Καλοκαίρι 1926. Οι καπνεργάτες και οι καπνεργάτριες του Αγρινίου ξεσηκώθηκαν, απαιτώντας αύξηση των μεροκάματών τους.
Οι καπνέμποροι κέρδιζαν τεράστια ποσά, γιατί πραγματοποιούσαν τις συναλλαγές με λίρες, που η τιμή της είχε εκτοξευθεί διεθνώς. Οι εργαζόμενοι, όμως, που πάλευαν για την επιβίωσή τους, έβλεπαν συνεχώς καθηλωμένα τα μεροκάματά τους.
Οι άνδρες καπνεργάτες αμείβονταν με 85 δραχμές την ημέρα, ενώ οι γυναίκες καπνεργάτριες με 35. Οι εξαγγελίες της εργοδοσίας για αύξηση μόνο του ημερομισθίου των ανδρών καπνεργατών κατά πέντε δραχμές, θεωρήθηκε εμπαιγμός, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί απεργία διαρκείας στις 31 Ιουλίου του 1926.
Την όγδοη ημέρα της απεργίας, οι καπνέμποροι έκαναν λοκ άουτ, δηλαδή “πάγωσαν” τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Τότε οι εργαζόμενοι αποφάσισαν τη συνέχιση της κινητοποίησής τους με συλλαλητήριο στο κέντρο της πόλης. Χιλιάδες εργάτες συγκεντρώθηκαν στις 9 Αυγούστου 1926 κοντά στον προσφυγικό συνοικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου.
Το κεντρικό σύνθημά τους ήταν: «Δικαία απαίτησις: ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία!»
Η εν ψυχρώ δολοφονία της εγκύου καπνεργάτριας
Ανάμεσά στους διαδηλωτές βρισκόταν και η 36χρονη καπνεργάτρια, Βασιλική Γεωργαντζέλη, μητέρα δύο παιδιών και εγκυμονούσα στο τρίτο της παιδί. Ήταν πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία και σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, ξεχώριζε για την τόλμη της και το δυναμισμό της. Πλήρωσε, όμως, το μαχητικό της πνεύμα με τη ζωή της.
«Μια ομάδα γυναικών καπνεργατριών προπορευόταν και ήρθε αντιμέτωπη με τον ανθυπολοχαγό Κρέτση. Φαίνεται ότι ο Κρέτσης έκανε παρατήρηση στη Γεωργαντζέλη και έδωσε εντολή στις υπόλοιπες γυναίκες να γυρίσουν πίσω. Η Γεωργαντζέλη, που ήταν εκ φύσεως δυναμική γυναίκα, δεν πειθάρχησε στην εντολή και λέγεται ότι ο ανθυπολοχαγός τη πυροβόλησε και σωριάστηκε νεκρή», ανέφερε στη «Μηχανή του Χρόνου» η Μαρία Αγγέλη, διδάκτορας κοινωνικής λαογραφίας από το Αγρίνιο.
Ο ιατορικός Ηλίας-Λίνος Υφαντής παραθέτει και μία δεύτερη εκδοχή για τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες φονεύτηκε η έγκυος καπνεργάτρια: «Η Γεωργαντζέλη όρμησε προς έναν χωροφύλακα και προσπάθησε να αφαιρέσει τα γαλόνια της στολής του, με αποτέλεσμα ο χωροφύλακας να τη δολοφονήσει εν ψυχρώ».
Οι συμπλοκές και ο θάνατος του ανήλικου
Ο ξεσηκωμός των καπνεργατών του Αγρινίου και οι συγκρούσεις τους με τη Χωροφυλακή δεν πέρασαν απαρατήρητες από τον Τύπο. Σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα», διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
«Μεγάλη ομάς εργατίδων κατηυθήνθη εις την πόλιν και ήρχισε να υβρίζη τας στρατιωτικάς δυνάμεις και να χειρονομή κατα αυτών. Τότε εις ενοματάρχης έρριψεν εις τον αέραν ένα πυροβολισμόν προς εκφοβισμόν.
Επίσης οι εύζωνοι έκαμαν χρήσιν των υποκοπάνων των όπλων των. Αι εργάτιδες τότε ήρπασαν και έρριψαν λίθους κατά των στρατιωτών. Επηκολούθουσε σύγχυσις, καθ’ ην όλοι οι στρατιώται ήρχισαν πυροβολούντες».
Οι πάνδημες κηδείες
Κατά τις συμπλοκές, σκοτώθηκε και ο ανήλικος Θεμιστοκλής Καραμιχάλης, ο οποίος φέρεται να βρέθηκε τυχαία στο χώρο. Οι κηδείες τόσο του Καραμιχάλη όσο και της Γεωργαντζέλη έγιναν την επομένη στο ναό του Αγίου Δημητρίου και πήραν μορφή συλλαλητηρίου.
Η συμμετοχή των καπνεργατών ήταν πάνδημη και συγκινητική, όπως φαίνεται στην κεντρική φωτογραφία του άρθρου. Κατά τη νεκροπομπή, τα φέρετρα ήταν ανοικτά. Στα αριστερά της εικόνας βρίσκεται αυτό του Καραμιχάλη και στα δεξιά της Γεωργαντζέλη.
Για το φωτογραφικό καρέ μίλησε στον Χρίστο Βασιλόπουλο ο Δημήτρης Βελτσίστας, απόγονος καπνεργατών από το Αγρίνιο. Ο παππούς του, ο οποίος πήρε μέρος στην απεργία του 1926, ήταν ένας από τους τέσσερις καπνεργάτες που κουβαλούσε το φέρετρο της Γεωργαντζέλη.
«Ήταν μια συνειδητά βουβή διαμαρτυρία. Με βάση το μέγεθος του δρόμου, πρέπει να ήταν πάνω από 8.000 συγκεντρωμένοι, μεγάλο γεγονός για την εποχή εκείνη. Ο παππούς μου το διηγούνταν συνέχεια, όπως και η μητέρα μου. Και στις καπναποθήκες μέχρι το 1980 που τελείωσαν και δουλεύαμε κι εμείς εν μέρει σαν φοιτητές συζητιόταν ακόμα», συμπληρώνει ο κ. Βελτσίστας.
Η καπνούπολη του Αγρινίου
Από το 1870 και μετά, η καλλιέργεια του καπνού στην περιοχή του Αγρινίου άρχισε να αποκτά μεγάλη σημασία για την τοπική οικονομία.
Η ραγδαία ανάπτυξη στις αρχές του 20ού αιώνα οφειλόταν στην αύξηση της παγκόσμιας κατανάλωσης καπνού, λόγω της διάδοσης του τσιγάρου, με αποτέλεσμα το Αγρίνιο να συμπεριληφθεί στις σημαντικότερες καπνουπόλεις της Ελλάδας, όπως η Καβάλα, η Δράμα, οι Σέρρες, κ.ά.
Η ποικιλία Τσεμπέλια των περιοχών Ζαπαντίου, Παραβόλας και Ξηρομέρου απευθυνόταν πρωτίστως στην εγχώρια αγορά και οι καπνοβιομηχανίες του Πειραιά, του Βόλου και της Θεσσαλονίκης προμηθεύονταν μεγάλες ποσότητες.
Έντονο ενδιαφέρον για τα καπνά του Αγρινίου έδειξαν οι καπνοβιομηχανίες της Αιγύπτου, ενώ, παράλληλα, γίνονταν εξαγωγές μέσω των εμπόρων της Πάτρας σε Ολλανδία και Γερμανία.
Το 1920, υπήρχαν στην πόλη της Αιτωλοακαρνανίας 22 καπνεμπορικοί οίκοι εξαγωγής, πολλοί από τους οποίους ήταν αντιπρόσωποι ξένων εταιρειών και μονοπωλίων. Επειδή ο καπνός που προοριζόταν για το εξωτερικό έπρεπε να επεξεργαστεί και δεματοποιηθεί με μεγάλη προσοχή, δημιουργήθηκαν μεγάλες καπναποθήκες και καπνομάγαζα στην πόλη του Αγρινίου, όπως των αδελφών Παπαστράτου και των αδελφών Παπαπέτρου.
Όπως αναφέρουν οι ιστορικοί ερευνητές, τα σωματεία των καπνεργατών ήταν από τα καλύτερα οργανωμένα και πιο μαχητικά συνδικάτα στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Η αλληλεγγύη ήταν ο συνδετικός τους κρίκος και οι κινητοποιήσεις τους άλλαξαν τον εργασιακό “χάρτη” της χώρας.
Τόσο στο Αγρίνιο όσο και στις υπόλοιπες καπνουπόλεις, οι εργάτες συσπειρώθηκαν και οργανώθηκαν, διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και περίθαλψης. Η δουλειά τους ήταν εποχική, πολύωρη, επίπονη και μακροπρόθεσμα οδηγούσε σε σοβαρά προβλήματα υγείας.
«Πολλοί καπνεργάτες υπέφεραν από φυματίωση, γιατί η εργασία τους ήταν πάρα πολύ ανθυγιεινή το καλοκαίρι. Για παράδειγμα, έπρεπε να είναι κλειστά τα παράθυρα, για να μην ξεραίνεται το προϊόν, οπότε ανέπνεαν όλη αυτή τη σκόνη των καπνών και τη νικοτίνη.
Η φυματίωση ήταν ένα πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα, γιατί άπαξ και αρρώσταινε κάποιος καπνεργάτης, αυτό μπορεί να επηρέαζε την επιβίωση όλης της οικογένειάς του», είπε στη «ΜτΧ» η Μαρία Πέτρα, βιομηχανική αρχαιολόγος και μουσειολόγος από την Ξάνθη.
Αργότερα, το κραχ του 1929 και η απλοποίηση του τρόπου επεξεργασίας των καπνών που επέβαλλαν οι ξένοι οίκοι, έφεραν τους μεν καπνεργάτες αντιμέτωπους με την ανεργία και την καθήλωση των αμοιβών τους, τους δε καπνεμπόρους να αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, με αποτέλεσμα αρκετοί να δώσουν τέλος στη ζωή τους.
Το κείμενο αποτελεί τμήμα της μεγάλης έρευνας της “Μηχανής του Χρόνου” για την ιστορία των καπνουπόλεων στην Ελλάδα, που προβλήθηκε στο Cosmote History και μπορείτε να το παρακολουθήσετε στην υπηρεσία on demand. Δείτε εδώ το τρέιλερ του επεισοδίου.
Επεξεργασία κεντρικής φωτογραφίας: © Μηχανή του Χρόνου, Συλλογή Θανάση Βαλαώρα
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr