Τον Ιούλιο του 1975 η Μελίνα Μερκούρη επισκέφτηκε την Εύβοια.
Την περίοδο εκείνη είχαν ξεσπάσει ταραχές στο νησί. Οι κάτοικοι διεκδικούσαν το τεράστιο τσιφλίκι της περιοχής.
Ήταν μια έκταση 45 χιλιάδων στρεμμάτων που ανήκε στο Βρετανό Φράνσις Νόελ Μπέκερ, γνωστού και ως «τσιφλικά».
Η Μερκούρη ταξίδεψε στο νησί για να καταγράψει τις κινητοποιήσεις, οι οποίες θα συμπεριλαμβάνονταν σε ντοκιμαντέρ που ετοίμαζε.
Μαζί με την ηθοποιό ταξίδεψε ο σύζυγος της και σκηνοθέτης Ζυλ Ντασέν, το κινηματογραφικό συνεργείο και η δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας, Φανή Πετραλιά.
Την ιστορική γνωριμία που ακολούθησε, περιέγραψε η καλή δημοσιογράφος στο αφιέρωμα για τον Γιάννη Σκαρίμπα που έκανε το ένθετο της Καθημερινής, «Επτά Ημέρες», στις 6 Απριλίου του 1997.
Η συνάντηση της Μελίνας με τον Γιάννη Σκαρίμπα
Ένα πρωινό μετά το γύρισμα, η Μελίνα θέλησε να γνωρίσει από κοντά τον διάσημο συγγραφέα Γιάννη Σκαρίμπα, που έμενε στην κοντινή Χαλκίδα. Μπήκε λοιπόν όλη η κομπανία στα αυτοκίνητα και οδήγησαν μέχρι το σπίτι του στην οδό «Σκαρίμπα», όπως είναι σήμερα γνωστή.
Έξω από το σπίτι περπατούσαν νεαροί, οι οποίοι ειδοποίησαν τον συγγραφέα για τις επισκέψεις.
Άλλωστε η λευκοντυμένη Μελίνα και το συνεργείο ήταν αδύνατον να μην τραβήξουν τα βλέμματα.
Ο Σκαρίμπας άνοιξε την πόρτα και στάθηκε ξαφνιασμένος στο πλατύσκαλο.
Φορούσε πουκάμισο και παντελόνι, τα οποία φάνταζαν πολύ μεγάλα για το αδύνατο, μικροκαμωμένο κορμί του.
Η Μελίνα, χωρίς να αντιληφθεί την έκπληξη του συγγραφέα, έτρεξε και τον αγκάλιασε.
Τότε την αναγνώρισε και ο Σκαρίμπας και χαμογέλασε πλατιά, καλωσορίζοντας τους επισκέπτες.
Πριν να μπουν στο σπίτι, ο σκηνοθέτης ζήτησε να επαναληφθεί η σκηνή του χαιρετισμού για να την τραβήξουν με την κάμερα.
Έτσι κι έκαναν.
Στο σπίτι, εκτός από τα αμέτρητα βιβλία, ήταν και η κόρη του συγγραφέα, Μάχη.
Ο Σκαρίμπας και οι επισκέπτες έκατσαν, τους κέρασε ούζο και συζήτησαν για την Ελλάδα, τη δημοκρατία, την ιστορία και τις τέχνες.
Κάποια στιγμή, κάποιος παρατήρησε ότι σε ένα πίνακα ήταν καρφιτσωμένες σημειώσεις και ρώτησε τον συγγραφέας τι σήμαιναν.
Ο Σκαρίμπας απάντησε ότι ήταν οι έτοιμες απαντήσεις που έδινε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, οι οποίοι τον ρωτούσαν πάντα τα ίδια.
«Γι’ αυτό κι εγώ», είπε ο συγγραφέας, «κάθισα και τους ετοίμασα τις απαντήσεις, τις καρφιτσώνω, τους τις δίνω προς αντιγραφήν και ησυχάζω από τα τσιμπούρια».
Σε ένα χαρτί, ο Σκαρίμπας αυτοσυστηνόταν ως «συνταξιούχος τελωνειακός, διασαφιστής και τάχα λογοτέχνης». Σε ένα διπλανό σημείωμα συμπλήρωνε: «Ανάξιος απόγονος ορεσίβιων προγόνων». Αναφερόταν στον πρόγονο του πατέρα του, που είχε υπηρετήσει στην αυλή του Αλή Πασά των Ιωαννίνων.
Η Φανή Πετραλιά περιέγραψε την υπόλοιπη συζήτηση μέσα από τα σχόλια του συγγραφέα.
Για την επταετή χούντα, ο Σκαρίμπας είπε ότι επρόκειτο «περί του αιωνίου σκυλοκαβγά συμφερόντων».
Για το κατεστημένο, ότι «είναι υπόθεση παλιότερη και απ’ την πυραμίδα του Χέοπα. Γεννήθηκε την ημέρα που ένας άνθρωπος ξεστόμισε: «Αυτό είναι δικό μου!»
Την Ακαδημία Αθηνών την αποκάλεσε «κουκουβαγείον, όπου διαπρέπουν πολλοί» και για τους ακαδημαϊκούς ότι «δημοκρατία για αυτούς είναι όταν ακούσεις ελαφριά χτυπήματα στην πόρτα σου, να ξέρεις ότι είναι ο γαλατάς και όχι ο χωροφύλακας».
Στο τέλος, σχολίασε και τη σχέση του με τη γλώσσα: «Εγώ τη γλώσσα την βάζω κάτω και της αλλάζω τον αδόξαστο. Γίνεται ζυμάρι στα χέρια μου».
Λίγο πριν φύγουν οι επισκέπτες, τους κάλεσε να τον συνοδεύσουν στον πρωινό του περίπατο. Τους ενημέρωσε όμως ότι μετά τη βόλτα, θα έπρεπε να φύγουν, γιατί του έμενε «λίγη ζωή και πολλή δουλειά».
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr