99 μαχαιριές, 3 νεκροί και κανένας ένοχος. Στις 7 Ιουνίου του 2004, τρία από τα τέσσερα μέλη της οικογένειας Μπάριο δολοφονήθηκαν άγρια μέσα στο σπίτι τους. 17 χρόνια αργότερα, το στυγερό έγκλημα παραμένει μια πολύκροτη ανεξιχνίαστη υπόθεση της Ισπανίας.
Ο 53χρονος Σαλβαδόρ Μπάριο ήταν δήμαρχος ενός μικρού χωριού στην ισπανική επαρχία Μπούργος. Μαχαιρωμένος 50 φορές, αιμόφυρτος στο πάτωμα της κουζίνας, ήταν το πρώτο πτώμα που αντίκρυσαν οι αστυνομικοί όταν μπήκαν στο σπίτι. Η 47χρονη Χούλια κειτόταν με 17 μαχαιριές στο υπνοδωμάτιο, ενώ το άψυχο κορμί του 12χρονου Άλβαρο ήταν στον διάδρομο, με 32 μαχαιριές.
Ο μόνος που έλειπε από το σπίτι της οικογένειας Μπάριο ήταν ο μεγάλος γιος, Ροντρίγκο. Η απουσία του αρχικά δεν έγειρε υποψίες. Ο 16χρονος τα τελευταία χρόνια ήταν εσώκλειστος σε ένα σχολείο 70 χιλιόμετρα μακριά από το Μπούργος.
Η οικογένεια του δημάρχου
Ο Σαλβαδόρ Μπάριο είχε εκλεχθεί με το PSOE (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) ως δήμαρχος του χωριού Λα Πάρτε. Κατοικούσε όμως μόνιμα στο κέντρο του Μπούργος. Ήταν ένας άντρας με οικονομική επιφάνεια και, παρά την πολιτική του ιδιότητα, ιδιαίτερα δημοφιλής στην ευρύτερη περιοχή.
Με την γυναίκα του, Χούλια Ντος Ράμος, είχαν αποκτήσει δύο γιους. Ο πρωτότοκος, Ροντρίγκο, ήταν εξίσου γνωστός στην τοπική κοινωνία, όπως ο πατέρας του. Για τους ακριβώς αντίθετους λόγους όμως. Μπλεκόταν σε καβγάδες, κάπνιζε, έπινε και με τα χρόνια, είχε αναπτύξει μία παραβατική συμπεριφορά. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που οι γονείς του αποφάσισαν να τον στείλουν εσωτερικό σε ένα ιδιωτικό σχολείο εκτός πόλης.
Αυτό επιδείνωσε τις ήδη ταραγμένες σχέσεις τους. Ο Ροντρίγκο απεχθανόταν το συγκεκριμένο σχολείο. Παράλληλα, έδειχνε να ζηλεύει τον μικρό του αδερφό, που ήταν το “τέλειο παιδί” της οικογένειας.
Το έγκλημα
Ήταν βράδυ Κυριακής και οι Μπάριο ετοιμάζονταν να πάνε για ύπνο νωρίς. Η Χούλια και ο Άλβαρο είχαν ήδη αποσυρθεί στα δωμάτιά τους, ενώ ο Σαλβαδόρ βρισκόταν στην κουζίνα. Ο δολοφόνος δε χρειάστηκε να παραβιάσει κάποια πόρτα. Είτε χτύπησε το κουδούνι, είτε μπήκε με κλειδιά.
Βάσει των στοιχείων δε φαίνεται να έφερε μαζί του περίστροφο. Πρώτα μαχαίρωσε 50 φορές τον 53χρονο Σαλβαδόρ, ο οποίος σωριάστηκε νεκρός στο πάτωμα της κουζίνας. Έπειτα, σκότωσε με τον ίδιο τρόπο τη Χούλια, που ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Ο θάνατος του μικρού Άλβαρο ήταν ο πιο τραγικός. Ακούγοντας τι συνέβαινε στο υπόλοιπο σπίτι, έκανε μια απεγνωσμένη απόπειρα να σωθεί. Κλείδωσε την πόρτα του και κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι.
Δυστυχώς δεν ήταν αρκετό. Με μία κλωτσιά, ο δράστης έριξε την πόρτα κάτω, έπιασε τον 12χρονο και τον σκότωσε με τον ίδιο τρόπο. Έπειτα έφυγε από το σπίτι, δίχως να πάρει κλοπιμαία. Όπως όλα δείχνουν, οι δολοφονίες συνέβησαν τόσο αιφνίδια και με τέτοια ταχύτητα που τα θύματα δεν είχαν χρόνο να φωνάξουν για βοήθεια.
Οι γείτονες δεν αντιλήφθηκαν τίποτα, με αποτέλεσμα τα πτώματα να βρεθούν σχεδόν ένα 24ωρο αργότερα.
“Επιχείρηση Κάιν”
“Η οικογένεια Μπάριο δεν είχε εχθρούς”. Αυτό ισχυρίζονταν όλοι οι ντόπιοι. Γι’ αυτό και από πολύ νωρίς, οι υποψίες έπεσαν στον Ροντρίγκο.
Η πρωτοφανής αγριότητα, καθώς και το ότι από το σπίτι δεν έλειπε τίποτα, φανέρωναν ότι το κίνητρο ήταν προσωπικό. Το γεγονός ότι ο 16χρονος ήταν ο μοναδικός κληρονόμος μιας περιουσίας ενός εκατομμυρίου ευρώ, μετά τον θάνατο των δικών του, επιβάρυνε επιπλέον τη θέση του στην κοινή γνώμη.
Οι φήμες και οι ενδείξεις έφτασαν ως τα αυτιά της αστυνομίας. Ο Ροντρίγκο μπήκε στο ραντάρ τους και σύντομα μετατράπηκε στον βασικό ύποπτο. Καθώς όμως δεν υπήρχαν στοιχεία παρά μόνο ενδείξεις, οργανώθηκε μία μυστική επιχείρηση που επικεντρωνόταν στο πρόσωπό του. Με την κωδική ονομασία “Επιχείρηση Κάιν”, οι αστυνομικοί ξεκίνησαν να ερευνούν τη ζωή του 16χρονου.
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μέσα στα επόμενα 3 χρόνια ήταν αρκετά προκειμένου ο εισαγγελέας να διατάξει την σύλληψη του Ροντρίγκο τον Ιούνιο του 2007. Δεν ήταν όμως αρκετά έτσι ώστε να παραμείνει πίσω από τα κάγκελα, ή ακόμα και να οδηγηθεί σε δίκη. Με τη βοήθεια ενός καλού δικηγόρου, μέσα σε λίγες μέρες ο 19χρονος πλέον, είχε αφεθεί ελεύθερος.
Τα στοιχεία
Αρχικά, βρέθηκε στην κατοχή του Ροντρίγκο ένα δαχτυλίδι που, σύμφωνα με μαρτυρίες, η μητέρα του φορούσε σίγουρα έως και το απόγευμα της μέρας που δολοφονήθηκε. Βρέθηκαν ακόμα στο δωμάτιό του τα κλειδιά του αυτοκινήτου της οικογένειας -που έλειπαν από το σπίτι-, καθώς και ζωγραφιές που απεικόνιζαν αποκεφαλισμένους ανθρώπους.
Φορούσε ακόμα, το ίδιο νούμερο παπουτσιού με την πατημασιά που βρέθηκε στην πόρτα του μικρού Άλβαρο.
Επιπλέον, οι θείοι του, στους οποίους δόθηκε η επιμέλεια μετά τον φόνο, δήλωναν βέβαιοι για την ενοχή του. Παρόλα αυτά, δεν υπήρχε DNA, ούτε κάποιο ακράδαντο στοιχείο που να τον τοποθετούσε στο σπίτι το βράδυ του φόνου. Η εικασία όσων τον υποψιάζονταν ήταν ότι το έσκασε από τον κοιτώνα του σχολείου, δίχως να τον αντιληφθεί κανείς κι έπειτα επέστρεψε.
Ελλείψει στοιχείων και επιπλέον προόδου στην έρευνα, η υπόθεση έκλεισε χωρίς την καταδίκη κανενός. Όσες απόπειρες των αστυνομικών να την ξανανοίξουν ανά τα χρόνια, έπεσαν στο κενό.
Ο Ροντρίγκο κληρονόμησε την περιουσία και, μόλις ενηλικιώθηκε, πήγε να ζήσει μόνος του. Μέχρι σήμερα, δηλώνει αθώος και συντετριμμένος για την τραγωδία που έπληξε την οικογένειά του.
πηγή φωτογραφιών: YouTube
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr