του συνεργάτη μας δημοσιογράφου και ιστορικού ερευνητή, Παντελή Στεφ. Αθανασιάδη
Η Βουλγαρία, κάθε φορά που η τύχη την έφερνε να κατέχει εδάφη της Θράκης και της Μακεδονίας, το πρώτο πράγμα που εφάρμοζε ήταν ο βίαιος εκβουλγαρισμός.
Αυτό συνέβη και στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο το 1912, όταν οι Βούλγαροι νικώντας τους Τούρκους κατέλαβαν εδάφη της Δυτικής Θράκης.
Το ίδιο συνέβη και το 1913, όταν η άδικη συνθήκη του Βουκουρεστίου επιδίκασε τη Δυτική Θράκη το 1913 στην ηττημένη Βουλγαρία.
Τα ίδια ακριβώς συνέβησαν όταν το 1941, οι Χιτλερικοί παρέδωσαν εδάφη της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας στη Βουλγαρία, χωρίς καν να είχε κηρυχθεί πόλεμος με την Ελλάδα, η οποία γονάτισε μετά την Ιταλική επίθεση και τη Γερμανική εισβολή.
Η ιστορία της τελευταίας ιστορικής φάσης του βίαιου εκβουλγαρισμού ελληνικών περιοχών αρχίζει ουσιαστικά την 1η Μαρτίου 1941, γιατί τότε η Βουλγαρία προσχώρησε στο Τριμερές Σύμφωνο του Άξονα που είχε σαν αποτέλεσμα να της παραχωρηθούν περιοχές από τις οποίες εκδιώχθηκαν οι Βούλγαροι κατακτητές με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919.
Το 1941, οι Βούλγαροι με το «δώρο» που της έκαναν οι Γερμανοί, ικανοποιούσαν την πάγια πολιτική τους για έξοδο στο Αιγαίο. Ελλάδα και Βουλγαρία δεν βρίσκονταν μεταξύ τους σε εμπόλεμη κατάσταση, όταν έγινε η επίθεση των Γερμανών στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα είχε ήδη κατακτηθεί από Γερμανούς και Ιταλούς όταν η Βουλγαρία άρχισε να καταλαμβάνει τα ελληνικά εδάφη. Η ελληνική κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού κατέφυγε στο Κάιρο και αναγκάσθηκε πολύ γρήγορα να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με τη Βουλγαρία στις 23 Απριλίου 1941 και στις 11 Ιουνίου 1941 να κηρύξει τυπικά τον πόλεμο εναντίον της γειτονικής χώρας.
Η εφημερίδα «Πρωία» των Αθηνών έγραφε χαρακτηριστικά στις 20 Απριλίου 1941 ότι σημειώνεται ζωηρή διπλωματική δραστηριότητα μεταξύ των κυβερνήσεων του Άξονα. Οι πληροφορίες που υπήρχαν ανέφεραν ότι συζητούν τον επικείμενο διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και τις νέες διαρρυθμίσεις των συνόρων στην περιοχή του Δούναβη.
Οι ίδιες πληροφορίες ανέφεραν ότι όταν τα ζητήματα των νέων συνόρων θα έχουν ρυθμιστεί, θα συγκληθεί σε κάποια γερμανική πόλη συνδιάσκεψη των ενδιαφερομένων χωρών. Στη συνδιάσκεψη αυτή θα ανακοινωθούν και οι τελικές αποφάσεις του Άξονα.
Στις 19 Απριλίου 1941, πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο καθοριστική συνάντηση του Αδόλφου Χίτλερ με τον Βούλγαρο βασιλιά Μπόρις.
Οι Βούλγαροι από την πρώτη μέρα της εγκατάστασής του το 1941 έδειξαν πως πρόθεσή τους ήταν να αλλοιώσουν το δημογραφικό χαρακτήρα των περιοχών, ώστε να μπορούν να προσαρτηθούν στο δικό τους κράτος, όταν μελλοντικά γίνει ο τελικός διακανονισμός, με προσδοκώμενη φυσικά την τελική νίκη των δυνάμεων του άξονα. Πίστευαν και έλπιζαν στη νίκη του Ναζισμού.
Η εξόριστη κυβέρνηση Εμμανουήλ Τσουδερού είχε συνειδητοποιήσει τους κινδύνους από την πλευρά της Βουλγαρίας και έπαιρνε μέτρα. Χαρακτηριστικά, ο πρεσβευτής της Ελλάδας στο Λονδίνο Χ.Ι. Σιμόπουλος, σε επιστολή του προς τον Τσουδερό στις 7 Μαΐου 1941 γνωστοποιούσε μεταξύ άλλων:
«Ήρχισα μίαν εκστρατείαν κατά της Βουλγαρίας, διότι, με την δραματικότητα καθ’ ήν τα γεγονότα διαδέχονται άλληλα, δεν πρέπει να λησμονηθή η Βουλγαρική ατιμία και συνεχώς να υπομιμνήσκεται, ίνα άπαξ διαπαντός αποστομωθούν οι αδιόρθωτοι της Βουλγαρίας φίλοι, οι οποίοι δυνατόν να εμφανισθούν και πάλιν όταν με την βοήθειαν του Θεού έλθη η ποθητή ημέρα της νίκης και ο τελικός διακανονισμό των λογαριασμών».
Γερμανικές εγγυήσεις για «μόνιμες κτήσεις» της Βουλγαρίας
Στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ, έχουν διασωθεί ορισμένα διπλωματικά έγγραφα, που περιγράφουν την κατάσταση η οποία είχε διαμορφωθεί στην περιοχή, γιατί οι Βούλγαροι έδειξαν από την αρχή τις πραγματικές προθέσεις τους.
Ο Αμερικανός επιτετραμμένος στο Βερολίνο Μόρρις, ανέφερε τηλεγραφικά στον πολιτικό προϊστάμενό του Υπουργό των Εξωτερικών Κορντέλ Χαλ στις 25 Απριλίου 1941, ότι μετά την επίσκεψη του βασιλιά Μπόρις στον Χίτλερ, ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Μπόγκνταν Φίλωφ, λίγες μέρες αργότερα έστειλε στον Γερμανό καγκελάριο τις ευχαριστίες της χώρας του για «την πανίσχυρη βοήθεια της συμμαχικής Γερμανίας» στην επίτευξη της βουλγαρικής εθνικής ενοποίησης(!).
Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας φον Ρίμπεντροπ, απαντώντας σε παρόμοιο τηλεγράφημα του Υπουργού Εξωτερικών της Βουλγαρίας, μιλούσε για την «ανανεωμένη αδελφότητα στα όπλα» και τόνιζε την «κοινή μοίρα» των δύο λαών που «με βάση το Σύμφωνο των Τριών Δυνάμεων αποτελούν τα θεμέλια για την εγκαθίδρυση ενός δίκαιου νέας τάξης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη».
Πληροφορίες που υπήρχαν στο Βερολίνο ανέφεραν ότι οι γερμανικές δυνάμεις έχουν παραδώσει στον Βουλγαρικό στρατό για κατάληψη, ολόκληρη την περιοχή ανατολικά του ποταμού Στρυμόνα και την ελληνική Θράκη, καθώς και όλη τη Νότια Σερβία μέχρι τα αλβανικά σύνορα, συμπεριλαμβανομένων των πόλεων Πρίλεπ, Πρίζρεν Μοναστήρι (Μπίτολα) και τα Σκόπια.
Το βόρειο όριο της βουλγαρικής κατοχής, εξηγούσε ο Μόρρις, αν και δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί, μπορεί να προσεγγίζει τη γραμμή που καθορίστηκε από τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου το 1878.
Σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που τώρα κατέχουν το γιουγκοσλαβικό έδαφος, φαίνεται πιθανό, ότι η Βουλγαρία έχει πάρει εγγυήσεις από τη Γερμανία για «μόνιμες κτήσεις» των περιοχών που καταλαμβάνονται από τα στρατεύματά της.
Την επόμενη εβδομάδα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν γερμανοβουλγαρικές εμπορικές συζητήσεις για την αύξηση των ποσοστώσεων και των τιμών στις εξαγωγές και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Στις 27 Απριλίου 1941, ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Βουλγαρία Τζωρτζ Ερλ έστειλε τηλεγράφημα στον υπουργό Εξωτερικών Κορντέλ Χαλ, ζητώντας μάλιστα να κοινοποιηθεί στον πρόεδρο των ΗΠΑ Φράνκλιν Ρούζβελτ.
Στο τηλεγράφημα αυτό τόνιζε με έμφαση ότι αποτελεί ισχυρή πεποίθηση όλων των αξιόπιστων πηγών στη Σόφια, ότι μετά την κατάκτηση της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας, η Τουρκία θα κάνει αυτό που θέλει η Γερμανία.
Οι Βούλγαροι, κατά τον Ερλ, είναι λαός έντονα πρακτικός. Η γερμανική προπαγάνδα έχει μεγεθύνει στα μάτια τους τη νέα περιοχή που τους δόθηκε, και τους έκανε να είναι πλέον ολόψυχα με τη Γερμανία. Σκέφτονται τώρα, μια αναγεννημένη Βουλγαρία όπως ήταν πριν από χίλια χρόνια.
Σχηματίζω, έγραφε στο τηλεγράφημά του ο Ερλ, την εντύπωση ότι η Γερμανία θα πάρει αυτόν τον «δυνατά δαγκωμένο» (στο πρωτότυπο κείμενο “that Germany will take this hard-bitten and grateful Bulgarian people“) και ευγνώμονα βουλγαρικό λαό και θα τον χρησιμοποιήσει ως πυρήνα για να οικοδομήσει ένα ισχυρό έθνος, ισχυρά εξοπλισμένο με τα πιο σύγχρονα και μηχανοποιημένα όπλα στα οποία μπορεί να βασιστεί η Γερμανία για να φυλάξει τη νοτιοανατολική Ευρώπη, που κατέκτησε.
Οι μέρες περνούσαν. Ο κόσμος αγωνιούσε από την επιθετικότητα της Χιτλερικής Γερμανίας. Τα Βαλκάνια είχαν ήδη κατακτηθεί και είχε αρχίσει η μεγάλη επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Η Βουλγαρία προσπαθούσε να μην χάσει την εύνοια των Ηνωμένων Πολιτειών και των άλλων συμμαχικών χωρών.
Χαρακτηριστικά, στις 26 Ιουνίου 1941, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Σόφια Τζωρτζ Ερλ, είχε μακρά συνομιλία με τον Βούλγαρος υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος του δήλωσε «ξανά και ξανά» την έντονη επιθυμία του βασιλιά Μπόρις και της κυβέρνησης, να διατηρήσουν εγκάρδιες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες ό,τι κι αν συμβεί. Και κατέληγε:
«Με εντυπωσίασε με την ειλικρίνειά του, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν αλλάζει τη γνώμη μου, ότι η Βουλγαρία θα κάνει ακριβώς αυτό που διατάζει η Γερμανία».
Η ειλικρίνεια όμως που επεδείκνυε ο Ποπώφ προς τον πρεσβευτή Τζώρτζ Ερλ γρήγορα άρχισε να μεταστρέφεται και ο Ερλ στις 18 Ιουλίου 1941 γνωστοποιούσε στον υπουργό Εξωτερικών Κορντέλ Χαλ, ότι ολόκληρος ο βουλγαρικός Τύπος που ελέγχονταν και λογοκρίνονταν από την Βουλγαρική κυβέρνηση «είναι λυσσασμένος φιλογερμανικός» (is rabidly pro-German στο πρωτότυπο κείμενο του τηλεγραφήματος).
Παρά τα όλο και πιο πικρόχολα άρθρα κατά της χώρας μας, παρατηρούσε ο Ερλ, δεν υπάρχουν ακόμη ορατά στοιχεία κακής θέλησης προς την Αμερική από την πλευρά του λαού και υπενθύμιζε πως «παραμένει ακόμα μια δυνατή μνήμη όλων των καλών πράξεων της Αμερικής και των Αμερικανών για τη Βουλγαρία».
Ασφαλώς και υπονοούσε τη φιλοβουλγαρική στάση του προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον στο Συνέδριο της Ειρήνης το 1919, στο Παρίσι, όταν εκνεύρισε τους πάντες επιχειρώντας να δώσει διέξοδο στο Αιγαίο, στην ηττημένη Βουλγαρία. Και κατέληγε με απαισιοδοξία:
«Ωστόσο, με μια σταθερή αύξηση του αριθμού και της έντασης αυτών των επιθέσεων στον Τύπο εναντίον μας, θα πρέπει τελικά να προκύψουν επιπτώσεις στους πολίτες».
Αγωνιώδεις προειδοποιήσεις από το Κάιρο
Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, προσπαθούσε από το Κάιρο να αφυπνίσει συνειδήσεις στις συμμαχικές χώρες και να κινητοποιήσεις όσους παράγοντες μπορούσε γιατί μάθαινε τι συμβαίνει στην κατεχόμενη Δυτική Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία.
Στις 8 Δεκεμβρίου 1941 ο Έλληνας πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον, Κίμων Διαμαντόπουλος υπέβαλε προς τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών αναφορά, για όσα είχαν αρχίσει να συμβαίνουν στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία, δηλαδή στις περιοχές που είχαν παραχωρηθεί από τους Χιτλερικούς, στους συμμάχους τους Βουλγάρους από το Μάιο του 1941. Τέτοιες αναφορές προς όλες τις συμμαχικές κυβερνήσεις είχαν υποβληθεί και νωρίτερα.
Με την αναφορά του ο Διαμαντόπουλος γνωστοποιούσε ότι οι πληροφορίες που είχαν φτάσει πρόσφατα στην Ελληνική Κυβέρνηση στο Κάιρο επιβεβαίωναν ότι η Βουλγαρία είχε την άποψη ότι ορισμένα ελληνικά και γιουγκοσλαβικά εδάφη, πρέπει να θεωρούνται πλέον ως αναπόσπαστο τμήμα του Βουλγαρικού κράτους, γιατί έχουν ουσιαστικά προσαρτηθεί σε αυτό.
Ο Έλληνας πρεσβευτής θύμιζε ότι ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Μπόρις στην ομιλία του στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Σοβράνιε στις 28 Οκτωβρίου 1941, εξέφρασε την ικανοποίησή του, που η εξωτερική πολιτική την οποία ακολουθούσε η Βουλγαρία είχε αποφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα γι’ αυτήν, και πρόσθετε:
«Χάρη στη συνεργασία μας με τον Άξονα οι δύο Επαρχίες της Μακεδονίας και της Θράκης, έχουν πλέον επιστρέψει εντός των συνόρων της βουλγαρικής πατρίδας. Σε αυτόν τον τομέα της ευρωπαϊκής συνεργασίας υπό την καθοδήγηση των δυνάμεων του Άξονα και των δύο μεγάλων ηγετών τους, η αλήθεια στέφθηκε με νίκη».
Αυτές οι δηλώσεις του Βούλγαρου βασιλιά που από μόνες τους δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για τις βουλγαρικές προθέσεις, συμπληρώνονται από αναφορές που περιέχονταν σε δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα από τη Σόφια και δημοσιεύθηκαν εκτεταμένα από τον Τουρκικό Τύπο χωρίς να διαψευσθούν από τη Βουλγαρική πρεσβεία στην Άγκυρα, παρατηρούσε στην αναφορά του ο Έλληνας πρεσβευτής.
Αυτές οι εκθέσεις ανέφεραν ότι η βουλγαρική κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει στην αλλαγή του πληθυσμιακού χαρακτήρα των εδαφών που προσαρτήθηκαν πρόσφατα στη Βουλγαρία και ότι ειδικότερα, σκοπεύει να μεριμνήσει για την εγκατάσταση βουλγαρικών πληθυσμών σε αυτές τις περιοχές.
Ο Κίμων Διαμαντόπουλος πρόσθετε ότι τελευταία, ελήφθη απόφαση από το Βουλγαρικό υπουργικό συμβούλιο για το θέμα και σχετικό διάταγμα όριζε ότι όλη η ακίνητη περιουσία είτε αστική, είτε αγροτική, καθώς και όλη η κινητή περιουσία που ανήκει είτε σε Βούλγαρους που μετανάστευσαν ως αποτέλεσμα του τελευταίου πολέμου, είτε σε Έλληνες που έφυγαν από τη Θράκη κατά τις πρόσφατες πολεμικές επιχειρήσεις θα τεθούν στη διάθεση Βούλγαρων υπηκόων που θα εγκατασταθούν στη Θράκη!!!
Το διάταγμα πρόβλεπε επίσης ότι οι Βούλγαροι αγρότες που θα εγκατασταθούν εκεί θα απολαμβάνουν πολλά προνόμια και ότι οι κατοικίες και τα γεωργικά τους εργαλεία θα τους παραχωρούνται δωρεάν. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, Μπογκντάν Φίλωφ, σε συνέντευξή του στον ανταποκριτή της Borser Zeitung δήλωσε:
«Ένα μεγάλο σχέδιο εποικισμού των επαρχιών του Αιγαίου είναι υπό εξέταση. Χίλιες Βουλγαρικές οικογένειες πρόκειται σύντομα να εγκατασταθούν εκεί. Σε αυτούς τους εποίκους θα παραχωρηθούν όλες οι χρήσιμες διευκολύνσεις, απαλλαγή από φόρους και δάνεια για την απόκτηση αγροτικών μηχανημάτων. Με την επιτυχή επίλυση αυτού του προβλήματος του εποικισμού θα γίνει το πρώτο βήμα προς την αφομοίωση αυτών των Επαρχιών από τη Μητέρα Πατρίδα».
Όλα τα παραπάνω, που αποτελούν πραγματικές ομολογίες των, κυρίως στη Βουλγαρία, δίνουν μια ματιά στον κυνικό χαρακτήρα των μέτρων, που έλαβε η Βουλγαρική κυβέρνηση, τόνιζε ο Έλληνας πρεσβευτής.
Αυτά στοχεύουν σε έναν βίαιο εκβουλγαρισμό αυτών των προσφάτως προσαρτημένων ελληνικών επαρχιών που κατοικούνταν από έναν ελληνικό πληθυσμό, που τώρα υφίσταται τις πιο απάνθρωπες και εξοντωτικές πολιτικές στα χέρια των αρπακτικών βουλγαρικών ορδών, κατέληγαν οι ελληνικές καταγγελίες.
Η απάντηση των ΗΠΑ
Στις 20 Δεκεμβρίου 1941 ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Κορντέλ Χαλ απάντησε εγγράφως στον Έλληνα πρεσβευτή Κίμωνα Διαμαντόπουλο:
«Έχω την τιμή να γνωστοποιήσω τη λήψη του σημείωσής σας με αρ. 3571 της 8ης Δεκεμβρίου 1941, σχετικά με τις δραστηριότητες της Βουλγαρικής κυβέρνησης και τις δηλώσεις των αρχών της χώρας αυτής, που υποδηλώνουν πρόθεση να ενσωματωθούν η Μακεδονία και η Θράκη, ως αναπόσπαστα μέρη της Βουλγαρίας».
Στη συνέχεια υπενθύμιζε, ότι στις ανακοινώσεις του στις 26 Νοεμβρίου 1941 και στις 5 Δεκεμβρίου 1941, διαβεβαίωνε, ότι η στάση της αμερικανικής κυβέρνησης απέναντι στις εντελώς αδικαιολόγητες ενέργειες της Βουλγαρίας στην Ελλάδα και στην εκδίωξη των Ελλήνων κατοίκων από τη Μακεδονία και τη Θράκης, θα γινόταν γνωστή στις βουλγαρικές αρχές.
Για το λόγο αυτό, ζητήθηκε από τον Βούλγαρο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον να ενημερώσει την κυβέρνησή του ότι η αμερικανική κυβέρνηση θεωρούσε ότι οι ενέργειες της Βουλγαρίας κατά της Ελλάδας ήταν αδικαιολόγητες. Ότι τα βασιλικά διατάγματα που ανοίγουν το δρόμο προς εποικισμό από Βούλγαρους σε εδάφη που αποτελούν μέρος της Ελλάδας «πρέπει να ερμηνεύονται σε αυτή τη χώρα ως απόδειξη μιας νοοτροπίας σε πλήρη αρμονία με τα δόγματα και τις πρακτικές του ναζιστικού καθεστώτος».
Και ότι ο αμερικανικός λαός πρέπει να θέσει κάτω από το ίδιο πρίσμα και τα άλλα μέτρα που υιοθετήθηκαν από τις Βουλγαρικές αρχές, στα εδάφη που κατέλαβαν οι Βουλγαρικές ένοπλες δυνάμεις. Και κατέληγε στην απάντησή του προς τον Κίμωνα Διαμαντόπουλο:
«Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι οι προσπάθειες της Βουλγαρίας, τις οποίες τώρα αναφέρετε, να επιτύχει την προσάρτηση του ελληνικού εδάφους, θεωρούνται από αυτήν την κυβέρνηση αδικαιολόγητες».
Η Βουλγαρική κατοχή της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, υπήρξε δραματική για τον ελληνικό πληθυσμό. Οι μνήμες όσων έζησαν εκείνα τα χρόνια, υπήρξαν απολύτως τραυματικές. Οι επί μέρους αφηγήσεις των κατοίκων αυτών των περιοχών, συνθέτουν ένα μωσαϊκό βίας, αίματος, καταληστεύσεων, βιασμών, πόνου.
ΠΗΓΕΣ:
*Εμμανουήλ Ι. Τσουδερού «Ιστορικό Αρχείο 1941-1944» Εκδόσεις Φυτράκη
*Εθνικά Αρχεία ΗΠΑ (https://history.state.gov/historicaldocuments/frus1941v01/d325)
*Αρχείο εφημερίδας «Πρωία» και «Ακρόπολις Αθηνών»
Αρχική φωτογραφία: Βούλγαροι στρατιωτικοί στην κατοχική Καβάλα. Πηγή: Greece at WWII Archives
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr