνομης Αθήνας. Ο συγχρωτισμός σε καζίνο με προδότες, κυβερνητικούς, μαυραγορίτες, χαφιέδες, μαχαιροβγάλτες, μαστροπούς, πόρνες, τζογαδόρους και άλλους τον επηρέαζαν.
Τα καθημερινά παιχνίδια ζωής και θανάτου που έπαιζε και τα προνόμια που είχε αποκτήσει με την ταυτότητα της Ειδικής, έρχονταν σε σύγκρουση με την υπερηφάνεια του πατριωτικού καθήκοντος και την ουμανιστική αντίληψη ζωής του υπαστυνόμου Αγραφιώτη. Για να διεισδύσει, εκτός από όνομα και εμφάνιση, θα έπρεπε να προσαρμοστεί στις ανάγκες του νέου του ρόλου και να γίνει ένας από αυτούς.
Το νέο βιβλίο του Πάνου Αμυρά είναι «ζυγισμένο» και κρατάει το ενδιαφέρον μέχρι τέλους. Η αποκάλυψη των γεγονότων γίνεται σταδιακά, αλλά αυτό δεν στερεί σε τίποτα από την απόλαυση του μυθιστορήματος.
Για να βοηθήσει την πλοκή του αστυνομικού σεναρίου, ο συγγραφέας φροντίζει να βάζει τις σωστές «δόσεις».
Χρησιμοποιεί με ακρίβεια ιστορικά στοιχεία για τους κατακτητές, τις αντιστασιακές οργανώσεις, τα πρόσωπα, τις τοποθεσίες, τους δρόμους και τα κτήρια που κινούνται οι χαρακτήρες, χωρίς όμως να παραδίδει μαθήματα ιστορίας.
Η χρήση των στοιχείων της ιστορικής έρευνας, εξυπηρετεί την εξέλιξη της πλοκής και σκιαγραφεί το κλίμα της εποχής. Τα ιστορικά στοιχεία ωστόσο, είναι οδηγός για το συγγραφέα, ώστε να «παντρέψει» αληθινά πρόσωπα της Αντίστασης, που περιγράφονται στο βιβλίο, με τους χαρακτήρες που δημιούργησε. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα από πραγματικά γεγονότα, οι ήρωες του Πάνου Αμυρά παίρνουν σάρκα και οστά.
Το ίδιο κάνει και με το στυλ γραφής. Γράφει όσο πρέπει για να περιγράψει μια σκηνή και δεν υπερβάλει με αχρείαστες λεπτομέρειες. Με σύντομες φράσεις, χωρίς πολλά επίθετα και χρονικά άλματα, κωδικοποιεί εύκολα με τις λέξεις, την πληροφορία που χρειάζεται ο αναγνώστης για να πάει στην επόμενη σελίδα και όχι στην προηγούμενη. Η αφήγηση δεν βασίζεται σε άσκοπους διαλόγους, αλλά γρήγορους, με σύντομα μηνύματα, που κάνουν τον αναγνώστη να «οπτικοποιήσει» τους χαρακτήρες και τα γεγονότα.
«Τα Λύτρα» σε σύγκριση με τον «Λιμό» του συγγραφέα, είναι πιο «γρήγορο» βιβλίο, αν και έχει 48 κεφάλαια. Ίσως γιατί ο Αγραφιώτης στη νέα του αποστολή, έχει περισσότερα μέτωπα ανοικτά να κλείσει και εγκλήματα να εξιχνιάσει. Όπως και στο πρώτο βιβλίο, η πλοκή εξελίσσεται μέσα σε λίγες ημέρες.
Ο Πάνος Αμυράς δεν εξιστορεί μια αστυνομική υπόθεση εν καιρώ πολέμου, τοποθετώντας απλώς τα γεγονότα του μυθιστορήματος, σε μια χρονική σειρά. Δεν υπάρχουν «ξαφνικοί ήρωες» που σώζουν καταστάσεις. Πολλά πρόσωπα της υπόθεσης είναι αληθινά. Πολέμησαν και έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της Αντίστασης. Με «ζυγισμένες δόσεις», οι χαρακτήρες του συγγραφέα συνδέονται με αντιστασιακούς και προδότες, προσδίδοντας δράση στις σελίδες. Για να δώσει λύσεις ο Αγραφιώτης στα αστυνομικά μυστήρια και στην κατασκοπία, πρέπει να σκεφτεί «έξω από κουτί» και να προσαρμοστεί άμεσα στις συνθήκες διαφθοράς, ώστε να σωθεί και να σώσει ζωές.
Κυρίως όμως «Τα Λύτρα» δείχνουν τον κίνδυνο της προσωπικής αλλοτρίωσης και την προσπάθεια της εσωτερικής λύτρωσης.
Πολλοί εικάζουν ότι η επόμενη αποστολή του υπαστυνόμου Αγραφιώτη, θα είναι στα Δεκεμβριανά. Εκτιμούν ότι τότε θα διαπιστωθεί, αν ο ήρωας έχει και κομματική/πολιτική «ταυτότητα» και στάση, εκτός από την Υπηρεσιακή.
Αρκετά προβλέψιμο για να γίνει και μάλλον άσκοπο.
Το μονοπάτι του Αγραφιώτη μπορεί να την ξεπεράσει χρονικά αυτήν την περίοδο και να παραμείνει ως έχει. Αξίζει τον κόπο επειδή είναι στρωμένο με αξίες που εύκολα λέγονται, αλλά δύσκολα βαδίζονται.
Το νέο βιβλίο του Πάνου Αμυρά, “τα Λύτρα” κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: «Σας νικήσαμε τέρατα!». Η θρυλική μάχη τριών αντιστασιακών νέων ενάντια σε δύο λόχους ταγματασφαλίτων στο «κάστρο του Υμηττού»
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr