Στην Παλαιά Αγορά της Αθήνας, υπήρχε τόσο μεγάλη ποικιλία ειδών, για την εποχή, που εντυπωσίασε ακόμη και τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Οι Βαυαροί συνέβαλαν στην αύξηση των εισαγωγών και επηρέασαν τις καταναλωτικές συνήθειες των Αθηναίων.
Το 1834, η Αθήνα έγινε η πρωτεύουσα του νεοπαγούς ελληνικού κράτους. Από τα 1.200 σπίτια που είχε η πόλη προεπαναστατικά, μόλις 25 ήταν κατοικήσιμα. Αμέσως άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης και η παλιά πόλη καθαρίστηκε με σκοπό να αναδειχθούν οι αρχαιότητες.
Η εμπορική δραστηριότητα αναπτύχθηκε γύρω από την περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Μοναστηράκι. Η οδός Πανδρόσου, στο τέρμα της οδού Αιόλου, ήταν ένας από τους πιο εμπορικούς δρόμους της πρωτεύουσας.
Η Παλαιά Αγορά εκτεινόταν από την οδό Ηφαίστου και την Πλατεία του Μεγάλου Μοναστηρίου έως την οδό Καπνικαρέας, τους Αέρηδες και την Πύλη της Αγοράς.
Ήταν ένα μεγάλο παζάρι βαθύτατα επηρεασμένο από τα οθωμανικά πρότυπα. Ήταν γεμάτο με ξύλινες παράγκες, που είχαν τοποθετηθεί κατά μήκος του δρόμου.
Από την Παλαιά Αγορά περνούσαν όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι, αμόρφωτοι και οι βουλευτές. Το πρωί συνήθως ψώνιζαν οι πολίτες, ενώ το απόγευμα έρχονταν οι εργάτες και οι υπηρέτες που αναζητούσαν προϊόντα σε χαμηλότερη τιμή.
Οι γυναίκες δεν πήγαιναν να ψωνίσουν, γιατί ο άντρας έφερνε ψωμί στο σπίτι και δεν ήταν ηθικό να κυκλοφορούν ασυνόδευτες.
Ενδεχομένως να υπήρχαν γυναίκες που, αφού χήρεψαν, πήραν τη θέση του άντρα τους. Ήταν, όμως, μαζεμένες και ντυμένες από πάνω μέχρι κάτω.
Στην Αγορά μπορούσε να βρει κάποιος είδη πρώτης ανάγκης, εγχώρια και εισαγόμενα, όπως κρεμμύδια, μαύρες ελιές, καπνό, σύκα, πήλινα δοχεία, ρύζι κ.λπ..
Συνολικά, υπήρχαν περισσότερα από 280 καταναλωτικά είδη.
Το εντυπωσιακό ήταν πως υπήρχαν σπάνια και άγνωστα στους Έλληνες είδη διατροφής από όλο τον κόσμο. Αλλαντικά και παστά από την Ευρώπη, σουπιές, χέλια, περίφημα τυριά, κρασιά, φρούτα εξωτικά, ακόμη και χαβιάρι.
“Έβρισκε κανείς του πουλιού το γάλα, κυριολεκτικά. Και όχι μόνο ένα είδος. Τριών λογιών ρεβίθια, τριών λογιών φασόλια“, είπε στη “ΜτΧ” ο Θωμάς Σιταράς, αθηναιογράφος και οικονομολόγος.
Οι Έλληνες δημιούργησαν τις απαραίτητες διασυνδέσεις για να εισάγουν τέτοια ξεχωριστά είδη. Η Τεργέστη, το Παρίσι και η Κωνσταντινούπολη αποτέλεσαν τα λιμάνια-τροφοδότες και η Χίος και η Ερμούπολη τα λιμάνια-υποδοχείς.
Από εκεί μεταφέρονταν με μικρά πλοιάρια στον Πειραιά και ύστερα στην Αθήνα. Η διώρυγα της Κορίνθου δεν είχε ακόμη κατασκευαστεί.
“Οι Αθηναίοι φαίνεται ότι ήταν καλοφαγάδες και είχαν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το αίσθημα της γαστρονομίας“, συμπέρανε ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, Σταύρος Καφούνης.
Τον Απρίλιο του 1841, ο πασίγνωστος Δανός παραμυθογράφος, Χανς Κρίστιαν Άντερσεν επισκέφθηκε την Ελλάδα. Όταν ήρθε την Παλαιά Αγορά, εντυπωσιάστηκε από την ποικιλία των προϊόντων της.
“Τίποτα εδώ δεν θυμίζει πως η Αθήνα γεννιέται τώρα. Η Αθήνα είναι στο ίδιο επίπεδο με τη Νάπολη, τη Βιέννη και την Κοπεγχάγη“, ήταν τα λόγια του έκπληκτου Άντερσεν, όπως είπε στη “ΜτΧ” η Άρτεμις Σκουμπουρδή, αθηναιογράφος και ιστορική ερευνήτρια.
Η αγορά ενισχύθηκε και με νέα εισαγόμενα προϊόντα. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν τρεις παράγοντες: οι Βαυαροί, η αύξηση του πληθυσμού και ο ερχομός πολλών ξένων επισκεπτών που μετέφεραν ένα αίσθημα εκσυγχρονισμού.
“Οι Γερμανοί που ήταν στον περίγυρο του Όθωνα ζητούσαν για τον εαυτό τους συγκεκριμένα προϊόντα. Οι Αθηναίοι συναναστρέφονταν μαζί τους και ήθελαν να τους μιμηθούν“, ανέφερε στη “ΜτΧ” ο Σωτήρης Αντωνίου, Διευθυντής του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών.
Μέσα σε 40 χρόνια, από το 1830 έως το 1870, ο πληθυσμός της Αθήνας αυξήθηκε από τις 12.000 σε 60.000 και οι ανάγκες αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε η επαρχία να μην μπορούσε πλέον να τις καλύψει.
Σύντομα, οι Αθηναίοι προσέθεσαν καινούργιες ευρωπαϊκές συνταγές στο τραπέζι τους, όπως ψημένα πλευρίδια αρνιού και πάπια με γογγύλια.
Τον Αύγουστο του 1884, η Παλιά Αγορά της Αθήνας καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά.
Η νέα κεντρική αγορά, που άρχισε να κατασκευάζεται από το 1876, βρισκόταν στην Ομόνοια. Ήταν πρωτοποριακή για την εποχή της, διότι στεγαζόταν και συμβάδιζε με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Με τα χρόνια, η Παλαιά Αγορά, και κυρίως η οδός Πανδρόσου, είχε ορισμένα καταστήματα που πουλούσαν παραδοσιακά προϊόντα και αποτελούσαν πόλο έλξης για τους κατοίκους της περιφέρειας που αγόραζαν παραδοσιακά υφάσματα.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr