Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, η Ηλεία ήταν από τις πρώτες επαρχίες του Μοριά που απελευθερώθηκαν από τον τουρκικό ζυγό. Έτσι, της δόθηκε η ευκαιρία, από τους πρώτους κιόλας μήνες, να συμβάλλει σημαντικά στον αγώνα για την απελευθέρωση της υπόλοιπης Ελλάδας.
Τον Ιούνιο του 1821 διεξήχθη στις περιοχές Πούσι και Μποτίνι, η πιο σημαντική και καταλυτική μάχη για την έκβαση του αγώνα. Οι ένοπλες επαναστατικές δυνάμεις που αποτελούνταν από Ηλείους, Γορτύνιους, Αχαιούς, Μεσσήνιους, Ζακύνθιους και Κεφαλλονίτες, συνέτριψαν τους σκληροτράχηλους Λαλαίους της περιοχής.
Η έκβαση της μάχης, που κρίθηκε υπέρ των Ελλήνων, είχε ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική αποχώρηση των Τούρκων από την επαρχία της Ηλείας και σήμανε το τέλος της σκληρής Οθωμανικής δουλείας και της βίας Λαλαίων Τουρκαλβανών.
Η απόφαση των οπλαρχηγών να συσταθεί στρατόπεδο στην περιοχή Πούσι και Μποτίνι, είχε ως αποτέλεσμα να προκληθεί γενικός συναγερμός σε ολόκληρη την Ηλεία. Όσοι από τους κατοίκους των χωριών της ορεινής Ηλείας μπορούσαν να κρατήσουν όπλο, συνέδραμαν, συστρατευόμενοι υπό τις διαταγές των οπλαρχηγών.
Το Αντρώνι
Οι γεροντότεροι και ανίκανοι για εργασία, από τα διπλανά χωριά, συνάχθηκαν, με εντολή των καπεταναίων, στο χωριό Αντρώνι, που προσφερόταν για άμυνα. Οι οπλαρχηγοί γνώριζαν, ότι σε περίπτωση διάλυσης του στρατοπέδου, θα οπισθοχωρούσαν στο Αντρώνι, μια περιοχή που αποτελούσε φυσικό φρούριο. Το Αντρώνι ήταν ο φόβος και ο τρόμος των Τουρκαλβανών, οι οποίοι δίσταζαν να το πλησιάσουν, λόγω των απότομων χαραδρών που το περιβάλουν.
Η παροιμιώδης φράση «Απ’ του Κούμανι ως τ’ Αντρώνι, ο Θεός να σε γλιτώνει», που ακούγεται μέχρι και σήμερα, έχει προέλθει από τότε. Κατά την τοπική παράδοση, οι Λαλαίοι έπαθαν πανωλεθρία στις εφόδους που επιχείρησαν στις δασόφυτες χαράδρες μεταξύ αυτών των χωριών.
Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ιδιαίτερη ιστορική μνεία στη συμβολή του άμαχου πληθυσμού στην ιστορική μάχη που διεξήχθη στο Πούσι.
Η μάχη του νερού
Ο Ανδρέα Μεταξάς, επικεφαλής των Επτανησίων στη Μάχη του Λάλα
Πριν από την επανάσταση, η εφορεία των στρατοπέδων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Με το ξέσπασμα της επανάστασης, οι οπλαρχηγοί άρχισαν να οργανώνουν την εφορεία για τον άμεσο σιτισμό των ανδρών τους. Οι ντόπιοι καπεταναίοι της Κάπελης ανέλαβαν την πρωτοβουλία και στρατολόγησαν γυναίκες και παιδιά, με σκοπό να συμβάλλουν στην επιχείρηση τροφοδοσίας του στρατεύματος.
Η πρώτη και άμεση ανάγκη των στρατοπέδων ήταν το νερό. Χωρίς φαγητό μπορούσαν να επιβιώσουν, χωρίς νερό, όμως, η ημέρα τους θα ήταν ανυπόφορη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν αρχές Ιουνίου και οι ανάγκες για νερό ήταν υπερδιπλάσιες, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που επικρατούσαν εκείνη την εποχή.
Τα μεγάλα και δυναμωμένα παιδιά, με μπροστάρη τον Μουγκοθοδωράκη, μάζεψαν όλα τα υποζύγια και, με διάφορα αγγειά υγρών, όπως ξυλοβάρελα, τσίτσες, βαρέλες και ασκιά, κουβαλούσαν μέρα-νύχτα νερό από όλες τις παρακείμενες πηγές των χωριών Δούκα, Ντάρτιζας, Νεμούτας, Πέρσαινας και Κλεινδιά. Για να μην οδηγηθεί, σε αποτυχία η όλη επιχείρηση, ομάδες του νεοσύστατου στρατοπέδου, περιφρουρούσαν τις πηγές, φοβούμενοι επικείμενες επιθέσεις από τους Λαλαίους.
Ο ρόλος των γυναικών στην τροφοδοσία των αγωνιστών
Οι μύλοι της γύρω περιοχής, κατά διαταγή της εφορίας, δούλευαν ασταμάτητα όλο το εικοσιτετράωρο, για να προλαβαίνουν να παρέχουν το πολυτιμότερο αγαθό σίτισης για την εποχή εκείνη, το αλεύρι που έφτιαχναν το ψωμί.
Οι γυναίκες ανέλαβαν τη δυσκολότερη εργασία της επιμελητείας. Έφτιαξαν κοντά στα στρατόπεδα πρόχειρους χωματόφουρνους για να μπορούν εύκολα να προμηθεύουν ψωμί και φαγητό τους άνδρες των στρατοπέδων.
Η θρυλική Αντιγόνη, μια γυναίκα με καταγωγή από το χωριό Κλινδιά, από το παλιό σόι των Γιανναίων (σήμερα Γιαννοπουλαίων) και παντρεμένη στο Αντρώνι, ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα εκείνη την ταραγμένη εποχή.
Η Αντιγόνη είχε αναλάβει εξ’ ολοκλήρου την επιμελητεία της τροφοδοσίας, όχι μόνο του ψωμιού, αλλά και όλων των αναγκαίων αγαθών για ολόκληρο το στρατόπεδο, εκτός, βέβαια, από τα πυρομαχικά και τα όπλα.
Τα κρυσφήγετα στο Αντρώνι
Οι ηγετικές ικανότητές της, όμως, επιβεβαιώθηκαν από τη φροντιστεία της επικείμενης μάχης στο Πούσι.
Η Αντιγόνη ήταν ο κύριος μοχλός κίνησης όλης της επιχείρησης, το άλφα και το ωμέγα της επιμελητείας. Καβάλα σε μια τσίλικη φοράδα, γύριζε από χωριό σε χωριό, από ρούγα σε ρούγα και από στάνη σε στάνη, συντονίζοντας στο ακέραιο όλη την προσπάθεια τροφοδοσίας του στρατοπέδου. Αυτή η υπέροχη γυναίκα είχε υπό τις οδηγίες της εκατοντάδες άλλες γυναίκες, ενώ από την πρώτη κιόλας μέρα είχε οργανώσει μια τεράστια επιχείρηση επιμελητείας. Κατανεμημένες κατάλληλα, οι εκατοντάδες ηρωΐδες χωριατοπούλες, γνωρίζοντας άριστα τη δουλειά τους, προσέφεραν χωρίς δισταγμό και φόβο τις υπηρεσίες τους.
Κατά ομάδες, σε όλη την ακτίνα του στρατοπέδου, ζύμωναν ψωμιά, μαγείρευαν διάφορα φαγητά, έραβαν, έπλεναν τα ρούχα των πολεμιστών και φρόντιζαν τις πληγές των τραυματιών. Πάρα πολλές γυναίκες και, ιδίως, οι πιο δυναμωμένες δούλευαν και στο παλούκωμα του χώρου των ταμπουριών, μαζί με τους άνδρες των στρατοπέδων.
Μια ομάδα από αυτές περιφερόταν στα γύρω χωριά και κουβαλούσε κλινοσκεπάσματα, τσαρούχια, διάφορα αγγεία και οτιδήποτε θεωρούνταν ότι ήταν χρήσιμο για τις ανάγκες των στρατοπέδων.
Η μάχη δόθηκε σώμα με σώμα και η ανδρεία των Ελλήνων ανάγκασε τις δυνάμεις του Γιουσούφ να υποχωρήσουν και μαζί με τους Λαλαίους την επομένη να πάρουν τον δρόμο για την Πάτρα. Οι Έλληνες πολέμησαν γενναία και έχασαν 84 άνδρες (60 Πελοποννήσιοι και 24 Επτανήσιοι). Ανάμεσα στους πολλούς τραυματίες ήταν και ο κεφαλλονίτης Ανδρέας Μεταξάς, κατοπινός πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Οι τσοπάνηδες, και αυτοί με τη σειρά τους, προσέφεραν ολόκληρες στάνες από αιγοπρόβατα, πουλερικά και μοσχάρια στους οπλαρχηγούς, για να σιτιστούν οι άνδρες τους. Ενδεικτικά, αναφέρω ένα Νεμουτιάνο, το Δημητράκη Κατζηκονούρη, που προσέφερε στην πατρίδα όλο του το κοπάδι, που αποτελούνταν από εξήντα γιδοπρόβατα.
Ο καπετάνιος του, όμως, δεν δέχθηκε να χαρίσει ο Δημητράκης όλο το βιος του, παρά να δώσει ένα μέρος από αυτό.
Ο Κατζηκονούρης θύμωσε, άρπαξε ένα μαχαίρι και τα έσφαξε όλα. Αυτή η κίνηση οδήγησε και άλλους συντοπίτες του να προσφέρουν μέρος από το βιος τους.
Οι ανάγκες του στρατοπέδου ήσαν τεράστιες και πολυδάπανες, καθώς αναφέρεται ότι σε όλη την επιχείρηση συμμετείχαν περίπου 4.500 ψυχές. Τα βράδια, μπροστά από τα ταμπούρια τους, άναβαν μεγάλες φωτιές, έβγαζαν τα σκουτιά τους και τα τίναζαν στην φωτιά για να φύγουν οι ψείρες, που τους βασάνιζαν.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε μερικά ονόματα γυναικών που συμμετείχαν στη μάχη στο Πούσι.
Αναγνωστοπούλου Τρισεύγενη, Βερβινή.
Γραμματικοπούλου Παρασκευή, Νεμούτα.
Δεσκανιώτη Τρυφώνη, Μπέχρου.
Μαστρομπαλάση Μαρία, Στρέζοβα. Έπεσε στη μάχη στου Λάλα.
Μπαλάσκα Μάχη, Κλειντιά.
Παπαδοπούλου Τριαντάφυλλη, Αντρώνι.
Πρινοπούλου Γιαννίτσα, Μπουκοβίνα.
Τόλιου Σύρμω, Κάπελη.
Τσιφρήκα Χρύσω, Κακοτάρι.
Μπελά Αντριάνα, Κόκλα.
Ντάρμα Βασιλικούλα, Μπουκοβίνα, τραυματίσθηκε στο Μποτίνι.
Ρούσα Αγγέλω, Κούκουρα, σκοτώθηκε σ’ ενέδρα ατάκτων Λαλαίων.
Ευπρόσδεκτες και μεγάλες ήσαν και οι προσφορές των όμορων χωριών τα οποία με τη μεγαλοψυχία τους φρόντισαν να μη λείψει τίποτα όσο καιρό κρατούσε η επιχείρηση.
Αξιοσημείωτη είναι η ευγενή προσφορά της μονής Αγίων Θεοδώρων Αροανείας στη μάχη του Πούσι. Από τα δεφτέρια της μονής προκύπτει, ότι ο καθηγούμενος π. Ιάκωβος, προσέφερε ενισχύσεις σε τροφή.
Από την αντίπαλη πλευρά, μετά τη διαφυγή των σκλάβων Χριστιανών, οι γυναίκες των Οθωμανών παραμέρισαν όλη την αρχοντιά τους, προσφέροντας και αυτές την πολύτιμη βοήθειά τους στην απρόσμενη δοκιμασία που περνούσαν εκείνο τον καιρό.
Οι Λαλαίοι για να τρομοκρατήσουν τους επαναστατημένους ρωμιούς, μεταμφίεσαν τις νεαρές γυναίκες σε άνδρες ιππείς πολεμιστές. Ακολουθούσαν τα στρατεύματα και με τον όγκο τους προσπαθούσαν να τρομάξουν τους Έλληνες.
Χαρακτηριστικά, ο Ανδρέας Δεληγιάννης γράφει στην εφημερίδα «Μέριμνα»:
«Αι γυναίκες των Λαλαίων μετείχον του πολέμου εις την μάχη του Πούσι, παρευρέθησαν οθωμανίδες έφιπποι…».
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Μπροστάρης, ο = ο έχων το γενικό πρόσταγμα, ο πρώτος της ομάδας.
Νομάτοι, οι = οι άνδρες.
Ρούγα, η = η γειτονιά.
Σπαχής, ο = Τούρκος ιππέας άτακτου στρατιωτικού σώματος.
Φοράδα, η = θηλυκό άλογο.
Όσοι αναγνώστες επιθυμούν να στέλνουν κείμενα μπορούν να μας τα στέλνουν στη διεύθυνση: info@mixanitouxronou.gr Εφόσον τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις, που έχουν να κάνουν με το ύφος της ιστοσελίδας, θα δημοσιεύονται.
Η «ΜτΧ» δεν ευθύνεται για τυχόν ανακρίβειες στα κείμενα των αναγνωστών.